Quantcast
Channel: ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ
Viewing all 51844 articles
Browse latest View live

Ψυχολογικό τεστ: Μήπως έχετε ωνιομανία; Απαντήστε σε 7 ερωτήσεις και μάθετε αν έχετε παθολογική σχέση με τα ψώνια

$
0
0
Κάντε το τεστ και δείτε αν έχετε παθολογική σχέση με τα ψώνια

7 ερωτήσεις που αποκαλύπτουν τις τάσεις ωνιομανίας.

Μπορεί το shopping therapy να έχει αποδεδειγμένα οφέλη για την ψυχική μας υγεία, όμως η γραμμή που το διαχωρίζει από την καταναλωτική μανία είναι εξαιρετικά λεπτή.

Η ωνιομανία (από το αρχαιοελληνικό ὤνια = ψώνια και τη μανία), γνωστή και ως ψυχαναγκαστική διαταραχή αγορών (compulsive buying disorder), είναι επίσημα αναγνωρισμένη διαταραχή που αφορά στην εμμονική αγορά προϊόντων, τα οποία θεωρητικά συμπληρώνουν κάποιο ψυχολογικό κενό και συχνά έχουν για τον καταναλωτή συμβολική σημασία.

Ψυχολόγοι από το νορβηγικό Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν, όπως αναφέρει το onmed, σχεδίασαν ένα απλό τεστ 7 ερωτήσεων που αποκαλύπτει τις τάσεις ωνιομανίας. Η Κλίμακα Μπέργκεν (Bergen Shopping Addiction Scale) αξιολογεί συμπεριφορές όμοιες με αυτές που εκδηλώνονται σε περίπτωση εθισμού σε ναρκωτικές ουσίες και περιγράφεται αναλυτικά στην επιθεώρηση Frontiers of Psychology.

Απαντήστε στις παρακάτω ερωτήσεις.

1. Σκέφτεστε τα ψώνια ή τις αγορές γενικότερα συνέχεια μέσα στην ημέρα;

2. Ψωνίζετε για να βελτιώσετε τη διάθεσή σας;

3. Έχετε αμελήσει κάποια υποχρέωση (π.χ. επαγγελματικό ή άλλης φύσης ραντεβού) επειδή ξεχαστήκατε στα ψώνια;

4. Ψωνίζετε όλο και περισσότερο για να νιώσετε το ίδιο καλά;

5. Προσπαθείτε να ψωνίζετε λιγότερο αλλά δεν τα καταφέρνετε;

6. Νιώθετε άσχημα εάν κάτι σας εμποδίσει να προβείτε σε μια αγορά;

7. Ψωνίζετε σε βαθμό που επηρεάζεται αρνητικά η ψυχολογική σας κατάσταση;

Εάν απαντήσατε καταφατικά σε τουλάχιστον τέσσερις από τις ερωτήσεις, εκδηλώνετε εμφανή σημάδια ωνιομανίας.

Περισσότερα τεστ εδώ.

Κάντε το τεστ με την εικόνα και δείτε αν πάσχετε από ψυχώσεις

$
0
0
Κάντε το τεστ με την εικόνα και δείτε αν πάσχετε από ψυχώσεις (pics)

Βλέπετε κηλίδες ή ένα μωρό;

Δεν είναι ακόμα ένα κουίζ για το αν έχεις πρεσβυωπία ή αχρωματοψία, αλλά κάτι πολύ πιο σοβαρό.

Επιστήμονες δημοσίευσαν την παρακάτω φωτογραφία τονίζοντας πως όσοι διακρίνουν ένα μωρό στο ασπρόμαυρο φόντο και όχι κηλίδες, τότε είναι πολύ πιθανό να πάσχουν από ψευδαισθήσεις, ακόμα και ψύχωση.

Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ διαπίστωσαν πως όσοι έχουν την ικανότητα να διακρίνουν το μωρό έχουν την τάση να προσπαθούν να ερμηνεύσουν τον κόσμο και να συμπληρώνουν με το μυαλό τους εικόνες που δεν είναι καθόλου διακριτές.

Επίσης, εξήγησαν πως σχεδόν όλοι μας έχουμε βιώσει παραισθήσεις σε κάποιο σημείο της ζωής μας, βλέποντας ή ακούγοντας πράγματα που δεν υπάρχουν.

Κάντε το τεστ με την εικόνα και δείτε αν πάσχετε από ψυχώσεις (pics)

Περισσότερα τεστ εδώ.

Πόσο έξυπνος είσαι; Αν περάσεις αυτό το τεστ τότε είσαι ιδιοφυΐα!

$
0
0


Επανακυκλοφορεί το βιβλίο των Robert Streeter και Robert Hoehn, οι οποίοι το 1930 έβαλαν σκοπό της ζωής τους να βρουν ιδιοφυείς ανθρώπους. 
Στο εν λόγω βιβλίο υπάρχουν σπαζοκεφαλιές και δύσκολες ερωτήσεις που αν τις λύσεις, τότε μπορείς να πεις πως ναι, είσαι ιδιοφυΐα!

Απαντήστε – λύστε τα παρακάτω 10 θέματα και κρατήστε σκορ; Είστε ανάμεσα στους “εκλεκτούς”;

1) Βάλτε σε σειρά τα παρακάτω γράμματα ώστε να δημιουργούν έναν ζωντανό οργανισμό
B R I N O.

2) Τέσσερις άνδρες φτιάχνουν τέσσερις βάρκες μέσα σε 4 μέρες. Πόσο διάστημα χρειάζεται να για να φτιάξει ένας άνδρας μια βάρκα;

3) Για να δούμε πόσο καλή μνήμη έχεις! Τρεις άντρες, οι γυναίκες τους και μια χήρα πήγαν για πικ νικ ένα μεσημέρι το αυτοκίνητο. Αφού διένυσαν 3 μίλια, είδαν δύο άντρες και ένα παιδί μέσα σε ένα άλλο αυτοκίνητο που είχε σταματήσει λόγω βλάβης. “Αυτό θα πει τύχη”, είπε ένας από αυτούς. Στη 1 έφτασαν στον προορισμό τους όπου είδαν έναν φύλακα με το γιο του. Αμέσως ξεκίνησαν να τρώνε. Πόσοι άνθρωποι αναφέρθηκαν πιο πάνω;

4) Εάν ένα ρολόι σταματά για ένα λεπτό κάθε δέκα λεπτά, πόση ώρα χρειάζεται στον λεπτοδείκτη να κάνει μια πλήρη περιστροφή;

5) Ποια από τις παρακάτω λέξεις στα κεφαλαία θα δείχνει ίδια ακόμα και μπροστά από έναν καθρέφτη;
MAN TOOT DEED

6) Ο πατέρας μου είναι ο αδερφός της αδερφής σου. Τι συγγενείς σου είμαι;

7) Γράψε την παρακάτω φράση στα αγγλικά σε ένα χαρτί, και αφού βάλεις δύο τελείες και ένα ερωτηματικό, κάντη να βγάζει νόημα.
That that is is that that is not is not is that not so.

8) Ένας άνδρας ζούσε σε ένα σπίτι από το οποίο μπορούσε να μπει κάποιος μόνο από τη μία πόρτα και τα πέντε παράθυρα. Μια μέρα, έχοντας σιγουρευτεί ότι κανείς δεν ήταν σπίτι, έφυγε και όταν γύρισε βρήκε μέσα ένα κλέφτη, ενώ είχε κλειδώσει τα παράθυρα. Μάλιστα, δεν βρήκε παραβιασμένη τη πόρτα ούτε τα παράθυρα. Πώς μπήκε ο κλέφτης μέσα;

9) Τρία άλογα έτρεχαν σε έναν αγώνα ιπποδρομιών. Τα ονόματά τους ήταν Tally-ho, Sonny Boy, και Juanita και τα ονόματα των ιδιοκτητών τους Lewis, Bailey και Smith. Ο Tally-ho έσπασε το πόδι του στην αρχή του αγώνα. Ο κ. Smith είχε ένα καφέ και ένα άσπρο άλογο τριών ετών. Ο Sonny Boy είχε κερδίσει στο παρελθόν 20.000 δολάρια. Ο κ.Bailey έχασε ενώ παραλίγο να κερδίσει το άλογό του. Το άλογο που κέρδισε ήταν μαύρο. Αυτός ο αγώνας ήταν ο πρώτος για το άλογο του κ.Lewis. Ποιο άλογο κέρδισε;

10) Ποιο είναι πιο βαρύ το γάλα ή το αφρόγαλα;

Οι σωστές απαντήσεις

1) ROBIN
2) 4
3) 12
4) 65 λεπτά
5) TOOT
6) Ανιψιός
7) That that is is. Τhat that is not is not. Ιs that not so?
8) Ο κλέφτης μπήκε από τη πόρτα που ο άνδρας είχε αφήσει ξεκλείδωτη
9) Το άλογο του κ. Smith δεν μπορεί να είχε κερδίσει αφού το άλογο που κέρδισε ήταν μαύρο. Το άλογο του κ Bailey έχασε. Έτσι. κέρδισε το άλογο του κ.Lewis. Το άλογο με το όνομα Tally-ho δεν μπορεί να κέρδισε αφού έσπασε το πόδι του. Άρα ο Tally-ho δεν ήταν το άλογο του κ. Lewis. Επίσης, Sonny Boy δεν μπορεί να ήταν το άλογο του κ. Lewis αφού είχε ξανατρέξει σε αγώνα. Έτσι, το άλογο του κ. Lewis που κέρδισε ήταν η Juanita.
10) Το γάλα

Περισσότερα τεστ εδώ.

Τεστ: Πόσο καλά ξέρεις τη γεωγραφία της Ελλάδας;

$
0
0
Τεστ - Πόσο καλά ξέρεις τη γεωγραφία της Ελλάδας;
Θα περάσεις τις… εξετάσεις ή θα μείνεις μετεξεταστέος; Απάντησε στις 12 παρακάτω ερωτήσεις και δες τα αποτελέσματα.


Περισσότερα τεστ εδώ.

Ημέρα Τιμής στην Ελληνική Νεολαία

$
0
0



Η Ημέρα Τιμής στην Ελληνική Νεολαία καθιερώθηκε με ομόφωνη απόφαση της Βουλής τον Μάρτιο του 1998, για να τιμήσει τους αγώνες της Ελληνικής Νεολαίας, κατά της Δικτατορίας της 21ης Απριλίου. Γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 17 Νοεμβρίου.

Περισσότερες Παγκόσμιες Ημέρες εδώ.

17 Νοεμβρίου 1985: Η αιματηρή επέτειος του Πολυτεχνείου και η δολοφονία του 15χρονου Μιχάλη Καλτεζά

$
0
0
Ο 15χρονος Μιχάλης Καλτεζάς, νεκρός από τα αστυνομικά πυρά στα Εξάρχεια
Την Κυριακή 17 Νοεμβρίου 1985, ανήμερα της δωδέκατης επετείου από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, ένας 15χρονος διαδηλωτής, ο Μιχάλης Καλτεζάς, έπεσε νεκρός από σφαίρα αστυνομικού στα Εξάρχεια. Την εποχή εκείνη, η Ελλάδα βρισκόταν στις αρχές της δεύτερης κυβερνητικής θητείας του ΠΑΣΟΚ, με πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Μετά το τέλος της καθιερωμένης πορείας προς την Αμερικάνικη Πρεσβεία, που σημαδεύτηκε από τις λεκτικές αντεγκλήσεις μεταξύ των μπλοκ του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ για την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, άρχισαν οι πρώτες αψιμαχίες μεταξύ αστυνομικών και νεαρών διαδηλωτών του αναρχικού και αντιεξουσιαστικού χώρου. Λίγο πριν από τα μεσάνυχτα, μία ομάδα διαδηλωτών επιτέθηκε κατά μιας κλούβας των ΜΑΤ στην οδό Στουρνάρη στα Εξάρχεια.
Ένας από τους διαδηλωτές, ο 15χρονος μαθητής Μιχάλης Καλτεζάς, εκσφενδόνισε μια βόμβα Μολότοφ κατά του αστυνομικού αυτοκινήτου, το οποίο άρχισε να λαμπαδιάζει. Τότε, ένας αστυφύλακας, ο 26χρονος Αθανάσιος Μελίστας, πυροβόλησε με το υπηρεσιακό του περίστροφο κατά των διαδηλωτών, που βρίσκονταν σε φάση υποχώρησης στην οδό Σολωμού. Μία σφαίρα βρήκε τον νεαρό μαθητή Καλτεζά κάτω από το αριστερό αυτί, σωριάζοντάς τον νεκρό.
Μόλις μαθεύτηκε η δολοφονία Καλτεζά, ο Υπουργός Υγείας και Πρόνοιας, Γιώργος Γεννηματάς, κατέφθασε στον «Ευαγγελισμό», όπου διακομίστηκε η σορός του, και εξέφρασε τη συντριβή του για το συμβάν. Φίλοι και συμμαθητές, μιλώντας σε δημοσιογράφους, χαρακτήρισαν τον Μιχάλη «ένα σκληρό παιδί, ένα ροκά, που συμπαθούσε τους οργισμένους και αμφισβητίες νέους».
Σχεδόν αμέσως, οι αναρχικοί κατέλαβαν το Φυσικείο (Παλαιό Χημείο) στην οδό Σόλωνος και το Πολυτεχνείο. Την επομένη δόθηκε η άδεια από την Επιτροπή Πανεπιστημιακού Ασύλου για την εκκένωση του κτιρίου από την αστυνομία. Τα ΜΑΤ επενέβησαν και με τη χρήση δακρυγόνων  συνέλαβαν 37 άτομα. Η κατάληψη του Πολυτεχνείο έληξε μετά από διαπραγματεύσεις, χωρίς επεισόδια.
Η εκδίκηση της 17Ν εναντίον κλούβας των ΜΑΤ
Επεισόδια έγιναν και σε άλλα σημεία της πρωτεύουσας, μεταξύ αναρχικών και αστυνομίας. Ο απολογισμός του διημέρου μετά τη δολοφονία του νεαρού μαθητή ήταν 58 τραυματίες, ζημιές δισεκατομμυρίων δραχμών και 45 συλλήψεις.

Σε πολιτικό επίπεδο, ο αρμόδιος υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης, Μένιος Κουτσόγιωργας, και ο αναπληρωτής του, Αθανάσιος Τσούρας, υπέβαλλαν τις παραιτήσεις τους για λόγους ευθιξίας στον πρωθυπουργό, Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος δεν τις έκανε δεκτές, αλλά έθεσε σε διαθεσιμότητα την ηγεσία της νεοσύστατης τότε ΕΛΑΣ.
Εννέα ημέρες αργότερα, στις 26 Νοεμβρίου, η τρομοκρατική οργάνωση «17Ν» εκδικείται τον θάνατο Μελίστα, όπως ανέφερε σε προκήρυξή της. Πυροδοτεί παγιδευμένο με εκρηκτικά αυτοκίνητο δίπλα σε λεωφορείο των ΜΑΤ στην Καισαριανή, με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του ο αρχιφύλακας Νίκος Γεωργακόπουλος και να τραυματιστούν 14 αστυνομικοί.
Στο δικαστικό σκέλος της δολοφονίας Καλτεζά, ο δράστης αστυνομικός θα κατηγορηθεί για ανθρωποκτονία από πρόθεση εν βρασμώ ψυχικής ορμής και καθ’ υπέρβαση των ορίων της άμυνας. Στις 23 Σεπτεμβρίου του 1988 θα καταδικασθεί σε δυόμισι χρόνια φυλάκιση, ενώ στην κατ’ έφεση δίκη θα αθωωθεί (25 Ιανουαρίου 1990), επειδή το δικαστήριο του αναγνώρισε το ελαφρυντικό ότι υπερέβη τα όρια της άμυνας, εξαιτίας του φόβου και της ταραχής που του προκάλεσε η ενέργεια του θύματος.
Συνήγορος υπεράσπισης του Μελίστα ήταν ο Αλέξανδρος Λυκουρέζος, ενώ ως συνήγοροι πολιτικής αγωγής παρέστησαν ο Νίκος Κωνσταντόπουλος (αργότερα πρόεδρος του Συνασπισμού και πατέρας της Ζωής Κωνσταντοπούλου) και ο Φώτης Κουβέλης.


Περισσότερα ιστορικά αφιερώματα εδώ.

Σαν σήμερα 17 Νοεμβρίου

$
0
0


H 17η Νοεμβρίουείναι η 321η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό Hμερολόγιο (322η σε δίσεκτα έτη). Υπολείπονται 44 ημέρες.

Γεγονότα

1558 - Αρχίζει η Ελισαβετιανή εποχή: Η βασίλισσα Μαρία Α΄ της Αγγλίας πεθαίνει και τη διαδέχεται στο θρόνο η ετεροθαλής αδελφή της, Ελισάβετ Α΄.
1869 - Η Διώρυγα του Σουέζ παραδίδεται στην ελεύθερη ναυσιπλοΐα όπου και πραγματοποιούνται τα επίσημα εγκαίνια.
1918 - Ιδρύεται το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος, αργότερα ΚΚΕ.
1930 - Το υποβρύχιο Γλαύκος (ΙΙ) υψώνει την ελληνική σημαία στη Βρέστη της Γαλλίας.
1968 - Ο Αλέκος Παναγούληςκαταδικάζεται σε θάνατο από το Στρατοδικείο για την απόπειρα δολοφονίας του Γεωργίου Παπαδόπουλου.
1972 - Η Κίνα αναγνωρίζει το καθεστώς στην Ελλάδα: φθάνει στην Αθήνα η πρώτη κινεζική αντιπροσωπεία για ανάπτυξη εμπορικών σχέσεων.
1973 - Αθήνα - Εξέγερση του Πολυτεχνείου: Ξημερώνοντας Σάββατο άρμα μάχης συνθλίβει την κεντρική είσοδο του Πολυτεχνείου. Η εξέγερση υπέστη δυναμική καταστολή, ενώ επιβλήθηκε νέα δικτατορία του Δ. Ιωαννίδη με κυβέρνηση του Α. Ανδρουτσόπουλου.
1985 - Δολοφονείται στα Εξάρχεια ο 15χρονος Μιχάλης Καλτεζάς.
2011 - Η κυβέρνηση Μόντι (κυβέρνηση εθνικής ενότητας στην Ιταλία) ζητάει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Γερουσία.

Γεννήσεις

9 - Βεσπασιανός, Ρωμαίος αυτοκράτορας
1755 - Λουδοβίκος ΙΗ', βασιλιάς της Γαλλίας
1887 - Μπέρναρντ Μοντγκόμερυ, Άγγλος στρατιωτικός
1896 - Λεβ Βιγκότσκι, Ρώσος ψυχολόγος
1906 - Σοϊτσίρο Χόντα, Ιάπωνας μηχανικός και επιχειρηματίας
1923 - Αριστίντες Περέιρα, πρόεδρος του Πράσινου Ακρωτηρίου
1928 - Αρμάν Φερναντέζ, Γάλλος ζωγράφος και γλύπτης
1930 - Μπομπ Ματάιας, Αμερικανός αθλητής και πολιτικός
1942 - Μάρτιν Σκορσέζε, Αμερικανός σκηνοθέτης, παραγωγός και σεναριογράφος
1944 - Ντάνυ ΝτεΒίτο, Αμερικανός ηθοποιός, σκηνοθέτης και παραγωγός
1944 - Ρεμ Κούλχαας, Ολλανδός αρχιτέκτονας
1949 - Τζον Μπένερ, Αμερικανός πολιτικός
1949 - Νγκουγιέν Ταν Ντουνγκ, Βιετναμέζος πολιτικός
1964 - Κριστόφ Βαζέχα, Πολωνός ποδοσφαιριστής
1966 - Σοφί Μαρσό, Γαλλίδα ηθοποιός
1969 - Ρεμπέκα Γουόκερ, Αμερικανίδα συγγραφέας
1974 - Μπέρτο Ρομέρο, Ισπανός ηθοποιός
1978 - Ρέιτσελ ΜακΆνταμς, Καναδή ηθοποιός
1983 - Γιάννης Μπουρούσης, Έλληνας καλαθοσφαιριστής

Θάνατοι

375 - Ουαλεντινιανός Α΄, Ρωμαίος αυτοκράτορας
474 - Λέων Β΄, Βυζαντινός αυτοκράτορας
594 - Γρηγόριος Τουρώνης, Γαλάτης επίσκοπος
1231 - Αγία Ελισάβετ της Ουγγαρίας
1417 - Γαζή Αχμέτ Εβρενός, Οθωμανός στρατηγός
1558 - Μαρία Α΄, βασίλισσα της Αγγλίας
1562 - Αντώνιος, βασιλιάς της Ναβάρρας
1609 - Γιοάχιμ Τάνκε, Γερμανός ιατρός, ποιητής και αστρονόμος
1747 - Αλαίν Ρενέ Λεσάζ, Γάλλος συγγραφέας
1796 - Αικατερίνη Β΄, αυτοκράτειρα της Ρωσίας
1917 - Ωγκύστ Ροντέν, Γάλλος γλύπτης
1924 - Γρηγόριος Ζ΄, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
1929 - Χέρμαν Χόλεριθ, Αμερικανός επιχειρηματίας
1947 - Βίκτορ Σερζ, Ρώσος συγγραφέας και ιστορικός
1989 - Μαίρη Γιατρά Λεμού, Ελληνίδα ηθοποιός
1985 - Μιχάλης Καλτεζάς, Έλληνας μαθητής
1990 - Ρόμπερτ Χόφσταντερ, Αμερικανός φυσικός
1993 - Γιώργος Μητσάκης, Έλληνας μουσικοσυνθέτης, στιχουργός και λαϊκός τραγουδιστής
2006 - Φέρεντς Πούσκας, Ούγγρος ποδοσφαιριστής
2013 - Ντόρις Λέσινγκ, Βρετανίδα συγγραφέας

Αργίες και εορτές

Ημέρα Τιμής στην Ελληνική Νεολαία
Διεθνής Ημέρα Σπουδαστών
Παγκόσμια Ημέρα Πρόωρου Τοκετού

Ορθόδοξη Εκκλησία

Γρηγορίου επισκόπου Νεοκαισαρείας, του θαυματουργού (†270)
Γενναδίου (†471) και Μαξίμου, πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως
Οσίων Γενναδίου του εν Άθω, Ζαχαρίου του «σκυτόμου», Ιουστίνου, Ιωάννου του από «περιφανών», Ιωάννου του Δερμοκαΐτου
Λαζάρου ζωγράφου του ομολογητού
Λογγίνου του ασκητού και Νίκωνος θαυματουργού, του Ρώσου
Μάρτυρος Σάκ (Σάκτου) του Πέρσου


Δείτε τι έγινε σαν σήμερα για άλλες μέρες εδώ.

Ποιοι γιορτάζουν σήμερα 17 Νοεμβρίου

$
0
0
Αποτέλεσμα εικόνας για Ποιοι γιορτάζουν σήμερα

Σήμερα, 17 Νοεμβρίου, τιμούμε τη μνήμη του Αγίου Γενναδίου πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. Γιορτάζει ο:

Γεννάδιος, Γενάδιος.



Περισσότερα χρήσιμα για τη σημερινή ημέρα εδώ.


Θεατρικές παραστάσεις για το Πολυτεχνείο

$
0
0

Θεατρικά σκετς για την επέτειο του Πολυτεχνείου

1. Η ιστορία μιας νύχτας

Επιλογή – διασκευή – επιμέλεια κειμένων : Δημήτρης Μαριόλης

Μουσική : Αdagio, Ελένη Καραϊνδρου

Δυο αγόρια και ένα κορίτσι εμφανίζονται στη σκηνή. Πίσω τους 5-6 παιδιά σε ημικύκλιο αυτοσχεδιάζουν (κοιτάζουν τον ήλιο, κάθονται οκλαδόν, κοιμούνται, ξυπνάνε ανάλογα με τον διάλογο που ακολουθεί)

-        Ήταν ένα ξημέρωμα απ’ αυτά όπου ο Απρίλης διαλαλεί τη διάθεσή του για τρέλα.

-        Το πρωί βγήκε ένας ήλιος σαν μαστίγιο με εφτά ουρές αντί για ακτίνες.

-        Μετά ακολούθησε ένα απόγευμα με γκρι σύννεφα.

-        Ύστερα, η νύχτα άπλωσε τα πέπλα της και πυκνό σκοτάδι σκέπασε το παλάτι.
-        Η πριγκίπισσα δεν ανησύχησε :
-        «Μια νύχτα είναι, θα κοιμηθώ και θα περάσει»
-        Κι αποκοιμήθηκε…
-        Αλλά, όταν ξύπνησε το πρωί με το καλό…
-        Δεν είχε ξημερώσει
-        Δεν ξημέρωνε
-        Σκέφτηκε,
-        «ας κάνω λίγη υπομονή, θα ξημερώσει αύριο που θα πάει»
-        Αμ δε !
-        Οι μέρες περνούσαν και δεν ξημέρωνε
-        Με τίποτα
-        Επ’ ουδενί
-        Με κανένα τρόπο
-        Κι απ’ την πολλή τη νύχτα, όλοι στο παλάτι άρχισαν να νυστάζουν
-        Όλο και πιο πολύ
-        Όλο και πιο πολύ (χασμουριούνται)
-        Όλο και πιο πολύ…
-        Ώσπου αποκοιμήθηκαν οριστικά
-        Κι η καημένη η πριγκίπισσα, όπως δεν είχε συντροφιά άρχισε κι αυτή να νυστάζει
-        «Ααααα, μμμμ, (χασμουριέται και τεντώνεται) βαρέθηκα. Βαρέθηκα ν’ ακούω ιστορίες με νυσταγμένες πριγκίπισσες και κοιμισμένα παλάτια. Βαρέθηκα τα παραμύθια, τις νύχτες, τις σκιές και τους υπαινιγμούς. Θέλω μια αληθινή ιστορία στο φως της μέρας. Αυτό θέλω. Μια απλή αληθινή ιστορία στο φως της μέρας».

Στο σημείο αυτό συμβαίνουν ταυτόχρονα τα παρακάτω :

1. Προβάλλεται σύντομο βίντεο με τα γεγονότα της δεκαετίας του ’60 (1-1-4, πορείες ειρήνης, δολοφονία Λαμπράκη, Ιουλιανά, πραξικόπημα)
2. Ακούγεται το τραγούδι «Ποιος τη ζωή μου»
3. Στη σκηνή εμφανίζονται παιδιά με μαύρα ρούχα (δεσμοφύλακες) που τοποθετούν δυο κελιά (φτιαγμένα από χάρτινες κούτες) δεξιά και αριστερά στη σκηνή. Οι δεσμοφύλακες κλείνουν το στόμα και δένουν τα χέρια (με χαρτοταινίες) άλλων παιδιών που υποδύονται τους κρατούμενους.

(Στο βάθος της σκηνής κινούνται οι δεσμοφύλακες, από τα κελιά βγαίνουν τρεις κρατούμενες - οι)

-        Χτύπησε το κουδούνι. Δεν περιμέναμε κανέναν. Ήταν έξι το πρωί. Ανοίξαμε. Ήταν άνθρωποι της χούντας. Μπήκαν κατευθείαν στο θέμα. Μου ζητούσαν το υλικό που ήταν σίγουροι πως υπάρχει στο σπίτι. Προκηρύξεις, ανακοινώσεις, λίστες με ονόματα… Σαν καλό παιδί που είμαι, είπε ο επικεφαλής, να τους τα δώσω όλα, γιατί θα τα βρει μόνος του και το σπίτι θα γίνει γυαλιά καρφιά. Θα διατάξω θύελλα μου είπε. Μια ώρα περίπου έψαχναν ένα διαμέρισμα δυο δωματίων.

(Στο βάθος της σκηνής οι δεσμοφύλακες αυτοσχεδιάζουν :  ψάχνουν παντού, ξεφυλλίζουν βιβλία, τα σκίζουν, τα πετάνε στο πάτωμα μαζί με άλλα πράγματα κλπ. Ένας κρατούμενος με πλάτη στο κοινό και το κεφάλι σκυμμένο βλέπει τους δεσμοφύλακες να τον τριγυρίζουν απειλητικά δείχνοντάς του βιβλία, χαρτιά κλπ πριν τα πετάξουν στο πάτωμα)

-        Πραγματικά έγινε θύελλα. Τα έπιπλα μετακινήθηκαν, τα ρούχα μας έγιναν ένας σωρός. Βιβλία ανακατεμένα στη μέση του δωματίου. Χτυπάγανε τους τοίχους, σκίσανε ένα μαξιλάρι, ψάξανε τα ντουλάπια. Ρωτούσαν γεμάτοι υποψία : Γιατί έχετε τόσα βιβλία ; Τι χρησιμεύει αυτό το μολύβι ; Γιατί δεν έχετε φωτιστικό στη μέση του δωματίου ; Αντιδρούσαν στις απαντήσεις με συγκατάβαση. Λέγανε ένα «καλά – καλά», αλλά η σημασία του ήταν πως «αν νομίζεις πως τα τρώμε εμείς αυτά είσαι πολύ γελασμένος»
-        Ένας απ’ αυτούς ανακάλυψε ένα βιβλίο για την αντίσταση. Το ξεφύλλισε και σταμάτησε σε μια φωτογραφία με έναν αντάρτη. Με ρώτησε τι γράφει το βιβλίο. Του διάβασα τον τίτλο. Δεν ικανοποιήθηκε και με ρώτησε για δεύτερη φορά. «Τι γράφει το βιβλίο» Του εξήγησα πως όταν είχαν έρθει οι Γερμανοί στην Ελλάδα σηκωθήκανε στην αρχή λίγοι Έλληνες, έπειτα περισσότεροι και πολέμαγαν τους Γερμανούς. Αυτό το ονομάζουν αντίσταση και είναι ένα πράγμα πάρα πολύ καλό. Κοφτά μας διέταξε να τον ακολουθήσουμε. Ρώτησα αν έχει ένταλμα συλλήψεως και μου είπε πως είμαι πολύ φλύαρος. (οι δεσμοφύλακες γελάνε) 
Είπε στους φίλους μου να έρθουν μαζί. Ήταν και αυτοί κρατούμενοι. 

(Ακούγεται στο βάθος μια φυσαρμόνικα να παίζει την εισαγωγή της «Μυρτιάς». Οι δεσμοφύλακες  επιβάλλουν γρήγορα τη σιωπή με φωνές «πάψτε», «ησυχία», «σιωπή», «σώπα»…

Μουσική : The day, Raining Pleausure

Οι δεσμοφύλακες παίρνουν τον κρατούμενο και αποχωρούν …κάποιοι κρατούμενοι βγαίνουν από τα κελιά και βαδίζουν σαν να βρίσκονται στο προαύλιο φυλακής, η πλοκή εξελίσσεται ταυτόχρονα σε δυο επίπεδα. Μπροστά στη σκηνή, οι κρατούμενοι βαδίζουν αργά και μηχανικά και στο βάθος γίνεται η ανάκριση)

(μπροστά στη σκηνή)
Να μην προδώσω…Να μην προδώσω…Να μην προδώσω (ακούγονται όλοι-ες να μονολογούν)

-        Να μην προδώσω. Όχι δεν θα προδώσω…Όταν σε πιάνουν και σε υποβάλλουν σε ανάκριση, ξέρεις ότι υπάρχει βασανισμός. Και ξέρεις και μυστικά απ’ τα οποία εξαρτάται η ζωή των άλλων, η ελευθερία των άλλων. Αυτό το στοιχείο όμως σε βαραίνει πάρα πολύ.
-        Να μην προδώσω αυτά τα μυστικά, να μην γίνω υπεύθυνος για να έρθουν στη φυλακή κι άλλοι συναγωνιστές μου. Να μην προδώσω, αυτό σκέφτομαι συνέχεια. Να μην προδώσω. Να μην προδώσω. Αλλά πως ;
-        Σκέψου κάτι άλλο. Φυλάκισε το μυαλό σου σε ένα παιχνίδι με λέξεις χωρίς νόημα. Σαν αυτά που παίζαμε στο σχολείο.

(αρχίζει το παιχνίδι…κάθε κρατούμενος λέει από μια λέξη με τη σειρά του ενώ ταυτόχρονα η κίνηση των κρατούμενων περιορίζεται στα δυο άκρα της σκηνής)

Θέση, ανάθεση, κατάθεση, διάθεση, παράθεση, αντίθεση, υπόθεση, έκθεση, πρόθεση, σύνθεση, πρόθεση

(στο βάθος της σκηνής, οι δεσμοφύλακες βάζουν ένα κρατούμενο να καθίσει με πλάτη στο κοινό, ανάλογα με το διάλογο που ακολουθεί τον υποχρεώνουν να σηκωθεί, να καθίσει, τον σπρώχνουν ή ακόμη του φέρονται «ευγενικά»)

-        …τάση, ανάταση, παράταση, διάταση, στάση, ανάσταση, περίσταση

(Στο βάθος της σκηνής)
-        Λέγε : ποιοι ήταν οι άλλοι, πόσοι ήσασταν στην ομάδα σου, ποιες ήταν οι επαφές σου, τι κάνατε ;
-        Τα ξέρουμε όλα, όλα. Οι άλλοι μας τα είπαν όλα, είπαν πως εσύ είσαι ο αρχηγός, θα τα φορτώσουν όλα σε σένα.
-        Φύγετε, αφήστε τον σε μένα. Είναι καλό παιδί. Θα δείτε, θα τα πει όλα. Λέγε. Πέστα όλα να ξαλαφρώσεις. Πες μου μόνο δυο ονόματα. Δε λυπάσαι τα νιάτα σου. Δε λυπάσαι τον καιρό που φεύγει ;
-        Τ’ όνομα του. Πες μας το όνομά του !

(Μπροστά στη σκηνή)
-        Καρύδι, καρυδότσουφλο, τσόφλι, τσόφλι ; φλούδα
-        Μπανανόφλουδα
-        Μπανανόφλουδα…(σκέφτεται) παγίδα
-        Μμμ…πονηριά
-        Απάτη
-        Κίνδυνος
-        Φόβος
-        Φόβος ; μμμ γενναίος
-        Εσύ
-        Εγώ, τι εγώ ;
-        Είσαι αλήθεια, είσαι πολύ γενναία…

Μουσική : Batucada, Μίκης Θεοδωράκης

(Στο βάθος της σκηνής)
-        Άκουσε παιδί μου. Δεν σε πιάσαμε αμέσως…για να δεις την καλοσύνη μας. Το τι έχεις κάνει είναι γνωστό στις αρχές. Δεν έχεις κάνει και λίγα πράγματα. Τα ξέρουμε όλα. Λοιπόν σαν καλό παιδί πες τα. Άντε θα περάσεις καλά. Σκέψου ένα πράγμα μόνο. Η Ασφάλεια για τους κακούς είναι Κόλαση και για τους καλούς Παράδεισος.
-        Πρόσεξε, δεν εξετάζουμε την ενοχή σου. Αυτή είναι δεδομένη. Την ειλικρίνειά σου επιζητούμε. Εγώ παρ’ όλο που δεν εξηγήθηκες καλά στο σπίτι είναι έτοιμος να τα συγχωρήσω όλα. Θέλω να μου πεις τα ονόματα των ανθρώπων που είχατε επαφή. Κατάλαβες ; Αυτούς που έβλεπες. Λοιπόν ; Τίποτα…Θα το μετανιώσεις. Ακούς ; Θα το μετανιώσεις !

(Μπροστά στη σκηνή)
-        Με ανεβάζουνε στις σκάλες. Πάνω στην ταράτσα. Μετά στο μικρό δωμάτιο. Όλα χωρίς καμιά βιασύνη. Ανάψανε το φως του πλυσταριού. Αισθάνθηκα το κύριο πρόσωπο της παρέας. Παρατηρούσα.
-        Έπιασαν δουλειά. Έψαχναν το σχοινί. Δεν το βρίσκανε. Τα βάζανε με κάποιον Μάλλιο και κάποιον Μπάμπαλη που είναι τσαπατσούληδες. Κάνουνε τη δουλειά τους και τα παρατάνε όλα όπου βρουν. Κάποιος μου είπε να μην κοιτάζω σαν βλάκας και να ψάξω και γω. Ένας άλλος τους είπε να κάτσω εκεί που καθόμουνα, δεν τους χρειαζόταν η βοήθειά μου.
-        Τελικά βρέθηκε το σχοινί. Δεν ξέρω γιατί αλλά είχα μια ελπίδα μήπως δεν βρεθεί το σχοινί. Τώρα που βρέθηκε άρχισα να σκέφτομαι μήπως πω ένα τόσο δα όνομα και γλιτώσω. Κάποιος πρότεινε «να μη χτυπήσουμε το παιδί που φαίνεται καλό, να το αφήσουμε λιγάκι να σκεφτεί, να πιει ένα καφεδάκι με την ησυχία του και το πρωί μας τα λέει». Αισθάνθηκα μια ανακούφιση. Αλλά ο άλλος, αποφασισμένα λέει : «δέστε τον». 
-        Όταν ήμουν μικρή, ανέβαινα στην ταράτσα του σπιτιού μας και έπαιζα. Ήταν το βασίλειό μου. Η μάνα μου με μάλωνε : «Κατέβα γρήγορα ! Αν πέσεις και χτυπήσεις θα τις φας …». Ευλογημένα χέρια της μάνας μου. Τα χέρια της σήμερα τρέμουν φορτωμένα πακέτα για το παιδί της. Τη σπρώχνουν, τη διώχνουν, γυρίζει στο σπίτι με τα χέρια φορτωμένα. Πώς να σου περιγράψω αυτή την ταράτσα με το πλυσταριό. Δεν μοιάζει καθόλου με την ταράτσα των παιδικών μου χρόνων.

Μουσική : Το λιβάδι που δακρύζει, Ελένη Καραϊνδρου

(Ακούγεται ξανά η φυσαρμόνικα να παίζει την εισαγωγή της «Μυρτιάς». Οι δεσμοφύλακες  επιβάλλουν γρήγορα τη σιωπή με φωνές «πάψτε», «ησυχία», «σιωπή», «σώπα»…

Οι δεσμοφύλακες παίρνουν τον κρατούμενο και αποχωρούν – οι κρατούμενοι μπαίνουν στα κελιά τους. Στο κέντρο της σκηνής ένα θρανίο και δυο καρέκλες. Εκεί γράφουν τα γράμματά τους δυο κρατούμενοι)

-        Έκανα τεσσεράμισι χρόνια να δω συγγενή μου. Μόνο τα γράμματα είχα. Την αλληλογραφία. Αλληλογραφία όμως τι σήμαινε ; Ένα γράμμα τη βδομάδα, το μήνα.
-        Ένα γράμμα το μήνα 20 γραμμές. Τι να του πεις ; Είναι αυτό που λέει το τραγούδι «είμαι καλά». Τι άλλο να του πεις ; Δεν μπορείς να πεις τίποτα άλλο. Δεν έχεις χώρο…

(Τραγουδούν οι κρατούμενοι -ες : «Είμαι καλά, είμαι καλά πολύ καλά, για σας το ίδιο επιθυμώ…»
Οι δεσμοφύλακες εμφανίζονται και επιβάλλουν τη σιωπή με φωνές «πάψτε», «ησυχία», «σιωπή», «σώπα» και αποχωρούν…)

-        Απ’ το παράθυρό μου φαίνεται μόνο ένα κομμάτι ουρανός. Πόσο μου ‘χει λείψει η πρωινή σου γκρίνια. Γιατί δεν έρχεσαι να με δεις ; Έστω για μια φορά. Σε παρακαλώ. Μια φορά. Για λίγο.

(Οι κρατούμενοι μπαίνουν στα κελιά. Δυο παιδιά συζητούν στη σκηνή)

-        Κάθε φορά που πηγαίνω στη φυλακή και βλέπω τον αδελφό μου, στέκεται μπροστά ένας φύλακας – στρατιώτης και δεν μπορούμε να πούμε τίποτα. Προχθές τον ρώτησα αν παίρνει τα χάπια του κι ο στρατιώτης ποιος ξέρει τι νόμιζε ότι λέγαμε, θύμωσε και με πέταξε έξω.
-        Πρέπει να έρθω και γω μαζί.
-        Μα δεν είσαι συγγενής. Δεν θα σε αφήσουν.
-        Θα με παρουσιάσεις σαν συγγενή.
-        Και πως θα συνεννοηθείς μπροστά στο στρατιώτη ;
-        Θα πω στον αδελφό σου να παίξουμε τα ανάποδα !
-        Ποια ανάποδα ;
-        Είχαμε βρει ένα κόλπο με τον αδελφό σου παλιά, για να ξεγελάμε τη λογοκρισία όταν γράφαμε γράμματα.
-        Τι είναι αυτή η λογοκρισία ; Τι θα πει λογοκρισία ;
-        Θα πει πως οι άνθρωποι της χούντας ανοίγουν τα γράμματα και τα διαβάζουν. Πώς να γράψεις λοιπόν ελεύθερα ; Θα βρεις το μπελά σου.
-        Και τι κάνατε ;
-        Παίζαμε τα ανάποδα. Δηλαδή, γράφεις για παράδειγμα : «Ο Πέτρος είναι κοντά μου και παίζω μαζί του» Και εννοείς το αντίθετο : «Ο Πέτρος έφυγε και δεν παίζω μαζί του». Κατάλαβες ;
-        Έτσι θα γίνει. Πάμε μαζί να δούμε τι θα καταφέρουμε.

(Περπατούν μαζί, φτάνουν μπροστά σε ένα κελί. Δίνουν ένα χαρτί στο δεσμοφύλακα που στέκεται απ’ έξω. Αυτός το κοιτάζει και τις οδηγεί στο θρανίο όπου μετατρέπεται σε χώρο επισκεπτηρίου. Επιστρέφει στο κελί και φέρνει τον κρατούμενο. Οι επισκέπτες του χαρίζουν ένα λουλούδι. Ακουμπούν τις παλάμες τους σαν να τους χωρίζει ένα διαχωριστικό πλέγμα)

-        (εμπιστευτικά) Θα μιλάμε ανάποδα όπως τότε με τη λογοκρισία. Θυμήσου !
-        Αδελφέ μου, είσαι καλά ; Αδελφέ μου καλέ, ΑΝΑΠΟΔΕ αδελφέ μου, είσαι καλά ; Πες μου…
-        Ναι, ναι, πολύ καλά. Κοιμήθηκα τέσσερις μέρες συνέχεια. Έμεινα ξαπλωμένος τέσσερα εικοσιτετράωρα. Ξαπλωμένος, ντυμένος. Φοράω όλα τα ρούχα μου. Δεν βγάζω τη φανέλα μου.
-        Και τρως καλά ;
-        Πολύ. Τρώω συνέχεια και πίνω πολύ νερό. Τέσσερις μέρες και τέσσερις νύχτες, έπινα συνέχεια ξαπλωμένος.
-        Πως τα περνάς ;
-        Όλοι είναι πολύ ευγενικοί μαζί μου. Κανείς δε με χτυπάει, κανένας δε με βρίζει, δε με ρωτάει. Τέσσερα εικοσιτετράωρα έμεινα ξαπλωμένος, ντυμένος εντελώς, έπινα, έτρωγα, κοιμόμουν και ήμουν εντελώς μόνος.
-        Άντε, τελειώνετε. Αρκετά είπατε !
-        Θέλεις τίποτα από μένα ;
-        Ναι. Θέλω να πεις σε όλους πόσο καλά περνάω εδώ. Μερικοί λένε ψέματα πως δεν μας αφήνουν να κλείσουμε μάτι. Ψέματα ! Ούτε μας χτυπάνε, ούτε μας στερούν το νερό και το φαγητό. Και πάντα ξαπλωμένος στέκομαι ! Δε νυστάζω καθόλου και γρήγορα θα βγω.
-        Ε, τώρα τα ‘πατε. Φτάνει.

(Οι επισκέπτες αποχωρούν. Ο δεσμοφύλακας επιστρέφει τον κρατούμενο στο κελί. Ακούγεται πάλι στο βάθος η φυσαρμόνικα να παίζει την εισαγωγή της «Μυρτιάς». Οι δεσμοφύλακες  επιβάλλουν τη σιωπή με φωνές «πάψτε», «ησυχία», «σιωπή», «σώπα» και αποχωρούν…

Οι κρατούμενοι μπαίνουν όλοι και βαδίζουν νευρικά, ένας - ένας παίρνει το λόγο)

- Σώπα, μη μιλάς, είναι ντροπή, κόψ'τη φωνή σου
σώπασε επιτέλους - κι αν ο λόγος είναι αργυρός η σιωπή είναι χρυσός.
Τα πρώτα λόγια που άκουσα από παιδί, έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα μου λέγανε:

(όλοι μαζί, βάζοντας το δάχτυλο μπροστά στο στόμα): "Σσσσσς, σώπα"

- Στο σχολείο μού κρύψανε την αλήθεια τη μισή, μου λέγανε :"εσένα τι σε νοιάζει ; "

(όλοι μαζί):  "Σσσσσς, σώπα"

- Με φίλησε το πρώτο κορίτσι που ερωτεύτηκα και μου λέγανε:
"κοίτα μην πείς τίποτα!"

(όλοι μαζί):  "Σσσσσς, σώπα"

- Κόψε τη φωνή σου και μη μιλάς, σώπαινε. Και αυτό βάσταξε μέχρι τα εικοσί μου χρόνια.
- Ο λόγος του μεγάλου - η σιωπή του μικρού. Έβλεπα αίματα στο πεζοδρόμιο,
"Τι σε νοιάζει εσένα;", μου λέγανε, "θα βρεις το μπελά σου".

(όλοι μαζί):  "Σσσσσς, σώπα"

- Αργότερα φωνάζανε οι προϊστάμενοι :
"Μη χώνεις τη μύτη σου παντού, κάνε πως δεν καταλαβαίνεις"

(όλοι μαζί):  "Σσσσσς, σώπα"

- Σε χρόνια δίσεκτα οι γονείς, οι γείτονες με συμβουλεύανε :
"Μην ανακατεύεσαι, κάνε πως δεν είδες τίποτα"
Μπορεί να μην είχαμε με τους γείτονες γνωριμίες ζηλευτές, μας ένωνε όμως, το Σώπα.

- Σώπα ο ένας, σώπα ο άλλος σώπα οι επάνω, σώπα οι κάτω,
σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
- Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσά μας. Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
- Φτιάξαμε το σύλλογο του "Σώπα".
Μία πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη, αλλά μουγκή!

- Μάθε το στη γυναίκα σου, στο παιδί σου, στην πεθερά σου
κι όταν νιώσεις ανάγκη να μιλήσεις ξερίζωσε τη γλώσσα σου
και κάν'την να σωπάσει.
Το μόνο άχρηστο όργανο από τη στιγμή που δεν το μεταχειρίζεσαι σωστά.

- Δεν θα έχεις έτσι εφιάλτες, τύψεις κι αμφιβολίες.
Δε θα ντρέπεσαι τα παιδιά σου και θα γλιτώσεις από το βραχνά να μιλάς ,
χωρίς να μιλάς να λες "έχετε δίκιο, είμαι σαν κι εσάς"

- Αχ! Πόσο θα 'θελα να μιλήσω
και δεν θα μιλάς, θα γίνεις φαφλατάς, θα σαλιαρίζεις αντί να μιλάς .

- Κόψε τη γλώσσα σου, κόψε την αμέσως. Δεν έχεις περιθώρια. Γίνε μουγκός.
Αφού δε θα μιλήσεις, καλύτερα να το τολμήσεις. Κόψε τη γλώσσα σου
για να είσαι τουλάχιστον σωστός στα σχέδια και στα όνειρά μου.

- Ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσα μου,
γιατί νομίζω πως θα ‘ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω
και θα ξεσπάσω και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω
και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο ,
με έναν ψίθυρο, με ένα τραύλισμα, με μια κραυγή που θα μου λέει: 

(όλοι μαζί δυνατά ) ΜΙΛΑ !

(Κάνουν να φύγουν μα τους σταματάει η μουσική της φυσαρμόνικας. Ακούγεται ένα παιδί να τραγουδά τον πρώτο στίχο. Μετά δυο μαζί το δεύτερο κλπ. Από το παράθυρο του κελιού βγαίνει το λουλούδι. Σε λίγο όλα μαζί τα παιδιά τραγουδούν και χτυπούν παλαμάκια. Οι δεσμοφύλακες βγαίνουν στη σκηνή και προσπαθούν μάταια να επιβάλλουν ησυχία. Οι κρατούμενοι τους απομονώνουν…Το τραγούδι κυριαρχεί…)

Είχα μια θάλασσα στο νου
κι ένα περβόλι, περιβόλι τ’ ουρανού   ] 2x
Την ώρα π’ άνοιγα πανιά
για την απάνω γειτονιά
Για την απάνω γειτονιά
 την ώρα π’ άνοιγα πανιά

Στα παραθύρια τα πλατιά    | 2x
χαμογελούσε μια μυρτιά     | 2x

Κουράστηκα να περπατώ, ω, ω, ω    | 2x
και τη ρωτώ και τη ρωτώ           | 2x

Πες μου μυρτιά να σε χαρώ
πού θα ’βρω χώμα, θα ’βρω χώμα και νερό   ] 2x
να ξαναχτίσω μια φωλιά
για της αγάπης τα πουλιά

Στα παραθύρια τα πλατιά       | 2x
είδα και δάκρυσε η μυρτιά     | 2x

Την ώρα π’ άνοιγα πανιά    | 2x
για την απάνω γειτονιά     | 2x

Στα παραθύρια τα πλατιά    | 2x
χαμογελούσε μια μυρτιά     |2x

(Ακούγεται το τραγούδι του Θεοδωράκη «Ποιος δε μιλά για τη Λαμπρή». Οι κρατούμενοι είναι πια οι εξεγερμένοι του Πολυτεχνείου. Ανεμίζουν πολύχρωμες σημαίες και τρέχουν πάνω στη σκηνή. Γκρεμίζουν τα κελιά και διώχνουν τους δεσμοφύλακες. Ταυτόχρονα, προβάλλεται βίντεο με τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Μετά από λίγα λεπτά, ακούγονται πυροβολισμοί και ο ήχος από ερπύστριες. Όλοι σταματούν. Παγωμένη εικόνα…ένα – ένα τα παιδιά παίρνουν το λόγο και μετά κάθονται)

-                    Ήταν Νοέμβριος και χαιρόμασταν πάρα πολύ που βγήκαν στη μέση αυτά τα γεγονότα  κι είχε σταματήσει το σχολείο κι είχε γίνει η ζωή μας σαν γιορτή. Ήταν σαν Πάσχα. Ο κόσμος πηγαινοερχόταν, ανήσυχος και χαρούμενος. Από μακριά ακουγόταν που και που καμιά τουφεκιά. Όλη μέρα είχε μια συννεφιά και μια κουφόβραση. Σαν πήρε να νυχτώνει περάσανε κάτι φίλοι μου και με πήρανε για να κατέβουμε κι εμείς κάτω…εκεί που ήταν κλεισμένα τ’ άλλα παιδιά και είχε μαζευτεί πολύς κόσμος…

-                    Μέσα μου φτερούγιζε ένας φόβος και μια χαρά, δεν ξέρω γιατί…αλλά ήταν σαν παραμονή μιας μεγάλης γιορτής. Εγώ μόλις τελείωνε το καλοκαίρι και μέχρι να έρθει πάλι η άνοιξη, νόμιζα πως όλος αυτός ο καιρός ήταν ένα μεγάλο πρωινό κάποιας Δευτέρας, ένα πρωινό που κράταγε πάνω από εφτά μήνες και που μύριζε υγρασία και βενζίνη.
Κείνο το βράδυ νόμιζα πως οι Δευτέρες του κόσμου θα τέλειωναν πια και πως όλος ο καιρός μας θα γινόταν… ένα Σαββατοκύριακο.

-                    Πήραμε το τρένο και κατεβήκαμε στο κέντρο της πόλης. Μόλις βγήκαμε, είδαμε τον κόσμο πανικοβλημένο και χαρούμενο να τρέχει πάνω κάτω με κλαμένα μάτια. Παντού μέσα στους δρόμους ήταν αναμμένες μεγάλες φωτιές. Τις άναβαν για να εξουδετερώσουν τα δακρυγόνα που πετούσε η αστυνομία.

-                    Μπήκαμε στο δρόμο που περνούσε μπροστά από το κτίριο που ήταν κλεισμένα τα παιδιά. Κόσμος πολύς, πατείς με πατώ σε, δακρυγόνα, πυροβολισμοί, πανικός και μια περίεργη χαρά. Βλέπαμε ανθρώπους που φεύγανε έντρομοι λέγοντάς μας, «φύγετε, φύγετε, πυροβολούν από τις ταράτσες στο ψαχνό, φύγετε». Μα εμείς προχωρούσαμε γιατί, λέγαμε, μα τι μπορούν να μας κάνουν, εικοστός αιώνας είναι πλέον…θα μας σκοτώσουν ; Αυτό θα σημαίνει και το δικό τους τέλος…και προχωρούσαμε σπρώχνοντας προς την πύλη. Όλος ο δρόμος ήταν γεμάτος από τρόλεϊ και λεωφορεία με σκασμένα λάστιχα και συνθήματα στα πλευρά.

-                    Κείνο το βράδυ νόμιζα πως οι Δευτέρες του κόσμου θα τέλειωναν πια και πως όλος ο καιρός μας θα γινόταν… ένα Σαββατοκύριακο.

-                    Κάποτε φτάσαμε μπροστά στην πύλη, εκεί ο ενθουσιασμός ήτανε πολύ μεγάλος, τραγούδια που λέγανε για χαρά, ελευθερία, πρόοδο και ισότητα. Ενθουσιαστήκαμε και μεις, φωνάζαμε, κλαίγαμε, χειροκροτούσαμε, ήταν σαν τη νύχτα της Ανάστασης που ζούσαμε σαν ήμασταν μικρά παιδιά, το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου. Έτσι, πέρασε η ώρα χωρίς να το καταλάβουμε κι έγινε δυο η ώρα μετά τα μεσάνυχτα.

-                    Μια κοπέλα δίπλα μου έβαλε τα κλάματα, φώναζε ότι δεν μπορεί να βλέπει αίματα. Ένα αγόρι την παραμέρισε κι αυτή συνέχιζε ότι πως βρέθηκε εδώ μέσα δεν το κατάλαβε. Κατέβηκε λέει το απόγευμα να δει τι γίνεται. Βούιξε η Αθήνα και κατέβηκε. Βλέπει τη συμμαθήτριά της την Πούλια μέσα και μπήκε στον αυλόγυρο. Μέχρι να πουν τα νέα τους, αρχίζουν οι αστυνομικοί τα δακρυγόνα, που να φύγει. Περίμενε να ησυχάσουν τα πράγματα, αντί γι’ αυτό χειροτέρευαν. Και να σου την τώρα εδώ μέσα άγρια μεσάνυχτα. Θα πεθάνουν οι γονείς της από την αγωνία τους. Ένα βιβλίο τους είπε πως κατεβαίνει ν’ αγοράσει. Αλλά πουν ‘ν’ την τώρα ;

-                    Πήγαινε να σκάσει σοβαρή και φοβισμένη. Όσο την έβλεπα τόσο τη συμπονούσα. Έδειχνε αποσβολωμένη με όλα αυτά που γίνονταν μπροστά στα μάτια της. Την αγκάλιασα και της λέω μη φοβάσαι, εδώ μέσα είσαι ασφαλής. Έρχεται και τ’ αγόρι από κοντά. Την παρηγορεί, ότι περιφρουρούμε γερά τα κάγκελα, είμαστε μια μεραρχία ψυχωμένοι που δεν θα τους αφήσουμε να περάσουν.

-                    Όμως η μαθήτρια δεν έλεγε να ηρεμήσει. Ανησυχούσε για τους γονείς της. Πώς να προβλέψει ότι θα την αποκλείαν εδώ μέσα ; Για όλα όμως φταίει η Πούλια που παρασέρνει όλα τα κορίτσια στο σχολείο, τους λέει όλο για ήρωες και κατορθώματα και για την αντίσταση κατά των Γερμανών και πολλά άλλα. Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία τους λέει και τα ζαλίζει και τα ξετρελαίνει τα κορίτσια γι’ αυτό πέρσι λίγο έλειψε να την αποβάλλουν. Κι αν δεν ήταν η φιλόλογος να μπει στη μέση, «μη μου πειράξετε την καλύτερή μου μαθήτρια», δεν θα υποχωρούσε ο γυμνασιάρχης.

-                    Εκείνη τη στιγμή, έπεσε κι άλλος χτυπημένος στο δρόμο. Τον βλέπει η μικρή και κόβει τη λογοδιάρροια. Έσφιγγε τα κάγκελα με απόγνωση…

-                    Κείνο το βράδυ νόμιζα πως οι Δευτέρες του κόσμου θα τέλειωναν πια και πως όλος ο καιρός μας θα γινόταν… ένα Σαββατοκύριακο.

-                    Ξαφνικά νιώσαμε από μακριά ένα θόρυβο μέσα στη νύχτα σα να κυλάει κατά πάνω μας ένας σιδερένιος ποταμός. Ο κόσμος άρχισε να τρέχει πανικόβλητος και να χάνεται στα στενά. Ήμασταν περικυκλωμένοι από την αστυνομία και το στρατό.

-                    Και τότε ακούστηκε εκείνος ο θόρυβος, σαν έμμονο βουητό, έκανε όλο το χώρο να τρίζει. Κάποιες πνιγμένες φωνές έφτασαν στ’ αφτιά μου, να κατέβουμε όλοι στο προαύλιο, έλεγαν. Εκεί κάτω, ακόμη νύχτα, ο θόρυβος ακουγόταν πιο καθαρά. Εκείνο είχε αρχίσει να πλησιάζει. Αργά – αργά, το τρίξιμο του δρόμου και του κτιρίου γινόταν πιο έντονο, το βουητό αυτού που ερχόταν πιο δυνατό, το σφίξιμο μέσα μου πιο δυνατό. Στη φαντασία μου είχαν αρχίσει ήδη να προβάλλουν σαν εικόνες, τα γκρίζα μεταλλικά κομμάτια του, η καμπίνα στο πιο ψηλό σημείο του, ο μακρύς σιδερένιος σωλήνας, οι πολλές ρόδες που γύριζαν αργά αλλά σίγουρα, κατασπαράζοντας την απόσταση.

-                    Νόμιζα ότι μόνο θα μας χτυπήσουν, ή το πολύ – πολύ, θα φώναζαν την πυροσβεστική να μας καταβρέξει και να μας διαλύσει. Αυτοί όμως είχανε όπλα κι αρχίσανε να ρίχνουν στο ψαχνό. Σε λίγο φάνηκε και το σιδερένιο θηρίο.

-                    Γκρίζες αισθήσεις, μια παγωμάρα. Στο μισοσκόταδο του προαυλίου έβλεπα τις ματιές να ψάχνουν μεταξύ τους, τα πρόσωπα, τα βλέμματα γεμάτα απορία. Κι ύστερα, ένα ξαφνικό φως. Λαμπρό, κάτασπρο. Ένα φως από τεράστιους προβολείς, να πέφτει πάνω στο προαύλιο και τα πρόσωπα. Ακινησία. Μόνο το φως κυκλοφορούσε ματαιώνοντας κάθε απόπειρα κίνησης. Και μετά, εντελώς ξαφνικά, οι φωνές βουβάθηκαν. Τα σώματα σαν στήλες άλατος. Τα στόματα ανοιχτά χωρίς ήχο. Εκείνο κινιόταν στην αρχή σχεδόν αδιόρατα, τρίζοντας τα μεταλλικά του σημεία, προχωρούσε καταπάνω στην πύλη. Τα παιδιά που ήταν σκαρφαλωμένα πάνω της  δεν είχαν φύγει. Εκείνο κινιόταν κι έμοιαζε ακίνητο, θηρίο που κάλπαζε σε αργή κίνηση και …κρακ. Έπεσε πάνω στις πύλες και τις γκρέμισε.

-                    Κάτω απ’ το λευκό φως άστραψαν κόκκινα σχήματα. Ακίνητα σώματα. Όρθια ή πεσμένα. Στο προαύλιο δεν υπήρχε ήχος. Κάποιος μ’ έσπρωξε με κάτι μεταλλικό, ήταν κάνη όπλου. Έπρεπε να βγω μαζί με τους άλλους.

-                    Από παντού άκουγες κραυγές, πυροβολισμούς, σφυρίχτρες και πράγματα που σπάγανε. Είχα σταθεί ακίνητος στη θέση μου, δεν πίστευα στα μάτια μου. Ξαφνικά ένιωσα μέσα στο στήθος μου κάτι σαν σιδερένια γροθιά. Κοίτα να δεις, είπα. Με χτύπησαν άσχημα. Έπεσα κάτω…ζαλίστηκα. Συνήλθα όμως κάπως. Φοβήθηκα μήπως πεθάνω κι άρχισα να λυπάμαι γιατί ήμουν μόνο 17 χρονών….

-                    Αυτά. Μετά από όλα αυτά μας είπανε πως όλα πήγαν μια χαρά. Οι κακοί φυλακίσθηκαν κι η ζωή βρήκε πάλι το ρυθμό της.

-                    Το βράδυ αυτό, το κάνανε κάτι σα γιορτή, σαν επέτειο. Και μένα διάλεξαν να με κάνουν ήρωα. Γιατί ήμουν νέος και γιατί σπούδαζα σε μια τεχνική σχολή. Κάθε φορά λοιπόν που εσείς γιορτάζετε κι έρχεστε και κρεμάτε στεφάνια, έρχομαι κι εγώ εδώ και περπατάω ανάμεσά σας για μια βραδιά, άγνωστος ανάμεσα σε άγνωστους. Μα ύστερα από την τρίτη ή τέταρτη επέτειο, είδα και κατάλαβα καλά πως έχουν σήμερα τα πράγματα. Κι άρχισα να στενοχωριέμαι και να προβληματίζομαι

Γιατί…τι είναι η ζωή μας σήμερα ;
Μια Δευτέρα πρωί είναι ! Μια Δευτέρα πρωί. Οι γιορτές μας άνοστες μέρες, γεμάτες πλήξη, θλίψη κι ανία, στολισμένες με χίλιες δυο φθηνές, άχρηστες γεύσεις, πλαστικά τραγούδια και σχέσεις φυτεμένες στο προσωπικό συμφέρον. Βλέπω να μην υπάρχουν φίλοι. Όλοι φοβούνται μήπως μείνουν απ’ έξω…μήπως μείνουν πίσω. Καθένας τους έχει την κοίτη του, το αυλάκι του…και το νερό τρέχει προς την θάλασσα της προσωπικής του ευτυχίας…Δουλειά απ’ το βράδυ ως το πρωί…άχρηστα ψώνια…τις γιορτές…να λες πως κάτι κάνεις…και πως ζεις !
Μια Δευτέρα πρωί, που μυρίζει υγρασία και βενζίνη.

Όχι, δεν είμαι παραπονεμένος. Κείνο το βράδυ νόμιζα πως οι Δευτέρες του κόσμου θα τέλειωναν πια και πως όλος ο καιρός μας θα γινόταν… ένα Σαββατοκύριακο. Το όνειρό μου έλαμψε σε κείνη τη γιορτή σαν πυγολαμπίδα στο σκοτεινό ουρανό. Αυτό το μικρό φως, ένα κομμάτι από το μέλλον όπου όλες οι Δευτέρες του κόσμου θα ‘χουν πια τελειώσει, είναι ότι θυμάμαι από κείνο το βράδυ.
Κι αν υπάρχουν κομμάτια από αυτό το μέλλον, μέσα στο γκρίζο σήμερα, αυτά είναι σαν τα χαμόγελα των παιδιών. Στα θρανία των σχολικών τάξεων, υπάρχουν σταγόνες απ’ το αύριο, στις αλάνες και τα μαξιλάρια των παιδιών σιγοψυθιρίζει τα μυστικά του το μέλλον.

Όχι, δεν είμαι παραπονεμένος.
Καληνύχτα φίλοι μου !

(Ακούγεται το τραγούδι «Αρνιέμαι». Προβάλλεται βίντεο με αγώνες και διαδηλώσεις για την παιδεία, την ειρήνη κλπ. στην Ελλάδα και τον κόσμο με το σύνθημα «αυτοί οι αγώνες συνεχίζονται»)


Πηγές :
«Μίλα», Αζίζ Νεσίν
Ένα τραγούδι δε φτάνει, ταινία της Ελισάβετ Χρονοπούλου
Ανθρωποφύλακες, Περικλής Κοροβέσης
Η αρχαία σκουριά, Μάρω Δούκα
Η τρομοκρατία της μνήμης, Λεία Βιτάλη
Η επέτειος, Γιώργος Μανιώτης
Τα γενέθλια, Ζωρζ Σαρή
Ιστορίες του γέρο Αντόνιο, subcomandante Marcos
Το μελάνι φωνάζει, η 17η Νοέμβρη στη λογοτεχνία, του Ηλία Γκρη
Ο τίτλος του θεατρικού είναι παράφραση από το βιβλίο του Τάσου Δαρβέρη «Μια ιστορία της νύχτας 1967 – 1974».

Η παράσταση αυτή είναι μια εκδοχή δραματοποίησης μιας σειράς εξαιρετικών κειμένων για τη δικτατορία και το Πολυτεχνείο. Είναι προφανές ότι οι αυτοσχεδιασμοί, η επιλογή - επιμέλεια κειμένων και μουσικής, τα θεατρικά ευρήματα, τα βίντεο κλπ. αλλά και οι μονόλογοι και οι διάλογοι, μπορούν και πρέπει να προσαρμόζονται στη δυναμική της τάξης και την αισθητική άποψη του εκπαιδευτικού και των παιδιών.  Οι βασικές πηγές που πάνω τους στηρίχτηκε η ιδέα της παράστασης είναι δυο. Η ταινία της Χρονοπούλου «ένα τραγούδι δε φτάνει» ήταν η μια. Η άλλη – η πιο σημαντική -, ήταν η δουλειά που κάναμε με μια ομάδα καλών συναδέλφων και δάσκαλο τον Τάκη Τζαμαριά στο Μαράσλειο Διδασκαλείο πάνω σε κείμενα από το μυθιστόρημα της Ζωρζ Σαρή «τα γενέθλια». Σε αυτούς τους συναδέλφους και τις δημιουργικές στιγμές που περάσαμε μαζί θα ήθελα να αφιερώσω αυτή τη μικρή δουλειά.




2. ΤOΚΑΦΕΝΕΙOΗ ΕΛΛΑΣ

 

Χρησιμοποιήθηκαν στίχοι των Σεφέρη, Ελύτη, Κατσίμη, Κουτσοχέρα,  Λ. Παππά, Γώγου.



(ΑΓΟΡΙΑ ΚΑΙ ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΒΑΔΙΖΟΥΝ ΣΤΗ ΣΚΗΝΗ ΚΑΙ ΑΠΑΓΓΕΛΛΟΥΝ)


ποίημα

«ΟΙ ΓΑΤΕΣ ΤΟΥ ΑΪ – ΝΙΚΟΛΑ»

Τον καιρό της μεγάλης στέγνιας,
-σαράντα χρόνια αναβροχιά-
ρημάχτηκε όλο το νησί.
Πέθαινε ο κόσμος και γεννιόνταν φίδια.
Μιλλιούνια φίδια τούτο τ’ ακρωτήρι,
χοντρά σαν το ποδάρι ανθρώπου
και φαρμακερά.

Το μοναστήρι τ’ Άι Νικόλα το είχαν τότε
Αγιοβασιλείτες καλόγεροι
κι ούτε μπορούσαν να δουλέψουν τα χωράφια
κι ούτε να βγάλουν τα κοπάδια στη βοσκή.
Τους έσωσαν όμως οι γάτες που αναθρέφαν.
Την κάθε αυγή χτυπούσε μια καμπάνα
και ξεκινούσαν τσούρμο για τη μάχη.
Ολημερίς χτυπιούνταν, ως την ώρα
που σήμαιναν το βραδινό ταγίνι.
Απόδειπνα πάλι η καμπάνα
και βγαίναν για τον πόλεμο της νύχτας.
Ήτανε θαύμα να τις βλέπεις, λένε,
άλλη κουτσή, κι άλλη στραβή, την άλλη
χωρίς μύτη, χωρίς αυτί, προβιά κουρέλι.
Έτσι, με τέσσερις καμπάνες την ημέρα
πέρασαν μήνες, χρόνια, καιροί κι άλλοι καιροί.
Άγρια πεισματικές και πάντα λαβωμένες
ξολόθρεψαν τα φίδια. Μα στο τέλος
χάθηκαν - δεν άντεξαν τόσο φαρμάκι.

 

ΑΦΗΓΗΣΗ


Τον καιρό της μεγάλης στέγνιας, πάνε τριάντα τόσα χρόνια,
οι άνθρωποι πέθαιναν και γεννιόνταν φίδια.
Φίδια που έπιναν από τον κορμό αυτής της χώρας και δηλητηρίαζαν τους κατοίκους της.
Οι άνθρωποι περνούσαν δύσκολες μέρες

Όπου κοιτάζω να κοιτάζεις — έλεγε το τραγούδι —
όλη η Ελλάδα ατέλειωτη παράγκα
παράγκα του χειμώνα
και συ γελάς ακόμα.
Ο λαός στα πεζοδρόμια, κουλούρια πουλούσε και λαχεία.
Κοπάδια τρέχαν στα υπουργεία, αιτήσεις για τη Γερμανία, την Αυστραλία, τον Καναδά.
Πρόσφυγες, μετανάστες, ξενιτιά και φτώχεια.
Διαδηλώσεις για τη Δημοκρατία, για την Κύπρο, για την Παιδεία.

Ύστερα ήρθαν οι συνταγματάρχες,
κατέβηκαν στην Αθήνα με τα τανκς,
κατέλαβαν τη Βουλή,
κλείσανε στη φυλακή χιλιάδες ανθρώπους
κι άλλους τόσους εξορίσανε στα ξερονήσια.
Καταργήσανε τα συνδικάτα,
κλείσανε τις εφημερίδες που δεν τους άρεσαν,
τα ραδιόφωνα έπαιζαν μόνο εμβατήρια.
Όποιος τολμούσε να μιλήσει τον έτρωγε το μαύρο σκοτάδι.

Ώσπου κάποιο Νοέμβρη τα νέα παιδιά,
οι φοιτητές που μπαίνουν πάντα μπροστά,
αποφάσισαν να αντισταθούν και να βάλουν τέλος στην τυραννία.
Μαζεύτηκαν στο Πολυτεχνείο, φώναξαν, διαδήλωσαν.
Πήραν μαζί τους το λαό, ένιωσαν για λίγο την αίσθηση της ελευθερίας.

Κι άρχισαν να παλεύουν με τα φίδια.
Τα σκότωσαν και σκοτώθηκαν.
Πέτυχαν όμως να ξυπνήσουν στο λαό αισθήματα που είχε ξεχάσει.
Βάφτισαν ξανά στη φωτιά του αγώνα τους λέξεις που είχαν χάσει τη σημασία τους:
Ελευθερία, Δημοκρατία, Ισότητα, Αδελφοσύνη…


Εκείνη την εποχή λοιπόν υπήρχε ένα καφενεδάκι
κάπου στο κέντρο της Αθήνας,
κοντά στο Πολυτεχνείο.
Πατησίων και Παραμυθιού γωνία…
Είμαστε στα 1967, λίγο πριν γίνει το πραξικόπημα από τη Χούντα.




τραγούδι
«ΤΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟΝ Η ΕΛΛΑΣ» (Mαρκόπουλος)


 


ΚΑΦΕΝΕΙΟ    —1—


(ΔΥΟ ΘΑΜΩΝΕΣ ΣΕ ΕΝΑ ΤΡΑΠΕΖΙ ΜΕ  ΤΑΒΛΙ. ΣΤΟ ΒΑΘΟΣ ΑΣΦΑΛΙΤΕΣ, ΚΑΜΟΥΦΛΑΡΙΣΜΕΝΟΙ ΠΙΣΩ ΑΠΟ  ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ,  ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ).

ΛΕΥΤΕΡΗΣ : Κυρ Βασίλη, κυρ Βασίλη!

ΚΑΦΕΤΖΗΣ(βαριεστημένα) :  Τώρα.

ΛΕΥΤΕΡΗΣ : Κυρ Βασίλη, κυρ Βασίλη!

ΚΑΦΕΤΖΗΣ(πιο έντονα αλλά με την ίδια βαριεστιμάρα) :  Τώρα είπαμε!

ΛΕΥΤΕΡΗΣ : Πιάσε ένα ουζάκι με μεζέ, περιποιημένο!

ΚΑΦΕΤΖΗΣ(Κάπως θυμωμένα) :  Ξέρεις πόσα βερεσέδια χρωστάς ; Πότε σκέφτεσαι να με          
                        πληρώσεις, έ ;

ΛΕΥΤΕΡΗΣ(Απολογητικά και με μια δόση ειρωνείας στα λόγια του) : Τι να κάνω ρε Βασίλη με το μισθό
                        που μας δίνει ο πολυχρονεμένος μας βασιλιάς κι αυτοί που μας κυβερνάνε; Τι
                        θες να κάνω ;

ΚΩΣΤΑΣ      (Διαμαρτύρεται) :  Πάλι η κυβέρνηση σου φταίει εσένα ; Δε κοιτάς λέω εγώ τα χάλια σου που τρέχεις όλη μέρα στις διαδηλώσεις αντί να πας να κάνεις κανένα μεροκάματο παραπάνω !

ΛΕΥΤΕΡΗΣ : Τώρα που θα γίνουν εκλογές και θα μιλήσει ο λαός……..

(ΕΜΦΑΝΙΖΟΝΤΑΙ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΧΑΡΤΙΝΑ ΑΥΤΙΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ)

ΚΑΦΕΤΖΗΣ (έντρομος, μιλά έντονα αλλά με πιο σιγανή φωνή) : Σςςςςςςςςςςςς !!!
Σταματήστε!!!  Σας έχω πει χίλιες φορές δε θέλω πολιτικές συζητήσεις! Θα βρούμε το μπελά μας! Και οι τοίχοι έχουν αυτιά σήμερα !    

(ΚΟΙΤΑΖΕΙ ΓΥΡΩ ΤΟΥ ΜΕ ΑΝΗΣΥΧΙΑ. ΚΟΙΤΑΖΟΥΝ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ. ΤΑ ΑΥΤΙΑ ΕΞΑΦΑΝΙΖΟΝΤΑΙ.)

ΛΕΥΤΕΡΗΣ (σε άνετο στυλ -δείχνει να μην συμμερίζεται τους φόβους του καφετζή) : Μωρέ τι μας λες; Εσύ φοβάσαι και τη σκιά σου!  Δημοκρατία δεν έχουμε; Ο καθένας μπορεί να λέει τη γνώμη του ελεύθερα! Εξ’ άλλου, μες στο καφενείο είμαστε. Μόνοι μας. Δεν μας βλέπει κανένας!

(ΕΜΦΑΝΙΖΟΝΤΑΙ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΜΑΤΙΑ  ΧΑΡΤΙΝΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ.)

ΚΩΣΤΑΣ      (Κρατάει και κουνάει τα ζάρια) : Καλά σου λέει ρε Βασίλη, δημοκρατία έχουμε. Άλλαξαν τα πράγματα, είναι όλα καλύτερα. Και πού να δεις τώρα που θα ξανακερδίσουμε τις εκλογές….
                                    (Ρίχνει τα ζάρια.)

ΛΕΥΤΕΡΗΣ(Θυμωμένα και έντονα) :  Έ, μα δεν τρώγεσαι! (Κλείνει το τάβλι θυμωμένα).  Ο λαός ξύπνησε Κωστάκη ! Ξύπνησαν τα κορόιδα ! Σιγά μην ξανακερδίσετε τις εκλογές!!

ΚΩΣΤΑΣ :     Όλο μεγάλα λόγια είσαι καημένε!

(Ο ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΙ Ο ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΦΕΥΓΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ)

ΚΑΦΕΤΖΗΣ(μονολογεί) :  Άλλαξαν τα πράγματα, λέει.
                        (με απορία) Λες να έχει δίκιο ; Άλλαξαν τα πράγματα ; Κι αν ξαναλλάξουν ;
                                    (Αλλάζει ύφος. Γίνεται πιο σκεπτικός)
 Δεν ξέρω. Έχω μονίμως την αίσθηση ότι κάποιος με παρακολουθεί. Λες να είναι η ιδέα μου ;
                                    (κοιτάζει γύρω του και τα μάτια εξαφανίζονται)
                        Μπά ! Τίποτα…
                                    (πιάνει δειλά την εφημερίδα και την ξεφυλλίζει)



(ΜΠΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΑΣΦΑΛΙΤΕΣ ΚΑΙ Ο ΚΑΦΕΤΖΗΣ ΚΡΥΒΕΙ ΤΡΟΜΑΓΜΕΝΟΣ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ. ΟΙ ΑΣΦΑΛΙΤΕΣ ΚΟΙΤΟΥΝ ΔΙΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΤΟΝ ΧΩΡΟ ΚΑΙ Ο ΚΑΦΕΤΖΗΣ ΚΑΘΕΤΑΙ ΦΟΒΙΣΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΑΚΙΝΗΤΟΣΚΟΙΤΩΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΑΝΗΣΥΧΑ. ΑΜΕΣΩΣ ΜΕΤΑ ΟΙ ΑΣΦΑΛΙΤΕΣ ΦΕΥΓΟΥΝ ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΟΥΝ ΤΟΥΣ 2 ΘΑΜΩΝΕΣ.)

ΚΑΦΕΤΖΗΣ(πανικοβλημένος) :  Ωχ, ωχ, ωχ! Να 'τα, να 'τα… Άλλαξαν τα πράγματα έ ;
Κούνια που σε κούναγε! Αχ, ρε Λευτέρη φωτιά που μ’ άναψες! Άντε βρε Λευτέρη φωτιά που μ’ άναψες!

(Ο ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΙ Ο ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΓΥΡΙΖΟΥΝ ΤΡΕΧΟΝΤΑΣ, ΛΑΧΑΝΙΑΣΜΕΝΟΙ)

ΛΕΥΤΕΡΗΣ (Μιλά λαχανιασμένα και έντονα) :  Έγινε πραξικόπημα! Οι δρόμοι είναι γεμάτοι τανκς!

ΚΩΣΤΑΣ (Ανυπόμονα) :  Άνοιξε το ραδιόφωνο, να μάθουμε τι γίνεται…

(Ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΝΟΙΓΕΙ ΤΟ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ…..ΑΚΟΥΓΕΤΑΙ Ο ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ.)

ΚΑΦΕΤΖΗΣ(Πανικοβλημένος) : Τα ’λεγα εγώ, δεν τα ’λεγα; Τι κάνουμε τώρα;
 (Το ύφος του γίνεται ικετευτικό)  Ησυχία παιδιά, έ ; Ησυχία, σςςςςςςς….  Να μην ξανακουστεί κουβέντα! Λέξη να μην ακουστεί!  Να μην μπλέξουμε τουλάχιστον!

ΛΕΥΤΕΡΗΣ (Αποφασιστικά και κοφτά) :  Άσε μας ρε Βασίλη και συ. Δεν ξέρω εσείς τι λέτε, εγώ πάντως δε θα μείνω με σταυρωμένα χέρια.

(ΜΠΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΑΣΦΑΛΙΤΕΣ)

ΑΣΦΑΛΙΤΗΣ(Με αυστηρό και αυταρχικό ύφος) :  Αυτόν κι αυτόν. Πιάστε τους !

(ΟΙ ΑΣΦΑΛΙΤΕΣ ΠΙΑΝΟΥΝ ΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΛΕΥΤΕΡΗ)

ΚΑΦΕΤΖΗΣ (Προσπαθώντας να κάνει τον αδιάφορο) : Τι έγινε ρε παιδιά ; Πού τους πάτε ;

ΑΣΦΑΛΙΤΗΣ(Γυρίζει απότομα και «ψαρωτικά» προς τον καφετζή) :  Είπες τίποτα αγόρι ;

ΚΑΦΕΤΖΗΣ(Με το ίδιο ύφος που είχε και πριν) :  Εγώ, εγώ ; Ά πα πα, καλέ, είπα εγώ τίποτα; Τίποτα δεν είπα, τι να πω εγώ πια …

ΑΣΦΑΛΙΤΗΣ(Απειλητικά): Και πού ’σαι; Για πρόσεχε το αδερφάκι σου! Πες της να αφήσει τις ζωηράδες γιατί θα μπλέξει άσχημα!





ΚΑΦΕΝΕΙΟ   —2—



(ΜΠΑΙΝΕΙ Η ΕΙΡΗΝΗ)

ΚΑΦΕΤΖΗΣ(Μιλάει θυμωμένα - απ’ τον φόβο του όμως):Πού ’σαι βρε τρελοκόριτσο ; ! ! Το ξέρεις ότι σε γυρεύει η ασφάλεια; Πόσες φορές σου ‘χω πει να κάτσεις φρόνιμα γιατί θα βρεις το μπελά σου;

ΕΙΡΗΝΗ (δυνατά και αποφασιστικά):  Αυτός ο μπελάς που λες, είναι η Ελευθερία που χάσαμε.    Αν καθίσουμε όλοι φρόνιμα, Βασίλη μου, πώς θα διώξουμε τη χούντα; Δεν ακούς τι γίνεται γύρω;  Κοντεύει ο καιρός της ελευθερίας! Πρέπει όλοι να τρέξουμε,      γι’ αυτό όποιο τίμημα κι αν χρειαστεί, θα το πληρώσουμε!
ΚΑΦΕΤΖΗΣ (αγριεμένα) :Ποια ελευθερία μωρέ ; Τι λέει ; Βρε ακούς τι σου λέω εγώ ; Μην ξανακούσω ότι ανακατεύτηκες πουθενά, θα σου κόψω τα πόδια, κατάλαβες ; Θα σου κόψω τα πόδια !!
            (μαλακώνει - το ύφος του γίνεται τρυφερό)
Δε γίνεται τίποτα παιδάκι μου ! Θα πάει χαμένος ο αγώνας σου!  Δε βλέπεις τι έγινε με τον Κώστα και το Λευτέρη;
            (Αποχωρεί μονολογώντας)
                        Βρε, τι συμφορά ήταν αυτή που μας βρήκε !

(Η ΕΙΡΗΝΗ ΜΕΝΕΙ ΜΟΝΗ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΣΚΗΝΗ)

ΕΙΡΗΝΗ :Χαμένο δεν πάει τίποτα. Κι όλοι εκείνοι που δείχνουν σήμερα υποταγή στον μεγάλο αρχηγό, άλλοι από φόβο κι άλλοι από άγνοια, αργά ή γρήγορα, θα ξυπνήσουν και τότε αλίμονο στη χούντα. ….


ΣΤΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΤΗΣ ΣΚΗΝΗΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΚΟΥΣΤΕΙ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΛΟΙΖΟΥ «Ο ΜΕΡΜΗΓΚΑΣ», ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΠΑΙΔΑΚΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΤΑΞΗΣ ΝΤΥΜΕΝΑ ΜΥΡΜΗΓΚΑΚΙΑ (ΜΑΥΡΕΣ ΜΠΛΟΥΖΕΣ – ΚΟΡΜΑΚΙΑ – ΣΤΕΚΕΣ ΜΕ ΚΕΡΑΙΟΥΛΕΣ) ΔΡΑΜΑΤΟΠΟΙΟΥΝ ΜΕ ΑΠΛΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ






ΚΑΦΕΝΕΙΟ   — 3 —



(ΣΤΗΝ ΣΚΗΝΗ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ Η ΕΙΡΗΝΗ ΜΕ ΜΕΡΙΚΟΥΣ ΘΑΜΩΝΕΣ. ΚΑΘΟΝΤΑΙ ΟΛΟΙ ΣΤΑ ΤΡΑΠΕΖΙΑ)

ΘΑΜΩΝΑΣ Α΄ :Ειρήνη, άμα σ’ ακούσει ο αδερφός σου να τραγουδάς τέτοια τραγούδια ανατρεπτικά, χάθηκες καημένη μου.

ΕΙΡΗΝΗ :Τι μας λες ! Δεν φοβάμαι εγώ ! Αυτός ο καημένος φοβάται και τη σκιά του. Εμ, έτσι δε βγαίνει τίποτα όμως!
                                    (Σηκώνεται από την καρέκλα. Μιλά έντονα -με χειρονομίες.)
                        Πρέπει να αγωνιστούμε, να παλέψουμε, να οργανωθούμε. Αν ενωθούμε, πολλοί μαζί, τότε η χούντα θα νιώσει τη δύναμή μας!

ΘΑΜΩΝΑΣ Β΄(Με ενθουσιασμό στα λόγια του) :Έτσι που τα λέει η Ειρήνη είναι. Να,  εγώ μόνος μου και εφημερίδα ακόμα δεν τολμάω να αγοράσω. Τώρα όμως, έτσι μου ’ρχεται να τραγουδήσω Θεοδωράκη έτσι που είμαστε όλοι μαζεμένοι.

ΘΑΜΩΝΑΣ Γ΄(Ξαφνιασμένος) :Θεοδωράκη ; Τρελός θα ’σαι μου φαίνεται. Τους είδες τους ασφαλίτες που πέρασαν το πρωί από το περίπτερο ;


ΤΡΑΓΟΥΔΙ

  1. Πάλης ξεκίνημα νέοι αγώνες
Οδηγοί της ελπίδας οι πρώτοι νεκροί
Πάλης ξεκίνημα νέοι αγώνες
Οδηγοί της ελπίδας οι πρώτοι νεκροί

Απάντηση θα πάρουν ενότητα κι αγώνα
Για να βρουν ανάπαυση οι πρώτοι νεκροί
Απάντηση θα πάρουν ενότητα κι αγώνα
Για να βρουν ανάπαυση οι πρώτοι νεκροί

  1. Χτυπούν το βράδυ στη ταράτσα τον Αντρέα
Μετρώ τους χτύπους το αίμα μετρώ
Το βράδυ πάλι θα ‘μαστε παρέα
τακ τακ εσύ τακ τακ και 'γω
      τακ εσύ τακ και 'γω

      Χτυπούν το βράδυ…

(ΜΠΑΙΝΕΙ Ο ΚΑΦΕΤΖΗΣ)

ΚΑΦΕΤΖΗΣ :Έ  …….Χτυπούν τον Αντρέα ε, και σεις μερακλώνετε! Τώρα που θα χτυπήσουν εμάς, να δούμε θα τραγουδάτε ;  Στη γωνία είναι οι …….οι …….ξέρετε εσείς ποιοι.

ΘΑΜΩΝΑΣ Δ΄(Διαμαρτύρεται) :Δηλαδή εσύ βρε Βασίλη συμφωνείς με τη χούντα ; Συμφωνείς με την κατάσταση αυτή ;
                        Δεν μπορούμε να μιλήσουμε, δεν μπορούμε να ψηφίσουμε, δεν μπορούμε να αποφασίσουμε εμείς για τον τόπο μας, δεν τολμάς να πας στο περίπτερο να διαβάσεις μια εφημερίδα!

ΘΑΜΩΝΑΣ Ε΄(Στο ίδιο ύφος) :Άσε που οι εφημερίδες γράφουνε μόνο αυτά που θέλει η χούντα! Ούτε απεργία δε μπορούμε να κάνουμε, ούτε να μιλήσουμε για καλύτερα μεροκάματα.

ΚΑΦΕΤΖΗΣ(Απολογητικά) :Γιατί ρε παιδιά, εγώ δεν τα βλέπω όλα αυτά νομίζετε ; Δε θυμάμαι εγώ τον Κώστα και το Λευτέρη που τους συλλάβανε τις πρώτες μέρες και τους τραβάνε από φυλακή σε φυλακή και από εξορία σε εξορία ; Δε θέλω εγώ να έχουμε ελευθερία, να μπορείς να λες τη γνώμη σου, να αποφασίζουμε δημοκρατικά για τον τόπο μας ;

ΕΙΡΗΝΗ(Χαρούμενα) :Να μου ζήσεις αδελφούλη μου ! Επιτέλους συμφωνήσαμε και μια φορά. Να πέσει η χούντα. Κάτω η χούντα!  Κάτω η χούντα!

ΟΛΟΙ :ΚΑΤΩ Η ΧΟΥΝΤΑ !  (3 φορές)

ΚΑΦΕΤΖΗΣ(Τρομαγμένος) :Σιγά ρε παιδιά, σιγά….να το λέμε από μέσα μας,            να έτσι …..… (ψιθυριστά)  Κάτω η χούντα – κάτω η χούντα.. ..

 ΟΛΟΙ: ΚΑΤΩ Η ΧΟΥΝΤΑ ! (3 φορές)

                                    (Τραγουδάνε :)
Η Ζωή τραβάει την ανηφόρα
Η Ζωή τραβάει την ανηφόρα
Με σημαίες – με σημαίες – με σημαίες και με ταμπούρλα.

(ΜΠΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΑΣΦΑΛΙΤΕΣ)


ΚΑΦΕΤΖΗΣ(που δεν τους έχει δει, τραγουδά μόνος του ανυποψίαστος ενώ οι άλλοι έχουν μείνει άφωνοι) :
Η ζωή τραβάει την ανηφόρα – η ζωή τραβάει την ανηφόρα – η ζωή ……
           
            (Βλέπει τους ασφαλίτες. Τραυλίζει. Χάνει τα λόγια του)

Η ζωή ……η ζωή…..
            (Αρχίζει να τραγουδά ένα άλλο τραγουδάκι της εποχής)

Η ΖΩΗ, ΜΟΥ ΓΕΛΑ, ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΑ,
ΤΗ ΡΩΤΩ, ΠΟΥ ΜΕ ΠΑΣ,
ΕΚΕΙ ΜΑΚΡΙΑ ΣΤΑ ΞΕΝΑ!

ΑΣΦΑΛΙΤΗΣ(Με άγριο ύφος) :Τι φασαρία είναι αυτή ; Τι τραγουδάτε εδώ ;

(ΗΣΥΧΙΑ ΣΤΗΝ ΣΚΗΝΗ. ΟΙ ΘΑΜΩΝΕΣ ΣΤΕΚΟΝΤΑΙ ΠΑΓΩΜΕΝΟΙ.)

ΚΑΦΕΤΖΗΣ(αμήχανα) :Τι να τραγουδήσουμε κύριέ μου – να, λέμε και καμιά σαχλαμάρα να περνάει η ώρα….

(ΟΙ ΜΙΣΟΙ ΘΑΜΩΝΕΣ ΣΙΓΑ ΦΕΥΓΟΥΝ. ΟΙ ΑΣΦΑΛΙΤΕΣ ΚΑΘΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΤΡΑΠΕΖΙΑ.
ΣΤΗΝ ΣΚΗΝΗ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ Ο ΚΑΦΕΤΖΗΣ, Η ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΙ ΜΕΡΙΚΟΙ ΘΑΜΩΝΕΣ.
Η ΕΙΡΗΝΗ Μ’ ΕΝΑ ΠΑΝΙ ΚΑΝΕΙ ΠΩΣ ΚΑΘΑΡΙΖΕΙ)

ΑΣΦΑΛΙΤΗΣ(Απευθύνεται προς τον καφετζή) :Φτιάξε καφέδες για τα παιδιά…Και γρήγορα….

ΚΑΦΕΤΖΗΣ(Τρομοκρατημένος) :Μάλιστα, μάλιστα…..γρήγορα !

ΑΣΦΑΛΙΤΗΣ(Γυρίζει το κεφάλι του προς την Ειρήνη. Την κοιτάζει διερευνητικά και έντονα) :Εσύ είσαι λοιπόν η Ειρήνη, ε ;

ΕΙΡΗΝΗ(Με κάποια αναίδεια) :Και πού με ξέρεις εσύ ;

ΑΣΦΑΛΙΤΗΣ(Χαμογελώντας ειρωνικά) :Μη στενοχωριέσαι κορίτσι μου, όλους σας ξέρουμε.
            (Μιλάει αργά και με στόμφο)
ΟΛΟΥΣ! Έναν προς έναν!
            (Συνεχίζει με το ειρωνικό ύφος)
Και σένα και τα φιλαράκια σου κάτω στο Πανεπιστήμιο.

(Η ΕΙΡΗΝΗ ΦΕΥΓΕΙ ΘΥΜΩΜΕΝΗ – Ο ΑΣΦΑΛΙΤΗΣ ΓΕΛΑΕΙ.)

ΑΣΦΑΛΙΤΗΣ :Θα τα πούμε Ειρηνούλα ……και μάλιστα πολύ σύντομα.

(ΈΡΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΚΑΦΕΔΕΣ)

ΑΣΦΑΛΙΤΗΣ :Άνοιξε την τηλεόραση, να δούμε τον αρχηγό

Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΧΟΥΝΤΙΚΩΝ  
(ΟΙ ΑΣΦΑΛΙΤΕΣ ΧΟΡΕΥΟΥΝ ΜΙΑ ΠΑΡΩΔΙΑ ΤΣΑΜΙΚΟΥ – Η ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΠΑΙΖΕΙ ΕΝΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΚΑΠΟΙΟΝ ΧΟΡΟ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΧΟΥΝΤΙΚΟΥΣ – ΑΠΟ ΤΟ cdΑΚΟΥΓΕΤΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΝΤΟΝΗ, ROCK)

(ΟΙ ΑΣΦΑΛΙΤΕΣ ΦΕΥΓΟΥΝ. ΣΤΗΝ ΣΚΗΝΗ ΜΕΝΕΙ ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ Ο ΚΑΦΕΤΖΗΣ, ΝΑ ΣΚΟΥΠΙΖΕΙ.)
                                                                       


ΚΑΦΕΝΕΙΟ   — 4 —



ΚΑΦΕΤΖΗΣ(Μονολογεί) :Α, κερατάδες, πού θα πάει αυτή η κατάσταση...

(ΜΠΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΘΑΜΩΝΕΣ ΛΑΧΑΝΙΑΣΜΕΝΟΙ)

ΘΑΜΩΝΑΣ Α΄(Μιλάει λαχανιασμένα) :  Άνοιξε το ραδιόφωνο, γρήγορα…Κάτι γίνεται στο Πολυτεχνείο…άνοιξε - άνοιξε!

ΚΑΦΕΤΖΗΣ :Ωραία δουλειά βρήκαμε. Άνοιξε τη τηλεόραση ο ένας, άνοιξε το ράδιο ο άλλος…

ΘΑΜΩΝΑΣ Β΄ :Στους 1050 χιλιόκυκλους πήγαινε…

 (ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ ΚΑΙ ΜΑΖΕΥΟΝΤΑΙ ΟΛΟΙ ΤΡΙΓΥΡΩ, ΑΚΟΥΓΕΤΑΙ ΗΧΗΤΙΚΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ)

ΗΧΗΤΙΚΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΤΑΘΜΟ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ

 (ΜΠΑΙΝΕΙ Η ΕΙΡΗΝΗ ΜΕ ΑΛΛΟΥΣ ΦΟΙΤΗΤΕΣ – ΦΩΝΑΖΟΥΝ : ΨΩΜΙ – ΠΑΙΔΕΙΑ – ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ – (3 φορές)

ΕΙΡΗΝΗ(Μιλάει με ενθουσιασμό και έντονα) :Αδερφούλη μου, τέλειωσαν τα ψέματα! Θα τους ρίξουμε τους τυράννους!  Όλοι οι φοιτητές συγκεντρώνονται στο Πολυτεχνείο. Είμαστε χιλιάδες – γεια σου, φεύγω, πάω και ’γω!

ΚΑΦΕΤΖΗΣ(Φωνάζοντας) :Στάσου! πού πας, Ειρήνη; Ειρήνη! γύρνα πίσω Ειρήνη!
                        (Μονολογεί με απελπισία)
... Δεν το πιστεύω…Τώρα…

ΘΑΜΩΝΑΣ Γ΄(Έντονα) :Να πάμε και 'μεις! Τι περιμένουμε ;

ΚΑΦΕΤΖΗΣ(Ξεσπάει, από την ένταση της στιγμής, και μιλάει φωνάζοντας) :Πού να πάμε ρε βλάκα, δεν άκουσες ; Φοιτητές είναι! Φοιτητές είμαστε εμείς, έ ; Δεν είμαστε ! Άρα ….

ΘΑΜΩΝΑΣ Α΄(Θυμωμένα) :Ντροπή ρε Βασίλη, Ντροπή …..

ΚΑΦΕΤΖΗΣ :Ντροπή - ξεντροπή, εγώ δε πάω!

(ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΦΕΤΖΗ ΚΑΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΧΟΥΝΤΑΣ)

ΚΑΦΕΤΖΗΣ :Σσσςςςς….Να ακούσουμε…

(ΑΚΟΥΓΕΤΑΙ ΤΟ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ)   ΗΧΗΤΙΚΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ

ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ(Παρακαλεστικά προς τον καφετζή) :Πάμε Βασίλη, κλείσε το μαγαζί και πάμε….

ΚΑΦΕΤΖΗΣ(κάπως ανόρεκτα) :Πάμε, πάμε ! Πάμε κι ότι είναι να γίνει ας γίνει !
                                    (σηκώνει έναν αδιάφορο θαμώνα με το ζόρι)
                        Σήκω κύριος κλείσαμε, κλείσαμε…Έ. κλείσαμε σου λέω!

(ΟΙ ΘΑΜΩΝΕΣ ΦΕΥΓΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΚΗΝΗ ΦΩΝΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΣΥΝΘΗΜΑ) :

ΟΛΟΙ :ΨΩΜΙ – ΠΑΙΔΕΙΑ – ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

ΔΡΩΜΕΝΟ : ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ

ΑΦΗΓΗΣΗ


Τις ημέρες εκείνες έκαναν σύναξη μυστική τα παιδιά
και λάβανε την απόφαση,
 επειδή τα κακά μαντάτα πλήθαιναν στην πρωτεύουσα,
να βγουν έξω σε δρόμους και σε πλατείες
 με το μόνο πράγμα που τους είχε απομείνει :
μια παλάμη τόπο κάτω από τ’ ανοιχτό πουκάμισο,
 με τις μαύρες τρίχες και το σταυρουδάκι του ήλιου.
Όπου είχε κράτος κι εξουσία η Άνοιξη.
Και νωρίς εβγήκανε
καταμπροστά στον ήλιο,
με πάνου ως κάτου απλωμένη την αφοβιά σαν σημαία,
οι νέοι που τους έλεγαν αλήτες.

(ΜΠΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΔΙΑΔΗΛΩΤΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΙΣΩ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΑΙΘΟΥΣΑΣ. ΔΙΑΣΧΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΑΙΘΟΥΣΑ ΚΙ ΑΝΕΒΑΙΝΟΥΝ ΣΤΗ ΣΚΗΝΗ ΜΕ ΠΟΡΕΙΑ ΜΕ ΠΑΝΟ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ : ΨΩΜΙ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ – ΚΑΤΩ Η ΧΟΥΝΤΑ – ΕΞΩ ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ)
(ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ ΤΩΝ ΔΙΑΔΗΛΩΤΩΝ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ Η ΑΠΑΓΓΕΛΙΑ)

Τέτοιας λογής αποκοτιές ωστόσο μαθαίνοντας οι Άλλοι,
σφόδρα ταράχτηκαν.
Και τρεις φορές το είναι τους αναμετρώντας,
λάβανε την απόφαση
να βγουν έξω σε δρόμους και σε πλατείες,
με το μόνο πράγμα που τους είχε απομείνει :
μια πήχη φωτιά κάτω απ’ τα σίδερα,
με τις μαύρες κάνες και τα δόντια του ήλιου.
Και χτυπούσανε όπου να  ’ναι σφαλώντας τα βλέφαρα με απόγνωση.
Και περάσανε μέρες πολλές μέσα σε λίγην ώρα.
Και θερίσανε πλήθος τα θηρία, κι άλλους εμάζωξαν…

(ΟΤΑΝ Η ΠΟΡΕΙΑ ΦΤΑΝΕΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΗΝΗ, ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΣΗΚΩΝΕΤΑΙ ΣΕ ΜΙΑ ΚΑΡΕΚΛΑ ΚΑΙ ΔΙΑΒΑΖΕΙ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ:

«Λαέμας,
Οι φοιτητές σήμερα είναι η βοήθειάσου,
η συμπαράστασήσου και ο αγώναςσου.
Ο κοινόςμας αγώνας. Αυτόςείναι ο δρόμος για τη νίκη.
Οι τύραννοι τρέμουν!
Σήμερα,  πήγαν πάλιένα βήμα προς το τέλος τους.
Ο αγώνας μας προχωράει αδάμαστος!
Ο αδάμαστος αγώνας μας θα τους συντρίψει όλουςτους εχθρούς μας,
ντόπιουςκαι ξένους!
ΚΑΤΩ  Η  ΤΥΡΑΝΝΙΑ !
ΕΝΟΤΗΤΑ  ΚΙ  ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ !
ΖΗΤΩ  Ο  ΑΓΩΝΑΣ  ΤΟΥ  ΛΑΟΥ  ΜΑΣ !
ΘΑ  ΝΙΚΗΣΟΥΜΕ !»

(ΑΚΟΥΓΟΝΤΑΙ ΦΩΝΕΣ ΑΠΟ ΑΣΤΥΝΟΜΟΥΣ, ΚΑΙ ΣΦΥΡΙΧΤΡΕΣ. ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΦΕΥΓΕΙ ΤΡΕΧΟΝΤΑΣ. ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΕΧΟΥΝ ΑΝΕΒΕΙ ΣΤΗ ΣΚΗΝΗ ΦΩΝΑΖΟΝΤΑΣ ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ.
ΑΚΟΥΓΟΝΤΑΙ ΣΥΝΕΧΕΙΣ ΠΥΡΟΒΟΛΙΣΜΟΙ. ΟΙ ΔΙΑΔΗΛΩΤΕΣ ΠΕΦΤΟΥΝ ΓΟΝΑΤΙΣΤΟΙ, ΜΕ ΤΗΝ ΠΛΑΤΗ ΣΤΟ ΚΟΙΝΟ.
ΕΝΑΣ-ΕΝΑΣ ΣΗΚΩΝΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΑΓΓΕΙΛΟΥΝ:)

ΑΦΗΓΗΣΗ


Ετούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή
Σφίγγει στον κόρφο του τα πυρωμένα του λιθάρια
……..σφίγγει τα δόντια
……..κι ο ίσκιος της μάντρας είναι σίδερο.

Οι άλλοι μάς άφησαν από καιρό κάτου απ’ τις πέτρες,
Με το σκισμένο τους πουκάμισο
και με τον όρκο τους γραμμένο στην πεσμένη πόρτα.

Βγάλανε τις μπαλάσκες τους
Και λογάριαζαν
Πόσος μόχτος χώρεσε στο μονοπάτι της νύχτας.

Πόσο κουράγιο μες στα μάτια του ξυπόλητου παιδιού
Που κράταε τη σημαία…..
Κι ακούν ακόμα μια φορά
το σκούξιμο των λαβωμένων
μπρος στην πύλη.

Το πρωί διασχίζαμε τους δρόμους
με τα σχολικά μας βιβλία.
Τη νύχτα συνεχίζαμε τη ζωή της ημέρας
φυλάγοντας τον ήλιο. Οι φοιτήτριες
χόρευαν και τραγουδούσαν.

Έτσι, μας χαρακτήρισαν συνωμότες.

Στο Μεγάλο Σχολειό μας ξάφνιασε η νύχτα
με τόσους βαριά τραυματισμένους γύρω μας,
χωρίς γάζες, νερό, οξυγόνο,
χωρίς φάρμακα, γιατρό, ασθενοφόρα.

Μια ριπή πολυβόλου τραυματίζει το φως.

Μας κυνηγούσαν στα σκοτεινά πάρκα και σε παρόδους,
γιατί - λέει – θα καίγαμε την πόλη
με τον ήλιο που κρύβαμε.


Είμαι ο Διομήδης – ο έφηβος των Αθηνών
που έθαψα με της καρδιάς μου το αίμα
την τρανή κραυγή της λευτεριάς
τραγουδώντας την και αποχαιρετώντας.

Μάτια κλειδωμένα, χέρια παγωμένα
κείτεται
-         δεκαοχτώ χρονώ ήτανε δεν ήτανε-
για να ’χω εγώ πουλιά – φτερά στα χέρια μου,
και συ το σπιτάκι σου,
μια γλάστρα με βασιλικό στο πεζουλάκι
και τα παιδιά μας ξένοιαστα να χτίζουνε το μέλλον.

Η μάνα του τον περιμένει και δεν έρχεται,
η άνοιξη του παίζει και δεν τηνε ξέρει πια.
Στις φλέβες του το αίμα σταματημένο και πικρό,
γυαλί σπασμένο ο κόσμος, σωριασμένο πάνω του.
Για να έχω εγώ τον άσπρο μου ύπνο
και συ γαρύφαλλο χαμόγελο στο στόμα σου,
για να ’χουν τα παιδιά μας το δικό τους ήλιο…
Θα 'ρθει καιρός
που θ'αλλάξουν τα πράγματα!
Να το θυμάσαι Μαρία!
Θυμάσαι,  Μαρία, στα διαλείμματα
εκείνο το παιχνίδι που τρέχαμε
κρατώντας τη σκυτάλη;
Μη βλέπεις εμένα, μην κλαις,
εσύ είσαι η ελπίδα!
Άκου, θα 'ρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς,
δε θα βγαίνουν στην τύχη
δεν θα υπάρχουν πόρτες κλειστές
με γερμένους απ'έξω,
και τη δουλειά θα τη διαλέγουμε,
δε θα 'μαστε άλογα
να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι, σκέψου,
θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες,
να φυλάξεις μοναχά
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις κι έννοιες σαν κι αυτές :
απροσάρμοστοι, καταπίεση,
μοναξιά, τιμή, κέρδος, εξευτελισμός,
για το μάθημα της Ιστορίας
Είναι, Μαρία, δε θέλω να λέω ψέματα,
δύσκολοι καιροί και θα 'ρθουνε κι άλλοι
δε ξέρω, μην περιμένεις κι από μένα πολλά
τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω.
Κι απ'όσα διάβασα ένα κράτησα καλά
Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος!
Θα την αλλάξουμε τη ζωή
...παρ'όλα αυτά Μαρία


(ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΟ ΝΕΚΡΩΝ. ΣΕ ΚΑΘΕ ΟΝΟΜΑ ΚΙ ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΥΨΩΝΕΙ ΤΗ ΓΡΟΘΙΑ ΤΟΥ ΜΕ ΕΝΑ ΚΟΚΚΙΝΟ ΓΑΡΥΦΑΛΛΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΛΑΤΗ ΣΤΟ ΚΟΙΝΟ.

ΩΣ ΜΟΥΣΙΚΗ,  ΑΝΤΙ ΓΙΑ ΤΟ ΓΝΩΣΤΟ «ΕΠΕΣΑΤΕ ΘΥΜΑΤΑ» ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΟΥΝ «ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΤΩ ΣΤΟΝ ΚΑΜΠΟ» ΤΟΥ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ Η ΤΟ «SHINEONYOUCRAZYDIAMOND» ΤΩΝ PINKFLOYD) 


ΚΛΕΙΣΙΜΟ


Από κείνη τη βραδιά πέρασαν 31 χρόνια. Εκεί που βρισκόταν το καφενεδάκι της οδού Πατησίων βρίσκεται σήμερα μια πολύβουη καφετέρια, γεμάτη φοιτητές και περαστικούς που πίνουν βιαστικά τον καφέ τους. Στη γειτονιά εκείνη τίποτα δεν έχει αλλάξει μα και τίποτα δεν είναι όπως παλιά. Το ίδιο και στον κόσμο μας. Τα παιδιά που κλείστηκαν εκείνη τη νύχτα στο Πολυτεχνείο έχουν μεγαλώσει πια.
Ξεκίνησαν τότε, γεμάτοι όνειρα κι ελπίδες τη μεγάλη Περιπέτεια, το μεγάλο ταξίδι για την Ιθάκη της Ελευθερίας, της Ισότητας και της Αλληλεγγύης.
Στο ταξίδι αυτό πολλοί χάθηκαν. Άλλοι ξεχάστηκαν στο νησί των Λωτοφάγων, άλλους τους μάγεψε η Κίρκη κι άλλοι συμμάχησαν με τον Κύκλωπα και στήνουν μαζί παγίδες στους νέους ταξιδιώτες. Μα υπάρχουν και οι άλλοι, αυτοί που άγρια πεισματικοί μα πάντα λαβωμένοι συνεχίζουν το ταξίδι.

Σήμερα, τα παιδιά εκείνα είναι σχεδόν πενήντα χρονών. Οι περισσότεροι βαδίζουν και ζουν δίπλα μας, ανώνυμοι και σεμνοί, αποφεύγουν να μιλήσουν πολύ για κείνες τις μέρες, αρνούνται να εξαργυρώσουν τον αγώνα της νιότης τους. Όμως οι φωτιές που άναψαν εκείνες τις νύχτες στην Αθήνα, φλόγισαν τις ψυχές μας, φώτισαν καινούριους δρόμους, δύσκολους και ανηφορικούς μα ωραίους. Δρόμους ανοιχτούς στο μέλλον.

Σ’ αυτούς τους δρόμους βαδίζουν σήμερα εκατομμύρια άνθρωποι σ’ όλο τον κόσμο, για μια καλύτερη ζωή, για ψωμί – παιδεία –ελευθερία – δικαιοσύνη και ειρήνη.

Σ’ αυτούς τους δρόμους, τους δρόμους της ειρήνης, βαδίζουν χρόνια τώρα οι νέοι σε όλο τον κόσμο, στις μεγάλες αντιπολεμικές διαδηλώσεις από την Νέα Υόρκη ως το Κάιρο και από το Λονδίνο ως την Αθήνα.

Σ’ αυτούς τους δρόμους τους δύσκολους κι αντιφατικούς να ενώσουμε κι εμείς τα βήματα μας, να ενώσουμε τις αγωνίες και τις ελπίδες μας. 





3. Η ΝΤΕΝΕΚΕΔΟΥΠΟΛΗ
(Διασκευή του έργου της Ευγενίας Φακίνου) 

Ήλιος :Γεια σας παιδιά! Σίγουρα όλα με γνωρίζετε. Εγώ, λοιπόν, ο ήλιος, που τόσα έχουν δει τα μάτια μου, θα σας πω μια παράξενη ιστορία. Υπάρχει μια πολιτεία αλλιώτικη απ’τις άλλες. Δεν είναι φτιαγμένη από τούβλα, πέτρες, τσιμέντο και γυαλί. Είναι φτιαγμένη ολόκληρη από ντενεκέδες. Τα σπίτια, τα σχολεία, τα δέντρα, τα σύννεφα, τα λουλούδια, όλα είναι ντενεκεδένια. Τη λένε, πώς ...αλλιώς; Ντενεκεδούπολη! Και μένουν, τι .... άλλο; Ντενεκεδάκια! Άδεια, σκουριασμένα, παλιά ντενεκεδάκια. Βρέθηκαν πεταμένα στο σκουπιδότοπο, χωρίς τίποτε δικό τους κι είπαν «Δεν φτιάχνουμε μια πολιτεία που να μένουμε μόνα μας και να’χουμε την ησυχία μας;» Το παν και το’καναν! Και να, τώρα η Ντενεκεδούπολη!

Λάμπουν στον ήλιο οι τσίγκινες στέγες, τα χάλκιναστενά και οι ντενεκεδένιοι κάτοικοι της. Τα ντενεκεδάκια που μένουν εδώ έχουν περίεργα ονόματα: Σαρδέλας, Βουτυρένιος, Σοφός, Όκει-Μπαμ-Μπαμ! Α, να! Βλέπω μερικά που’ρχονται!

Σαρδέλας :Γεια σας παιδιά! Εϊμαι ο Σαρδέλας. Πριν με πετάξουν στον κάδο είχα μέσα μου σαρδέλες. Τώρα όμως είμαι ελεύθερος και πολύ ευτυχισμένος.

Μηλίτσα :Εγώ είμαι η Μηλίτσα. Δε θέλω ούτε να θυμάμαι την εποχή που είχα κομπόστα μήλο και στεκόμουν στο ράφι του μπακάλη!

Βουτυρένος :Ε γεια σας! Είμαι ο Βουτυρένιος και όπως καταλάβατε εγώ είχα, πριν έρθω εδώ, βούτυρο! Χαίρομαι που τώρα είμαι άδειος και δε μου παίρνουν το βούτυρο για τα γλυκά, τα μπισκότα, τα μακαρόνια, το κρέας.

Οκέι-Μπαμ-Μπαμ :Εϊ χάι! Τι κάνετε παιδιά! Είμαι ο Οκέι-Μπαμ-Μπαμ! Τι είχα μέσα μου; Κόκα-Κόλα! Ευτυχώς που την ήπιανε και μένα με πετάξαν. Αλλιώς κόντευα να πάθω κρυολογήματα μέσα στην παγωνιά του ψυγείου!

Σοφός :Εγώ παιδιά είμαι ο Σοφός! Είχα μέσα μου καφέ. Ένοιωθα πολύ μόνος μέσα στα σκοτεινά ντουλάπια. Τώρα όλοι είμαστε ευτυχισμένοι που ζούμε στη Ντενεκεδούπολη!

Ήλιος :Σήμερα τα ντενεκεδάκια έχουν μεγάλες μεγάλες ετοιμασίες. Μεθαύριο είναι η πιο σπουδαία, η πιο μεγάλη γιορτή της Ντενεκεδούπολης. Όλοι βοηθάνε. Άλλος ασπρίζει, άλλος κρεμάει χρωματιστά λαμπιόνια, άλλος στερεώνει τα σημαιάκια κι άλλος απαγγέλει το ποίημα που θα πει.

(Ο Σοφός και η Μηλίτσα συζητούν και δεν παίρνουν είδηση
τον Λαδένιο που έρχεται στο κέντρο)

Λαδένιος :Λαέ μου!

Μηλίτσα :Καλές τι αγριοφωνάρα ήταν αυτή!

Σαρδέλας :Ποιος είναι αυτός ο τεράστιος ντενεκές; Πώς βρέθηκε εδώ; Πρώτη φορά τον βλέπω!

Λαδένιος :Καταλαβαίνω. Η μεγάλη σας συγκέντρωση δε σας αφήνει να μιλήσετε. Ήρθα από πολύ μακριά για να σας κυβερνήσω. Χρειάζεστε έναν κυβερνήτη!

Σαρδέλας :Μόνοι μας τα καταφέρνουμε μια χαρά!

Λαδένιος :Με μένα αρχηγό θα τα καταφέρνουμε δυο χαρές! Χα, χα, χα! Ωραίο αστείο είπα πάλι!

Μηλίτσα :Λοιπόν, κύριε ... δεν μας είπες το όνομα σου!

Λαδένιος :Λαδένιος! Όλοι με φωνάζουν Λαδένιο.

Μηλίτσα :Λοιπόν κύριε Λαδένιε δε χρειαζόμαστε αρχηγό, κυβερνήτη όπως είπες.

Λαδένιος :Φαίνεται ντενεκεδάκια μου, ότι δε με καταλάβατε καλά. Αποφάσισα να σας κυβερνήσω και θα το κάνω!

Μηλίτσα :Εμείς δε σε θέλουμε!

Λαδένιος :Δεν σας ρώτησα αν με θέλετε! Είμαι ο πιο μεγάλος και θα κάνω ό,τι θέλω και για να μην τα πολυλογούμε:
-      Να μην τραγουδάτε!
-      Να μην χορεύετε!
-      Να μη μιλάτε πάνω από δύο!
-      Να μην πηγαίνετε ταξίδια!
-      Να μη λέτε το γράμα Ρ, γιατί δε μ’αρέσει!
-      Η πιο μεγάλη γιορτή θα’ναι η σημερινή μέρα!
Αυτά για την ώρα. Το ταξίδι μου άνοιξε την όρεξη. Σαρδέλα, Μηλίτσα, φέρτε μου να φάω! Θέλω 30 μήλα, 20 πορτοκάλια, 80 πατάτες, 300 αχλάδια, 18 μπανάνες, 52 μανταρίνια, 60 κεράσια χωρίς κουκούτσι, 36 κουνουπίδια και 48 μελιτζάνες!
(πέφτει για ύπνο)
Ξυπνήστε με το μεσημέρι για το κανονικό φαΐ! Και μη φύγετε από κοντά μου για να διώχνετε τις μύγες!
(ροχαλίζει) Χρ! Χρ!

Μηλίτσα : Αυτός θα μας τρώει το φαΐ μας!

Σαρδέλας :θα μας τυραννάει!

Μηλίτσα :Δε θα μας αφήνει να παίζουμε!

Σαρδέλας :Πώς θα γλιτώσουμε;

Βουτυρένιος :Να του πούμε να τρώει λιγότερο! Είναι ευγενικός και θα συμφωνήσει.

Μηλίτσα :Ποιος είναι ευγενικός, ο Λαδένιος; Ας γελάσουμε!

Βουτυρένιος :Και όμως είναι. Θα πάω και θα δείτε!
(πάει στον Λαδένιο και του λέει)
Κύριε Λαδένιε! Μήπως μπορείτε να τρώτε λιγότερο;

Λαδένιος :Και γιατί παρακαλώ να τρώω λιγότερο;

Βουτυρένιος :Για να φτάνει για όλους μας το φαΐ!

Λαδένιος :Δε με νοιάζει καθόλου να φτάνει για όλους το φαΐ! Και φεύγα από δω πριν σηκωθώ και σ’αρπάξω!

Βουτυρένιος :Ε, καλά, μια κουβέντα είπαμε!

Λαδένιος :Ακόμα εδώ είσαι;

(Ο Βουτυρένιος επιστρέφει στα ντενεκεδάκια)

Οκέι-Μπαμ-Μπαμ :Ε, λοιπόν! Εγώ το βρήκα! Να τον γαργαλάμε, να τον γαργαλάμε μέχρι να δεχθεί αυτά που θέλουμε!

Σαρδέλας :Να έχεις δει κανέναν να συμφωνεί μ’αυτά που θέλεις γελώντας;

Οκέι-Μπαμ-Μπαμ :Ω! Εγώ θα το δοκιμάσω!
(πάει στον Λαδένιο και τον γαργαλάει)

Λαδένιος :Α, μπράβο, μπράβο, πόσο μου αρέσει το γαργαλητό! Σε διορίζω ... αρχιγαργαλητή μου! Θα έρχεσαι κάθε πρωί και θα με γαργαλάς. Πρώτα από δεξιά κι έπειτα απ’τ’αριστερά. Σύμφωνοι;

Οκέι-Μπαμ-Μπαμ :Οκέι!
( Ο Οκέι-Μπαμ-Μπαμ επιστρέφει στα ντενεκεδάκια)

Σαρδέλας :Πολύ χαρούμενος επιστρέφει. Τι έγινε;

Οκέι-Μπαμ-Μπαμ :Διορίστηκα «αρχιγαργαλητής» !

Σαρδέλας :Καλά, έγινες  «αρχιγαργαλητής», αλλά με την υπόθεση μας τι έκανες;

Οκέι-Μπαμ-Μπαμ :Ω! ... το ξέχασα! ....

Βουτυρένιος :Λοιπόν εγώ το βρήκα πάλι. Να του κλείσουμε το στόμα με μαγνήτη. Δε θα μπορεί να τ’ ανοίγει και να τρώει.

Μηλίτσα :Αχ, Βουτυρένιε! Κουτός ήσουνα και κουτός θα μείνεις. Ο μαγνήτηε θα πιάσει και μας αφού είμαστε ντενεκεδάκια!

Βουτυρένιος :Όχι, εγώ θα πάω, θα πάω, θα πάω!

Μηλίτσα :Ε, πήγαινε πεισματάρη! Μόνο κατά δω  μην έρθεις με το μαγνήτη και κολλήσουμε όλοι!

(Ο Βουτυρένιος φέρνει το μαγνήτη και κολλάνε όλοι! Ξεκολλάνε όταν ακούγεται η φωνή του Λαδένιου!)

Λαδένιος :Σαρδέλα, Μηλίτσα, που είστε; Πεινάω, φέρτε μου πάλι φαΐ!

(ο Σαρδέλας και η μηλίτσα του φέρνουν φαΐ. Τρώει πάλι και τις τροφές στη μπετονιά)

Μηλίτσα :Πω, πω! Με το φαΐ αυτό θα χόρταινε η Ντενεκεδούπολη για δυο βδομάδες!

Λαδένιος :Σαρδέλα, Μηλίτσα που είστε; Πεινάω, φέρτε μου πάλι φαΐ! Ο αέρας την Ντενεκεδούπολης  μου άνοιξε την όρεξη!

Μηλίτσα-Σαρδέλας :Πάλι;

Λαδένιος :Ναι, πάλι!
-      Και να διώξετε μακριά όλα τα μικρά ντενεκεδάκια, κάνουν φασαρία και μ’ενοχλούν.
-      Να φυσάτε δυνατά, να φύγουν τα σύννεφα, θέλω να βλέπω τον ήλιο!
-      Από δω και μπρος, όλα τα κορίτσια θα φοράτε καφέ φιόγκους. Τα αγόρια καφέ παντελόνια!

Ήλιος :Και περάσανε μέρες πολλές. Ο Λαδένιος έτρωγε, κοιμόταν, ξύπναγε, διέταζε...

Σαρδέλας-Μηλίτσα-Βουτυρένιος-ΟκέιΜπαμΜπαμ :Σίγουρα κάτι πρέπει να κάνουμε!

Σοφός :Έχω ένα σχέδιο, ένα μυστικό σχέδιο! Χρειάζονται όμως δυο παλικάρια. Ποιοι θέλουν να’ ρθούν;

Σαρδέλας – Μηλίτσα :Εγώ, εγώ!
(φεύγουν και έρχονται με ένα παράξενο εργαλείο)

Σοφός :Μ’αυτό το εργαλείο που έχουμε όλοι δοκιμάσει θα επιτεθούν ο Σαρδέλας και η Μηλίτσα στο Λαδένιο.

Βουτυρένιος :Εγώ λέω να τον τρομάξουμε μόνο. Και να τον διώξουμε!

Οκεί-Μπαμ-Μπαμ :Εγώ λέω να τον κάνουμε πίτα!

Βουτυρένιος :Όχι, να τον διώξουμε!

Σαρδέλας-Μηλίτσα :Όχι, πίτα, πίτα, πίτα!

Ήλιος :Εσείς παιδιά τι προτιμάτε; Σκεφτείτε καλά πριν απαντήσετε!

(Ο Σαρδέλας και η Μηλίτσα πάνε στο Λαδένιο)

Λαδένιος :Γιατί με ξυπνάτε; Τι θράσος είναι αυτό;

Σαρδέλας – Μηλίτσα :Άκου καλά κι απάντησε μας. Φεύγεις τώρα αμέσως απ΄την Ντενεκεδούπολη;

Λαδένιος :Γιατί να φύγω; Περνάω καλά εδώ! Διατάζω, τρώω καλά δεν πάω πουθενά!
Σαρδέλας-Μηλίτσα :Τότε λοιπόν θα σε κάνουμε πίτα!

(Τον πατάνε. Μαζεύονται όλα τα ντενεκεδάκια και ζητωκραυγάζουν.
Σηκώνουν τη Μηλίτσα και τον Σαρδέλα ψηλά)

Ήλιος :Κι έτσι παιδιά η Ντενεκεδούπολη έγινε και πάλι ευτυχισμένη!


Τραγούδι

Ντενεκεδούπολη, Ντενεκεδούπολη
Είσαι ωραία καλή (τρανή)
Ντενεκεδούπολη, Ντενεκεδούπολη
Σε αγαπάμε πολύ

Ντενεκεδένιος ήλιος
Και τσίγκινα βουνά
Λαμαρινένιες στέγες
και χάλκινα στενά

Τα μικρά ντενεκάκια
Σαν μείνουν αδειανά
Βρίσκουν εδώ σπιτάκια
Φίλους, φαΐ, δουλειά


ΤΕΛΟΣ



4. Η γιορτή της δημοκρατίας

(Οι τέσσερις απαγορεύσεις του Αρπατίλαου)

Θεατρική παράσταση για το Πολυτεχνείο βασισμένη στα «μαγικά μαξιλάρια» του Ευγένιου Τριβιζά

Επιμέλεια – επιλογή – διασκευή  κειμένων : Αναστασία Τσιαχπίνη, Ανδριάνα Σκόρδου, Κατερίνα Ζαχαροπούλου

Λιτό σκηνικό. Μαύρες κορδέλες κρέμονται από την οροφή της σκηνής – μοιάζουν με κάγκελα φυλακής. Πάνω από τη χορωδία μια μεγάλη καρτέλα γράφει «ξερονήσι». Πιο δίπλα μια άλλη γράφει «βράχο – βράχο τον καημό μου».

(Δυο παιδιά απαγγέλλουν)

Τον καιρό της μεγάλης στέγνιας,
-σαράντα χρόνια αναβροχιά-
ρημάχτηκε όλο το νησί.
Πέθαινε ο κόσμος και γεννιόνταν φίδια.
Μιλλιούνια φίδια τούτο τ’ ακρωτήρι,
χοντρά σαν το ποδάρι ανθρώπου
και φαρμακερά.

Το μοναστήρι τ’ Άι Νικόλα το είχαν τότε
Αγιοβασιλείτες καλόγεροι
κι ούτε μπορούσαν να δουλέψουν τα χωράφια
κι ούτε να βγάλουν τα κοπάδια στη βοσκή.
Τους έσωσαν όμως οι γάτες που αναθρέφαν.
Την κάθε αυγή χτυπούσε μια καμπάνα
και ξεκινούσαν τσούρμο για τη μάχη.
Ολημερίς χτυπιούνταν, ως την ώρα
που σήμαιναν το βραδινό ταγίνι.
Απόδειπνα πάλι η καμπάνα
και βγαίναν για τον πόλεμο της νύχτας.
Ήτανε θαύμα να τις βλέπεις, λένε,
άλλη κουτσή, κι άλλη στραβή, την άλλη
χωρίς μύτη, χωρίς αυτί, προβιά κουρέλι.
Έτσι, με τέσσερις καμπάνες την ημέρα
πέρασαν μήνες, χρόνια, καιροί κι άλλοι καιροί.
Άγρια πεισματικές και πάντα λαβωμένες
ξολόθρεψαν τα φίδια. Μα στο τέλος
χάθηκαν - δεν άντεξαν τόσο φαρμάκι.




21ηΑπριλίου 1967. Κάποιοι στρατιωτικοί με αρχηγό το Γεώργιο Παπαδόπολυλο κάνουν πραξικόπημα, καταργούν τη δημοκρατία, κλείνουν τη βουλή και επιβάλλουν δικτατορία. Χούντα.
Όσοι πολίτες διαφωνούσαν, συλλαμβάνονταν, φυλακίζονταν, εξορίζονταν. Επιβάλλανε λογοκρισία σε ότι ακούγανε, διαβάζανε, βλέπανε, σκέφτονταν.

Το Νοέμβρη του 1973, οι οφοιτητές ξεσηκώθηκαν και ζητούσαν να φύγει η χούντα, ζητούσαν Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία.
Προχώρησαν στην κατάληψη του Πολυτεχνείου. Μαζί τους ενώθηκε μεγάλο κομμάτι του λαού, εργάτες, μαθητές…Ζητούσαν να έχουν όλοι «μια θέση κάτω από τον ήλιο».
Οι δικτάτορες φοβισμένοι έστειλαν  στο Πολυτεχνείο την αστυνομία και τα τανκς για να σταματήσουν την κατάληψη. Ξημερώματα της 17ηςΝοέμβρη, ένα τανκ ρίχνει την πύλη του Πολυτεχνείου σκοτώνοντας, τραυματίζοντας, συλλαμβάνοντας όσους μπορούσαν από τους εξεγερμένους.
Σήμερα θυμόμαστε και τιμούμε τη νεολαία του ΄73 που αγωνίστηκε για τα αυτονόητα. Ο άνθρωπος γεννιέται ελεύθερος και μοναδικός και κανένας δεν μπορεί να του το στερήσει αυτό.

Σας τα λέω όλα αυτά
γιατί εδώ στη χώρα μας
όπως κι αλλού,
οι άνθρωποι ξεχνάνε
και η τρέλα
δεν θέλει πολύ
να φουντώσει πάλι
φτου ξανά κι απ’ την αρχή


ηχητικό : κουδούνια, καμπανάκια

Μια φορά κι έναν καιρό στα πολύ παλιά χρόνια κυβερνούσε αυτό τον τόπο ένας φοβερός και τρομερός ο Αρπατίλαος

ηχητικό : καμπανάκια

(Ο Αρπατίλαος ψάχνει εναγωνίως να βρει κάτι)

Αρπ: Μα που είναι, που είναι;
Αυλοκόλακας : Τι ψάχνετε μεγαλειότατε ;
Αρπατ.: Τι ψάχνω; Το φτερό από κοράκι, αυτό με το οποίο έγραφα τους νόμους.
Αυλοκ: Γιατί δεν τους φράφετε μ’ ένα άλλο φτερό; Φτερό χήνας, παγωνιού;…
Αρπ.: Τι λές; Αυτό κάνω τον τελευταίο καιρό γι’ αυτό δεν μπορώ να γράψω ούτε έναν νόμο της προκοπής.
Αυλοκ.: Τι εννοείτε πανκάκιστε ;
Αυλοκ.: Τι εννοώ; Τι εννοώ. Δεν βλέπεις που οι άνθρωποι δε με σέβονται πια; Ακούς εκεί; Εγώ να περπατάω στο δρόμο κι αυτοί από πίσω να με μουτζώνουν, να με κοροιδεύουν και να μου βγάζουν τη γλώσσα ! Κανένας σεβασμός πια. Δεν με αγαπάνε πια. Ποιον; Εμένα. Εγώ δεν ονόμασα τις Κυριακές Προδευτέρες που δεν ξεχωρίζουν από τις κανονικές Δευτέρες ; Γιατί το έκανα ; Για να γίνουν πιο εργατικοί, για να μη χαζολογάνε και διασκεδάζουνε άσκοπα τις Κυριακές. Εγώ δεν έκλεισα όλα τα λούνα πάρκ και τις παιδικές χαρές για μη χάνουν την ώρα τους τα παιδιά με σαχλαμάρες ; Εγώ δεν απαγόρευσα το φτάρνισμα για να μην κολλάνε αρρώστιες ; Κι αυτοί οι αχάριστοι δεν με αγαπάνε :
Α, πρέπει οπωσδήποτε να βρω το φτερό από κοράκι μ’ αυτό το πανέμορφο στιλπνό, κατάμαυρο χρώμα, για να μου έρθει καμιά ιδέα για νέους νόμους. Τότε θα σταματήσουν όλα αυτά.
Μπουχου χου, μπουχουχου, δεν μπορώ, δεν μπορώ…
Αυλοκ.: Μεγάλο δράμα. Υψηλότατε γνωρίζω κάποιους υποχθόνιους, σκοτεινούς, ανελέητους τύπους. Να τους πάρετε για συμβούλους, θα σας βηθήσουν.
Αρπ.: Είπες σκοτεινούς ;
Αυλοκ.: Ναι!
Αρπατ.: Ανελέητους ;
Αυλοκ: Ναι, ναι.
Αρπατ.: Υποχθόνιους;
Αυλοκ.: Ναι, ναι, ναι!
Αρπατ: Να τους φέρεις αμέσως εδώ !


Τραγούδι : Βασιλιάς (Φραγκούλης)

(Ο Αρπατίλαος κάθεται στο θρόνο του)
Αυλοκ.: Υψηλότατε, σας παρουσιάζω τους διακεκριμένους, μεγαλοσπουδαγμένους και παραμορφωμένους κ.κ. Ξεφτίλιους και Υποχθόνιους !
Αρπατ. : (χειρονομεί) Ελάτε !
Ξεφτιλ.: Μόλις επέστρεψα απ’ το πανεπιστήμιο της Γλειψίας όπου παρακολούθησα ΕΙ-ΔΙ-ΚΑ σεμινάρια για την αντιθμετώπιση αχάριστων υπήκοων. Είμαι ο άνθρωπός σας.
Υποχθ.: Μετά από εκτεταμένους ελέγχους και επιστημονική έρευνα χρόνων στα εργαστήριά μου, έχω καταφέρει να διαθέτω τη λύση σε κάθε πρόβλημά σας. Έχω αυτό που θα κάνει τους υπηκόους σας να είναι με κατεβασμένα αυτιά, υπάκουοι, υποτονικοί, με χαμηλωμένα βλέφαρα και ως εκ τούτου ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΜΕΝΟΙ.
Αρπατ. : Λοιπόν, τώρα νιώθω σιγουριά και αισιοδοξία. Τώρα είμαι έτοιμος ! (στέκεται ακίνητος με το δάχτυλο να δείχνει απειλητικά, ανοίγει το στόμα, ακούγεται ηχητικό ντοκουμέντο από ομιλία του Παπαδόπουλου)

Αρπατ. : Αποφασίζω και διατάσσω : Απαγορεύεται να μιλάτε ελεύθερα !


(Μια παρέα παιδιών συζητούν για τη δημοκρατία)

Α: Σήμερα η δασκάλα μας μίλησε για τη Δημοκρατία.
Β: Τι είναι η Δημοκρατία ;
Α: Δημοκρατία είναι ένα πολίτευμα που τη δύναμη την έχει ο λαός και όχι μόνο ο ένας ή λίγοι άνθρωποι. Δεν υπάρχουν βασιλιάδες, τύραννοι, άριστοι, δικτάτορες.
Γ: Μας είπε ότι η ζωή σε μια χώρα αφορά όλους τους πολίτες κι επομένως όλοι έχουν λόγο για το τι ζωή θέλουν να έχουν. Άρα οι κυβερνήτες τους είναι εκπρόσωποί τους που τους ψηφίζουν και τους ελέγχουν κι αν θέλουν τους καταργούν.
Δ: Είναι το πιο δίκαιο πολίτευμα και πρέπει να είμαστε υπερήφανοι που ξεκίνησε από τη χώρα μας.
Α: Α, ναι. Κάτι έχω ακούσει για Περικλή και δημοκρατία.

Ασφαλίτης Α: Τι λέτε πουλάκια μου ;
Ασφαλίτης Β:  Δημοκρατία άκουσα!
Ασφαλίτης Γ: Η πολλή δημοκρατία βλάπτει !
Ασφαλίτης Δ:  Καλύτερα : Άκου – βλέπε – και μη μιλάς
(συλλαμβάνουν τα παιδιά και τα συνοδεύουν πίσω από τις κορδέλες – κάγκελα)

(δυο παιδιά βγάινουν από τα κάγκελα)
- Σώπα, μη μιλάς, είναι ντροπή, κόψ'τη φωνή σου
σώπασε επιτέλους - κι αν ο λόγος είναι αργυρός η σιωπή είναι χρυσός.
Τα πρώτα λόγια που άκουσα από παιδί, έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα μου λέγανε:

(όλοι μαζί, βάζοντας το δάχτυλο μπροστά στο στόμα): "Σσσσσς, σώπα"

- Στο σχολείο μού κρύψανε την αλήθεια τη μισή, μου λέγανε :"εσένα τι σε νοιάζει ; "

(όλοι μαζί):  "Σσσσσς, σώπα"

- Κόψε τη φωνή σου και μη μιλάς, σώπαινε. Και αυτό βάσταξε μέχρι τα εικοσί μου χρόνια.
- Ο λόγος του μεγάλου - η σιωπή του μικρού. Έβλεπα αίματα στο πεζοδρόμιο,
"Τι σε νοιάζει εσένα;", μου λέγανε, "θα βρεις το μπελά σου".

(όλοι μαζί):  "Σσσσσς, σώπα"

- Αργότερα φωνάζανε οι προϊστάμενοι :
"Μη χώνεις τη μύτη σου παντού, κάνε πως δεν καταλαβαίνεις"

(όλοι μαζί):  "Σσσσσς, σώπα"

- Σε χρόνια δίσεκτα οι γονείς, οι γείτονες με συμβουλεύανε :
"Μην ανακατεύεσαι, κάνε πως δεν είδες τίποτα"
Μπορεί να μην είχαμε με τους γείτονες γνωριμίες ζηλευτές, μας ένωνε όμως, το Σώπα.

- Σώπα ο ένας, σώπα ο άλλος σώπα οι επάνω, σώπα οι κάτω,
σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
- Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσά μας. Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
- Φτιάξαμε το σύλλογο του "Σώπα".

Τραγούδι : Παπαντοπ (Μαρκόπουλος) «Κι εκείνος – κι εκείνος – κι εκείνος που σωπαίνει θα χαθεί – θα χαθεί»


Ξεφτίλιους : Τι άλλο σας απασχολεί Μεγαλειότατε ;
Αρπατ.: Χμ…, φταίει ότι διαβάζουν κι όταν διαβάζουν σκέφτονται και όταν σκέφτονται κατεβάζουν ιδέες και όταν κατεβάζουν ιδέες...ααααα, α! Δεν τους αντέχω άλλο !
Υποχθ.: Α-πλού-στα-το. Για να διαβάσουν κάτι θα πρέπει να το εγκρίνουμε πρώτα ΕΜΕΙΣ. Αν κάτι δεν σας αρέσει θα το απαγορεύσουμε. Θα
απαγορεύσουμε βιβλία, προτάσεις ακόμα και λέξεις. Θα το ονομάσουμε ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ !

Αρπατ. : Αποφασίζω και διατάσσω : Επιβάλλω λογοκρισία !


Μια ομάδα 4-5 παιδιών ακούει τη δασκάλα

Δασκάλα : Και τότε η Κοκκινοσκουφίτσα είπε στο Λύκο. «Δε σε φοβάμαι»
Ασφαλίτης Α:  Τι είναι αυτά που λέτε στα παιδιά; Τι θα πει «δε σε φοβάμαι». Ασφαλίτης Γ:  Από πότε ακούστηκε αυτό; Παιδιά να μη φοβουνται.
Δασκάλα : Το παραμύθι διδάσκει στα παιδιά το θάρρος, τη γενναιότητα, τη…
Ασφαλίτης Β:   Κουραφέξαλα: Δυσκολεύετε τη θέση σας όσο συνεχίζετε να μιλάτε
Δασκάλα: Αυτό το μάθημα ίσως είναι το τελευταίο…Απομονώστε…
Ασφαλίτης Γ:  Φτάνει πια : Ακολουθήστε με!
Παιδιά : Κι εμείς τι θα διαβάζουμε ;
Ασφαλίτης Δ:   Μα τα απομνημονεύματα του ξακουστού μας Αρπατίλαου
Ασφαλίτης Α:  Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών
(συλλαμβάνουν τη δασκάλα και τη συνοδεύουν πίσω από τις κορδέλες – κάγκελα)

Οι ρίζες κουνιούνται σαν κεφάλια πριν πέσουν.
Aναποδογυρίζει ο κόσμος, παραφορτώθηκε,
κι ο ανισόρροπος καιρός τον σπρώχνει
με βία στο μονόχρωμο αύριο.

Τραγούδι : Ο λύκος (Αρλέτα)

Ξεφτιλ: Και τι έχει μείνει ακόμα που σας ενοχλεί Υψηλότατε ;
Αρπατ: Το βασικότερο. Συγκεντρώνονται στα σπίτια, μιλάνε , διασκεδάζουν και με κο-ροϊ-δευουν.
Υποχθ.: Και φαντάζομαι ότι συζητάνε, ανταλλάσσουν απόψεις …εεε;
Θα το απαγορεύσουμε !
Αρπατ.: Αποφάσια και διατάσσω. Απαγορεύονται οι συναθροίσεις !
Επιβάλλω στρατιωτικό νόμο !

(Τα παιδιά παίζουν κρυφτό)
Πέντε – δέκα – δεκαπέντε – είκοσι – εικοσιπέντε…
(Βγαίνει ένα παιδί και λέει)
-Φτου ξελευτερία
Ασφαλίτης Α:  Τι κάνετε εσείς εδώ ;

Παιδιά : Παίζουμε.
Ασφαλίτης Β:  Και τι ελευθερίες και ξελευθερίες είναι αυτά ;

-Παιδιά : Μα όταν παίζουμε κρυφτό, ξέρετε, κάποιος που φτύνει και δεν τον έχει δει…
 Ασφαλίτης Γ:  Δικαιολογίες ! Εμπρός! Τα χέρια πίσω και ακολουθήστε με !
Ασφαλίτης Δ:  Από δω και μπρος επιτρέπονται μόνο τα ατομικά παιχνίδια.

Παιδιά : Μα αυτό δεν έχει γούστο! Τι παιχνίδι θα’ ναι αυτό; Πως θα χαίρεται ο καθένας μόνος του;

Ασφαλίτης Β:  Αρκετά είπες! Από τώρα θα μπορείς να παίζεις μόνο με τα βλέφαρά σου !
(συλλαμβάνουν τα παιδιά και τα συνοδεύουν πίσω από τις κορδέλες – κάγκελα)

(δυο παιδιά βγαίνουν μέσα από τα κάγγελα και απαγγέλουν)
Μην απομονωθείτε. Με το λόγο και την πράξη σας  σταθείτε πλάι σε κάποιον, στη μάνα σας, στον αδελφό σας, ή στο φίλο σας και προπαντός στα νέα παιδιά περιμένουν από σας να δουν αν θα τους φράξετε ή θα τους ανοίξετε το δρόμο της ελεύθερης αναπνοής.

Απομονώστε όσους συνεχώς χαμογελούν, που όταν μιλούν δεν σας κοιτούν στα μάτια κι όταν τους δίνετε το χέρι δεν ξέρουν ή δεν θέλουν να το σφίξουν.

Τραγούδι : Ακροβάτης – Χαίνηδες (Ένα παιδί παριστάνει ότι ισορροπεί σε τεντωμένο σχοινί και ταλαντεύεται)



Ξεφτιλ: Τι άλλο ενοχλητικό έχετε παρατηρήσει στους υπηκόους σας Υψηλότατε ;
Αρπατ. Πως θα γίνει να σταματήσει αυτό που μ’ έχει ζαλίσει τελευταία, αυτό που με ταλαιπωρεί… Πως τον λένε αυτόν το νεαρό…, τον ψηλό με τα πολλά μαλλιά, που κουνάει τα χέρια του κι έχει γεμίσει τον κόσμο με τα τραγούδια του; Για να φανταστείς, ενώ τον έκλεισα φυλακή το φαινόμενο συνεχίζεται !

Υποχθ.: Τα, τα, τα,…μη μου στενοχωριέστε…Αυτό ήταν όλο; Πείτε μου εμένα ποια τραγούδια σας αρέσουν και θα φροντίσω ΕΓΩ να ακούνε ΜΟΝΟ ΑΥΤΑ. Θα φτιάξουμε μια λίστα που θα έχει μόνο τα τραγούδια που σας αρέσουν !

Αρπατ.: Να σκεφτώ. Το «ήταν ένας γάιδαρος με μεγάλα αυτιά». Το μια ωραία πεταλούδα». Α, και το πιο προχωρημένο «Άσπρα, κόκκινα, κίτρινα μπλε». Για να μην πούμε και για το σουξέ : «Κυρά Γιώργαινα ο Γιώργος σου που πάει;»

Αποφασίζω και διατάσσω : Θα ακούτε μόνο τα τραγούδια της λίστας !

(Μια παρέα παιδιών συζητά)
-Ωχ πια, δεν αντέχω άλλο, βαρέθηκα ! Ας πούμε πια κάτι να ανοίξει η καρδιά μας !
-Ναι, ας πούμε !
-Να πούμε τη Μαργαρίτα…

(τα παιδιά τραγουδάνε)
Η Μαργαρίτα η Μαργαρώ,
περιστεράκι στον ουρανό...
τον ουρανό μες στα δυο σου μάτια κοιτάζω,
βλέπω την πούλια και τον Αυγερινό.

-Α, ξέρω κι εγώ το άλλο, τη συννεφούλα

Είχα-είχα μια αγάπη, αχ καρδούλα μου
που ’μοιαζε συννεφάκι, συννεφούλα μου
Σαν συννεφά-, συννεφάκι φεύγει, ξαναγυρνάει
Μ’ αγαπάει τη μια, την άλλη με ξεχνάει

Ασφαλίτης Γ:  Αυτά τα τραγούδια δεν συμπεριλαμβάνονται στον κατάλογο !
Ασφαλίτης Δ:  Αυτά τα τραγούδια δεν συμπεριλαμβάνονται στη λίστα !
Ασφαλίτης Β:  Στο ξερονήσι ;
Ασφαλίτης Α:  Στο ξερονήσι !
(συλλαμβάνουν τα παιδιά και τα συνοδεύουν στο ξερονήσι – τόπο της χορωδίας)

Τον καιρό της φρίκης
Θα τραγουδάμε ακόμα;
Ναι,θα τραγουδάμε το τραγούδι της φρίκης


Τραγούδι : Η επιστολή (Μ. Θεοδωράκης)

(Τα παιδιά καθισμένα πίσω από τα κάγκελα συζητάνε)

-       Μπορεί η αλήθεια ναν΄θνητή, το ψέμα αθάνατο;
- Έτσι δείχνουν όλα.

- Που είδες, η αδικία να μη ξαμασκαρεύεται χρόνους και καιρούς;
- Εδώ.

- Μα ξέρεις κάποιον που η βία να του 'χει φέρει τύχη;
- Και ποιός δεν ξέρει;

- Τότε ποιός μπορεί, σ΄ έναν τέτοιο κόσμο, να τσακίσει τον τύραννο;
- Εσύ.

-       Μιλώντας για τους σκοτεινούς καιρούς δε θα λέμε: Tον καιρό που η βελανιδιά τα κλαδιά της ανεμοσάλευε.

-       Θα λέμε: Tον καιρό που ο μπογιατζής τσάκιζε τους εργάτες.

-       Δε θα λέμε: Tον καιρό που το παιδί πετούσε βότσαλα πλατιά στου ποταμού το ρέμα.

-       Θα λέμε: Tον καιρό που ετοιμάζονταν οι μεγάλοι πόλεμοι.

-       Mα δε θα λέμε: Ήτανε σκοτεινοί καιροί.

-       Θα λέμε: Γιατί σωπαίναν.. οι Ποιητές τους;

-      Θα λέμε ή δεν θα λέμε ;
-      Θα λέμε αλλά δεν θα λέμε.
-      Δεν θα λέμε καθόλου ;
-      Βρε θα λέμε…αλλά δεν θα λέμε. Κατάλαβες ; Δηλαδή, δεν θα λέμε «μαστίγιο η εφορία» ! Θα λέμε «η εφορία μας κάνει γυμναστική»…
-      Αααα !! Για λέγε…για λέγε…
-      Θα λέω, αλλά δεν θα λέω !
-      Καλά προχώρα…
-      Λοιπόν. Δεν θα λέμε απαγορεύεται το παιχνίδι θα λέμε, δεν έχω όρεξη να παίξω !!
-      Κατάλαβα. Δεν θα λέμε τότε που δεν είχαμε δασκάλους στα σχολεία. Θα λέμε τότε που δοκίμαζαν νέα παιδαγωγική μέθοδο.
-      Αγγλικά άνευ διδασκάλου.
-      Μάλιστα, μάλιστα.
-      Δεν θα λέμε τότε που πεινούσαμε, θα λέμε τότε που μας κόπηκε η όρεξις.
-      Δεν θα λέμε τότε που λέγαμε τότε που είπαμε το ψωμί ψωμάκι. Θα λέμε τότε που περιορίσαμε τα περιττά έξοδα…
-      Α, μπράβο…
-      Δεν θα λέμε τότε που τα παιδιά δεν είχαν να πιουν. Θα λέμε τότε που λιγόστεψε το γάλα.
-      Δεν θα λέμε είμαι απαισιόδοξη, θα λέμε δεν είμαι αισιόδοξη. Έτσι θα λέμε.
-      Μωρέ μπράβο !
-      Ναι, δεν θα λέμε τότε που μας τελείωσαν οι τέσσερις εποχές. Θα λέμε τότε που ήταν μόδα ο χειμώνας.
-      Αχά !
-      Δεν θα λέμε τότε που σταματήσαμε να τραγουδάμε. Θα λέμε τότε που μας άρεσε η «σιωπηλή» μουσική δωματίου…
-      Άλλωστε η σιωπή είναι χρυσός !
-      Δεν θα λέμε τότε που χάσαμε την ελευθερία μας. Θα λέμε τότε που βρήκαμε το ρυθμό της πειθαρχίας.
-      Γερμανικής…
-      Δεν θα λέμε τη σκοτεινιά, μαυρίλα. Θα τη λέμε λαμπρό πρωινό.
-      Τι λέτε ;
-      Βρε ούστ !
-      Ουστ ;
-      Φρουστ.
-      Δεν θα λέμε τότε που κοιμόμαστε, θα λέμε όταν νυστάζαμε.
-      Δεν θα λέμε τότε ξεχάσαμε την ανθρωπιά μας. Θα λέμε πως η ανθρωπιά μας άφησε χρόνους.

-      Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει. Και το πιθανότερο τότε είναι, να συνηθίσουμε τη φρίκη, να μας τρομάζει ή ομορφιά.

-      Ο Φρανκεστάϊν έγινε πόστερ και στολίζει το δωμάτιο ενός όμορφου αγοριού. Το αγόρι ονομάζεται Παπαδόπουλος ή Πινοσέτ, κι ολομόναχο χορεύει. Δεν υπάρχει μουσική, ούτε τραγουδιστής από κοντά, μονάχα ένας ρυθμός ατέλειωτος και αριθμοί…

-      Χίλιοι, πεντακόσιοι, πέντε χιλιάδες, δέκα, εκατό χιλιάδες, αριθμοί όχι εντελώς αποσαφηνισμένοι των εξαφανισθέντων, βασανισθέντων και νεκρών.

-      Και ο χορός να συνεχίζεται, το δε ποδόσφαιρο στις φάσεις του, να κόβει την αναπνοή εκατομμυρίων θεατών επί της Γης. Εκατομμύρια περισσότεροι απ’ όσους εννοούνε ν’ αντιδράσουνε στο τέρας, και εξαφανίζονται μες σε χαντάκια, σε ρεματιές ή στις αγροτικές ερημιές.

-      Από την ώρα πού ο Φρανκεστάϊν γίνεται στόλισμα νεανικού δωματίου, ο κόσμος προχωράει μαθηματικά στην εκμηδένιση του. Γιατί δεν είναι πού σταμάτησε να φοβάται, αλλά γιατί συνήθισε να φοβάται…


Ηχητικό ντοκουμέντο  «Όλοι ενωμένοι»


Πολλαπλασιαζόμαστε. Μεταμορφωνόμαστε.
Ο εχθρός σαπίζει, εκμηδενίζεται,
να το φωνάξουμε, να το διαδώσουμε.
Έπαιξε λάθος. Να πληρώσει το μονόλογο.
Τα δέρματα που κατεργάστηκε, τους ματωμένους που έθαψε,
Κι άλλα ανομολόγητα σε στόμα σφραγισμένο.

Θα 'ρθει καιρός
που θ'αλλάξουν τα πράγματα!
Να το θυμάσαι Μαρία!
Θυμάσαι,  Μαρία, στα διαλείμματα
εκείνο το παιχνίδι που τρέχαμε
κρατώντας τη σκυτάλη;
Μη βλέπεις εμένα, μην κλαις,
εσύ είσαι η ελπίδα!
Άκου, θα 'ρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς,
δε θα βγαίνουν στην τύχη
δεν θα υπάρχουν πόρτες κλειστές
με γερμένους απ'έξω,
και τη δουλειά θα τη διαλέγουμε,
δε θα 'μαστε άλογα
να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι, σκέψου,
θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες,
να φυλάξεις μοναχά
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις κι έννοιες σαν κι αυτές :
απροσάρμοστοι, καταπίεση,
μοναξιά, τιμή, κέρδος, εξευτελισμός,
για το μάθημα της Ιστορίας
Είναι, Μαρία, δε θέλω να λέω ψέματα,
δύσκολοι καιροί και θα 'ρθουνε κι άλλοι
δε ξέρω, μην περιμένεις κι από μένα πολλά
τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω.
Κι απ'όσα διάβασα ένα κράτησα καλά
Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος!
Θα την αλλάξουμε τη ζωή
...παρ'όλα αυτά Μαρία


Δρώμενο : Κάτω από το φως του στρόμπο (έντονο φως που αναβοσβήνει γρήγορα) τα παιδιά κινούνται αργά, ακούγεται το τραγούδι «που το πάνε το παιδί» - εκτέλεση rainingpleasure

τα παιδιά μένουν ακίνητα :

Και τώρα έβγα με βήμα ανάλαφρο
Στης ερειπωμένης πολιτείας
την παλιά σκηνή,γεμάτη υπομονή
μα και αμείλικτα το σωστό δείχνοντας.
Στον ανόητο παράβαλε τη Σοφία
Στο μίσος τη Φιλία,
Στο γκρεμισμένο σπίτι
το λαθεμένο σχέδιο.
Μα σ’αυτούς που δεν μαθαίνουν
δείξε με κάποια ελπίδα
το καλό σου πρόσωπο…


τα παιδιά κόβουν τις κορδέλες

Τραγούδι : Give peace a chance – John Lennon

Τα παιδιά συνοδεύουν με παλαμάκια, μπαίνουν στη σκηνή όλα τα παιδιά

Ενδιάμεσα στο τραγούδι απαγγέλονται οι στίχοι :
Πάω να φτιάξω άλλον έναν καφέ.
Μείνε λίγο ξάγρυπνη ακόμα
κρατώντας τούτη τη γραμμή ανοιχτή.


Τη γραμμή που χτίζει κάστρα
γύρω απ’ τα όνειρά μου.


Τη γραμμή που ρίχνει σωσίβια
κάθε που ναυαγώ στο φόβο.

Κράτα τη γραμμή ανοιχτή.
Βάρκα που ψάχνει έλεος
στα απάνεμα βράχια σου η ζωή μου.


Κράτα τη γραμμή ανοιχτή!
Το αίμα θα ξαναγίνει κρασί στη Κανά σου λέω!
Θ’ ακούσουμε ξανά παιδιάστικα γέλια σου λέω!
Θα πούμε ξανά τραγούδια στη θάλασσα σου λέω!
Θα πιούμε ξανά από ανοιξιάτικο ρυάκι σου λέω!


Κράτα μόνο τη γραμμή ανοιχτή!
Κράτα τη γραμμή ανοιχτή!
Κράτα, κράτα, κράτα………


Κι αν σας τα είπαμε όλα αυτά
Κι αν σας τα είπαμε όλα αυτά

είναι γιατί εδώ στη χώρα μας
εδώ στη χώρα μας

όπως κι αλλού,
παντού στον κόσμο

οι άνθρωποι ξεχνάνε
οι άνθρωποι ξεχνάνε

και η τρέλα
δεν θέλει πολύ
να φουντώσει πάλι

φτου ξανά κι απ’ την αρχή

Η παράσταση ολοκληρώνεται με ηχητικό ντοκουμέντο από το Πολυτεχνείο

Χρησιμοποιήθηκαν πεζά και ποιήματα των Γιώργου Σεφέρη, Ευγένιου Τριβιζά, Μπ. Μπρεχτ, Αζίζ Νεσίν, Κ. Γώγου, Κ. Θεοτοκά, Μήτσου Κασόλα, Ζωρζ Σαρή, Μάνου Χατζιδάκη. Στην επεξεργασία και τη συγγραφή κειμένων, το μαγικό της χεράκι έβαλε και η Φωτεινή Φραγκούλη.


Συγκεντρωμένο υλικό από την  ιστοσελίδα του Α'Συλλόγου Εκπαιδευτικών Αθηνών Π.Ε., a-athinwn.gr


Ηχητικά ντοκουμέντα του Πολυτεχνείου

$
0
0

Πεζά κείμενα για το Πολυτεχνείο

$
0
0

Κείμενα για την εξέγερση του Πολυτεχνείου, 17 Νοεμβρίου 1973


Πρώτη Μέρα:

Τετάρτη, 14 Νοέμβρη 1973

του Φώντα Κονδύλη (1939-2002)


            Χαράματα

            Ξύπνησα από ΄ναν εφιάλτη. Δεν ήταν τόσο το φίδι που με τρόμαξε, όσο η αίσθηση πως αν τολμούσα ν΄ ανοίξω τα μάτια μου, θάκανε μια «χραπ» και θα με καταβρόχθιζε, γιατί το φίδι, βόας τεράστιος, πύθωνας των τροπικών, βρισκόταν κουλουριασμένο στο κέντρο της μικρής μου κάμαρας, χοντρό, με το κεφάλι του στητό κοιτάζοντάς με καθώς κοιμόμουν, έτοιμο να με καταπιεί μόλις άνοιγα τα μάτια μου. Δεν μπορούσα να φανταστώ τις διαστάσεις του. Μπορούσα όμως με κλειστά τα μάτια να ζωγραφίσω τα χρώματά του, ιθαγενής εγώ στον τοίχο των σπηλαίων, με μόνο ξόρκι τις βαφές – οι φίλοι μου τ΄ αγριοβότανα. Κλειστά τα μάτια και τα χρώματα να ορμούν απ΄ όλες τις γωνιές στο κοίλον του πανικού μου. Αν καταφέρω να σε ζωγραφίσω, αν σ΄ αποδώσω πιστά, μ΄ όλη σου τη φριχτή μεγαλοπρέπεια, τότε θ΄ ανοίξω τα μάτια μου, φίδαρε, γιατί τότε θα μπορώ να σε σκοτώσω άκοπα, ακινητοποιημένος καθώς θάσαι στον τοίχο, έργο του τρόμου μου, μ΄ ένα όργανο αιχμηρό, στο κεφάλι, θα σου λιώσω το κεφάλι με την πέτρα, πρώτα αυτό, κι εσύ δε θα κουλουριαστείς στο κορμί μου, δε θα μπορέσεις, θα σούχω λιώσει κιόλας το κεφάλι, θα σε γδάρω μετά, με υπομονή, θα βρω τα εργαλεία, σιγά σιγά, το δέρμα σου, απ΄ το κεφάλι ως την ουρά, κι έπειτα θα φορέσω το δέρμα σου, και θάχω ψεύτικο κεφάλι. Τότε θ΄ ανοίξω τα μάτια μου, φίδι, πύθωνα, δράκε.

            Αργεί πολύ να ξημερώσει. Είδα κι έπαθα ώσπου ν΄ ανοίξω τα μάτια μου. Τώρα τι γίνεται; Αν τα ξανακλείσω, είναι βέβαιο πως αυτή τη φορά θα πέσω κυριολεκτικά μέσα στο λάκκο των λεόντων. Και νυστάζω. Ο ύπνος τουλάχιστον... Η αποχαύνωση. Να σηκωθώ καλύτερα. Σκέφτομαι πως τις μέρες αυτές τις σπαταλάω σε άσκοπες χρονοτριβές. Τι κοιμισμένος, τι ορθός, η ίδια αίσθηση αχρηστίας. Και μου κοστίζει ακριβά κάθε φορά η επιστροφή στις άγραφες σελίδες. Χαζεύω ενσυνείδητα. Κοιμάμαι πολύ. Παρηγοριέμαι έτσι. Άλλες φορές παρασύρομαι και πιστεύω πως πρέπει να κοιμάμαι λιγότερο, γιατί, λέει, έχω πολλά να κάνω, κι ακόμα περισσότερα να προσφέρω στους άλλους. Συγγραφέας λέει! Σκατά στα μούτρα μου έτσι που έχω καταντήσει.

            Τούτο το καλοκαίρι, είν΄ αλήθεια, δεν είχε καμιά δόξα για κανένα. Ο Παναγούλης φυλακή. Το ξημέρωμα φρίκη. Η Δικτατορία δαγκώνει λυσσασμένη όσο ποτέ. Η στέρηση κι η στέγνια έχουν πάψει πια νάναι άσκηση. Γίνηκαν κάτι αχαμνό και στείρο. Πενία. Είπα πως φταίει ο ήλιος και το ξεδιάντροπο φως, η χυδαιότητα της ασφάλτου, η προστυχιά των αυτοκινήτων κι αυτοκινούμενων νευρόσπαστων της χειρότερης πόλης του κόσμου. Στον «Αρίωνα» τίποτα δεν πάει καλά. Οι σχέσεις μας διαλυμένες. Το βιβλιοπωλείο που ανοίξαμε φαγάνα. Τα οικονομικά μας σπαραγμός. Αξιοπρέπεια μηδέν. Δεν έχουμε να πληρώσουμε ούτε το ούζο που πίνουμε κάθε βράδυ στην πλατεία – το πιο φτηνό που μπορείς να πιεις χωρίς να σε κάψει. Και καυγάδες. Ατέλειωτοι. Καυγάδες που ΄χουν την τραγικότητα του γελοίου. Κουβεντολόι γύρω απ΄ την κατάστασή μας και την πολιτική. Ισχυριζόμαστε πως έχουμε διαφορές αγεφύρωτες. Με κατηγορούν για εστετισμό και ιδεοφροσύνη. Αδιαφορώ λένε για την πραγματικότητα που σπαράζει γύρω μου κι είμαι τυλιγμένος σ΄ ένα σύννεφο υποκειμενισμού που μετατρέπει τα πάντα σε ατομιστική χαύνωση.

            Έτσι είν΄ όμως; Κι αυτός ο διχασμός που με κόβει στα δυο; Σχιζοφρένεια. Από τη μια τ΄ ανατριχιαστικά γεγονότα της εποχής – δικτατορία, συλλήψεις, όργιο και φασισμός – κι από την άλλη οι επιπτώσεις του απροκάλυπτου κακού στο χαρακτήρα μας – στο δικό μου κυρίως – η φοβία, οι νευρώσεις, η ηττοπάθεια κι ο μηδενισμός. Το ένα μου ζητάει να παρατήσω τα χαρτιά και τα μολύβια και ν΄ αρπάξω ό,τι βρεθεί στο χέρι μου, τ΄ άλλο με παρασέρνει σε αβύσσους αυτοεγκατάλειψης, σάμπως να πρέπει να τιμωρηθώ για το δισταγμό μου να πάρω μιαν απόφαση. Το ένα με ξεπερνάει σαν δυναμική ζωής, τ΄ άλλο μου θυμίζει την ακατάπαυτη μεταμόρφωση σχημάτων και εννοιών. Το ένα με σπρώχνει ν΄ αρπάξω το φραγγέλιο, τ΄ άλλο μου αναστέλλει την κίνηση, μια αέναη μετατόπιση απ΄ το ένα στο άλλο, απ΄ τη λαχτάρα για δράση, στην περίσκεψη, απ΄ τον πυρετικό οραματισμό, στην αίσθηση του μάταιου, από το θάρρος να κάνω ακόμα και σφάλματα, στο σκυθρωπό ζύγιασμα των πιθανοτήτων κι απ΄ την ψυχρή κριτική στην αλόγιστη συναισθηματική σπατάλη. Με ποιον να τα μοιραστώ όλ΄ αυτά; Το ζήτημα είναι να ξέρεις ν΄ αρχίζεις τη ζωή σου απ΄ την αρχή, κάθε λεπτό, μαζί με τους άλλους, να μοιράζεσαι μαζί τους την ανάσα σου και την ελιά που θα κρύβεις στο ντορβά σου για την ώρα της έσχατης ανυπακοής. Δεν ξέρω πια τι είν΄ εκείνο που ζητάμε. Η δημοκρατία τάχα, ή, το λιγότερο, η αποκατάστασή της; Υποψιάζομαι ότι κανείς δεν πιστεύει πια σε μια δημοκρατία που μηχανεύεται τυράννους. Η Κίνα μπλέκεται συχνά στη γλώσσα μας. Είναι σίγουρο πως εκεί πέρα κάτι συνταρακτικό γίνεται, μα πάντα εγώ τρομάζω κάθε φορά που βλέπω φωτογραφίες απ΄ τη μακρινή χώρα: πολλούς ανθρώπους μαζί, εκατοντάδες, χιλιάδες, ντυμένους όλους με το ίδιο ρούχο, μ΄ όλων στα μάτια την ίδια έκφραση, την ίδια στάση, το ίδιο χαμόγελο. Όλοι σαν άνθρωπος ένας! Είναι ασύλληπτο.


Η ώρα περνάει (το ρολόι μου έχει σταματήσει)

Και πώς να μην είναι; Πώς εμείς, οι δυτικοθρεμένοι, να μη νιώθουμε δέος στη σκέψη ότι μπορεί ν΄ αφομοιωθεί ο θλιβερός εγωισμός μας απ΄ την πλατύτερη αγκαλιά που γνώρισε ποτέ ο κόσμος; Ποτάμι μοναχικό που κυλά και χάνει το σχήμα του μόλις ρουφηχτεί απ΄ τη θάλασσα. Είναι καιρός να δούμε προς το μέλλον. Θ΄ αρέσει το μέλλον αυτό στους πολλούς. Οι λίγοι θα παραμεριστούν. Η ιστορία δεν έχει μνήμη, δεν έχει ηθική. Ζούμε σ’ εποχές συλλογικής μοίρας. Σε πείσμα της θηλειάς, του πολυβόλου και του φόβου, βρίσκει μια οπή το πνεύμα της μοίρας αυτής κι απλώνεται άξαφνα σαν κηλίδα λαδιού πάνω στο νερό. Κάποτε, σ΄ άλλες εποχές, η σφαγή της Χιλής δε θάφτανε ως εμάς. Κι αν έφτανε, θα είχε ξεθυμάνει σαν ήρεμο κυματάκι κι ας είχε ξεκινήσει από πολύ μακριά σα βιβλική θεομηνίθα. Τα μέσα επικοινωνίας... Το τηλέτυπο. Οι άνθρωποι του σκοταδιού τα χρησιμοποιούν όσο μπορούνε πιο πλατιά. Σωστά. Μεγάλωσε πια, και μεγαλώνει καθημερνά ο αριθμός των λαών που έχουν μια ελευθερία να θρηνούνε. Καθημερνά και πιο πολύ, η ανάγκη να εξουδετερωθούν, ν΄ αποβλακωθούν εκατομμύρια μάζες πάνω στον πλανήτη μας είναι η κύρια μέριμνα των μαζικών μέρσων ενημέρωσης της νεοαποικιοκρατίας. Όμως αυτά ακριβώς τα μέσα γίνονται κι ο λάκκος της. Αρκεί μια είδηση να φτάσει ως τις εσχατιές του πλανήτη μας, έστω και σακατεμένη, μια είδηση σφαγής συνήθως κι αγριότητας, για να φουσκώσει το κύμα εκατομμυρίων ανθρώπων πάνω στη γη που δεν πιστεύουνε πια στους ήρωες κανενός πολέμου, γιατί ο πόλεμος δεν είναι πια υπόθεση τιμής, δεν προασπίζεις πια κανένα πάτριο έδαφος, το έδαφός σου έχει από καιρό κατακτηθεί. Στην εποχή μας, ούτε η δικιολογία πια του εξωτερικού εχθρού αρκεί για να βγούνε στους δρόμους τα τανκς. Ο εχθρός είν’ εσωτερικός, υπήρχε μέσα μας από πάντα. Καραδοκούσε σε στρατώνες, χτυπώντας ανυπόμονα την άδεια καραβάνα του. Είμαστε σαν το νερό οι σκλαβωμένοι λαοί. Το σταματάς από δω, το φράζεις από κει, το κάνεις τέλμα, μα κείνο βρίσκει μυστικές οπές, τρυπώνει κι ανοίγει υπόγεια χάσματα και κυλάει. Αναιρεί το βούρκο. «Αισιόδοξη σκέψη» λέω μέσα μου. Αισιόδοξη σε μια εποχή που τελειοποιήσαμε τα όργανα της εξόντωσής μας. Παλεύουν, λένε, δυο θεριά. Ποιο θα νικήσει; Πού πάει ο πλανήτης μας;


Η ώρα περνάει (βάζω το ρολόι κουτουρού)

Δεν τα κατάφερα, λέω μέσα μου. Δεν τα κατάφερα να ξεκαθαρίσω κι αυτή τη φορά τις σχέσεις μου με το θέατρο. Οι πρόβες που έκανα στο καινούργιο έργο, όχι απλώς δε με γέμισαν, αλλά κι ανάγλυφα μου παρουσίασαν κι αυτή τη φορά τη ντροπή που λέγεται αστικό θέατρο. Τίποτε όσο ένας αστικός θίασος, τίποτε όσο αυτός – σκέφτομαι – δεν εκφράζει με τόση ενάργεια τις δομές του ίδιου του συστήματος και την επίδρασή τους πάνω στις σχέσεις των ανθρώπων: πόζα, ψευτιά, στόμφος και κουφότητα απ΄ τη μια, κι από την άλλη ψυχρός υπολογισμός, αδυσώπητη δημιουργία στεγανών, ιεράρχηση! Θεέ μου τι πρόστυχη λέξη! Τι αποτρόπαιη έννοια. Το μισώ αυτό το είδος θεάτρου. Δεν αδιαφορώ μισώντας το. Μακάρι να μπορούσα να συμβάλω στην καταστροφή του. Θυμάμαι την πρεμιέρα πριν από λίγο καιρό. Δε θυμόμουνα τίποτα απ΄ τα λόγια μου. Κόσμος πολύς στην πλατεία. Γέροι οι περισσότεροι. Νέοι καθόλου. Ανάμεσα στο πλήθος, γνωστές προσωπικότητες των γραμμάτων. Ο θίασος Χ. παρουσίαζε κάποιο έργο του Ζ. Το έργο άρχισε μέσα σε μια παγερή αναμονή. Το θυμάμαι σαν τώρα. Φτάνει το δεύτερο μέρος, κι η αναμονή εντείνεται. Το θέμα του έργου, δε γίνεται, θάρθει στιγμή που θα σαρκωθεί σε γνήσιο θέατρο. Δε βαριέσαι. Το έργο τελειώνει, η αναμονή μένει μετέωρη, το κοινό διαψεύδεται. Όχι ότι ο συγγραφέας δημιούργησε ελπίδες. Ο συμπαθής αυτός άνθρωπος, όταν ανάβουν τα φώτα της ράμπας για να φωτίσουν τα σκαριφήματα που ονομάζει θεατρικά έργα, γίνεται ένας αφελής κομπογιαννίτης, που πασχίζει να θεραπεύσει με ξόρκια και μαγιοβότανα έναν απλό πονοκέφαλο. Το κοινό καγχάζει. Αλλά στο τέλος του έργου χειροκροτεί. Θα έλεγα με θερμότητα. Το ίδιο αυτό κοινό που κάγχαζε και ειρωνευόταν ανοιχτά, ανεβαίνει στα παρασκήνια συγκινημένο και συγχαίρει από βάθους καρδιάς την πρωταγωνίστρια, το συγγραφέα και τους άλλους ηθοποιούς. Όταν φύγει από τα παρασκήνια, το ίδιο αυτό κοινό θ΄ αρχίσει με λύσσα αγριότερη από πριν τον καγχασμό και τη χλεύη. Αξιολάτρευτο, γοητευτικό κοινό της μπουρζουαζίας.


Μεσημέρι

Κατάθλιψη, κι ένα βούρκωμα ανεξήγητο μέσα μου. Ναι, ζω μια κοινή ζωή με τα παιδιά του Αρίωνα, όμως αυτή την εγκατάλειψη, αυτή την παγωνιά που διαπερνάει το στέρνο μου, πώς να την κάνω κοινό κτήμα μαζί τους; Τι είναι συλλογικότητα; Πού τελειώνουν τα όρια του ατόμου;

Το υπόγειο του Αρίωνα, στην Κυψέλη, είναι σα να βουβάθηκε. Μονάχα ένα ασπρόμαυρο γατί, κι εγώ. Ξαναδουλεύω τη «Δίκη του Μεσημεριού». Είναι η τρίτη μορφή της. Ελπίζω κι η τελευταία. Με κουράζει. Δεν προχωράει. Φαίνεται ότι με ξεπερνάει το υλικό. Τα χρώματα είναι σκληρά. Θέλουν απάλυνση. Το ρυθμό προπαντός. Άμα βρω το ρυθμό, θα κυλήσει. Δε γίνεται. Με παιδεύει πολύ το πρόσωπο της κοπέλας που την εκτελούν την ώρα που γράφει το σύνθημα στον τοίχο. Πώς θ΄ απολογηθεί στο στρατοδικείο αφού είναι πεθαμένη; Πρέπει να λύσω το πρόβλημα αισθητικά, όχι πραγματιστικά. Κι ο Έκτορας; Ο πρωταγωνιστής; Βρίσκω πως είναι φορτωμένος με πολλά υποκειμενικά δικά μου. Θα του αφαιρέσω βάρος. Πρέπει να γίνει διάφανος. Πρέπει να βρω τρόπο να του περάσω στοιχεία δικά μου, απ΄ τη δική μου ατομικότητα, αλλά να γίνουν βιώματα δικά του. Πώς όμως; Πώς;

Από τότε που ανοίξαμε το βιβλιοπωλείο, ένα μεγάλο μέρος παρηγοριάς μετατοπίστηκε. Ο Αρίωνας έγινε τώρα κάτι επίσημο και υπεύθυνο, κάπως μακρινό πια. Τις λίγες ώρες που μαζεύονται τα παιδιά, όταν κλείνει το βιβλιοπωλείο, εγώ απουσιάζω. Είμαι στο θέατρο και θρηνώ προκαταβολικά τις ώρες που χάνω. Το θέατρο δεν έχει κόσμο. Είκοσι ως εικοσπέντε άτομα σε κάθε παράσταση. Κι οι πιο πολλοί με προσκλήσεις. Τώρα μάλιστα που έχω αναλάβει να κάνω μια μετάφραση με κείμενα απ΄ τη Χιλή, η αίσθηση της σπατάλης του χρόνου με καταθλίβει. Όχι επειδή δεν έχω αρκετό χρόνο να μεταφράσω αυτά τα συγκλονιστικά κείμενα, μα επειδή η άμεση μετάφρασή τους είν΄ ό,τι ουσιαστικότερο θα μπορούσα να προσφέρω αυτή τη στιγμή.


Πεντέμισι το απόγευμα

Φεύγω. Το γατί νιαουρίζει. Όλοι λείπουν. Μπαίνω στο τρόλλεϋ. Σήμεα έχουμε δυο παραστάσεις. Είπα δυο-τρεις κουβέντες με τον κυρ Θανάση τον περιπτερά, ένα χρυσόν άνθρωπο, πάναγνο σαν νεροπηγή. Τα μάτια του και σήμερα μιλούσαν. Η διαδρομή ως το Σύνταγμα μου φαίνεται ατέλειωτη. Νιώθω αποχαυνωμένος. Η νέκρα θριαμβεύει πάνω μου.

Το πρώτο ρίγος στη ραχοκοκαλιάτο νιώθω όταν ακούω τις φωνές. Έρχονται από μπροστά οι φωνές, αξεδιάλυτες στην αρχή, οπωσδήποτε ρυθμικές, σα συνθήματα. «Πολυτεχνείο», φωνάζει ο εισπράχτορας, κι ανοίγει τις πόρτες.

Ο κόσμος ξεμπουκάρει, και μέσα στο τρόλλεϋ μπουκάρουν οι φωνές, ρυθμικές, αναρίθμητες φωνές παιδιών που φωνάζουν σα να τραγουδάνε. Και τότε δέχομαι ζεματιστό κατάστηθα το μήνυμα. Με εικόνες τούτη τη φορά. Τεράστια πανώ στα κάγκελα του Πολυτεχνείου, κι από μέσα, παιδιά σκαρφαλωμένα, κι ως έξω απ΄ την είσοδο παιδιά, νέα παιδιά, εκεί, γύρω στα είκοσι, κορίτσια αγόρια, να φωνάζουνε ρυθμικά. Μα τι φωνάζουνε; ακούω πλάι μου μια φωνή. Σε λίγο μ΄ άφησε το σύγκρυο. Το τρόλλεϋ έχει ξεκινήσει. Η νέκρα με ξανακυριεύει. Τίποτε δε γίνεται, λέω. Ο δικτάτορας δε θα τους πειράξει. Θα τους αφήσει να φωνάξουνε, να ξελαρυγγιαστούνε, να εκτονωθούνε, κι ύστερα μόνα τους θα φύγουνε. Τα παιδιά. Των 18 και 20 χρόνων. Έτσι έγινε και πέρυσι στη Νομική. Ακριβώς τέτοιο καιρό. Κλειστήκαν τα παιδιά στη Νομική δυο μέρες. Τη δεύτερη πείνασαν, κουράστηκαν, γύρισαν στα σπίτια τους. Προηγουμένως, βέβαια, πράκτορες μυστικοί είχαν ανοίξει από μέσα τις πόρτες και χύμηξαν οι αστυνομικοί με τα γκλομπς στο χέρι. Δείρανε με την ψυχή τους. Χόρτασαν. Τραυμάτισαν κιόλας. Τα παιδιά ξαναγύρισαν στα θρανία. Πέρυσι, τέτοιο καιρό, τα πράγματα στο Πολυτεχνείο πήραν άλλη τροπή. Κλειστήκαν κι εκεί τα παιδιά, κάποιος από μέσα άνοιξε τις πόρτες, χυμήξαν οι αστυνομικοί, τραυμάτισαν πολλά. Ταυτόχρονα, ο δικτάτορας ψήφιζε αναγκαστικό νόμο: αίρεται η αναβολή κατατάξεως στο στρατό. Τότε, πολλά παιδιά πήραν το δρόμο του στρατιωτικού, μέσα σε μιαν ατμόσφαιρα έντασης και τρομοκρατίας. Σείστηκε το πανελλήνιο. Αλλά σε λίγο τα πνεύμτα καταλάγιασαν. Νέα συγκλονιστικά γεγονότα μας έκαναν να ξεχάσουμε όλα τ΄ άλλα συγκλονιστικά που είχαν προηγηθεί: παραίτηση των στρατιωτικών της κυβέρνησης, συγκέντρωση όλων σχεδόν των εξουσιών στα χέρια του αυτοανακήρυχτου Προέδρου της Δημοκρατίας, ορκωμοσία Μαρκεζίνη και λοιπά. Είναι τρομαχτικό αυτό που συμβαίνει εδώ κι έξι χρόνια. Το κάθε τι που συμβαίνει είν΄ από μόνο του συγκλονιστικό. Φτάσαμε στο σημείο, οτιδήποτε καινούργιο να είναι συγκλονιστικότερο απ΄ όλα τα προηγούμενα, και αυτομάτως να σε κάνει να τα ξεχνάς. Κι ο χρόνος για την αφομοίωση του κάθε τι να είναι απελπιστικά λίγος. Πώς να τ΄ αφομοιώσεις όλα, να τ΄ αξιολογήσεις και να τα ταξινομήσεις; Ούτε καν να τα πληροφορηθείς δεν προφταίνεις. Έτσι ήταν που ξεχάστηκαν γρήγορα τα γεγονότα της Νομικής μπροστά στο σκάνδαλο Γουώτεργκεητ, που ανακήρυξε το Νίξον ως το μεγαλύτερο παλιάτσο όλων των εποχών, έτσι ξεχάστηκε η στράτευση των φοιτητών μπροστά στη σφαγή της Χιλής, για να ξεχαστούν σιγά-σιγά κι οι σφαγές της Χιλής μπροστά στην ανακήρυξη του γελωτοποιού Μαρκεζίνη σε πρωθυπουργό της χώρας μας, μιας χώρας που άρχισε κιόλας να πεινάει, να κρυώνει και να διαστέλει τα μάτια πιο πολύ. Έτσι είπα μέσα μου, έπειτα απ΄ τον πρώτο συγκλονισμό – «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία» – είπα μέσα μου ότι κι αυτό το συγκλονιστικό από μόνο του γεγονός να κλειστούνε και πάλι τα παιδιά μες στο Πολυτεχνείο, θα οδηγηθεί στο ίδιο φινάλε, για ν΄ αρχίσει αμέσως κάτι άλλο, μέσα στα πλαίσια πάντα της αμφίβολης ανοχής των αρχών, και της ανοργανωσιάς που δέρνει την αγανάκτηση του λαού. «Θα εκφυλιστεί» λέω μέσα μου, και μπαίνω στο θέατρο.


Αργά το βράδι

Μετά τις δύο παραστάσεις. Η Ιωάννα κι εγώ. Πήραμε να κατεβαίνουμε την Πανεπιστημίου. Με την Ιωάννα παίζουμε μαζί στο ίδιο έργο. Οι κριτικοί μάς γράψανε καλά. Για μας τους δυο. Καλά. Είχαμε διαβάσει ολόκληρη την κριτική νωρίς το βράδι πριν την παράσταση, και τότε καταλάβαμε γιατί ο θίασος μάς έκανε μούτρα. Είχαμε γελάσει. Η Ιωάννα θα πήγαινε στα Βριλήσσια, στο σπίτι της. Θα τηνε πήγαινα ως την αφετηρία, κι έπειτα θάφευγα κι εγώ. Η αφετηρία για το σπίτι της είν΄ ακριβώς πάνω απ΄ το Πολυτεχνείο.

— Λες να γίνουνε τίποτα επεισόδια; με ρωτάει η Ιωάννα.

            Έχω το χέρι μου περασμένο στον ώμο της.

            — Δε φαντάζομαι. Δε βλέπεις γύρω σου την ησυχία; της απαντάω.

            Άδεια σχεδόν η Πανεπιστημίου. Μόνο ταξί που κατεβαίνουν προς την Ομόνοια.

            — Τι ωραία που είναι η Αθήνα δίχως κόσμο... λέω αφηρημένα. Και το πιστεύω αυτό που λέω.

            — Δεν έχει λεωφορεία; Τι ώρα είναι; με ρωτάει.

            Τότε κι εγώ αντιλαμβάνομαι πως δεν υπάρχουν λεωφορεία. Τα λεωφορεία Αμπελόκηποι – Πατήσια που περνούν ακριβώς μπροστά απ΄ το Πολυτεχνείο...

            Με πιάνει σύγκρυο για δεύτερη φορά.

            — Πώς δεν έχει! της απαντάω. Απλούστατα είναι περασμένη η ώρα κι έρχονται κάθε τέταρτο.

            Στα χέρια μου κρατάω τη μπροσούρα για τη Χιλή. Στο εξώφυλλο, ένα τεράστιο κόκκινο αστέρι αριστερά, και στο κέντρο, γαλάζιος ένας χάρτης όλης της Νότιας Αμερικής, μόνο της Νότιας Αμερικής. Εκεί, προς τα πάνω, που πλαταίνει η Νότια Αμερική, και γίνεται σαν παλάμη, ένα τουφέκι οριζόντιο που το κρατάει σφιχτά αυτή η ίδια παλάμη, αυτή η ίδια κι ολάκερη Νότια Αμερική. Ταυτόχρονα βλέπουμε και τους μπάτσους. Έρχονται από δεξιά. Μπρος στο Πανεπιστήμιο, κλούβες γεμάτες μπάτσους που περιμένουν.

            — Κρύψε το βιβλίο στο ταγάρι σου, της λέω.

            Το ταγάρι της κρέμεται στον αριστερό ώμο της, απ΄ τη δική μου μεριά. Βάζω τη μπροσούρα στο ταγάρι. Η Ιωάννα, ως συνήθως, κουβαλάει μες στο ταγάρι της ό,τι μπορεί να βάλει ανθρώπου νους. Η μπροσούρα δε χωράει. Φαίνεται. Δε σταματάμε να περπατάμε. Οι μπάτσοι μας φτάνουν. Σφιγγόμαστε πιο πολύ ο ένας πάνω στον άλλο. Περνάμε ανάμεσά τους. Άγρια πρόσωπα, κιτρινωπά, καφετιά.

            — Λες να επιτεθούν; ξανά η Ιωάννα.

            — Γιατί να επιτεθούν; Άλλωστε, δε γίνεται τίποτα σπουδαίο. Μια απλή συγκεντρωσούλα. Φοβάσαι;

            — Ναι. Φοβάμαι τη βία.

            — Αυτοί κάνουνε τη δουλειά τους, λέω πιο πολύ για να την καθησυχάσω. Κι είναι πολύ φυσικό να υπάρχουν αστυνομικοί όπου υπάρχουν συγκεντρώσεις...

            Και νιώθω σε μια στιγμή να την τραβάω για να περπατήσουμε πιο γρήγορα καθώς πλησιάζουμε στα Χαυτεία.

            — Δεν ακούω φωνές. Θα έφυγαν φαίνεται. Τι λες; μιλάει πάλι η Ιωάννα.

            — Α! Σίγουρα! της απαντάω και νιώθω να την τραβάω ακόμα πιο πολύ.

            — Τι με τραβάς; Ας περπατάμε πιο σιγά. Είναι ωραία η βραδιά.

            Στρίβουμε στα Χαυτεία. Παίρνουμε δεξιά την Πατησίων. Όσο προχωράμε προς το Πολυτεχνείο, διασταυρωνόμαστε με αραιούς διαβάτες στην αρχή, έπειτα πέφτουμε πάνω σε μικρές ομάδες που πυκνώνουν ολοένα. Οι φωνές, από μακριά ακόμα, φτάνουν στ΄ αυτιά μας σαν απροσδιόριστο κάλεσμα. Εκεί είν΄ ακόμα! λέω μέσα μου, και κάποια ταραχή, μισή χαρά, μισή φόβος, με κάνει ν΄ ανοίξω ακόμα πιο πολύ το βήμα μου. Η Ιωάννα, γατζωμένη απάνω μου, με ακολουθεί με δυσκολία όσο ο κόσμος πληθαίνει γύρω μας, κι οι φωνές γίνονται όλο και πιο ξεκάθαρες. Αστυνομία πουθενά.

            Περνάμε τη Χαλκοκονδύλη και πέφτουμε πάνω στο μεγάλο πλήθος, κι ανοίγουμε τ΄ αυτιά μας στις φωνές, κι αναγαλλιάζει κάτι στο στήθος μου.

            — Πότε μαζεύτηκε τόσος κόσμος; λέω. Τ΄ απόγευμα που πέρασα, ήταν πολύ λίγος. Πώς μαζεύτηκαν τόσοι πολλοί;

            — Άρα, η κυκλοφορία έχει σταματήσει, κι όχι πως είναι αργά και πως τα λεωφορεία περνάνε κάθε τέταρτο, λέει η Ιωάννα.

            — Όχι βέβαια, όχι βέβαια, κι ανοίγω το βήμα μου. Τη σέρνω κυριολεκτικά. Την ώρα αυτή, μια τεράστια κραυγή, σάμπως βγαλμένη από μυριάδες στόματα, κάνει τις βιτρίνες να τρίζουν.

            «Απόψε, Πεθαίνει, ο φα-σι-σμός»

            Κοκκαλώνουμε κι οι δυο. Έχουμε φτάσει στη Στουρνάρα. Δέκα μονάχα βήματα μάς χωρίζουν απ΄ το πεζοδρόμιο του Πολυτεχνείου.

            «Έξι χρόνια είν΄ αρκετά, δε θα γίνουνε εφτά»

            «Κάτω η Χούντα»

            — Ξενοφώντα, εγώ θα στρίψω δεξιά, λέει η Ιωάννα αποφασιστικά. Δε μπορώ να σ΄ ακολουθήσω. Έλα και συ. Μην πας. Πάμε από δω.

            — Όχι Ιωάννα. Ας χωρίσουμε εδώ καλύτερα. Καληνύχτα.

            — Πρόσεχε! Πρόσεχε σε παρακαλώ.

            Τη χαιρετάω κι ετοιμάζομαι να περάσω απέναντι. Κάνω δυο – τρία βήματα. Τότε θυμάμαι το βιβλίο. Στρέφω, ψάχνω να τη βρω εκεί που χωρίσαμε πριν από λίγο. Πήχτρα ο κόσμος. Ξαναγυρίζω. Ανοίγω δρόμο με τους αγκώνες μου, φωνάζω Ιωάννα, δεν ξέρω γιατί, δε θέλω απόψε ν΄ αποχωριστώ τη Χιλή. Σε αρκετή απόσταση, κάποιο γυναικείο ξανθό κεφάλι γυρίζει προς τα πίσω.

            — Το βιβλίο! της φωνάζω. Ξέχασα να πάρω το βιβλίο.

            Τηνε καληνυχτίζω ακόμα μια φορά και ξαναγυρίζω. Χώνουμαι μέσα στο πλήθος, σα να ζητάω να προφυλαχτώ. Στέκομαι για λίγο στο απέναντι πεζοδρόμιο, και σε λίγο πραγματοποιώ τα δέκα μεγάλα βήματα της ζωής μου, ως εκεί που αρχίζει το πεζοδρόμιο του Πολυτεχνείου, οι τοίχοι του, τα τείχη του κι η ζωή του.

            Περπατάω αργά, σα να ξύπνησα άξαφνα στο κέντρο κάποιου εξαίσιου παραμυθιού. Ποτέ δεν είδα τόσα πρόσωπα φωτεινά, ποτέ τη νιότη δεν την αντίκρυσα με τόσες τύψεις για μιαν άλλην νιότη χαμένη άδοξα. Ηλεκτρίζομαι. Βαδίζω σαν υπνωτισμένος, μ΄ ένα μούδιασμα ακόμη στα μέλη μου, με δυσκολία στη φωνή μου. Πόσο καιρό τηνε περίμενα μια στιγμή τέτοια! Κλείνω τα μάτια σε μια στιγμή κι αφήνομαι να με παρασύρουν οι φωνές, να χορτάσω ύμνους, να πλημμυρίσουνε τα κύτταρά μου ηχοφωτιές, να γίνω ολάκερος ένας ηχοβασίλειο. Πόση δίψα για φωνές! Θεέ μου, πόσο την είχα συνηθίσει τέτοια δίψα, και δεν τόξερα.

            Κι αρχίζω αργά την περιπλάνηση ανάμεσα στα πρόσωπα και τα μάτια. Απόψε, όλος ο κόσμος μοιάζει σα να κατοικήθηκε από μάτια και χείλη. Παιδιά, όλα παιδιά, κανένα κάτω απ΄ τα δεκάξι, κανένα πάνω απ΄ τα εικοσιδυό. Κάποιος ρωτάει την ώρα. Κάποιος άλλος του λέει πως είναι δωδεκάμισι τη νύχτα. Πώς τόσο γρήγορα απ΄ το Ψωμί, την Παιδεία, πώς τόσο γρήγορα απ΄ την Ελευθερία του απογεύματος να φτάσουμε ως εδώ, ως αυτή τη στιγμή της ύστατης άρνησης;

            Κοιτάζω προς τα πάνω άθελά μου. Στις ταράτσες των κτιρίων. Κι η σκέψη με παραλύει. Κάνω να το βάλω στα πόδια. Κάποιος μέσα μου με γραπώνει απ΄ το λαιμό. «Εδώ θα κάτσεις. Πρώτα θ΄ αποφασίσεις  για το φόβο σου, κι έπειτα θα φύγεις. Γι΄ απόψε τουλάχιστο». Το βλέμμα μου απογειώνεται και πάλι στις ταράτσες και τα μπαλκόνια των τελευταίων ορόφων. Από κει, λέει, από κει άξαφνα να ξεπροβάλουν. Οι κάννες. Οι κάννες των πολυβόλων στραμμένες όλες καταπάνω μας. Και χωρίς καμιά προειδοποίηση ν΄ αρχίσουν να φτύνουν...

            Αυτή τη φορά δε μούρχεται να το βάλω στα πόδια. ‘Εχω κιόλας δει τις κοπέλες με την ποδιά του σχολείου, τ΄ αγόρια με τα μπλου τζηνς και τα μακριά μαλλιά και τα γένεια, να σταματάνε τ΄ αυτοκίνητα και να γράφουνε πάνω τους συνθήματα, λεωφορεία, γιώτα χι, ημιφορτηγά που έρχονται προς το κέντρο, πολλά αυτοκίνητα, αφύσικα πολλά για τέτοιαν ώρα προχωρημένη, να γράφουνε πάνω τους συνθήματα, και να ζητάνε από τους οδηγούς να βαράνε συνέχεια τα κλάξον, και να φωνάζουν μαζί τους κι αυτοί για το φασισμό που απόψε πεθαίνει, τα έχω δει όλ΄ αυτά. Πώς να το βάλω στα πόδια; Κάποιο παιδί μ΄ αναγνωρίζει μες στο πλήθος.

            — Φώντα!

            Στρέφω να δω.

            — Σώτο!

            Με πλησιάζει. Είναι μαζί του και κάποιο άλλο παλικάρι.

            — Εσύ; Πώς βρέθηκες εδώ; λέω σα να ψελλίζω.

            — Εδώ είν΄ η θέση μου, απαντάει χωρίς χαμόγελο.

            — Πόσο χαίρομαι... Τι να πω. Θες τσιγάρο;

            — Ναι, ξέμεινα τελείως. Τα μοίρασα όλα.

            — Πάρε, δώσε και στο φίλο σου.
           
            Του απλώνω όλο το κουτί. Τότε το βλέπω.

            — Τι έπαθε το χέρι σου; Τόσπασες;

            Το χέρι του τ΄ αριστερό, είναι βαλμένο στο γύψο. Μέχρι τον αγκώνα.

            Γελάει ο Σώτος...

            — Όχι, δεν τόσπασα... και μου κλείνει το μάτι.

            Τα χάνω. Το δικό μου μάτι πέφτει τώρα και στο χέρι του φίλου του, τ΄ αριστερό. Κι αυτουνού το χέρι σπασμένο. Κι άξαφνα, παραβιάζεται η μακάρια αθωότητά μου.

            — Κρατάς απάνω σου καμιά κιμωλία; ρωτάει ο Σώτος.

            — Κιμωλία; Πώς; Όχι... τραυλίζω. Δεν το σκέφτηκα.

            — Καλά, δεν πειράζει, μου χαμογελάει ο Σώτος. Θα ζητήσω από κάποιον άλλο.

            Κι απομακρύνεται ο Σώτος, και περνάει ανάμεσα απ΄ τ΄ αυτοκίνητα, που σταματούν για λίγο, φορτώνονται συνθήματα, κι έπειτα ξεκινούν κορνάροντας ρυθμικά για να τα μεταδώσουν στα πέρατα της ελπίδας, και ξανάρχεται ο Σώτος, λίγο πιο κάτω από κει που ΄μαι εγώ, κι αρχίζει πάλι να γράφει με κόκκινη κιμωλία, ο Σώτος, να γράφει σε τζάμια, σε παρ-μπριζ, σε πόρτες και θόλους αυτοκινήτων, συνεχίζει να γράφει, παιδί δεκαοχτάχρονο ο Σώτος, κλεμμένο ανάστημα κυπαρισσιού, συνεχίζει να γράφει την καινούργια ιστορία που άρχισε σήμερα το πρωί.

            Τα μάτια μου τρέχουνε. Περίεργο! Κλαίω. Κλαίω επί τέλους.

            Παίρνω το δρόμο για το σπίτι μου. Πάω να ξεσηκώσω ό,τι βρω. Χαρτιά, μολύβια, κιμωλίες, μαρκαδόρους, κραγιόνια και νερομπογιές. Θα ξανάρθω. Ξεκαθάρισα πια θαρρώ τους λογαριασμούς μου με το φόβο. Περπατάω βιαστικά. Βγαίνω απ΄ το πλήθος. Πίσω μου οι φωνές και τα συνθήματα, μοιάζουν δοξαστικό για κάποιο άγνωστο ξημέρωμα που πλησιάζει.



Τάκης Χατζηαναγνώστου
Ένας πολίτης ελεεινής μορφής
....................................................................................
Ωστόσο οι μηχανές μήτε από ιστορία ξέρουν, μήτε από καρδιά. Οι ερπύστριες γύρισαν. Το αγριο τέρας, αναποδογύρισε τη γυναίκα, μάτσισε την άσφαλτο, σκαρφάλωσε στο πεζοδρόμιο. Τα παιδιά, αλύγιστα, τραγουδούσαν ασταμάτητα μπροστά του, σκαρφαλωμένα σαν άγγελοι θεού πάνω στα κάγκελα της πύλης. Μαζί τους πάντα κι εκείνος κι δυό του γιοί. Το τέρας μούγκρισε, πήρε φόρα, ώρμησε. Η πύλη γκρεμίστηκε στο λεφτό, έγινε  άμορφος σωρός, χώματα, σίδερα. Ο όλεθρος κι θάνατος πέρασαν από πάνω αδάκρυτοι, αλέθοντας πέτρες, τραγούδια και σάρκες.
                                                ***
Με την αύριο, όταν οι δυνάμεις της «εξουσίας» καθάριζαν τον τόπο της σφαγής απ’ τα αίματα κα τις άλλες ακαθαρσίες, βρήκαν μες στο σωρό ένα κομμάτι ξεσκισμένο σακκακιού, με μιαν ανοιχτή τσέπη να χάσκη μπροστά στα βαριεστημένα τους μάτια. Μεσ’ απ’ αυτήν την τσέπη ξεμύτιζε ένα βρώμικο χαρτί. Το τράβηξαν, το εξέτασαν. Διάβασαν τούτα τα γράμματα με μολύβι.
                Κ α τ α γ γ έ λ λ ω
Κ α τ α γ γ έ λ λ ω  τ ο ν  ε α υ τ ό  μ ο υ ,  π ο υ  δ ε ν  ξ ύ π ν η σ α  π ι ο  μ π ρ ο σ τ ά ,  π ο υ  δ ε ν  ξ ε σ η κ ώ θ η κ α  π ι ο  μ π ρ ο σ τ ά ,  ν’ α ν τ ι σ τ α  θ ώ  σ τ η  β ί α 
κ α ι  σ τ ο ν  τ ρ ό μ ο .
Κ α τ α γ γ έ λ λ ω  τ ο ν  ε α υ τ ό  μ ο υ ,  π ο υ  υ π ή ρ ξ α  έ ν α ς  π ο λ ί τ η ς  ε λε  ε ι ν ή ς  μ ο ρ φ ή ς .   



Το Νοέμβρη, λοιπόν - Νίκος Σαραντάκος


Από τότε που το τανκς εκείνο το Νοέμβρη γκρέμισε την κεντρική πύλη τού Πολυτεχνείου, της οδού Πατησίων, η είσοδος αυτή δεν χρησιμοποιείται· εκείνη η συγκεκριμένη καγκελόπορτα, βέβαια, ρημαγμένη απ’ τις ερπύστριες, ωστόσο όχι ολότελα ξεχαρβαλωμένη, φυλάγεται κάπου σαν κειμήλιο του αγώνα και μοναχά στους γιορτασμούς εκτίθεται στο κοινό προσκύνημα. Αλλά και η τωρινή η πόρτα σπανιότατα ανοίγει, κι αυτό σ’ ανάλογες περιστάσεις, κατά τις επετείους δηλαδή. Μόνο τα παραπόρτια της άνοιγαν συχνά-πυκνά, αλλά κι αυτά τώρα κλειστά τα κρατούν, θαρρώ· έτσι όλος ο κόσμος, καθημερνώς, από τις πύλες των οδών Στουρνάρα και Τοσίτσα μπαινοβγαίνει, αλλά καθώς αυτή η τελευταία τα απογέματα κλείνει νωρίς, οι πιο πολλοί απ’ τη Στουρνάρα εξυπηρετούνται. Μπροστά στην πόρτα αυτή κόσμος μαζεύεται όχι μόνο τα πρωινά, αλλά ολημέρα, γιατί έχει καθιερωθεί από τους φοιτητές σαν μέρος για να δίνουν ραντεβού· κι έτσι, σε ώρες καίριες, σημαδιακές εξόδου, οχτώ-οχτώμιση ας πούμε, ή κι αργότερα, πλήθος θα βρεις εκεί να περιμένει, είτε πολλούς μαζί να κουβεντιάζουν μεγαλόφωνα, είτε μοναχικούς στημένους να μέμφονται το έτερον ήμισυ κοιτώντας κάθε λίγο το ρολόι τους, και δεν είναι σπάνιο δυο ή τρεις ξεχωριστές παρέες που ’χουνε δώσει εκεί τα ραντεβού τους να ενωθούν, κι όλοι μαζί να πάνε στο σινεμά ή στην ταβέρνα ή όπου αλλού. Συνήθως κάποιος αργοπορεί περισσότερον του δέοντος, οπότε οι σύντροφοί του φεύγουν αφήνοντας του μήνυμα, «Γιάννη θα ’μαστε εκεί κι εκεί», γραμμένο πάνω σε μια απ’ τις αφίσες — κατά προτίμηση να έχει άσπρο φόντο — που θα σκεπάζουν τις κολώνες εκατέρωθεν της πόρτας· γιατί οι αφίσες διακοσμούν ολοχρονίς τους εξωτερικούς τοίχους τού «ιδρύματος», ιδίως δε τις δυο πλευρές τού τετρα­γώνου, από την Πατησίων και τη Στουρνάρα, που και πιο πολυσύχναστες είναι, και άφθονο ωφέλιμο χώρο προσφέρουν στον αφισοκολλητή· βλέπεις, απ’ τη μεριά τής Μπουμπουλίνας το κτίριο έχει κάγκελα όπου ως γνωστόν είναι αδύνατο να κολληθεί επιτυχώς χαρτί, ενώ η Τοσίτσα είναι δρόμος ιδιόμορ­φος, στα εκεί παγκάκια και παρτέρια την αράζουν τουρίστες, υπερήλικες και ζευγαράκια ερωτευμένα που η πείρα απέδειξε πως σπάνια προσέχουν τη φωνή των τοίχων· έχει κι αυτή όμως το μερίδιό της. Στους τοίχους άλλωστε, εκτός από αφίσες, βρίσκεις και συνθήματα· άλλα είναι γραμμένα σε χαρτί και κολλημένα, οπότε λέγονται χαρτοπανώ, και άλλα έχουν κατευθείαν φιλοτε­χνηθεί — με σπρέι και σπανιότερα μπογιά — απάνω στο γυμνό τοίχο· γράφουνε και με μαρκαδόρο, συνήθως ευφυολογήματα, αλλά αυτά δεν είναι ορατά παρά μονάχα εκ του πλησίον και δεν μπαίνουν στο λογαριασμό. Παλιότερα, όλη αυτή η δραστηριό­τητα δεν άρεσε καθόλου στη Σύγκλητο του ιδρύματος και σε τακτά χρονικά διαστήματα πλάκωνε συρφετός ολόκληρος κλη­τήρες, επιστάτες, θυρωροί, που αρματωμένοι με μάνικες και βούρτσες, με σπάτουλες και άλλα αιχμηρά αντικείμενα απογύ­μνωναν τους τοίχους μ’ αξιοπρόσεχτη επιμονή και υπομονή και έσβηναν, σκεπάζοντάς τα με μπεζ μπογιά, όσα συνθήματα ήσαν γραμμένα· παράλληλα, σε περίοπτα κι απρόσιτα σημεία, ψηλά-ψηλά, χέρι ανθρώπου να μη μπορεί να τα ζυγώσει, κάρφωσαν πινακίδες όμορφες μεταλλικές, που μας προέτρεπαν να σεβα­στούμε το μνημείο· του κάκου βέβαια, γιατί εμείς οι ασεβείς διαρκώς κολλάγαμε, παρόλο που μας λέγαν ακαλαίσθητους. Και για να πούμε του στραβού το δίκιο, ακόμα και από αισθητικής πλευράς, συνήθως ήταν όμορφο το κτίριο ντυμένο ολόγυρα λογιώ-λογιώ πολύχρωμες αφίσες να σχηματίζουν διάφορα περίεργα κολλάζ όπως τυχαία βρίσκονταν η μια δίπλα και πάνω από την άλλη –και οπωσδήποτε, πολύ πιο όμορφο ήτανε τότε, παρά μετά από κάθε «επιχείρηση αρετής» του αφισοκτόνου αποσπάσματος, άθλιο θέαμα πεδίου μάχης οι τοίχοι, γεμάτοι ξέφτια θλιβερά χαρτιού, με τόπους-τόπους γκρίζα ή μπεζ μπαλώματα και από κάτω να αχνοφαίνονται τα ρωμαλέα κόκκινα γράμματα των συνθημάτων αλλά είπαμε –σύστημα λερναίας ύδρας, Παρασκευή απόγεμα τα καθαρίζανε, Δευτέρα βράδι είχαν πάλι ξεφυτρώσει και η διελκυστίνδα συνεχίστηκε μέχρι που πάψαν ν’ ασχολούνται με την αισθητική και την καθαριότητα οι συγκλητικοί μας.
Σε εποχές αναβρασμού, περιόδους προεκλογικές λογουχάρη ή παραμονές επετείων, του Νοέμβρη ή της Πρωτομαγιάς, η μάχη τής αφίσας είναι έντονη και ο καθείς μη βρίσκοντας χώρο ελεύθερο σκεπάζει αυτά που ο προηγούμενος είχε κολλήσει καλύπτοντας με τη σειρά του κάποιον τρίτο. Αν και υπάρχει κάποιος εξαιρετικά λεπτομερής και πλατιά γνωστός κώδικας καλής συμπεριφοράς που διέπει τα της αφισοκόλλησης, πότε και πώς επιτρέπεται δηλαδή τον άλλο να σκεπάσεις και πότε όχι, αυτός τηρείται μόνο τον καλό τον καιρό, γιατί όταν έρχεται η φούρια, ας πούμε την παραμονή τής σημαδιακής μέρας, κανείς δεν υπολογίζει ιδιαίτερα τα σαβουάρ βιβρ και φυσικά αντεγκλή­σεις κι επεισόδια δεν λείπουν· καθώς μάλιστα οι αφισοκολλητές κουβαλούν εργαλεία αν όχι φονικά πάντως επίφοβα, τη βούρτσα και το μπουγέλο με την κόλλα σα να λέμε, η κάθε τέτια μικροαψιμαχία μπορεί ν'αφήσει ανεξίτηλα τα ίχνη της — για να εισπράττουν οι στεγνοκαθαριστές και να σιχτιρίζουν οι μανάδες. Πάντως, το Νοέμβρη τουλάχιστο, τις τελευταίες-τελευταίες μέρες η ΕΦΕΕ συστήνει — κι όλοι υπακούουν — να μην κολλιούνται αφίσες οργανώσεων και κομμάτων, παρά μονάχα ενωτικές· έτσι, πέφτει λιγάκι ο πυρετός, και ύστερα, όταν τελειώσει η ιστορία, ο κλητήρας με μια του κίνηση έρχεται και ξεκολλά μια παχύτατη φλούδα χαρτί που περικλείνει όλο το φάσμα των πολιτικών δυνάμεων, από τη δεξιά ως την άκρα αριστερά σε στρώματα επάλληλα, σαν σε κρεμμύδι, η επανά­σταση κι η αντεπανάσταση μαζί. Ωστόσο, τις υπόλοιπες τις μέρες, όταν οι επέτειες είναι μακριά, η προσφορά είναι πιο πολλή από τη ζήτηση και δεν υπάρχει κώλυμα στο κόλλημα· τότε εμφανίζονται και ωραία μεγάλα χαρτοπανώ φτιαγμένα με μεράκι,  που  αφορούν τα εκάστοτε προβλήματα του χώρου, χειρόγραφες εφημερίδες τοίχου των σπουδαστών των γύρω τεχνικών σχολών, καμιά αναρχική στη χάση και στη φέξη, αλλά και καλλιτεχνικές που διαφημίζουν κάποια παράσταση ή συναυλία· εμπορικές αφίσες όμως δεν ευδοκίμησαν ποτέ εδώ και καλά να πάθουν γιατί παλιότερα, που αφισοκόλληση εκτός πανεπιστημιακού ασύλου σήκωνε αυτόφωρο χωρίς εξαγορά, κίνδυνος μεγαλύτερος κι απ’ την αστυνομία ήσαν τα διάφορα γραφεία ταξιδιών, τα οποία εν ριπή οφθαλμού γέμιζαν την Ακαδημίας με διαφημίσεις για εκδρομές στην Πόλη ή στο Λονδίνο και σκέπαζαν κάθε πολιτική αφίσα χωρίς να λογαριά­ζουν τον κόπο μας τον αφιλοκερδή.
Από την πόρτα τής οδού Στουρνάρα μπαίνεις στο προαύλιο· δεξιά τω εισερχομένω βρίσκεται το πιο διάσημο κτίριο του συγκροτήματος, το κτίριο Γκίνη, που λέγεται έτσι σε ανάμνηση κάποιου πρύτανη, κι έτσι ο χώρος ο μετά την είσοδο έχει επικρατήσει να λέγεται «στου Γκίνη», το ίδιο κι η πόρτα· πάντα υπάρχει κόσμος στο προαύλιο πλήθος, το μέρος όμως βρίσκεται στις δόξες του το τριήμερο του γιορτασμού, το Νοέμβρη. Πρώτα-πρώτα, με κάποιο τρόπο κλείνεται συμφωνία μυστική με τα στοιχεία τής φύσης και τόσα χρόνια, κάθε που γιορτάζει το Πολυτεχνείο ο καιρός τρεις μέρες μένει χαρωπός, σχεδόν αίθριος έως νεφελώδης, κι αν συννεφιάσει δε θα βρέξει, κι αν βρέξει θα ’ναι σύντομο ψιχαλητό. Κείνες τις μέρες λοιπόν, ανοίγουν λες πιο διάπλατα οι πύλες του ιδρύματος για να δεχτούνε τους προσκυνητές, κι είναι τόσοι πολλοί αυτοί που χάνεις το λογαριασμό· γεμίζει φίσκα η αυλή, μία πολύχρωμη πολύβουη βαβέλ ο κόσμος, αλλά οι πιο ζωντανές παρουσίες είναι τα γυμνάσια και τα λύκεια, συντεταγμένα τμήματα καθώς βαδίζουν με το στεφανηφόρο επικεφαλής φωνάζοντας συνθή­ματα με τις φωνές τους τις εφηβικές τις λίγο τσιριχτές, κάπως παράταιρα να βγαίνουν, να χτυπούν παλαμάκια και να τραγου­δούν, χαμογελαστά να προχωρούν προς τα μέσα, να τους χειρο­κροτούν οι γύρω, έρχονται λοιπόν, καταθέτουν το στεφάνι τους εκεί μπροστά, πλάι στα άλλα, ύστερα σκορπούν και την αράζουν μπουλούκια-μπουλούκια στα παρτέρια τής αυλής, τα κορίτσια που ’χουν γίνει δεκατέσσερα χρονώ με το χαρακτηριστικό χαχανητό τής ηλικίας, χωρίς όμως πια την ομοιομορφία τής ποδιάς, με τα επετειακά αυτοκόλλητα των οργανώσεων πλάκα στο στήθος σαν παράσημα θαυμαστών κατορθωμάτων και με τα μάτια λαμπερά, ζουζουνίζουν για κάμποσο στο προαύλιο, μία ώρα, δυο, έπειτα φεύγουν, αλλά διαρκώς άλλα γυμνάσια έρχο­νται κι ολημερίς θα χρωματίζουν τα παιδιά τη γιορτή· όλη αυτή την ώρα τα μεγάφωνα που για το γιορτασμό έχουν τοποθετηθεί παίζουν τραγούδια αγωνιστικά, την ηχογραφημένη εκπομπή απ το σταθμό των φοιτητών κείνης της νύχτας, ή μνημονεύουν τα σωματεία και τους φορείς που παρευρίσκονται και συμμετέχουν και τότε πια μπορείς να διαπιστώσεις πόσοι, μα πόσοι αναρίθ­μητοι είν’ αυτοί, σύλλογοι με απίθανα ονόματα κι απροσδιόριστη για τους απέξω αποστολή, σωματεία εργαζομένων στους πιο απίθανους τομείς, ωστόσο όλοι αυτοί και όλ’ αυτά υπάρχουν και δρουν και ζουν κι ήρθαν εδώ· η εκπομπή είναι στερεότυπη, μες το τριήμερο επαναλαμβάνεται διαρκώς, τα τραγούδια είναι γνωστά και τα ’χει ψιθυρίσει ο καθένας αμέτρητες φορές, και όμως είναι παρατηρημένο πως το κοινό δεν την έχει βαρεθεί, σαν φτάσει μάλιστα η κασέτα στο «εδώ πολυτεχνείο» ή στο «είμαστε άοπλοι» βλέπεις ανθρώπους ν’ αφαιρούνται, να πέ­φτουνε σε συλλογή, ν’ απογειώνονται, βλέπεις γριές μαυροντυ­μένες να κλαιν βουβά, αλλά κι ώριμους άντρες με μουστάκια, φάτσες οδηγών λεωφορείου θα ’λεγες, να ’ναι συνοφρυωμένοι, σα να προσεύχονται, η αναγγελία τού ερχομού κάποιου πολιτικού ηγέτη γίνεται φυσικά δεκτή με χειροκροτήματα, αλλά και κείνη που μιλά για το στεφάνι κάποιου λυκείου ή ενός ολιγάριθμου σωματείου δεν περνά απαρατήρητη, κι αν βγεις και ξεμακρύνεις από το Πολυτεχνείο και πας ως την πλατεία Κάνιγγος ή την πλατεία Βάθης, στη Μπενάκη αλλά και στο πεδίο τού Άρεως, πάντα σε συνοδεύει ο αχός απ τα μεγάφωνα, βέβαια δεν ξεχωρίζεις τι ακριβώς λέγεται, αλλά γνωρίζεις τι είναι και από πού προέρχεται, αδύνατο να τον αγνοήσεις, τακ-τακ χτυπά καρδιά μεγάλη, τα βράδια θα πρέπει ν’ ακούγεται σ’ όλη την πόλη, εδώ είναι το Πολυτεχνείο, τότε και τώρα.
Οι φοιτητές βεβαίως και δη οι πολυτεχνίτες, αυτοί που καθημερνώς εδωμέσα τυραννιούνται, είναι παρόντες μόνιμα σχεδόν όσοι δεν έχουν αναλάβει κάποια αρμοδιότητα, κάποια ευθύνη, κάποιο περιβραχιόνιο, μένουν να περιφέρονται στο χώρο τον οικείο τους που αλλιώτεψε, λίγο υπερόπτες, λίγο σαν οικοδεσπότες, κοιτάζοντας για πολλοστή φορά τα εκθέματα, τους επισκέπτες και τα αναθήματα, μπαίνουν στα κτίρια, περιδιαβάζουν τους άδειους τώρα διαδρόμους που οδηγούν στις αίθουσες διδασκαλίας με την αυτοπεποίθηση του γνώστη, δίνοντας κιόλας συμβουλές στον περαστικό που κάτι ψάχνοντας
έχει μπλέξει στο λαβύρινθο, σπίτι τους βρίσκονται κι ωστόσο και γι’ αυτούς κάτι πρωτόγνωρο υπάρχει, αλλόκοτο σάμπως να γίνεται το μέρος μέρες σαν κι αυτές. Έτσι είναι· και με το που σουρουπώνει, αναδίδει μια ζέστα, μια θερμότητα ιδιαίτερη ο χώρος· είναι μια θαλπωρή που στο προαύλιο ενδημεί γι’ αυτές τις τρεις ημέρες ακριβώς, κι αυτή η ζέστη δε μετριέται με θερμόμε­τρα, δεν τηνε νιώθουν όλοι κι ούτε είναι γνωστό πούθε έρχεται· διότι, μάλλον δεν οφείλεται στην παρουσία και την κίνηση τόσων σωμάτων που η θερμότητά τους, λέει, πότισε τις πέτρες κι αυτές με τη σειρά τους μόλις βραδιάσει την αποδίδουν τάχα προς το περιβάλλον· αυτά είναι εξηγήσεις τεχνοκρατικές· τη θαλπωρή αυτή ή την αισθάνεσαι ή όχι, δεν ωφελεί να προσπα­θείς με λόγια να πείσεις τον άλλο πως υπάρχει· οφείλει μόνος του να την αντιληφθεί· κι αν τηνε νιώσεις τη ζεστασιά που λέγαμε, τότε όλα είν’ ωραία γύρω σου, σχεδόν γοητευτικά, ως πήρε να βραδιάζει, αλλιώς θα σ’ ενοχλεί η πολυκοσμία, η φασαρία απ’ τα μεγάφωνα θα σου φαίνεται ανυπόφορη κι η εκπομπή τους μονότονη και χιλιοακουσμένη· θα σου τη σπάνε τα ζευγαράκια που φιλιούνται στο μισόφωτο πίσω απ’ τις κολώνες, τάχα θα μιαίνουν την ιερότητα του χώρου τής θυσίας, θα σ’ εκνευρίζουν οι δεκάδες μικροπωλητές κι η τσίκνα απ τις πρόχειρες φουφούδες που ψήνουν σουβλάκια και λουκάνικα μπροστά στην πόρτα τής οδού Τοσίτσα, θα μεμψιμοιρείς, δεν υποφέρονται, τι τους αφήνουν, πώς καταντήσαμε έτσι θα λες, το έχουν κάνει εμποροπανήγυρη, ή γήπεδο, ή γιορτούλα, κάτι το έχουν κάνει τέλος πάντων άλλο απ’ αυτό που πρέπει να ’ναι, έτσι θα λες. Κι οι άλλοι, που τη ζεστασιά θα αισθάνονται, δεν θα σ’ εννοούν, σε τέτοιες λεπτομέρειες δε θα στέκουν και θα γελούν μαζί σου· δίκιο θα ’χουν και θα ’χουν, όπως έχει πια νυχτώσει, ένα μυστήριο κέφι λίγο πριν αναχωρήσουν, αποχαιρετώντας τον τελευταίο γνωστό κοντά στην έξοδο, σα μεθυσμένοι· κι όμως οινοπνευματώδες μέσα απ’ τα κάγκελα και γύρω απ αυτά, δε βρίσκεται σταγόνα, σίγουρο αυτό.
Ο κόσμος αργά το βράδι αραιώνει πια, άλλωστε κατά τις δώδεκα οι πόρτες κλείνουν, παρ’ όλ’ αυτά ακόμα και μεσάνυχτα περασμένα υπάρχει πάρα πολύ σούσουρο ένα γύρο· είναι οι φύλακες του κτιρίου που παραμένουν, που σήμερα δεν είναι υπάλληλοι, κλητήρες, αλλά φοιτητές επιφορτισμένοι για την περιφρούρηση απ τους φοιτητικούς συλλόγους· παρέες παρέες κάθονται στ’ απάγγια, όλοι εξ όψεως γνωστοί συνήθως, κερνούν τσιγάρο κι αρχινάν υπέροχες χωρίς αρχή και τέλος συζητήσεις γι’ αυτά που πέρασαν και για τις μέρες που θα ’ρθούν, όλη τη νύχτα· πού και πού από το βάθος ένα μπουζουκάκι μιλάει την παραπονιάρικη φωνή του· όμως δεν είναι μόνο αυτοί που παραμένουν έξω απ το κτίριο, σ’ όλο το μήκος τής οδού Στουρνάρα απ τα Εξάρχεια ως την Τρίτης Σεπτεμβρίου, στην Πατησίων αλλά και σε πιο μακρινά μέρη, ακόμα και στα Προπύλαια, διακρίνεις τόπους-τόπους συναθροίσεις κόσμου, πηγαδάκια πολυπρόσωπα και πολυθόρυβα, που διατηρούνται ως αργά τη νύχτα. Βέβαια, αυτά δεν είναι όπως τα γνωστά τής Ομονοίας που κουβεντιάζουν για ποδόσφαιρο, εδώ μονάχα για πολιτική γίνεται λόγος. Συνήθως δυο είν’ αυτοί που μιλούν ενώ από γύρω συνωστίζονται οι άλλοι, τεντώνονται καλύτερα ν’ ακούσουν και κάπου κάπου πετούν κουβέντες τις οποίες οι δύο μονομάχοι αγνοούν επιδεικτικά, όπως οφείλουν. Κι αν οι συζη­τητές είναι εξίσου καταρτισμένοι ή επίμονοι ή χαλκέντεροι, τότε η κόντρα τους βαστά ώρα πολλή, και αφού εξαντλήσουν κάποιο θέμα, όταν γίνει δηλαδή φανερό πως κανείς δεν ομολογεί την ήττα του, τότε περνούν σε άλλο κι ύστερα σ’ άλλο πάλι. Αν όμως ο ένας απ’ τους δυο μειονεκτεί σαφώς ή απλώς έχει βαρεθεί, τότε, δηλώνοντας πως «φάνηκε ποιος έχει δίκιο», αποχωρεί και κάποιος άλλος ομοϊδεάτης του από τους γύρω παίρνει τη σκυτάλη κι ούτω καθεξής. Συχνά, όταν το θέμα είναι φλέγον, ακροατές που λαχταρούν να πουν κι αυτοί τη γνώμη τους και τόση ώρα το προσπαθούν επί ματαίω, πάνε παραπέρα, στήνουν δικές τους ξέχωρες συζητήσεις, που γρήγορα μετατρέπονται κι αυτές σε πόλο έλξης των περαστικών· έτσι πολλαπλασιάζο­νται τα πηγαδάκια, με εκβλαστήσεις δηλαδή.
Στα πηγαδάκια αυτά δε γίνεται συζήτηση αξιώσεων οι τύποι επικρατούν, όχι η ουσία· η ρητορική είναι που μετράει, οι χειρονομίες, ο στόμφος· η ειρωνεία είναι όπλο ακατανίκητο· πολύ βοηθάει η ικανότητα ν’ αλλάζεις τεχνηέντως θέμα όταν σ’ έχουνε στριμώξει ή να εντυπωσιάζεις παραθέτοντας νούμερα κι άλλα ανεξέλεγκτα στοιχεία· συχνά τη νίκη δίνουν, τέλος, οι σοφιστείες και τα λογοπαίγνια· αυτοί είναι του παιχνιδιού οι κανόνες, και βέβαια δε μειώνουν τη γλύκα που έχει· άλλωστε κι ο κόσμος γύρω είναι ενήμερος και το γλεντάει με την ψυχή του το θέμα, δεν ήρθε εδώ για ν’ ακούσει διάλεξη. Στα τωρινά τα πηγαδάκια, κανόνας σχεδόν απαραβίαστος υπάρχει πως ένας απ’ τους δυο «πηγαδιαστές» είναι οπαδός τού κομμουνιστικού κόμματος, όπως και τμήμα του κοινού εξάλλου. Παλιότερα όμως, ήσαν πολύ συχνοί οι αριστεριστές, απ’ τα διάφορα μ-λ γκρουπούσκουλα που τότε ευδοκιμούσαν· αυτοί επίμονα επιζη­τούσαν να χώνονται σε συναθροίσεις τέτοιες, ήταν γι’ αυτούς πολιτική δουλειά μείζονος σημασίας και προγραμματισμένη, ενώ για τους κομμουνιστές είναι κάτι αυθόρμητο. Οι μαοϊκοί ήσαν επαγγελματίες πηγαδάδες, κουβάλαγαν απαραιτήτως αποκόμ­ματα εφημερίδων κι άλλα ντοκουμέντα που υποτίθενται στρί­μωχναν τον αντίπαλο, και μοναχά επ’ αυτών συζητούσαν· τέρατα αντοχής και μνήμης, ήσαν ικανοί να σού απαγγείλουν απνευστί αναρίθμητα τσιτάτα από τους κλασσικούς τού μαρξισμού γνωρίζοντας απέξω μέχρι και τον αριθμό της σελίδας τού βιβλίου που επικαλούνταν· βέβαια ύστερα ήρθαν δύσκολοι καιροί, τα περισσότερα μ-λ διαλύθηκαν εις τα συστατικά τους μέρη, κι οι όμορφοι ξανθοί συνήθως νέοι με τα στρογγυλά γυαλιά και το επιμελημένο ύφος βαρέθηκαν τη φοβερή ερημιά τού πλήθους των μη ακουόντων και γύρισαν σπίτι, ή τριγυρνούν σε διαδρόμους υφυπουργείων, από τα πηγαδάκια πάντως χάθηκαν και από τότε ακούγεται μονάχα το τυχόν ρητό, χωρίς να μνημονεύεται παράλληλα ο εκδότης και η χρονολογία έκδοσης του σχετικού βιβλίου.
Τις μέρες τού γιορτασμού συνηθάνε οι οργανώσεις οι πολιτικές να βγάζουν τραπεζάκια έξω απ το κτίριο, όπου εκθέτουν τα όσα έχουν να πουν, πουλάν τα έντυπα τους, μοιράζουν προκηρύξεις και εκφωνούν συνθήματα· πιάνουν το πεζοδρόμιο της οδού Στουρνάρα, από την πόρτα ίσαμε τη γωνία τής Πατησίων και λίγο επί της Πατησίων, μέχρι το σημείο που ορίζει ο αιώνιος εκεί καστανάς. Συχνά, πάντα σχεδόν, πίσω απ’ τα τραπεζάκια έχουνε πίνακες όπου αναρτούν αφίσες ή χειρό­γραφες εφημερίδες και αναμίξ με τις πολιτικές οργανώσεις βρίσκονται φρικιά και κάπηλοι που απλώς πουλάν βιβλία· το ίδιο γίνεται και απ την άλλη την πλευρά τού τετραγώνου, από την Τοσίτσα, μόνο που εκεί κυρίως σουβλάκια και κακόγουστα δήθεν ενθύμια βρίσκεις. Τα τραπεζάκια λοιπόν, είναι μια σπάνια ευκαιρία να προλάβει κανείς να καταγράψει τις ακόμα επιζώσες μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας ομαδούλες, γιατί με τα χρόνια που περνούν όλο και γίνονται λιγότερες και την κενή θέση που αφήνουν την καλύπτουν οι πλανόδιοι βιβλιοπώλες — συχνά μάλιστα πρόκειται για τα ίδια πρόσωπα, αυτόν που πέρσι μίλαγε για δυο υπερδυνάμεις φέτος τον βρίσκεις στο ίδιο πόστο να πουλά βιβλία. Ο κόσμος συνωστίζεται μπροστά στα τραπεζάκια, πολλοί χαζεύουν, λίγοι αγοράζουν, συζητούν, ή απλώς είναι διαβάτες που επιχειρούν να φτάσουν ως την πόρτα· στα τραπεζάκια οι καυγάδες είναι σπάνιοι, συν τοις άλλοις διότι δε βοηθάει το στριμωξίδΐ· πάντως, τα τραπεζάκια δεν δίνουνε το στίγμα το Νοέμβρη· νυχτώνει άλλωστε νωρίς, κι αν οι προβλε­πτικοί έμποροι, είτε βιβλία πουλούν, είτε λουκάνικα, είν’ εφοδιασμένοι με λάμπες της ασετυλίνης, οι νέοι των οργανώ­σεων περί λύχνων αφάς τα διπλώνουν και φεύγουν· συνήθως μάλιστα, τα τραπεζάκια αυτά είναι θρανία διδασκαλίας παρμένα απ τις αίθουσες του Πολυτεχνείου, κι εκεί τα επιστρέφουν· και τον υπόλοιπο καιρό, εκτός του τριημέρου, ο θυρωρός, που τότε διατηρεί στο ακέραιο ή σχεδόν την εξουσία του, σου κάνει χίλιες μύριες ιστορίες και προσπαθεί να φέρει ένα σωρό προσκόμματα για να σε εμποδίσει να πάρεις θρανίο και καρέκλες έξω απ το κτίριο· στο τέλος βέβαια υποχωρεί, παίρνεις κι εσύ το τραπεζάκι και τότε, τον υπόλοιπο καιρό, το στήνεις έξω απ την πόρτα της Πατησίων — αυτήν που τηνε γκρέμισε το τανκς και δεν ανοίγει πλέον — γιατί από κει είναι πέρασμα, ώρα έντεκα με μία, άντε δύο, είναι κι οι στάσεις των λεωφορείων και των τρόλεϊ ολόγυρα· το διακοσμείς λοιπόν με τα έντυπα που έχεις, τις προκηρύξεις που τυχόν μοιράζονται, απλώνεις δυο αφίσες να καταλαβαίνει ο κόσμος περί τίνος πρόκειται, ίσως έχεις και τηλεβόα για συνθήματα· δυο άτομα χρειάζονται για τη δουλειά, και το καλοκαίρι, από Μάρτη μέχρι Οχτώβρη δηλαδή, είναι ιδιαιτέρως τερπνή απασχόληση, όπως περνά ο κόσμος βιαστικός κι όμως κάθε τόσο κάποιοι κοντοστέκονται, στήνουν κουβέντα ή και αγοράζουν, βλέπεις και γνωστούς, και όπως όλοι οι επαΐοντες γνωρίζουν, το πιο συχνό στα τραπεζάκια προσφεύ­γουν τουρίστες, τύποι γεμάτοι εξαρτήματα φωτογραφικά, κρα­τώντας χάρτη ανοιγμένο, συχνά αιθέριες υπάρξεις, για να ρωτήσουν αν το κτίριο όπισθεν, το Πολυτεχνείο δηλαδή, είναι το Εθνικό Μουσείο· τους παραπλανά βλέπεις επ’ αυτού η πρόσοψη της Αρχιτεκτονικής σχολής με τους κίονες και η Καλών Τεχνών με τα αγάλματα που έχει, γι’ αυτό και όσοι κάθονται στα τραπεζάκια έχουν μάθει να εξυπηρετούν τους ξένους στερεότυπα με τη φράση-κλειδί «Μουζέουμ νεξτ σκουέαρ», δηλαδή «το Μουσείο στο επόμενο τετράγωνο»· αν και, ακόμα και μετά την επεξήγηση, πολλοί τουρίστες εξακολουθούν να πιστεύουν πως αυτό το όμορφο και αρχαιοπρεπές κτίριο Μουσείο στεγάζει, αν όχι το Εθνικό τότε κάποιο άλλο, και σε πρώτη ευκαιρία το επισκέπτονται προς  μεγάλη τέρψη των παρευρισκομένων φοιτητών που πολύ κέφι κάνουν τους ξανθούς με τα σακίδια στον ώμο και τον αιώνιο χάρτη ανά χείρας έτσι
χαμένους να περιπλανώνται στους διαδρόμους του κτιρίου.
Γιατί, παρεμπιπτόντως, το Πολυτεχνείο έχει κτίρια πολλά και το καθένα κτίριο άφθονους διαδρόμους και κόλπα διάφορα –ακόμα κι αν καθημερνώς πηγαίνεις στα μαθήματα, σου παίρνει χρόνια για να μάθεις, αν ποτέ μάθεις, όλα τα κατατόπια, τις εξόδους τις περίεργες, τα καμαράκια τα απόμερα, τους ειδικούς διαδρόμους που συνδέουνε δυο κτίρια, άσε πια τα υπόγεια τα όντως δαιδαλώδη –υπάρχουν πτέρυγες, λίγες είναι μα υπάρχουν, που δεν χρησιμοποιούνται πια, εργαστήρια παρατημένα που ’­χουν γίνει αποθήκες· από κει, μόνο κανένας επιστάτης να περνά· σε κάποια απ αυτές τις πτέρυγες βρίσκεις ακόμα, μάλλον από σκοπού θα έγινε κι όχι στην τύχη, θύμησες από κείνο το Νοέμβρη· λίγα πράματα· μέσα σε μία γυάλινη προθήκη, ανακοι­νώσεις των φοιτητικών συλλόγων για τη σύγκληση εκείνων των περίφημων Γενικών Συνελεύσεων που, τότε, στις αρχές εκείνου του Νοέμβρη ανάψαν τη μεγάλη τη   φωτιά· στη διπλανή προθήκη βρίσκονται χαρτιά μ’ ασκήσεις Φυσικής, με ημερομη­νία παραδόσεως 15 του Νοέμβρη· ασκήσεις που ποτέ δεν παραδόθηκαν και ίσως δεν λύθηκαν ποτέ· τότε που τις ανακαλύ­ψαμε, κάποιος έξυπνος συνάδελφος είπε πως θα κάτσει να τις λύσει· απλές έμοιαζαν άλλωστε, για πρωτοετείς, αλλά  δεν άκουσα αν το κατάφερε.
Τότε ήμασταν και μεις πρωτοετείς, με θαυμασμό βλέπαμε στις συνελεύσεις κείνους που ’χαν γνωρίσει από πρώτο χέρι τα γεγονότα –σιγά σιγά αυτοί αποφοίτησαν, ένας έμεινε που το καθυστέρησε και τόνε δείχναμε κάπως με δέος στους μικρότε­ρους από μάς· ύστερα, πάει κι αυτός, πήρε πτυχίο· και μεις το ίδιο άλλωστε, κάτι χρόνια αργότερα· άλλο θέλω να πω· λίγο λίγο, το Πολυτεχνείο, το κτίριο τής Πατησίων δηλαδή, αδειάζει από φοιτητές· όλο και περισσότερα μαθήματα γίνονται στα ωραία μοντέρνα κτίρια, πάνω, στου Ζωγράφου· μοιραία, κάποτε θ’ αδειάσει εντελώς, κάτω θα μείνουν μόνο οι διοικητικές υπηρεσίες, ίσως ούτε κι αυτές, θα ’ναι μπελάς ν’ ανεβοκατεβαίνεις· μάλλον ολότελα άδειο από ζωή θα μείνει, ίσως γίνει και πραγματικά μουσείο, είναι όμορφο το κτίριο... άδειο από ζωή; μάλλον όχι· είναι πολλά αυτά που γίνανε εδώ για να περάσουνε έτσι στο ντούκου· πολλά αυτά που γίνανε, πολλά κι αυτά που ακόμα δεν έχουν γίνει· πολλά είναι που ’χουν μείνει αδικαίωτα· και ίσως σ’ αυτό οφείλεται αυτή η ιδιαίτερη αίσθηση που δοκιμάζει ο επισκέπτης τις μέρες τής επετείου, αυτή η θαλπωρή που δοκιμάζει ο επισκέπτης τις μέρες τής επετείου, αυτή η θαλπωρή που νιώθεις· αλλά κι αυτός ο αχός, πέστο αγκομαχητό, που ακούγεται σα να θυμίζει «δεν τελειώσαμε ακόμα»· είναι κι εκείνες οι ασκήσεις που ’χουν μείνει άλυτες...


ΑΛΕΚΟΣ ΠΑΝΑΓΟΥΛΗΣ
Η πιο γενναία πράξη

Τις μέρες της εξέγερσης του Πολυτεχνείου ο Αλέκος Παναγούλης, το πρόσωπο-σύμβολο της αντίστασης κατά της δικτατορίας, βρίσκεται στη Δυτική Ευρώπη. Του δίδεται χάρη λίγους μήνες πριν, στην προσπάθεια της χούντας να φορέσει δημοκρατικό προσωπείο.

Ωστόσο η 17η Νοεμβρίου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη ζωή και τον αγώνα του: 17 Νοεμβρίου 1968 εκδίδεται η θανατική του καταδίκη και 17 Νοεμβρίου 1974 εκλέγεται βουλευτής με την Ένωση Κέντρου.

*Την Τρίτη 13 Αυγούστου 1968, το πρωί, η αλεξίσφαιρη λιμουζίνα του Γεωργίου Παπαδόπουλου, συνοδεία μοτοσικλετών και αυτοκινήτων της ασφάλειας, κατευθύνεται από το Λαγονήσι στην Αθήνα. Είναι η καθημερινή, θερινή διαδρομή του δικτάτορα. Στις 7.40 ακριβώς η αυτοκινητοπομπή φτάνει σε ένα γεφυράκι στο 31ο χλμ. της οδού Αθηνών-Σουνίου, κόβοντας ταχύτητα αφού λίγο πριν υπάρχει στροφή. Μια φοβερή έκρηξη δονεί την ατμόσφαιρα. Ο Παπαδόπουλος σώζεται παρά τρίχα. Οι ασφαλίτες ξεχύνονται προς την παραλία. Μερικές ώρες αργότερα συλλαμβάνουν σε μια σπηλιά στα βράχια έναν νεαρό με μαγιό. Είναι ο Παναγούλης, που δεν κατορθώνει να φτάσει εγκαίρως στην ακτή και η βενζινάκατος που θα τον φυγάδευε, δεν τον περιμένει. Τον οδηγούν στο κολαστήριο του ΕΑΤ-ΕΣΑ. Ανακρίνεται με «χειρουργικές» μεθόδους από τους Θεοφιλογιαννάκο, Μάλλιο και Μπάμπαλη. Δεν λυγίζει στα βασανιστήρια. Αρχίζει η «Οδύσσεια».

*Η περίπτωσή του συγκλονίζει την Ευρώπη. Ανάμεσα στις εκατοντάδες προσωπικότητες που ζητούν από τους συνταγματάρχες να μην εκτελεστεί η θανατική του καταδίκη, συγκαταλέγονται ο πάπας και ο πρόεδρος των ΗΠΑ. Τον οδηγούν στις στρατιωτικές φυλακές Μπογιατίου. Υπό αυστηράν απομόνωση, σ'ένα άθλιο κελί, ολημερίς με χειροπέδες. Νέα βασανιστήρια σε ημερήσια διάταξη. Τους αποκαλεί «παπαδοπουλάκια», τους χλευάζει. Η στάση του τους σπάει τα νεύρα.

*Ασκούσε πρωτοφανή πειθώ. Απόδειξη πρώτη: Βρίσκεται στην Κύπρο προετοιμάζοντας την απόπειρα κατά του δικτάτορα. Λιποτάκτης από το στρατό, κυνηγημένος καθώς αρνήθηκε να υπηρετήσει τη χούντα. Ο υπουργός Εσωτερικών της Κύπρου, Πολύκαρπος Γεωρκάτζης, πιέζεται αφόρητα από την Αθήνα να τον συλλάβει και να τον παραδώσει. Όταν ο κλοιός σφίγγει, ο Παναγούλης προβαίνει σε μια ακόμη παράτολμη ενέργεια: ζητάει ο ίδιος ακρόαση από το διώκτη του. Έπειτα από συζήτηση δύο ωρών, ο υπουργός όχι μόνον δεν τον παραδίδει, αλλά χρηματοδοτεί και χορηγεί τα εκρηκτικά για την απόπειρα.

*Απόδειξη δεύτερη. Το Μάιο του '69 ο 20χρονος στρατιώτης Γιώργος Μωράκης αναλαμβάνει χρέη φρουρού του Παναγούλη. Στις 5 Ιουνίου τον πείθει και δραπετεύουν μαζί. Θα συλληφθούν 5 μέρες αργότερα σε διαμέρισμα της οδού Πάτμου 51, στα Πατήσια, έπειτα από κάρφωμα του εξαδέλφου του Παναγούλη, Δημήτρη Πατίστα και του συγκατοίκου του Παναγιώτη Περδικάρη, που εκτός από τα 500 χιλιάρικα της επικήρυξης ζητούν και παίρνουν από μια θέση στο Δημόσιο. Ο Μωράκης καταδικάζεται σε 32 χρόνια, τραβάει τα πάνδεινα και αποφυλακίζεται μετά τη μεταπολίτευση. Δεν έχει μετανιώσει όμως!

*Τον Αύγουστο του '73, η χούντα δίνει χάρη σε πλειάδα πολιτικών κρατουμένων. Στη λίστα φιγουράρει και το όνομα του Παναγούλη. Ο ίδιος, όμως, αρνείται να υποβάλει σχετική αίτηση. Ψηφίζουν ειδική τροπολογία για την περίπτωσή του.

Γεννιέται στην Αθήνα στις 2 Ιουλίου 1939. Δυναμικός, τολμηρός και ατίθασος χαρακτήρας από παιδί. Στα μαθητικά και φοιτητικά του χρόνια εντάσσεται ενεργά στο κίνημα του 114. Πεθαίνει ξημερώματα Πρωτομαγιάς του '76 σε ένα «ύποπτο» τροχαίο δυστύχημα. Ενα εκατομμύριο κόσμος ακολουθεί τη σορό του, φωνάζοντας «Ζει».

Λίγες ημέρες πριν είχε ξεκινήσει τις αποκαλύψεις για τα αρχεία και τη δράση της EΣA...

Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΝΑΝΟΥΡΗ



Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Διότι δεν συνεμμορφώθη προς τας υποδείξεις... ...Aλικαρνασσός, Παρθένι, Ωρωπός, Kορυδαλλός...». Eνα από τα πιο γνωστά έργα του Mίκη Θεοδωράκη, που τραγούδησε ολόκληρη η Eλλάδα μετά την πτώση της χούντας.

Mέσα σε έναν φάκελο, ανάμεσα στα ντοκουμέντα του αντιδικτατορικού αγώνα, ανακαλύψαμε την πηγή έμπνευσης του συγκεκριμένου στίχου. Στα έγγραφα που προέρχονται από τους τόπους εξορίας, υπάρχει μια επιστολή που έγραψε ο κορυφαίος σύνθετης από τον Ωρωπό. Mια επιστολή που δεν επιδόθηκε ποτέ στον Eρυθρό Σταυρό και επεστράφη με την αιτιολογία -από τη διοίκηση του στρατοπέδου εκτοπισμένων- ότι ο γράφων δεν είχε «συμμορφωθεί» με τις υποδείξεις των βασανιστών του. Aυτή ακριβώς η άρνηση του φυλάκων, αξιοποιήθηκε από τον Mίκη, καθώς τη μετέτρεψε σε μια ακόμα «φράση-κλειδί» για να καταγγείλει τη δικτατορία.

Aκόμα και μέσα από τα στρατόπεδα εκτοπισμένων, στα ξερονήσια, οι πολιτικοί κρατούμενοι προσπαθούσαν να μεταφέρουν στο εξωτερικό την κατάσταση που επικρατούσε στην Eλλάδα και να ευαισθητοποιήσουν τη διεθνή κοινή γνώμη.

Στον Ωρωπό, το 1969, ο Mίκης Θεοδωράκης είχε αναλάβει εκ μέρους των συγκρατουμένων του να συντάξει μια επιστολή απευθυνόμενη προς τον Διεθνή Eρυθρό Σταυρό:

«Eν Ωρωπώ τη 19η Δεκεμβρίου 1969

Προς τον Διεθνή Eρυθρό Σταυρό

Έχομεν την τιμή να σας αποστείλομε συνημμένως είκοσι οκτώ (28) αιτήσεις πολιτικών κρατουμένων του Στρατοπέδου Eκτοπισμένων Ωρωπού και σας παρακαλούμε θερμά να μεριμνήσετε δια την ικανοποίηση των αιτημάτων μας.

Eπίσης επισυνάπτομε πλήρη κατάλογο ημών των ιδίων ως και τα ονόματα και τας διευθύνσεις των πλησιέστερων συγγενών μας για την περίπτωση που θα είχατε την ευγενή καλοσύνη να τους βοηθήσετε καθοιονδήποτε τρόπον.

Mετά βαθύτατης τιμής δια τους πολιτικούς κρατουμένους του Στρατοπέδου Eκτοπισμένων Ωρωπού

Mίκης Θεοδωράκης

H επιστολή αυτή όμως ουδέποτε εστάλη στους αποδέκτες... H διοίκηση του Στρατοπέδου έγραφε χαρακτηριστικά:

«Eπιστρέφεται
Δεν υποβάλλονται διότι δεν συνεμορφώθη προς τα υποδείξεις όπως ατομικός έκαστος υποβάλλει το αιτήματά του και ουχί ομαδικώς».

www.ethnos.gr



Πολυτεχνείο – Το Πριν και το Μετά
του Βλάση Βλασίδη

Πως φθάσαμε στην 21η Απριλίου

Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 είναι αποτέλεσμα της αδυναμίας του μεταπολεμικού δημοκρατικού πολιτεύματος να λειτουργήσει ομαλά και να παράγει σταθερές κυβερνήσεις. Η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου υπονομεύθηκε από τα Ανάκτορα και τελικά ο ίδιος αποπέμφθηκε από την πρωθυπουργία. Οι κυβερνήσεις που διαδέχθηκαν η μια την άλλη καταρράκωσαν κάθε έννοια πολιτικού βίου και πρόσφεραν το πρόσχημα για την επιβολή εξωκοινοβουλευτικής λύσης.
Τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου του 1967 ένα μήνα πριν τη διεξαγωγή εκλογών, έγινε πραξικόπημα με επικεφαλής τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, τον Στυλιανό Παττακό και τον Νικόλαο Μακαρέζο, κατέλυσε το Σύνταγμα και επέβαλλε στρατιωτική δικτατορία.

Ο ξεσηκωμός του Φεβρουαρίου

Το 1973 ήταν η χρονιά της μεγάλης δοκιμασίας της Χούντας, η οποία από τις 21 Απριλίου 1967 επέβαλε καθεστώς στυγνής δικτατορίας στη χώρα. Στις 14 Φεβρουαρίου 1973 ξεσηκώθηκαν οι φοιτητές της Αθήνας και συγκεντρώθηκαν στο Πολυτεχνείο. Ζητούσαν την κατάργηση του Ν.1347 που προέβλεπε την υποχρεωτική στράτευση των φοιτητών που ανέπτυσσαν συνδικαλιστική δράση κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. Η αστυνομία, παραβιάζοντας το πανεπιστημιακό άσυλο, εισήλθε στο χώρο του Πολυτεχνείου, συνέλαβε 11 φοιτητές και τους παρέπεμψε σε δίκη με την κατηγορία της "περιύβρισης αρχής". Οι 8 καταδικάστηκαν σε διάφορες ποινές. Επίσης περίπου 100 φοιτητές αναγκάστηκαν να διακόψουν τις σπουδές τους και να ντυθούν στο χακί.

Η κατάληψη της Νομικής

Εννέα ημέρες μετά τα -πρώτα- γεγονότα του Πολυτεχνείου, στις 23 Φεβρουαρίου οι φοιτητές της κατέλαβαν το κτίριο της Νομικής σχολής στην Αθήνα προβάλλοντας τα συνθήματα "Δημοκρατία", "Κάτω η Χούντα"και "Ζήτω η Ελευθερία". Η αστυνομία επενέβη και πάλι με βιαιότητα για να καταστείλει την εξέγερση, αλλά η βίαιη εκδίωξη των φοιτητών από το κτίριο της Νομικής ενίσχυσε ακόμη περισσότερο την αγωνιστικότητά τους.
Η ανταρσία στο Πολεμικό Ναυτικό και η διαφυγή του καταδρομικού "Βέλος"στην Ιταλία τον Μάιο του 1973 και το μνημόσυνο του Γεωργίου Παπανδρέου στις αρχές Νοεμβρίου, που εξελίχθηκε σε παλλαϊκή αντιδικτατορική διαδήλωση, έδειξαν ότι η δυσαρέσκεια κατά του δικτατορικού καθεστώτος δεν περιοριζόταν στον φοιτητικό χώρο, αλλά είχε επεκταθεί σε ευρύτερα στρώματα του ελληνικού λαού.

Η κατάληψη του Πολυτεχνείου

Η εξέγερση που ξεκίνησε το πρωί της 14ης Νοεμβρίου του 1973 επρόκειτο να αποτελέσει την κορύφωση των αντιδικτατορικών εκδηλώσεων εκείνης της χρονιάς. Το πρωί της ημέρας πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση φοιτητών στο προαύλιο του Πολυτεχνείου. Ζητούσαν να γίνουν εκλογές για τους φοιτητικούς συλλόγους τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους και όχι στα τέλη του επόμενου χρόνου, όπως είχε ανακοινώσει το δικτατορικό καθεστώς. Κατέληξαν στην κήρυξη αποχής από τα μαθήματά τους.
Ακολούθησαν συνελεύσεις φοιτητών στην Ιατρική και στη Νομική σχολή. Οι φοιτητές της Νομικής, μάλιστα, εξέδωσαν ψήφισμα με το οποίο ζητούσαν την ανάκληση των αποφάσεων της Χούντας για τη διεξαγωγή των φοιτητικών εκλογών, εκδημοκρατισμό των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, αύξηση των δαπανών για την παιδεία στο 20% του προϋπολογισμού και ανάκληση του Ν.1347 για την -αναγκαστική- στράτευση των φοιτητών.

Όσο περνούσε η μέρα άρχισαν να μαζεύονται ολοένα και περισσότεροι φοιτητές στο Πολυτεχνείο, αλλά και άλλοι που πληροφορήθηκαν το νέο. Η αστυνομία αποδείχθηκε ανίκανη να εμποδίσει την προσέλευση του κόσμου στο Πολυτεχνείο. Το απόγευμα πάρθηκε η απόφαση για κατάληψη του Πολυτεχνείου. Οι πόρτες έκλεισαν και από τότε άρχισε η οργάνωση της εξέγερσης.

Η οργάνωση της εξέγερσης

Εκλέχθηκε Συντονιστική Επιτροπή στην οποία μετείχαν 22 φοιτητές και 2 εργάτες με σκοπό να καθοδηγήσει τον αγώνα. Δημιουργήθηκαν επιτροπές σε όλες τις σχολές για να οργανώσουν την κατάληψη και την επικοινωνία με την ελληνική κοινωνία. Όμως οι σημαντικότερες αποφάσεις παίρνονταν από τις συνελεύσεις φοιτητών.
Άρχισε να λειτουργεί ραδιοφωνικός σταθμός αρχικά στο κτίριο του Χημικού και αργότερα στο κτίριο των Μηχανολόγων. Πολύγραφοι εγκαταστάθηκαν στο Πολυτεχνείο που δούλευαν μέρα-νύχτα για να πληροφορούν τους φοιτητές και τον υπόλοιπο κόσμο για τις αποφάσεις της Συντονιστικής Επιτροπής και των φοιτητικών συνελεύσεων. Συγκροτήθηκαν συνεργεία φοιτητών που έγραφαν συνθήματα σε πλακάτ, σε τοίχους, στα τρόλεϊ, στα λεωφορεία και στα ταξί για να τα γνωρίσουν όλοι οι Αθηναίοι. Στο Πολυτεχνείο οργανώθηκε εστιατόριο και νοσοκομείο. Ομάδες φοιτητών ανέλαβαν την περιφρούρηση του χώρου, ξεχωρίζοντας τους ενθουσιώδεις και δημοκράτες Αθηναίους από τους προβοκάτορες.

Γιατί πράγματι πλήθος λαού έτρεξε στο Πολυτεχνείο για να ενωθεί με τους φοιτητές, να προσφέρει, να τραγουδήσει, να υψώσει τη γροθιά του ενάντια στη Χούντα, και να φωνάξει "Κάτω η Χούντα", "Δημοκρατία", "Ψωμί-παιδεία-ελευθερία".

Η αντίδραση

Η πρώτη αντίδραση του δικτατορικού καθεστώτος ήταν να στείλει μυστικούς πράκτορες να ανακατευθούν στο πλήθος που συνέρρεε στο Πολυτεχνείο και να ακροβολήσει σκοπευτές στα γύρω κτίρια. Στις 16 Νοεμβρίου μεγάλες αστυνομικές δυνάμεις επιτέθηκαν εναντίον του πλήθος που ήταν συγκεντρωμένο έξω από το Πολυτεχνείο με γκλομπς, δακρυγόνα και σφαίρες ντουμ-ντουμ.
Οι περισσότεροι διαλύθηκαν. Όσοι έμειναν έστησαν οδοφράγματα ανατρέποντας τρόλεϊ και συγκεντρώνοντας υλικά από νεοανεγειρόμενες οικοδομές και άναψαν φωτιές για να εξουδετερώσουν τα δακρυγόνα. Αργότερα η αστυνομία έκανε χρήση όπλων, χωρίς όμως να πετύχει τον στόχο της την καταστολή της εξέγερσης.

Η πολιορκία και η επέμβαση

Ο δικτάτορας Παπαδόπουλος όταν διαπίστωσε ότι η αστυνομία αδυνατούσε να εισέλθει στο Πολυτεχνείο αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το στρατό. Κοντά στο σταθμό Λαρίσης συγκεντρώθηκαν τρεις μοίρες ΛΟΚ και μία μοίρα αλεξιπτωτιστών από τη Θεσσαλονίκη. Τρία άρματα μάχης κατέβηκαν από το Γουδί προς το Πολυτεχνείο. Τα δύο στάθμευσαν στις οδούς Τοσίτσα και Στουρνάρη αποκλείοντας τις πλαϊνές πύλες του Ιδρύματος και το άλλο έλαβε θέση απέναντι από την κεντρική πύλη. Η Συντονιστική Επιτροπή των φοιτητών ζήτησε διαπραγματεύσεις, αλλά το αίτημά τους απορρίφθηκε.
Στις 3 τα ξημερώματα της 17ης Νοεμβρίου το άρμα που βρισκόταν απέναντι από την κεντρική πύλη έλαβε εντολή να εισβάλλει. Έπεσε πάνω στην πύλη, την έριξε, παρασέρνοντας στο διάβα του μία κοπέλα που ήταν σκαρφαλωμένη στον περίβολο κρατώντας την ελληνική σημαία. Οι μοίρες των ΛΟΚ μαζί με ομάδες μυστικών και μη αστυνομικών εισέβαλαν στο Πολυτεχνείο και κυνήγησαν τους φοιτητές.

Οι φοιτητές προσπάθησαν, πηδώντας από τα κάγκελα, να διαφύγουν στις γύρω από το Πολυτεχνείο οδούς. Τους κυνηγούσαν αστυνομικοί, πεζοναύτες, ΕΣΑτζήδες. Αρκετοί σώθηκαν βρίσκοντας άσυλο στις γύρω πολυκατοικίες. Πολλοί συνελήφθησαν κα μεταφέρθηκαν στη Γενική Ασφάλεια και στην ΕΣΑ. Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση της Αστυνομίας στις 17 Νοεμβρίου συνελήφθησαν 840 άτομα. Όμως μετά τη Μεταπολίτευση, αξιωματικοί της Αστυνομίας, ανακρινόμενοι, ανέφεραν ότι οι συλληφθέντες ξεπέρασαν τα 2400 άτομα.

Οι νεκροί επισήμως ανήλθαν σε 34 άτομα. Στην ανάκριση που διενεργήθηκε το φθινόπωρο του 1975 εναντίον των πρωταιτίων της καταστολής εντοπίστηκαν 21 περιπτώσεις θανάσιμου τραυματισμού. Όμως τα θύματα πρέπει να ήταν πολύ περισσότερα, διότι πολλοί βαριά τραυματισμένοι, προκειμένου να διαφύγουν τη σύλληψη, αρνήθηκαν να διακομιστούν σε νοσοκομείο.

Μετά το Πολυτεχνείο

Ο δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος κήρυξε στρατιωτικό νόμο, αλλά στις 25 Νοεμβρίου ανατράπηκε με πραξικόπημα. Πρόεδρος ορίστηκε ο αντιστράτηγος Φαίδων Γκιζίκης και πρωθυπουργός της νέας κυβέρνησης ο Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος. Όμως ο ισχυρός άνδρας του νέου καθεστώτος ήταν ο διοικητής της Στρατιωτικής Αστυνομίας ταξίαρχος Δημήτριος Ιωαννίδης, που επέβαλλε ένα καθεστώς σκληρότερο από εκείνο του Παπαδόπουλου.
Η δικτατορία κατέρρευσε στις 23 Ιουλίου του 1974 αφού είχε ήδη προηγηθεί η τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Ο Γκιζίκης και ο αντιστράτηγος Ντάβος, διοικητής του Γ'Σώματος Στρατού, κάλεσαν τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να επιστρέψει στην Ελλάδα για να επαναφέρει τη δημοκρατική διακυβέρνηση.

Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ



ΤΑ ΔΥΟ ΠΑΙΔΙΑ

Κων/να (το ένα παιδί)

Ώρα 9 μ.μ. Σε διάστημα μιας ώρας έγιναν όλα όσα θα χρειάζονταν μια βδομάδα για να χωρέσουν άνετα με κανονική εξέλιξη γεγονότων. Συνοπτικά: Σκοτώθηκε ένα νεαρό αγόρι αγνώστων στοιχείων που χαρακτηρίστηκε αμέσως «αναρχικός:». Μ'αυτή την ονομασία πέρασε από τον τάφο στη δημοσιότητα κι από τη δημοσιότητα στη μνήμη εκείνων που ορκίστηκαν να θυμούνται. Συγκράτησαν έτσι, το γαλάζιο τριμμένο πουκάμισο του με το σκισμένο γιακά. Το καναρινί πουλόβερ του που ήταν δυο νούμερα μεγαλύτερο από το δικό του και έπλεε πάνω του σαν ξένο. Το σχήμα που είχε το στόμα του ήταν ένα σχήμα χαμόγελου, εντελώς παράλογο και ίσως άκαιρο. Τα ματιά του δεν τα είδαν γιατί του τα 'κλεισε βιαστικά ο απέναντι περιπτεράς. που έτρεξε συγχρόνως με τους πυροβολισμούς και κατάπιε τη φωνή του «ρ... το παιδί», και μόνο αρκέστηκε στη Φράση «πέθανε, να ειδοποιήσουμε τους δικούς του».
Κάποιος έπιασε τα δάχτυλα τον παιδιού και τα ΄τριψε στις χούφτες του αδέξια, «είναι πεθαμένος» ξαναείπε ο περιπτεράς και κατάπιε την ίδια φράση για δεύτερη φορά. «το φάγατε το παιδί ρ....». Και ο κόσμος που είχε μαζευτεί σε κείνο το σημείο και χάζευε διαλύθηκε βίαια από τα όργανα της τάξεως που είχαν ένα ύφος παράξενο. Κάτι ανάμεσα υπεροχή και επάρκεια.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ (Το άλλο παιδί)

Ώρα 10. 17 μ.μ. Ακριβώς... Το νέο παιδί τρέχει. Είναι λίγο νεότερο από το πρώτο που αναφέραμε, εκείνο με το φθαρμένο γαλάζιο πουκάμισο και το καναρινί τεράστιο πουλόβερ. Είναι ένα παιδί αμούστακο, παιδί-παιδί, λιγνό και ξανθό και τρέχει. Χώνεται στην ανοιχτή πόρτα μιας πελώριας πολυκατοικίας. Τρέχει. Πίσω του τρέχουν δύο σκιές. Δεν είναι πρόσωπα συγκεκριμένα. Είναι σκιές. Μαύρες ή καφέ. Και τρέχουν.
Βήμα με βήμα το φτάνουν. Το παιδί χτυπάει πόρτες. Χτυπάει τρελά τις πόρτες. Ξύνει το ξύλο στις πόρτες με τα νύχια του. «Ανοίξτε, για τ'όνομα του θεού, θα με σκοτώσουν, τους πληρώνουν για να μας σκοτώνουν, ανοίξτε».
Οι πόρτες είναι κουφές. Οι πόρτες είναι από ξύλο. Είναι από φόβο και στέκουν ακίνητες. Κλειστές.
Οι πόρτες. Και οι σκιές σκεπάζουν ολότελα το παιδί. Τώρα το παιδί έχει γίνει μόνο μια σκιά μέσα στις άλλες τις δυο τις μεγάλες.
Μια σκιά πελώρια, μια σκιά με έξι μάτια. Τα δύο πονάνε. Δεν κλαίνε. Πονάνε και αίμα.
Το κουφάρι σε σχήμα σάκου μισογεμάτου πετιέται στο δρόμο, «παφ» κάνει και η γωνία γεμίζει κόσμο. Κόσμο και ήχους. Ήχους και μάτια. Μάτια και φόβο. Χαλκοκονδύλη γωνία και Γ'Σεπτεμβρίου.
Αναρχικός. Ετών 17.
Επάγγελμα, ανειδίκευτος εργάτης.

Από το βιβλίο «ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ» της Κωστούλας Μητροπούλου
Εκδόσεις Μπουκουμάνη, Ε'έκδοση, α'έκδοση 1974, Αθήνα




Δείτε επίσης: Ποιήματα για το Πολυτεχνείο

Ποιήματα για το Πολυτεχνείο

$
0
0

Ποιήματα για την εξέγερση του Πολυτεχνείου - 17 Νοεμβρίου 1973


1. Γιάννης Ρίτσος - 16 και 17 Νοέμβρη 1973

Αθήνα 16 Νοεμβρίου 1973
Ωραία παιδιά, με τα μεγάλα μάτια σαν εκκλησίες χωρίς στασίδια.
Ωραία παιδιά, δικά μας, με τη μεγάλη θλίψη των αντρείων,
Αψήφιστοι, όρθιοι στα προπύλαια, στον πέτρινο αέρα,
Έτοιμο χέρι, έτοιμο μάτι, - πως μεγαλώνει
το μπόι, το βήμα και η παλάμη του ανθρώπου;
17 Νοεμβρίου
Βαρειά σιωπή, διάτρητη απ’ τους πυροβολισμούς,
πικρή πολιτεία,
αίμα, φωτιά, η πεσμένη πόρτα, ο καπνός, το ξύδι-
ποιος θα πει : περιμένω απ’ το μέσα μαύρο;
Μικροί σκοινοβάτες με τα μεγάλα παπούτσια
μ΄ έναν επίδεσμο φωτιά στο κούτελο
κόκκινο σύρμα, κόκκινο πουλί,
και το μοναχικό σκυλί στ’ αποκλεισμένα προάστια
ενώ χαράζει η χλωμότερη μέρα πίσω
απ’ τα καπνισμένα αγάλματα
κι ακούγεται ακόμη η τελευταία κραυγή διαλυμένη
στις λεωφόρους.
Πάνω απ’ τα τανκς, μέσα στους σκόρπιους πυροβολισμούς
πώς μπορείτε λοιπόν να κοιμάστε;



ΓΛΥΚΕ ΜΟΥ ΕΣΥ ΔΕ ΧΑΘΗΚΕΣ  - ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ

Γλυκέ μου εσύ δε χάθηκες, μέσα στις φλέβες μου είσαι.
Γιε μου, στις φλέβες ολουνών, έμπα βαθιά και ζήσε.
Δες, πλάι μας περνούν πολλοί, περνούν καβαλλαραίοι,
όλοι στητοί και δυνατοί και σαν και σένα ωραίοι.
Ανάμεσά τους , γιόκα μου, θωρώ σε αναστημένο,
το θώρι σου στο θώρι τους μυριοζωγραφισμένο.
Γιε μου στ'αδέρφια σου τραβώ και σμίγω την οργή μου,
σου πήρα το ντουφέκι σου, κοιμήσου εσύ πουλί μου.


2. ΡΙΤΣΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
Το αγόρι και η πόρτα

Εκεί που έπεσε
είναι μια κόκκινη λίμνη,
ένα κόκκινο δέντρο,
ένα κόκκινο πουλί.
Σηκώθηκε όρθια
η πεσμένη καγκελόπορτα-
χιλιάδες άλογα.
Λαός καβαλίκεψε.
Κομνηνέ! - φωνάξαμε.
Γύρισε και μας κοίταξε
δε φορούσε επίδεσμο
ούτε στεφάνι.
Άσπρα άλογα, κόκκινα άλογα
και μαύρα, πιο μαύρα-
καλπασμός, - η ιστορία
Να προφτάσουμε.


3. Γιάννης Ρίτσος
Το σώμα και το αίμα

(Ακόμα μια δοκιμή για ένα ποίημα του Πολυτεχνείου)

ΙΙ
Ο ένας γράφει συνθήματα στους τοίχους ο άλλος
φωνάζει συνθήματα πάνω απ’ τους δρόμους ο τρίτος
φοράει το παράθυρο τραγουδάει ανοιχτός Ρωμιοσύνη Ρωμιοσύνη
τους τραυματίες τους κουβάλησαν στη βιβλιοθήκη
η μια παλάμη αμπελόφυλλου στο χτυπημένο γόνατο
αγάλματα λυπημένα μες στους καπνούς -πού τον ξεχάσατε τον
έρωτα
σπουδαστές οικοδόμοι κατάρες πλακάτ ζητωκραυγές σημαίες
έρωτας είναι τ’ όνειρο έρωτας είναι ο κόσμος
χαμηλωμένο κούτελο του ταύρου έρχονται κι άλλοι κι άλλοι
μικρά μεγάλα σκολιαρόπαιδα με μια φούχτα στραγάλια με τσάντες
δυο κόκκινα πουλιά σταυρωτά ζωγραφισμένα στα τετράδιά τους
οι νεόνυμφοι βγήκαν απ’ το φωτογραφείο δένουν τις άσπρες ταινίες
στο κιγκλίδωμα
τυφλοί λαχειοπώλες μια όρθια κιθάρα λαμπιόνια φαρμακείων
νυχτώνει η πολιτεία ηλεκτρικοί αριθμοί κλεισμένα θέατρα
κλεισμένα τα μικρά τεφτέρια τα υπόγεια ποιήματα τα τρύπια λουλούδια
η μυστική γεωγραφία ανεβαίνει βουβή πάνω απ’ τη νύχτα απ’ το
απόρθητο βάθος
απόψε είναι ο καιρός για όλα λέει
απόψε είναι η συνέχεια όλων λέει
αύριο για όλο τον άνθρωπο για όλο το μέλλον
έτσι είπε πάνω στη στέγη
κράταγε ένα μεγάλο αόρατο τιμόνι κι έστριβε την πολιτεία
κάτω απ την άσφαλτο ακουγόταν ο θόρυβος του κόσμου
ένα μαύρο σκυλί ένα καλάθι ένας μικρός καθρέφτης
δυο τεράστια παπούτσια του πικρού γελωτοποιού και το
σπασμένο ποτήρι
κι η μυρωδιά απ’ τη φουφού του καστανά μεγάλη σαν καράβι


4. ΡΩΤΑΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

Εδώ Πολυτεχνείο

Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ
Πολυτεχνείο! Εδώ καλώ
βοήθεια, πρόφτασε,λαέ,
βοήθεια, πρόφτασε,λαέ,
σκοτώνουν τα παιδιά σου, οϊμέ!
Τα νιάτα που έστησαν εδώ
του Αγώνα τραγικόν χορό
και τραγουδούν τη Λευτεριά,
σου τα σκοτώνουν τα παιδιά.
Της βίας ο δούλος ο μωρός
δουλέμπορος, φονιάς μιαρός,
σκοτώνει, λαέ, τα τέκνα σου,
τ'αγόρια, τα κορίτσια σου.

Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ
τα νιάτα σέρνουνε χορό.
Της Επιστήμης τα παιδιά
και τραγουδάν τη Λευτεριά.
Εδώ της νιότης ο άξιος νους,
που χτίζει θέατρα, ναούς,
σκεδιάζει ιδέες και μηχανές
και δένει το αύριο με το χτες,

Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ
μέσα στης τέχνης το ιερό
σκοτώνει η βία τα παιδιά
που τραγουδούν τη Λευτεριά.
Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ
γίνεται ανήκουστο κακό!
Της βίας ο δούλος ο μωρός
του Χάρου μαύρος έμπορος,
σφάζει τα τέκνα του λαού.
τη νιότη, την ελπίδα του,
το άνθος του αύριο, τον καρπό
της τέχνης και της γνώσης, ω!
Εδώ Πολυτεχνείου κραυγή
καλούν το Χρέος κι η Τιμή
Λαέ μας, βοήθα τα παιδιά.
Ο αγώνας για τη Λευτεριά.


5. Γιώργης Σαράντης
Εδώ Πολυτεχνείο

Τρείς  νύχτες καίγανε οι φωτιές
την τελευταία ακούστηκαν καμπάνες
Κάπου αλλού θα παίζεται η ζωή μας σκέφτηκα
και τότε τον είδα
            λαμπαδιασμένο απ’ τις ζητωκρυαγές
να τρέχει προς το θάνατο
Αλέξανδρε του φώναξα
                                    Αλέξανδρε
κι ύστερα πιο σπαραχτικά Αλέξανδρεεε,
πάλι και πάλι

Καθώς έσκυψα να τον σηκώσω από την άσφαλτο
δε βρήκα παρά στάχτη

Σ’ όλους τους δρόμους
οι στρατιώτες πυροβολούσαν το φόβο τους.


6. ΕΔΩ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ - ΕΛΛΗ ΚΙΟΥΣΗ

Εδώ, εδώ Πολυτεχνείο
ακούτε ελεύθερο σταθμό
εδώ είναι το σκληρό σχολείο
οι φοιτητές μαζί με το λαό.
'Αντε, βοηθάτε παλικάρια
βάλτε όλα σας τα δυνατά,
ν'αγωνιστούμε σα λιοντάρια
να θυμηθούμε πάλι τα παλιά.
Εδώ, εδώ πολυτεχνείο
ακούτε ελεύθερη φωνή
εδώ είναι το κρυφό σχολείο
για λευτεριά, ειρήνη, προκοπή
Εμπρός, εμπρός Πολυτεχνείο
εμπρός δε βγάζει τσιμουδιά
έξω το κάνανε σφαγείο
νεκροί οι φοιτητές κι η ανθρωπιά


7. Λειβαδίτης - Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν'αγωνίζεσαι
για την ειρήνη και για το δίκιο.
Θα βγεις στους δρόμους, θα φωνάξεις
τα χείλη σου θα ματώσουν απ'τις φωνές.
Το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες
μα δε θα κάνεις ούτε βήμα πίσω.
Κάθε κραυγή σου θα΄ ναι μια πετριά
στα τζάμια των πολεμοκάπηλων.
Κάθε χειρονομία σου θα΄ ναι
για να γκρεμίζει την αδικία.
Δεν πρέπει ούτε στιγμή να υποχωρήσεις,
ούτε στιγμή να ξεχαστείς.
Είναι σκληρές οι μέρες που ζούμε.
Μια στιγμή αν ξεχαστείς,
αύριο οι άνθρωποι θα χάνονται
στη δίνη του πολέμου,
έτσι και σταματήσεις
για μια στιγμή να ονειρευτείς
εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα
θα γίνουν στάχτη απ΄ τις φωτιές.
Δεν έχεις καιρό, δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί και να πεθάνεις
για να ζήσουν οι άλλοι.
Θα πρέπει να μπορείς να θυσιάζεσαι
ένα οποιοδήποτε πρωινό.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
θα πρέπει να μπορείς να στέκεσαι
μπρος στα ντουφέκια!


8. Μανώλης Αναγνωστάκης

Φοβάμαι

Φοβάμαι
τους ανθρώπους που εφτά χρόνια
έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι
και μια ωραία πρωία –μεσούντος κάποιου Ιουλίου–
βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας
«Δώστε τη χούντα στο λαό».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που με καταλερωμένη τη φωλιά
πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που σου 'κλειναν την πόρτα
μην τυχόν και τους δώσεις κουπόνια
και τώρα τους βλέπεις στο Πολυτεχνείο
να καταθέτουν γαρίφαλα και να δακρύζουν.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που γέμιζαν τις ταβέρνες
και τα 'σπαζαν στα μπουζούκια
κάθε βράδυ
και τώρα τα ξανασπάζουν
όταν τους πιάνει το μεράκι της Φαραντούρη
και έχουν και «απόψεις».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που άλλαζαν πεζοδρόμιο όταν σε συναντούσαν
και τώρα σε λοιδορούν
γιατί, λέει, δεν βαδίζεις στον ίσιο δρόμο.
Φοβάμαι, φοβάμαι πολλούς ανθρώπους.
Φέτος φοβήθηκα ακόμα περισσότερο.



 9. Λένα Παππά
      Στούς σκοτωμένους σπουδαστές του Νοεμβρίου

Μάτια κλειδωμένα, χέρια παγωμένα
κείτεται
-δεκοχτώ χρονώ ήτανε δεν ήτανε-
για να έχω εγώ πουλιά-φτερά στα χέρια μου,
και συ στο σπιτάκι σου,
μια γλάστρα με βασιλικό στο πεζουλάκι
και τα παιδιά μας ξένοιαστα να χτίζουνε το μέλλον.

Η μάνα του τον περιμένει και δεν έρχεται,
η άνοιξή του παίζει κα δεν τηνε ξέρει πια.
Στις φλέβες του αίμα σταματημένο και πικρό,
γυαλί σπασμένο ο κόσμος, σωριασμένο πάνω του.
Για να έχω εγώ τον άσπρο μου ύπνο
Και συ γαρίφαλο χαμόγελο στο στόμα σου,
για να ’χουν τα παιδιά μας το δικό τους ήλιο…




10. Νικηφόρος  Βρεττάκος

Μικρός τύμβος
(17 Νοεμβρίου 1973)

Δίχως τουφέκι και σπαθί, με το ήλιο στο μέτωπο,
υπήρξατε ήρωες και ποιητές μαζί. Είστε το Ποίημα.

Απλώνοντας το χέρι μου δεν φτάνει ως εκεί
που ωραία λουλούδια τις μορφές σας
Λιτανεύει ο αέρας της αρετής. Ω παιδιά μου,

Μπροστά σ’ αυτό το ποίημα μετράει μόνο η σιωπή.




11. Τάκης Σινόπουλος
Δοκίμιο ΄73 - ΄74
                V
.........................................................................
Υπάρχει ένα παράθυρο καμωμένο κόσκινο στη φωτογραφία του δρόμου.
Τώρα  η σκάλα σε διασχίζει καθέτως απ’ το υπόγειο ως τον αυχένα.
Κάποιος ανεβαίνει μ΄ ένα τρανζίστορ ρυθμικός πολλαπλασιασμός των
ειδήσεων. Στη μικρή οθόνη τα πρόσωπα εναλλάσονται σταθερά δίχως
πολλούς θορύβους. Η εξουσία όπως πάντοτε φωτίζεται με τετραγωνισμένο
φως. Ιαχές. Το πλήθος.

Στο μεταξύ το πλήθος. Αόρατα μάτια με τρείς διαστάσεις ακτινογραφούν
 εισερχομένους εξερχομένους διερχομένους. Τα περίστροφα ακίνητα βαθειά
μέσα τους σαφώς οπλισμένα.

Το πλήθος φεύγει                    έφυγε. 

Κι εκεί σε βρήκαν αργότερα με μια ριπή (τρύπες 7-8) στη πλάτη σου ετών
ας πούμε 24 καμμιά ταυτότητα.

                XII

Ταξίδι στο μεγάλο διάδρομο καταργημένος χρόνος. Οχι σκοτάδι μήτε
μισοσκόταδο μήτε και φως. Ταξίδι τα χαράματα σ’ ένα γυμνό τοπίο
σκοποβολής. Η βρύση πλένει χέρια και πουκάμισο οι εφημερίδες καταπίνουν
τις φωνές.

Αστυνομίες αμίλητες μέσα σε σκοτεινές αστυνομίες. Πρωθυπουργοί με
Σκεπασμένο πρόσωπο. Απάνω οι νόμοι σε  σειρές σοφή συναρμογή και
διάταξη με τους συνήθεις αγωγούς σωλήνες σωληνώσεις πολαπλά
κυκλώματα με θύρες διαφυγής. Κυκλοφορία παράπλευρη για τους
αξιοπρεπείς φονιάδες

Κι εσείς που ωστόσο συνεχίζετε κρατώντας προστατεύοντας στα δόντια
σας την τελευταία σας λέξη.

Το λάθος των μηχανουργών.



12. ΣΤΕΛΙΟΣ ΓΕΡΑΝΗΣ

«Το στρατόπεδο ετέθη πάλι υπό έλεγχον»


Άρχισαν να κλονίζονται τα θεμέλια.

Ένας βραχνός λοχίας μας γκρεμίζει στη Νύχτα
με σιδερένιους λοστούς. Ανοιξιάτικα όνειρα
τουφεκίζονται στον αυλόγυρο του Πολυτεχνείου.
Ο στρατοπεδάρχης καπνίζει νευρικά το τσιμπούκι του
καθαρίζει την υγρασία στα τζάμια
και μετράει τους σκοτωμένους απ'το παράθυρο.
Ύστερα σηκώνεται πλένει τα χέρια του
ρίχνει μια φευγαλέα ματιά στον καθρέφτη
λέει ένα σκληρό «αυτός είμαι»
και ξαπλώνει στο κρεβάτι να κοιμηθεί.
Μα πριν αδειάσει το γυάλινο μάτι του στο ποτήρι
σηκώνει με αργές κινήσεις το τηλέφωνο
και καλεί το Επιτελείο: «Στρατηγέ μου,
η εκστρατεία εστέφθη υπό πλήρους επιτυχίας
Το στρατόπεδο ετέθη πάλι υπό έλεγχον
Καληνύχτα σας».


13. ΦΩΤΟΣ ΓΙΟΦΥΛΛΗΣ


«Εδώ Πολυτεχνείο»

Στον άγιο ήχο της φωνής: «Εδώ Πολυτεχνείο!...»
στο κάλεσμα της νιότης μας, που φέρνει προς το φως
άστραψε σ’ όλες τις ψυχές τ’ άφταστο μεγαλείο
της Λευτεριάς και ξέσπασε κάθε καημός κρυφός!

Τ’ ατράνταχτα τα στήθια σας, παιδιά, γινήκαν κάστρα,
και πάλεψαν σκληρά κι ορθά με τανκς και με πιστόλια
σαν η ψυχή σας έφερνε στον ουρανό και στ’ άστρα
το θρίαμβο της Λευτεριάς, μες σε βροχή από βόλια.

Στα παλληκάρια που’ πεσαν στην άνιση την πάλη
δόξα τούς πρέπει και τιμή μες σε χιλιάδες χρόνια!
Μα και σε σας που ζήσατε, για να χαρείτε πάλι
ολάκαιρη την Λευτεριά, την πάμφωτη κι αιώνια!...


14. ΗΛΙΑΣ ΓΚΡΗΣ
Το ερπετό που ξυπνάει

17 Νοέμβρη 1989

Θητεύσαμε παιδιά στη νύχτα με ένα σταφύλι θυμού ατρύγητο.
Τι αμό­λυντη περηφάνια είχαν τα λόγια μας φωτίζοντας το θαύμα πού· θαύμα δεν έγινε.

Είναι από τότε που η μνήμη ερπετό ξυπνάει και τρώει απ'τη θλίψη και
ύστερα λουφάζει σε τάφο συλημένο, γιατί πάντα θα ανθίζει η στοργή
για τα ναυάγια που επιστρέφουν παράδοξα όπως σκιές του φονιά μέσα
στα όνειρα.

Και είναι από τότε που βγάζουν στο σφυρί τα κουρέλια εκείνου του
πάναγνου έρωτα· του πάναγνου έρωτα. Και όσοι τάχθηκαν πρώτοι,
εξαρ­γύρωσαν την κραυγή μας ερήμην.


Από κείνη τη νύχτα, ό,τι και αν πω, φωνάζει σαν αίμα.


          15. Λευτέρης Πούλιος
            Αθήνα

Τσιμέντο και σίδερο στον πνιγμένο αέρα
πανάρχαια γόησσα Αθήνα
γυαλίζει τ’ άσπρο σου στήθος απόψε
άσε με να σου το σφίξω μέχρι να πονέσεις
χύνοντας κόκκινο γάλα
καθώς θ’ ακούς το τραγούδι της συνουσίας
παράμερα στα δεντράκια δύο μαθητών
του γυμνασίου και το ρυθμό της καρδιάς μου
σ’ αυτό το βράδυ των μεθυσμένων συντριβανιών
του αμύγδαλου-κόσμου
……………………………………………………………………..
Ακου το ουρλιαχτό του περιπολικού και κοίτα
Αυτούς που οτυς βάζουν στο αυτοκίνητο και
Βιαστικά τους οδηγούν στο τμήμα .
Με προβολείς στο μάτι τους  ρίχνουν κάτω
Τους ψάχνουν κι η μέση τους σπάει στο τραπέζι
Και τους αφήνουν με το στόμα πεταμένο
Στον ουρανό πάνω σ’ ένα κολοσιαίο
Κλάξον αυτοκινήτου πάνω στο δάπεδο του γραφείου
Τα παιδιά με τα γυαλιστερά εξαρτήματα
Ειδικευμένα στον τρόμο και τα μεγαλοπρεπή
Σειρήτια στα μάτια τους.
                                    Κι αυτοί που
Έχουν δολοφονηθεί αδιαμαρτύρητα ή πετάχτηκαν
Απ’ την ταράτσα του κτιρίου μετά το πέρας
Των ανακρίσεων όπως γίνεται στο σινεμά
Κι αυτοί που αφανίστηκαν μες στη θάλασσα
Θέλοντας να το σκάσουν και οι καιροί
Αποθρασύνοντας τον ισχυρό
Σ’ αυτό τον κόσμο τον παράφρονα της φυλακής.

Κι αυτοί που πολτοποιήθηκαν απ’ τα τανκς
Μέσα στο Πολυτεχνείο ή έσκασαν απ’ τα
καπνογόνα κι αυτοί που σταυρώθηκαν
Στα διασταυρούμενα πυρά
Φωνάζοντας μέχρι τον άλλο κόσμο
«ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ»


16. ΑΝΕΣΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ

                     Διομήδης Κομνηνός
                                            
                                                                 Δεκαεφτά χρονών. Εθελοντής τραυματιο-
                                                                 φορέας, γαζώθηκε από σφαίρες τη Νύχτα
                                                                 της Μεγάλης Σφαγής, 17 Νοέμβρη του ’73,
                                                                 στο Πολυτεχνείο.
                                                                                                      Οι εφημερίδες

  Στερημένος την αγιότητα ενσαρκωμένη, απτή,
εγκάθειρκτος της λογικής, αρνιόμουν να πιστέψω
επίμονα, πως τα οστά μοσχοβολούν και λάμπουν
των αγίων. Ώσμε προχτές που κίνησα κι εγώ
να προσκυνήσω το πουκάμισό σου ματωμένο
κι από τα βόλια τρυπημένο των φονιάδων.
                                                                         Καθώς
πλησίαζα βουρκωμένος, τρέμοντας απ’ την ταραχή,
βλέπω ν’ ανέρχεται τεράστιο το πουκάμισο σου
και να καλύπτει όλο το χώρο με φεγγοβολή
γλυκιά, κι από ψηλά, με λεπτό άρωμα, να ευωδιάζει.

Καρδιά των καρδιών, που θα ’λεγε κι ο Νικηφόρος,
έφηβε ωραίε, λαμπρέ, του ελληνικού φωτός,
που τους ενόχλησες πολύ να κουβαλάς τους λαβωμένους
κι άπονα σε σκοτώσαν οι φασίστες.


17. ΛΟΥΚΑΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

Ο εκφωνητής


Δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τη φωνή σου
γενναίο παιδί:
Εδώ Πολυτεχνείο!
Εδώ Πολυτεχνείο!
Σας μιλάει ο σταθμός
των ελεύθερων αγωνιζόμενων φοιτητών
των ελεύθερων αγωνιζόμενων Ελλήνων!

Είχες βραχνιάσει να μιλάς με τις ώρες
μα πιο πολύ ήταν το πάθος που ράγιζε
το πυρωμένο μέταλλο της φωνής σου
γεμίζοντας τους αιθέρες μ'ανατριχίλες και δάκρυα.
Κι ο πλανταγμένος λαός συσπειρωμένος
μισός στους δρόμους και μισός στα σπίτια
ρουφούσε λαίμαργα το τραύλισμα της λευτεριάς
που σπαρταρούσε μέσα στο στήθος σου
κι αγωνιούσε και παθαίνονταν κι έκανε
προσευχές, Χριστέ μου, να μη σωπάσεις.
Γιατί χρόνια και χρόνια σ'αυτό τον τόπο
είναι στη μοίρα του ν'ακούει αυτό το τραύλισμα
που δεν προφταίνει να γίνει φωνή
που δεν προφταίνει να γίνει φθόγγος
και μουσική αναστάσιμη.
Γιατί χρόνια και χρόνια
στην κρίσιμη στιγμή
τα δολερά χέρια των τυράννων
υπογράφουν το διάταγμα της σιγής σου.
19 Νοέμβρη 1973



18. ΚΟΡΑΛΙΑ ΘΕΟΤΟΚΑ

Αντί στεφάνου


Ποια απάντηση, ποιος χτύπος στο κοιμισμένο στήθος σου αγόρι
γαζωμένο από τις σύγχρονες μηχανές σε σχήμα χελιδονιού
άγγελε με χλωρή γενειάδα κάτω από τις ερπύστριες
συνείδηση βαμμένη στον τοίχο και στις πέτρες
σώπασες τ'όνομά σου μες στη βοή της λάσπης
περιστέρι μπροστά στα ηλεκτροφόρα σύρματα
με το σύνθημα της δικαιοσύνης στο χώμα.

Με το τραγούδι χαιρετίζω όσους μοχθούν
για τη ζωή, όχι στο χαμό της
για την τροφή, όχι τη στέρηση της
για τη γνώση, με τη γνώση
ενάντια στις αριθμομηχανές των κρεάτων
ενάντια στον οργασμό της κατανάλωσης
ενάντια στις τρομερές λυχνίες της δισχιλιετηρίδας.

Θα 'ρθει ένας κόσμος χλόης αγόρι
και θα δουλεύουμε στη μοιρασιά των λουλουδιών.



19. Σπύρος Κατσίμης
Μας ξάφνιασε η νύχτα

Το πρωί διασχίζαμε τους δρόμους
 με τα σχολικά μας βιβλία

Τη νύχτα συνεχίζαμε τη ζωή της ημέρας,
φυλάγοντας τον ήλιο. Οι φοιτήτριες
χόρευαν και τραγουδούσαν.

Έτσι μας χαρακτήρισαν συνωμότες.

Στο Μεγάλο Σχολείο μάς ξάφνιασε ηνύχτα
με τόσους βαριά τραυματισμένους γύρω μας,
χωρίς γάζες, οξυγόνο,
χωρίς φάρμακα, γιατρό, ασθενοφόρα.

Μια ριπή πολυβόλου τραυματίζει το φως.

Στα υπνοδωμάτια των παιδικών μας χρόνων
με το εικόνισμα της Παναγιάς ποιός ονειρεύεται
ειρηνικές παρελάσεις;

Μας κυνηγούσαν στα ερημικά πάρκα και τις παρόδους,
γιατί -λέει- θα καίγαμε την πόλη
με τον ήλιο που κρύβαμε.



                        20. Πάνος Κυπαρίσης
                        Οι κυνηγοί               

      Γκρεμισμένη πύλη
και οι συνδαυλιστές, στις στολές, οργιάζουν
      Έρπει το αίμα αργά
      ψιθυρίζει
η Μαρία×
Άδεια τα μάτια, γυαλιά

Βαθαίνει η νύχτα μέσα στη νύχτα
κλέβοντας κι άλλο σκοτάδι,
άσωστα νιάτα μ’ ένα φως στα μαλλιά

Νοσοκομεία ημίφωτα
διάδρομοι, διαχωριστικά×
τάξη θανάτου, πένθιμοι σταθμοί

Θριαμβεύουν οι κυνηγοί

Οι πισίνες στους ορόφους ψηλά
κι αυτοί
χορηγοί τώρα πια με μαύρα γυαλιά
νωχελικοί μες στ’ ανάκλιντρα

Λάμπουν γυάλινοι πολιτισμοί

Με τόση νύχτα πώς μπορείς;
Με τόσα κόκκαλα ανθισμένα



              21. Πρόδρομος Μάρκογλου
              Συμβάν

Το αίμα τους
Καθώς σπάζουν τα φράγματα  χύθηκε
Προορισμένο κιόλας ν’ αρδέψει τη γη
Σα ρόδι θρυμματισμένο ιρίδισε
Σκορπίζοντας απαστράπτοντα σπέρματα
Για μιαν ανθοφορία
Σε μιαν άλλη άνοιξη που θά’ ρθει-
            Να υψωθεί στον κόκκινο ουρανό
            Ο ρόδακας
            Του πιο κόκκινου ηλιοτρόπιου.

                        1974



22. Κωστούλα Μητροπούλου

1050 ΧΙΛΙΟΚΥΚΛΟΙ

"Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο!"
Αυτή η φωνή που τρέμει στον αέρα,
δεν σούστειλε ένα μήνυμα μητέρα,
αυτή η φωνή δεν ήτανε του γιού σου,
ήταν φωνές χιλιάδες του λαού σου.
"Εδώ Πολυτεχνείο ,εδώ Πολυτεχνείο!"
Μιλάει ένα κορίτσι κι ένα αγόρι,
εκπέμπουνε τραγούδι μοιρολόι,
χίλιες πενήντα αντένες η λαχτάρα,
σε στόματα μανάδων η κατάρα.
Και τα κορίτσια και τ'αγόρια που μιλούσαν,
τρεις μέρες και τρεις νύχτες δεν μετρούσαν,
δοκίμαζαν τις λέξεις με αγωνία,
κι αλλάζανε ρυθμό στην ιστορία.
"Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο!"
Γραμμένα μένουν τα ονόματα στο αρχείο,
δεν αναφέρονται οι νεκροί που είναι στο ψυγείο,
λένε πως είναι τέσσερις κι είναι εκατό οι μανάδες,
πρώτα σκοτώθηκε η φωνή και σώπασαν χιλιάδες.


23. ΤΑ ΚΑΓΚΕΛΑ
της Κωστούλας Μητροπούλου
Πίσω απ'τα κάγκελα ελεύθεροι χιλιάδες
στο δρόμο περπατάει αργά η φοβέρα,
πίσω απ'τα σίδερα ονειρεύονται μανάδες
παιδιά που έχουνε αλλάξει σε μια μέρα.
Μπροστά απ'τα κάγκελα οι σκλάβοι που φοβούνται
όπλα κρατάνε και ο δρόμος τους ανήκει
πίσω απ'τα κάγκελα φωνές που δε φοβούνται
και μοιάζουν θάλασσα που πλέει ένα καϊκι.
Πίσω απ'τα σίδερα τα μάτια της γενιάς τους
χαμογελάνε σ'ένα φως που ξημερώνει
έξω στο δρόμο η ντροπή κι η παγωνιά τους
βήμα με βήμα την ελπίδα τη σκοτώνει


24. ΛΕΙΑ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ-ΚΑΡΑΒΙΑ
Προς Αντιγόνην

1
Ο αδελφός σου κείται νεκρός, Αντιγόνη.
Χτες η ατίθαση φωνή του ξερνούσε
μίσος κι ανατρεπτικά συνθήματα,
όποιος τον άκουγε το 'χε για σίγουρο
πως η αυγή του Σαββάτου θα τον εύρισκε
πορθητή ή σκοτωμένο.

2
Τώρα πια σβήστηκαν οι εμπρηστικές
αστραπές των ματιών του.
Δε ζει ο θρασύς
που διαλογίστηκε να ρίξει τους κρατούντες
και παραβαίνοντας τους νόμους να καυχιέται
ότι είναι τέτοια πράξη ενδοξότατη.

3
Πότε σήκωσε το κεφάλι; Πώς ξέφυγε
τους φρουρούς, τους πυκνούς σωματοφύλακες,
τους σπιούνους μας; Πότε γίνηκαν τέσσερεις,
πότε γίνηκαν εκατό, πώς υποδαύλισαν
τη φωτιά που αδιόρατα φούντωσε
μέσα στην άλαλη πόλη;

4
Δεν καταλάβαμε καν τι ζητούσαν.
Αν ήθελαν για ελόγου τους την εξουσία
θα 'ταν πιο λογικό. Άρχοντες ανεβαίνουν,
άλλοι πέφτουν. Αυτοί διαλαλούσαν ότι η πόλη
δεν ανήκει σε αρχόντους, παρά στο λαό.

………………………………………………..

38
Αλίμονο στην πόλη που ανωφέλητα
φυτεύει τέκνα. Αν δείχνονταν νομοταγείς
τώρα θα ζούσαν και θα τους είχαμε
στηρίγματα μας, όχι φαντάσματα
να μας ταράζουν την ανάσα και τον ύπνο.

41
Φέτο δε θά 'ρθει η άνοιξη, δε θ'αφήσουμε
τους κούκους να τιτιβίσουν τα τραγούδια
των στασιαστών, τις μυγδαλιές να τους μυρώσουν,
όχι, τον ήλιο δε θα τον αφήσουμε
να ξεκαλοκαιριάσει, και τα τζιτζίκια
να τσιρίζουν ζει ζει ζει.

42
Ετούτος ο Νοέμβρης θα μείνει καρφωμένος
μέσα στο χρόνο, με τις ατέλειωτες του νύχτες,
με το βοριά στα στηλωμένα μάτια μας,
με τους τριγμούς κλαριών ή πατημάτων,
κρωγμούς ή συνθηματικές κραυγές συνωμοτών.

43
Δεν ξεγελιόμαστε απ'τα τεχνάσματα σας.
Κάποιος ρίχνει κόκκινο χρώμα στα ποτάμια —
δεν έρευσε από φλέβες τόσο κόκκινο.
Κάποιος βάφει πορφυρένια τη θάλασσα
και τα σύννεφα στάζουν αίματα, αίματα,
πλημμυρίζουν οι δρόμοι.



25. Γιώργος Βαφόπουλος

Τα νέα σατιρικά γυμνάσματα

11
Τώρα όλα στην Ελλάδα έχουν αλλάξει.
Οι ξενοκίνητοι έλειψαν προδότες.
Τα παλιά ρούβλια εγίνηκαν στην πράξη
δολάρια, για τους γνήσιους πατριώτες.

Κι ας σχίζονται, μες στο Πολυτεχνείο,
οι αλήτες, δήθεν για Δημοκρατία,
ενώ συνωμοτούν στο καφενείο,
για να φέρουν μια νέα Λαοκρατία.

Της «Νέας Ελλήνων Τάξεως» παίδες ίτε,
με το στιλέτο πάντα γρηγορείτε.


33
Παιδιά του Μετσοβίου Πολυτεχνείου,
της λευτεριάς ανοίξατε τη στράτα.
Είστε ο Ιερός Λόχος του Δραγατσανίου,
που ’χε κι εκείνος τα δικά σας νιάτα.

Σας φέρνουν οι δειλοί άνθινα στεφάνια
και κροκοδείλια τώρα χύνουν δάκρυα
εκείνοι, που προσμέναν στην αφάνεια
«ευκαιρίες», ζαρωμένοι σε μιαν άκρια.

Των μεγάλων τα όπλα η υποκρισία.
Το δικό σας προνόμιον η θυσία.


26. ΣΤΟ ΔΙΟΜΗΔΗ ΚΟΜΝΗΝΟ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΑΒΑΝΗΣ


«Μεταξύ   των   φονευθέντων,
είναι  ο Διομήδης Κομνηνός,
ετών 17, με βεβαρυμένον πα­ρελθόν».
Εφημερίδες — από επίσημη
ανακοίνωση.



Βεβαίως,
είχε βεβαρυμένο παρελθόν ο Διομήδης.

Πέντε χρονών, στους ώμους του πατέρα του
φώναζε για λευτεριά στην Κύπρο,
δέκα χρονών, ξυπόλυτος,
με μια φέτα ψωμί στην τσέπη,
βάδιζε στην πορεία της ειρήνης,
στα δώδεκα ζητούσε δημοκρατία.

Στα δεκαεπτά
μ’ ένα πλακάτ στο χέρι:
ψωμί - παιδεία - ελευθερία.


27. ΕΝΑΣ ΖΕΣΤΟΣ ΝΟΕΒΡΗΣ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΑΒΑΝΗΣ


...και ξαφνικά
πιάσαν οι ζέστες το Νοέβρη
καλοκαιριά
στην καρδιά του χειμώνα.

Ηταν οι ανάσες των παιδιών,
κοντά - κοντά,
σαν να ’ταν μια αναπνοή
κι οι ανάσες στα παράθυρα
κοντά - κοντά,
σα να ’τανε ένα μπαλκόνι η Αθήνα,
κι οι φωτιές που καίγανε στους δρόμους τα σκουπίδια,
κοντά - κοντά,
σα να ’ταν πυρκαγιά,
κι ήταν οι σφαίρες
κι ήταν το αίμα.

Και ξαφνικά
πιάσαν οι ζέστες το Νοέβρη
κατακαλόκαιρο
στη μέση του χειμώνα.


28. ΑΝΩΤΑΤΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΑΒΑΝΗΣ 

Σταματήσανε τα μαθήματα
να κάνουμε ανώτατες σπουδές στους δρόμους.

Οι αρχιτέκτονες χτίζουν οδοφράγματα
οι γιατροί μαθαίνουν τον πόνο
οι νομικοί κάνουν πρακτική εξάσκηση στο δίκιο
οι μαθηματικοί μετρούν τις δυνάμεις
οι μηχανικοί κατασκευάζουν χιλιοκύκλους
οι φυσικοί ελέγχουν τη σύνθεση του αίματος.

Οι ζωγράφοι,
με το καβαλέτο τους στημένο μπροστά στα τανκς
ζωγραφίζουν το θάνατο.



29. ΩΣ ΤΟ ΠΡΩΙ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΑΒΑΝΗΣ

«Κρατήστε ως το πρωί!»
(Τα παιδιά περιμένουν τον ήλιο...
Ο ήλιος είναι σύμμαχός τους,
ο ήλιος είναι πάντα νέος).

«Κρατήστε ως το πρωί! Η νύχτα θα περάσει».
(Μεσάνυχτα, πια.
Πάμε, τ'ακούμε απ'το ραδιόφωνο:
1050 χιλιόκυκλοι.
Κάποιος χασμουριέται: πολύ κουραστική ημέρα).

«Κρατήστε ως το πρωί! Λίγες ώρες μένουν».
(Το πρωί έχουμε και δουλιές.
Τα ρολλά του μαγαζιού περιμένουν.
Το αμάξι θέλει μια μικρή επισκευή.
Υπάρχουν και κάτι γραμμάτια).

«Κρατήστε ως το πρωί! Το πρωί όλα θ'αλλάξουν!»
(Ξεστρώσαμε τα κρεβάτια.
Είναι αλήθεια, δεν μπορούμε να κοιμηθούμε.
Η ντροπή κυκλοφορεί στα δωμάτια
με γατίσια βήματα.
Μερικές καμπάνες χτυπάνε ακόμη.
Το μαγνητόφωνο στο μπαλκόνι φωνάζει:
παιδιά σηκωθείτε!
Ένας κύριος με τις πιτζάμες
που είχε πέσει νωρίς και δεν κατάλαβε τι έγινε
διαμαρτύρεται:
«Σωπάστε, πια! Θα φωνάξω το Εκατό!»).

«Κρατήστε ως το πρωί! Η ώρα είναι δύο».
(Τα σεντόνια είναι κρύα και μαύρα.
Όχι, κόκκινα είναι τα σεντόνια
και παγωμένα).

«Κρατήστε ως το πρωί. Κουράγιο, ως το πρωί!»
(Εκείνοι δίνουν κουράγιο σε μας.
Τα σεντόνια είναι, βέβαια, κρύα,
μα είναι πιο σίγουρα απ’ τα πεζοδρόμια.
Μια καμπάνα απόμεινε να χτυπάει.
«Έλα, τώρα, πάμε σπίτι, μου υποσχέθηκες
πως θα κατέβουμε μόνο μέχρι την Ιουλιανού»).

«Κρατήστε ως το πρωί. Ως το πρωί, Ελληνες, ως το πρωί!»
(Τί ώρα ξημερώνει;
Μια σφαίρα έσπασε το τζάμι.
Η τελευταία καμπάνα σταμάτησε.
«Κλείσε το παράθυρο, κάνει κρύο...»
Θέλει να πει: πυροβολούν. Ντρέπεται.
Τα φώτα στις μαρμάρινες εισόδους των πολυκατοικιών έσβη­σαν.

«Έλα, πέσε...»
Τα καημένα τα παιδιά εκεί κάτω...
«Έλα, πέσε... θα δούμε το πρωί...»).

«Κρατήστε ως το πρωί! Όσο να βγει ο ήλιος!»

Τα παιδιά περιμένουν τον ήλιο, πιστεύουν στον ήλιο,
λατρεύουν τον ήλιο.
Ο ήλιος είναι πάντα νέος,
ο ήλιος είναι ο μεγάλος τους σύμμαχος.


30. ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΑΒΑΝΗΣ

Οι πολιτικοί περιμένουν εξελίξεις
οι αδιάλλακτοι περιμένουν
έστω και την επέμβαση του ΝΑΤΟ
οι ποιητές περιμένουν βραβεία
οι μαγαζάτορες περιμένουν πελάτες
οι γιωταχίδες περιμένουν το Σαββατοκύριακο.

Οι φοιτητές περιμένουν συμπαράσταση.


31. ΤΟ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΑΒΑΝΗΣ

Και κάποιος συγγραφέας, στην τηλεόραση,
αξύριστος, μονάχα με πουκάμισο κι ανεβασμένα τα μανίκια
μιλάει ενάντια στο κατεστημένο.
Αξύριστος και μόνο με πουκάμισο—
απόδειξη πως περιφρονεί το κατεστημένο,
το μάχεται από την τηλεόραση με λόγια σκληρά.
Οι θεατές τον θαυμάζουν:
«Τι θάρρος! Ασφαλώς θα τον συλλάβουν!»
Κι ο συγγραφέας, μαχητικός,
μονάχα με πουκάμισο κι αξύριστος
«εγώ δεν μπαίνω σε κανόνες!»
χτυπάει το κατεστημένο,
και μιλάει για το έργο του, τους νέους
και ξανά για το κατεστημένο,
το κατεστημένο που χαμογελάει με ικανοποίηση
γιατί ο μαχητικός συγγραφέας
του δίνει την ευκαιρία να φανεί
καλόβολο, ανεκτικό και με κατανόηση κατεστημένο.


32. ΤΟ ΚΕΡΔΟΣ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΑΒΑΝΗΣ

Ως τότε δεν γνωρίζαμε ο ένας τον άλλον
και μες στο σπίτι μας ακόμη.
Ως εκείνη τη μέρα του Νοέβρη,
δεν ξέραμε ποιος κάθεται στο διπλανό διαμέρισμα.
Και ξαφνικά,
συναντηθήκαμε στο ασανσέρ με τον συνταξιούχο του τρίτου,
συναντηθήκαμε στην είσοδο με τη νοικοκυρά του πρώτου,
συναντηθήκαμε στην πόρτα με έναν εργάτη,
με έναν πρώην υπουργό,
συναντηθήκαμε στο δρόμο με τους απέναντι
και κατεβήκαμε την Πατησίων.

Και ξαφνικά χαμογελάσαμε ο ένας στον άλλον,
κι απλώσαμε τις αντένες μας στα ίδια κύματα:
1050 χιλιόκυκλοι.


33. ΧΑΡΜΟΣΥΝΟ ΓΕΓΟΝΟΣ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΑΒΑΝΗΣ

«Αυτή τη στιγμή, Έλληνες, αυτή τη στιγμή,
στην πόρτα μας σταμάτησε ένα τανκ!
Ο λοχαγός σήκωσε το χέρι και μας χαιρέτησε!
Αυτή τη στιγμή, Έλληνες, αυτή τη στιγμή,
Ο στρατός είναι δικός μας,
δε θα μας χτυπήσουν!
Αυτή τη στιγμή σήκωσε το χέρι και μας χαιρέτησε
ένας λοχαγός. Δε θα μας χτυπήσουν!
Μόνο το σίδερο είναι δικό τους,
οι καρδιές είναι δικές μας. Δε θα μας χτυπήσουν.
Αυτή τη στιγμή,
αδελφώνονται στους δρόμους
πολίτες και φαντάροι,
Δε θα μας χτυπήσουν!»

...ένα άλλο χέρι σηκώθηκε
και διέταξε «πυρ!»...


34. ΜΙΚΡΗ ΟΜΑΣ ΑΝΑΡΧΙΚΩΝ

«Μικρή ομάς αναρχικών εξεμεταλλεύθη...»

Θα βρούνε δυο - τρεις εργάτες να πιάσουν,
πρέπει, οπωσδήποτε,
γιατί οι πολίτες θύμωσαν:
«Τα παιδιά, οι σπουδαστές μας, τα καλύτερα παιδιά μας!»
Γι'αυτό ο νόμος πήρε διαταγή
να μαζέψει κι άλλους εργάτες, πρωί - πρωί.
«Ε, συ! Ταυτότητα!»
Πρέπει ν'αλλάξει η σύνθεση των συλληφθέντων,
να υπάρχουν πολλοί οικοδόμοι, ηλεκτρολόγοι, άνεργοι,
να ξεχάσει ο κόσμος «τα καλύτερα παιδιά μας».
Να φοβηθεί.
Να μαζευτεί.

«Μικρή ομάς αναρχικών
αναμεμειγμένη μεταξύ των σπουδαστών...»

Άρχισε να χιονίζει.


35. ΤΟ ΕΛΙΚΟΠΤΕΡΟ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΑΒΑΝΗΣ

Ένα μεγάλο κουνούπι ζουζουνίζει πάνω απ'τα κεφάλια μας:
«Η Αθήνα παρουσιάζει όψιν θλιβεράν...»

Κόβει βόλτες πάνω απ'τις ταράτσες,
πάνω απ’ τα αναποδογυρισμένα λεωφορεία
με τις μεγάλες διαφημιστικές επιγραφές:
«ο θαυμαστός κόσμος των ζώων!»

Το μεγάλο κουνούπι
σαν να κουβαλάει όλες τις αρρώστιες του κόσμου
πότε - πότε λαμπίζει στον ήλιο.
«Η πόλις θυμίζει Δεκεμβριανά...»
Ζουζουνίζει το κουνούπι
βγαλμένο από τα μόνιμα μολυσμένα έλη
περνάει ξυστά τις ταράτσες, τις βεράντες,
φαίνεται το κεφάλι του οπερατέρ
που παίρνει υλικό για την τηλεόραση.
«Εικόνα βανδαλισμών, καταστροφή ξένης περιουσίας!»

Αυτή η φράση θα βάλει κάποια τάξη.
Περιουσία.
Ιδιοκτησία.
Το κουνούπι πηγαινοέρχεται.
Κι ο ήλιος δεν κάνει τίποτα!
Θα πεις, τι μπορεί να κάνει ο ήλιος;
(Μα θα μπορούσε να κάψει δυνατά
να πάρει φωτιά το κουνούπι να γκρεμιστεί
να μη γυρίζει πάνω απ'την αγρύπνια μας!)

«Η πόλις εισέρχεται εις την συνήθη ζωήν και κίνησιν...»
Το κουνούπι χάνεται στον ήλιο...
«Μην ξεχάσεις να φωνάξεις τον τζαμά».
«Τα αίματα βγαίνουν με νερό. Να, έτσι...»
«Καλά που είχα παρκάρει το αμάξι μου στους Αμπελοκή­πους!»

«Εις ολόκληρον την χώραν απεκατεστάθη η τάξις».


36. ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΑΒΑΝΗΣ

Ναι, έρχομαι από ΕΚΕΙ.
Τι μέρα είναι σήμερα;
Απ’ την Τετάρτη μπήκα μέσα.
Τι να σας πω;
Κόσμος πολύς στα κάγκελα, στο δρόμο, στην αυλή,
στα κάγκελα δεμένα χέρια,
χέρια, πλακάτ, κεφάλια, όπλα,
τι να σας πω;
Και βέβαια είχε αίμα.
Μήπως έχετε ένα τσιγάρο;
Τ'αφήσαμε ΕΚΕΙ τα τσιγάρα,
πολλά τσιγάρα
κι ένα ταψί με κριθαράκι που μας έφερε η γριά.
Μήπως έχετε ένα ηρεμιστικό;
Ή, καλύτερα, ένα τσιγάρο.
Μα, ναι... Ήμουνα ΕΚΕΙ.
Τι να σας πω;
Δυο χιλιάδες; Τρεις χιλιάδες;
κι άσε τους έξω...
Όχι, το αίμα δεν είναι δικό μου.
Βέβαια, ήμουνα ΕΚΕΙ
απ'την Τετάρτη... ή την Τρίτη;
Στα κάγκελα δεμένα χέρια, πρόσωπα, πλακάτ,
με το φορείο φέραν μια κοπέλα.
Όχι, δεν ξέρω πόσων χρονών.
Όχι, δε φαινότανε το πρόσωπό της.
Όχι, σας λέω, το αίμα δεν είναι δικό μου...
Τι σας έλεγα; Για την κοπέλα.
Όχι, δεν ξέρω πώς τη λένε.

Ναι, ήμουνα ΕΚΕΙ.
Κανείς δεν ήθελε να φύγει.
Τα τανκς στεκόντουσαν στην πόρτα,
έξω απ'τα κάγκελα,
όχι, μέσα απ'τα κάγκελα,
όχι... έξω...
Μα, βέβαια, ήμουνα ΕΚΕΙ.
Τι να σας πω;
Όχι, δεν θέλω επίδεσμο, το αίμα δεν είναι από μένα..,
Δύο φαντάροι μ'έκρυψαν σ'ένα σκουπιδοτενεκέ
Χέρια δεμένα στις ερπύστριες,
μάτια, μαλλιά,
τα μάτια στα κάγκελα,
ανάμεσα στα κάγκελα...
Μόνο να ξημερώσει, λέγαμε...

Και βέβαια, ήμουνα ΕΚΕΙ.
Πώς να τα πω με τη σειρά;
Πέρασαν κι άλλοι από δω;
Κάτι κορίτσια, κάτι αγόρια...
Και βέβαια είχαμε νεκρούς.
Τι θα πει «πόσους;»
Όχι, το αίμα δεν είναι δικό μου,
δε θέλω επίδεσμο...
Με συγχωρείτε, πρέπει να πηγαίνω,
η μάνα μου θ'ανησυχεί.
Τι να σας πω;
Δεν ξέρω...

Μα ναι...
ήμουνα ΕΚΕΙ...


37. ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΑΒΑΝΗΣ

Ο κύριος Π.Β.Ε., ετών 50, έμπορος,
δι'απάτην κατά συρροήν και εμπρησμόν,
κατεδικάσθη εις τριών ετών φυλάκισιν.
Ο Λ.Ι., ετών 15, μαθητής,
διότι έγραφε συνθήματα στους τοίχους,
κατεδικάσθη εις είκοσι ετών φυλάκισιν.

Η κυρία Κ.Μ., ετών 48, επιχειρηματίας,
δια μαστροπείαν και έκδοσιν ανηλίκων κορασίδων,
κατεδικάσθη εις τριών ετών φυλάκισιν,
λόγω του προτέρου εντίμου βίου.
Η Ι.Λ., ετών 19, σπουδάστρια,
δια συμμετοχήν εις ταραχάς κατά του καθεστώτος,
κατεδικάσθη εις 25 ετών φυλάκισιν.

Ο κύριος Κ.Μ., ετών 50, τέως υπουργός,
δια δωροληψίαν κατ'επανάληψιν,
κατεδικάσθη εις πέντε ετών φυλάκισιν
(ο νόμος δεν προβλέπει μεγαλυτέρας ποινάς).
Ο Α.Ρ., ετών 22, εργάτης,
δια διανομήν προκηρύξεων, κατεδικάσθη εις ισόβια.

...Δεν έχουμε παρά να περιμένουμε
να γίνουν υπουργοί και μαστροποί οι νέοι μας
να γλιτώνουν με μικρότερες ποινές.


38. ΑΠΟΣΤΟΛΗ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΑΒΑΝΗΣ

Πρώτα - πρώτα, πλύσου καλά,
να φύγουν τα αίματα,
να μην τρομάξουν όταν σε δουν.
Χτύπα την πόρτα και πες...
Μα πλύνε, πρώτα, τα αίματα.
Είσαι και κίτρινος,
προσπάθησε να συνέλθεις.
Μην έχεις αυτό το ύφος.
Χτύπα την πόρτα και πες...
Μα ρώτησε πιο πριν τη γειτονιά.
Μου φαίνεται πως ήταν άρρωστη η μητέρα της.
Ρώτα τη γειτονιά αν μπορεί ν'αντέξει την είδηση.
Πλύσου, όμως, πρώτα, καλά,
ξυρίσου και κυρίως μην κλάψεις.
Αν δεν μπορείς, να πάει κανένας άλλος.

Βρες έναν τρόπο να το πεις:
Η Άννα, πες...
Βρες έναν τρόπο...
Μα πλύνε πρώτα τα αίματα, ξυρίσου κι άλλαξε κοστούμι.
Και προπαντός μην κλαις.
Που είναι κόκκινα τα μάτια σου
πες: «φταίνε τα δακρυγόνα»
εξάλλου, ολωνών τα μάτια είναι κόκκινα.
Πες, στην αρχή, πως είναι μόνο ένα τραύμα...
Καθάρισε, όμως, πρώτα τα αίματα, ξυρίσου κι άλλαξε κοστούμι.
Και προπαντός μην κλάψεις.

Αν δεν μπορείς, να πάει κανένας άλλος.


39. ΟΡΟΣΗΜΑ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΑΒΑΝΗΣ

Σταματήσαμε την πορεία
να θάψουμε ένα νεκρό.

Βάλαμε κι ένα σταυρό.

Ύστερα κι άλλον.
Και πιο πέρα.
Και παρακάτω.
Κι άλλο σταυρό.

Έτσι, μας είπαν,
θα βρούνε το δρόμο
εκείνοι που έρχονται.



40. Νίκος Σαραντάκος (Άχθος Αρούρης)
ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ

Φουκαραδάκι ο δύστυχος, είχε τελειώσει
νυχτερινό γυμνάσιο. Για σπουδές
ελπίδα δεν τ'απόμενε ούτε τόση
Δε βάφονται τ'αυγά με τις πορδές!

Δούλευε εφαρμοστής. Δουλειά του πάγκου,
θέλει σίγουρο χέρι και μυαλό ξουράφι.
Κι ήταν ο πιο ξυπνός στου Μαστροβάγγου
—Δω μέσα ρε παιδιά, πηγαίνω στράφι!

— Ε! όχι δα ρε Μπάμπη, εδώ μαστόροι
πολύ παλιοί σου βγάζουν το καπέλο.
Τι παραπάνω θά 'θελες αγόρι;
— Θά 'θελα να σπουδάσω, μα όσο κι αν θέλω...

Πολυτεχνείο το λεν, δεν είν'αστεία,
αν βρίσκονταν παράδες κι αν... και αν...
για φροντιστήρια, δίδακτρα, βιβλία...
(κι ας λεν πως είναι η παιδεία «Δωρεάν»)

Εν τέλει τα κατάφερε και μπήκε
μέσ'στη σχολή που επόθει, μιαν εσπέρα
στα τέλη τον Νοέμβρη. Και μια σφαίρα
στα φλογισμένα στήθη τον ευρήκε.


Φωτογραφίες ντοκουμέντα από την εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973

Τραγούδια για το Πολυτεχνείο

$
0
0
polutexneio

Τραγούδια που χάραξαν την πορεία τους στον χρόνο, που φέρνουν αναμνήσεις και ξεσηκώνουν μέχρι και σήμερα…

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973 ήταν μια μέρα που σημάδεψε την πορεία της ιστορίας αφήνοντας βαθιά το στίγμα της. Ακολούθησαν πολλά τραγούδια που άγγιζαν και αγγίζουν μέχρι σήμερα όλους μας και συνοδεύουν τον εορτασμό της ημέρας.

Ο δυναμικός τους στίχος μαζί με τον ρυθμό ξεσηκώνουν και ζωντανεύουν τις μνήμες μέχρι και σήμερα, ενώ αποτελούν διαχρονικά τραγούδια, που έχουμε στη καρδιά μας.

Πάμε λοιπόν να απολαύσουμε 20 αγαπημένα τραγούδια για την επέτειο του Πολυτεχνείου, που όλοι έχουμε χιλιοτραγουδήσει και έτσι θα συνεχίσουμε:

Μάνος Λοΐζος – Ο Μέρμηγκας
Τζίμης Πανούσης – 17 Νοέμβρη απόγευμα
Μίκης Θεοδωράκης – Όταν Σφίγγουν το Χέρι
Αντώνης Καλογιάννης – Το σφαγείο
Αντώνης Καλογιάννης – Είμαστε δυο
Μίκης Θεοδωράκης – Το Γελαστό Παιδί
Βασίλης Παπακωνσταντίνου – Ο Στρατιώτης
Μαρία Φαραντούρη – Λίγο Ακόμα
Τάνια Τσανακλίδου – Τα παιδιά ζωγραφίζουν στον τοίχο
Μάνος Λοΐζος – Το Ακορντεόν
Νίκος Ξυλούρης – Πότε θα Κάνει Ξαστεριά
Λαυρέντης Μαχαιρίτσας & Διονύσης Τσακνής – Νοέμβρης ’90
Μαρία Δημητριάδη – Ο Λεβέντης (Λεβέντης Εροβόλαγε)
Μάνος Λοΐζος – Ο δρόμος
Μίκης Θεοδωράκης – Οι πρώτοι νεκροί (Πάλης ξεκίνημα)
Μίκης Θεοδωράκης – Ένα το Χελιδόνι
Μίκης Θεοδωράκης – Της Δικαιοσύνης Ήλιε Νοητέ
Γαργαρουνάκης, Χαλκιάς, Τσανακλίδου – Μαλαματένια λόγια
Το μεγάλο μας τσίρκο – Το προσκύνημα
Γρηγόρης Μπιθικώτσης – Θα σημάνουν οι καμπάνες

Περισσότερα αφιερώματα για την εξέγερση του Πολυτεχνείου εδώ.

Το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 στην Ελλάδα

$
0
0


Νικόλαος Μακαρέζος, Στυλιανός Παττακός, Γεώργιος Παπαδόπουλος
Νικόλαος Μακαρέζος, Στυλιανός Παττακός, Γεώργιος Παπαδόπουλος

Στρατιωτικό κίνημα, που εξερράγη τα ξημερώματα τις 21ης Απριλίου 1967, με επικεφαλής τον ταξίαρχο Στυλιανό Παττακό και τους συνταγματάρχες Γεώργιο Παπαδόπουλο και Νικόλαο Μακαρέζο. Κατέλυσε το δημοκρατικό πολίτευμα στην Ελλάδα και επέβαλλε μία στυγνή δικτατορία, που διήρκεσε επτά χρόνια.
Η χώρα την εποχή εκείνη βρισκόταν ουσιαστικά σε προεκλογική περίοδο. Οι εκλογές είχαν προκηρυχθεί για τις 28 Μαΐου και την εξουσία ασκούσε από τις 3 Απριλίου η ΕΡΕ, με πρωθυπουργό τον αρχηγό της Παναγιώτη Κανελλόπουλο, έχοντας τη συναίνεση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Γεωργίου Παπανδρέου και του Βασιλιά Κωνσταντίνου. Γεγονός των ημερών ήταν η συναυλία των Rolling Stones στο γήπεδο του Παναθηναϊκού (17 Απριλίου), που όμως διαλύθηκε από την Αστυνομία, προς μεγάλη απογοήτευση των αθηναίων ροκάδων, που θα έβλεπαν ένα συγκρότημα - θρύλο στην ακμή της δημιουργικότητάς του.
Διάχυτη ήταν η πεποίθηση ότι τις επερχόμενες εκλογές θα κέρδιζε η Ένωση Κέντρου και θα επανερχόταν θριαμβευτικά στην εξουσία υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου. Πολλοί ήλπιζαν ότι θα ετίθετο ένα τέλος στη διετή πολιτική ανωμαλία, που έμεινε στην ελληνική ιστορία ως «Αποστασία» και σηματοδοτήθηκε με την παραίτηση του λαοπρόβλητου πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου (είχε λάβει το 52,2% στις εκλογές του 1964) στις 15 Ιουλίου 1965, μετά τη σύγκρουσή του με τον βασιλιά Κωνσταντίνο.
Στα δεξιότερα του πολιτικού φάσματος, ένα τμήμα της ΕΡΕ ζητούσε ένα «λοχία» για να σώσει τη χώρα από τον αναρχοκομμουνισμό. Για τη μετεμφυλιακή Δεξιά της προδικτατορικής περιόδου, κομμουνιστές ήταν εν ευρεία εννοια και οι κεντρώοι και οπωσδήποτε ο απρόβλεπτος Ανδρέας Παπανδρέου, που ήταν το ανερχόμενο αστέρι στην πολιτική σκηνή και εκινείτο αριστερότερα από το κόμμα του, την Ένωση Κέντρου.
Οι στρατηγοί, το Παλάτι, κάποιοι πολιτικοί της Δεξιάς και οι Αμερικανοί καλόβλεπαν μία μικρής διάρκειας συνταγματική εκτροπή, που θα επανέφερε την πολιτική κατάσταση στη σωστή ρότα, δηλαδή στην εναλλαγή στην εξουσία της Δεξιάς και ενός μετριοπαθούς Κέντρου. «Η Χούντα των Στρατηγών» έμεινε στα σχέδια, καθώς τους πρόλαβαν με το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου οι μικροί αξιωματικοί, με πρόσχημα τον κομμουνιστικό κίνδυνο. Τέτοια περίπτωση δεν διαφαινόταν στον ορίζοντα, καθώς η ΕΔΑ, που εκπροσωπούσε την κομμουνιστική Αριστερά (το ΚΚΕ ήταν εκτός νόμου), κινούνταν στο 11,80% των ψήφων στις εκλογές του 1964, σε σχέση με το 24,43% του 1958.
Πρέπει, όμως, να συνυπολογίσουμε ότι βρισκόμασταν 17 χρόνια από τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου και στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου, όσον αφορά τον διεθνή περίγυρο. Ο στρατός ήταν πανίσχυρος, με παράδοση επεμβάσεων τον 20ο αιώνα, οι Αμερικανοί θεωρούσαν φέουδό τους την Ελλάδα, το δεξιό παρακράτος ήταν ισχυρό (Δολοφονία Λαμπράκη) και το Παλάτι ήταν ένας αυτόνομος πόλος εξουσίας, «που δεν βασίλευε, αλλά κυβερνούσε». Οι πολιτικοί που κυβέρνησαν αυτά τα 17 χρόνια (Πλαστήρας, Παπάγος, Καραμανλής και Παπανδρέου), ασχολήθηκαν κυρίως με την ανοικοδόμηση της χώρας και την οικονομική ανάπτυξη, παρά με το «βάθεμα και το πλάτεμα» των δημοκρατικών θεσμών και την εξάλειψη των μνημών του Εμφυλίου.
Το πραξικόπημα, «Επανάσταση» για τους θιασώτες του, εκδηλώθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες της 21ης Απριλίου. Λίγες ώρες πριν, είχε ολοκληρωθεί η συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου και τα μέλη του αποχώρησαν για τα σπίτια τους, χωρίς να έχουν ιδέα για το τι θα επακολουθούσε. Ανάμεσά τους και ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, Παναγιώτης Παπαληγούρας.
Η τριάδα των Παπαδόπουλου, Παττακού και Μακαρέζου, μπορεί να ήταν άσοι στη συνωμοσία, αλλά εκμεταλλεύτηκαν τον βαθύ ύπνο των δημοκρατικών κυβερνήσεων και φρόντισαν να τοποθετήσουν στις πιο νευραλγικές θέσεις του στρατεύματος ανθρώπους μυημένους στα σχέδιά τους. Τους βοήθησε, επίσης, το γεγονός ότι μέσα στην Αθήνα υπήρχαν μεγάλες μάχιμες μονάδες, όπως το Κέντρο Εκπαιδεύσεως Τεθωρακισμένων, που βρισκόταν στη σημερινή Πολυτεχνειούπολη, με διοικητή τον ταξίαρχο Παττακό.

21 Απριλίου 1967: Τα τανκς της χούντας στους δρόμους της Αθήνας
Από εκεί βγήκαν τα πρώτα τανκς στις 2 τα ξημερώματα, για να καταλάβουν όλα τα στρατηγικά σημεία της πρωτεύουσας (Βουλή, Υπουργεία, ΕΙΡ, ΟΤΕ, Ανάκτορα). Την ίδια ώρα, ο συνταγματάρχης Ιωάννης Λαδάς εξαπέλυε πιστές στο κίνημα δυνάμεις για να συλλάβουν το σύνολο της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας. Οι πραξικοπηματίες έβαλαν σε εφαρμογή το ΝΑΤΟικό σχέδιο «Προμηθεύς», για την αντιμετώπιση του κομμουνιστικού κινδύνου, με αποτέλεσμα να κινηθούν όλες οι στρατιωτικές μονάδες της Αττικής. Μεγάλη ήταν η συμβολή του διοικητή της Σχολής Ευελπίδων, Δημήτρη Ιωαννίδη, ο οποίος κινητοποίησε το τάγμα της σχολής και τη Στρατιωτική Αστυνομία (ΕΣΑ).

Μία από τις πρώτες ενέργειες των συνωμοτών ήταν να συλλάβουν τον αρχηγό του ΓΕΣ αντιστράτηγο Σπαντιδάκη και να τον αντικαταστήσουν με τον ομοιόβαθμό του Οδυσσέα Αγγελή, που ήταν μυημένος στο κίνημα. Ο νέος αρχηγός του Στρατού έδωσε εντολή σε όλους του μεγάλους στρατιωτικούς σχηματισμούς να εφαρμόσουν το σχέδιο «Προμηθεύς» κι έτσι να εξασφαλισθεί η υπακοή του στρατεύματος σε όλη τη χώρα.
Η μοναδική ενέργεια για να αντιμετωπιστεί εγκαίρως το πραξικόπημα έγινε από την πλευρά του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, Γεωργίου Ράλλη, ο οποίος προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον ταξίαρχο Ορέστη Βιδάλη για να κινητοποιήσει το Γ'Σώμα Στρατού στη Θεσσαλονίκη. Δεν πρόλαβε, αφού το σχέδιο «Προμηθεύς» είχε ήδη τεθεί σε εφαρμογή, με αποτέλεσμα ο ταξίαρχος Βιδάλης να μην λάβει ποτέ το σήμα του Γεωργίου Ράλλη.
Ο αιφνιδιασμός ήταν πλήρης και στις 3:30 τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου το στρατιωτικό κίνημα είχε επικρατήσει και μάλιστα αναίμακτα. Νωρίς το πρωί, το ραδιόφωνο ΕΙΡ έπαιζε εμβατήρια και δημοτικά άσματα και οι αγουροξυπνημένοι Έλληνες άκουγαν τα πρώτα «Αποφασίζομεν και Διατάζομεν» των δικτατόρων, που ήταν η απαγόρευση των συγκεντρώσεων άνω των τριών ατόμων. Με συντακτική πράξη κατά τη διάρκεια της ημέρας ανεστάλησαν οι διατάξεις του Συντάγματος και ματαιώθηκαν οι εκλογές της 28ης Μαΐου 1967.
Αιφνιδιασμένοι από τις εξελίξεις φαίνεται να ήταν και οι Αμερικανοί, που δεν περίμεναν την κίνηση του Παπαδόπουλου. Τον πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Αθήνα Φίλιπ Τάλμποτ ξύπνησε ο ανιψιός του πρωθυπουργού Κανελλόπουλου, Διονύσης Λιβανός, και του ανακοίνωσε την είδηση. Όταν μετά από λίγες μέρες ο Τάλμποτ είπε στο σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα, Τζακ Μέρι, ότι το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου ήταν ο βιασμός της Ελληνικής Δημοκρατίας, αυτός του απάντησε κυνικά: «Μα, πώς είναι δυνατόν να βιάσεις μία πόρνη;..»

H ορκομωσια της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Κόλλια
Μόνο δύο πρωινές εφημερίδες πρόλαβαν να περιλάβουν στην ύλη τους την εκδήλωση του πραξικοπήματος. Η «Καθημερινή» στην πρώτη της σελίδα είχε ένα μονόστηλο με τίτλο «Την 2αν πρωινήν εξερράγη στρατιωτικόν κίνημα. Συνελήφθησαν πολιτικοί άνδρες», ενώ η «Αυγή» πάνω από τον τίτλο της έγραφε: «Συνελήφθησαν από στρατιωτικούς οι Μ. Γλέζος, Λ. Κύρκος, Α. Παπανδρέου. Ασυνήθιστες κινήσεις στρατιωτικών και αστυνομικών δυνάμεων».

Στις 7 το πρωί, η ηγεσία των πραξικοπηματιών επισκέφθηκε στα Ανάκτορα του Τατοΐου τον Κωνσταντίνο και του ζήτησε να ορκίσει την κυβέρνησή τους. Η περιοχή ήταν περικυκλωμένη από τανκς για να μην υπάρξει περίπτωση δυναμικής αντίδρασης από τον άνακτα. Ο βασιλιάς, παρά την προτροπή του συλληφθέντα πρωθυπουργού Παναγιώτη Κανελλόπουλου να αντισταθεί, συμβιβάστηκε μαζί τους «για να μην χυθεί αίμα ελληνικό» και αργά το απόγευμα όρκισε την κυβέρνηση, με πρωθυπουργό τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνο Κόλλια. Επρόκειτο βέβαια για πρωθυπουργό - μαριονέτα, αφού τα νήματα κινούσε ο ισχυρός άνδρας του κινήματος, συνταγματάρχης Γεώργιος Παπαδόπουλος. Ο συλληφθείς και αποπεμφθείς αρχηγός του ΓΕΣ Γρηγόριος Σπαντιδάκης, άνθρωπος του βασιλιά, όπως και ο Κόλλιας, προσχώρησε στους κινηματίες και ανέλαβε Υπουργός Εθνικής Άμυνας.
Την ίδια μέρα άρχισαν και οι συλλήψεις απλών πολιτών, ενώ είχαμε και τα πρώτα θύματα. Τα όργανα της Χούντας δολοφονούν στον Ιππόδρομο, που είχε μετατραπεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, το στέλεχος της ΕΔΑ Παναγιώτη Ελή, ενώ ένας στρατιώτης πυροβολεί τη νεαρή Αθηναία Μαρία Καλαυρά, γιατί δεν υπάκουσε στις διαταγές του. Δέκα ημέρες αργότερα, η Χούντα ανακοίνωσε ότι οι συλληφθέντες ανέρχονταν σε 6509 άτομα, στη συντριπτική τους πλειονότητα αριστερών πεποιθήσεων.
Η Ελλάδα από την 21η Απριλίου 1967 μπήκε στο «γύψο», κατά την έκφραση του Παπαδόπουλου, για 7 χρόνια, 3 μήνες και 3 μέρες. Η Δικτατορία κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος στις 23 Ιουλίου 1974, μετά το εγκληματικό πραξικόπημα στην Κύπρο και την τουρκική εισβολή στη Μεγαλόνησο. Η κατάργηση των στοιχειωδών ελευθεριών, οι φυλακές, οι εξορίες και τα βασανιστήρια, οι δολοφονίες των αντιπάλων του καθεστώτος, ο πνευματικός και πολιτιστικός μεσαίωνας, αλλά και η Κυπριακή τραγωδία, καταγράφουν τη Χούντα των Συνταγματαρχών ως μία από τις μελανότερες στιγμές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.

Η Χούντα των Συνταγματαρχών

$
0
0


Ο Φοίνικας με τον Στρατιώτη, σύμβολο της Στρατιωτικής Χούντας
Με την ονομασία Χούντα των Συνταγματαρχών ή Δικτατορία των Συνταγματαρχών, ή απλούστερα εκ του διεθνούς ισπανικού και λατινοαμερικάνικου όρου Χούντα καθιερώθηκε να χαρακτηρίζεται η περίοδος της δικτατορίας στην Ελλάδα που επικράτησε μετά το πραξικόπημα των Συνταγματαρχών στις 21 Απριλίου 1967. Η περίοδος αυτή κράτησε μέχρι τις 23 Ιουλίου 1974, δηλαδή "επτά χρόνια" (οι οκτώ τελευταίοι μήνες της οποίας είναι γνωστοί και ως Χούντα του Ιωαννίδη) εξ ου και η περίοδος αυτή αποκαλείται "επταετία".
Όσον αφορά την ονομασία αυτή φέρεται να υιοθετήθηκε από τους Έλληνες δημοσιογράφους, ως ορολογία της διεθνούς ειδησεογραφίας στην οποία με την ονομασία "Χούντα των Συνταγματαρχών"είχε καθιερωθεί να ονομάζεται το πραξικόπημα και η Χούντα που είχε επιβάλει το 1952 ο Νάσερ στην Αίγυπτο, όπου σ΄ εκείνη συμμετείχαν πράγματι μόνο συνταγματάρχες, οι αυτοκληθέντες "Ελεύθεροι Αξιωματικοί".
Στη διάρκεια της επταετίας σχηματίστηκαν τέσσερις δικτατορικές κυβερνήσεις: η Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Κόλλια 1967, η Κυβέρνηση Γεωργίου Παπαδόπουλου 1967, η Κυβέρνηση Σπύρου Μαρκεζίνη 1973, η Κυβέρνηση Αδαμαντίου Ανδρουτσόπουλου 1973.
Στις 24 Ιουλίου 1974, αδυνατώντας η τελευταία κυβέρνηση να χειριστεί τα εξ υπαιτιότητάς της γεγονότα της Κύπρου, (απόπειρα δολοφονίας Μακαρίου Γ΄, το πραξικόπημα της Κύπρου και τον Αττίλα Ι), ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης, προσκάλεσε από το εξωτερικό και διόρισε πρωθυπουργό τον Κ. Καραμανλή ο οποίος και ανέλαβε την λεγόμενη Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας.

Ιστορική Αναδρομή

Ιστορικό πλαίσιο

Η ελληνική δικτατορία 1967-1974 θεωρείται διεθνώς ένα ακόμα επεισόδιο του Ψυχρού Πολέμου, στην μάχη μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Η προσπάθεια τηςΣοβιετικής Ένωσης να προσεταιριστεί έθνη στη πολιτική σφαίρα επιρροής της, ενισχύοντας φιλοσοβιετικές και φιλοκομμουνιστικές ομάδες, συχνά οδηγούσε σε αντίδραση από τη μεριά των Δυτικών και κυρίως των Αμερικανών που ήταν επικεφαλής του δυτικού συνασπισμού σε όμοιες αντίστοιχες ενέργειες.
Στο εσωτερικό των χωρών, στις πιο βίαιες περιπτώσεις, αυτή η μάχη κατέληγε είτε σε πλήρη επικράτηση των κομμουνιστών όπως στο Βιετνάμ/Καμπότζη ή σε στρατιωτική δικτατορία των πιο ακραίων δυτικόφιλων εθνικιστών (Χιλή, Αργεντινή). Στην περίπτωση της Ελλάδας, όπως και στην Ισπανία και στην Πορτογαλία, οι στρατιωτικοί ανέλαβαν να αντιμετωπίσουν αυτό που εκλάμβαναν ως κομμουνιστικό κίνδυνο με περιορισμό των πολιτικών ελευθεριών και εγκαθίδρυση δικτατοριών. Σε αυτήν την δράση τους είχαν συχνά την σιωπηρή ανοχή έως και σε μερικές περιπτώσεις, την ανοιχτή συμπαράσταση της Δύσης και κυρίως των ΗΠΑ μέχρι ακόμα και την ωμή παρέμβαση της CIA και των παραγόντων της.
Κατά τον Σάμιουελ Χάντιγκτον η ελληνική δικτατορία δεν πρέπει να αναλύεται ως ένα μεμονωμένο γεγονός αλλά ως μέρος ενός παγκόσμιου παιχνιδιού, μέρος ενός κύματος δικτατοριών. Όπως εξηγεί ο συγγραφέας στο βιβλίο The Third Wave, με πολλές αναφορές στην ελληνική δικτατορία και μεταπολίτευση, ο κόσμος έχει περάσει τρία κύματα αποσταθεροποίησης και δημοκρατικοποίησης. Η Ελλάδα βρέθηκε στο τρίτο κύμα εκδημοκρατισμού, την περίοδο του 70-80 μαζί με άλλες χώρες όπως οι προαναφερθείσες Ισπανία, Πορτογαλία αλλά και οι Βραζιλία, Παναμάς, Γρενάδα κ.ά..

Πολιτικές εξελίξεις που οδήγησαν στο πραξικόπημα

Με την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Γερμανούς, άρχισε εμφύλιος πόλεμος (1945-1949) μεταξύ των κομμουνιστικών δυνάμεων ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και του εθνικού στρατού, που είχε την άμεση υποστήριξη των Άγγλων και Αμερικανών. Με την παράδοση των όπλων από πλευράς των κομμουνιστών, άρχισε να συντηρείται από τις ελληνικές κυβερνήσεις κλίμα τρομοκρατίας και κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τυχόν κομμουνιστική επανάσταση. Επιπλέον, έως το 1961, με ευθύνη και πρωτοβουλία της κυβέρνησης Καραμανλή, δημιουργήθηκε μηχανισμός ελέγχου του Τύπου και της πληροφόρησης, με σκοπό τη στήριξη ενός ουσιαστικά αυταρχικού καθεστώτος. Ο μηχανισμός αυτός αποτελούνταν από στρατιωτικούς και Έλληνες και ξένους δημοσιογράφους, οι μισθοί των οποίων καλύπτονταν από μυστικά κονδύλια της Γενικής Διεύθυνσης Τύπου και Πληροφοριών (ΓΔΤΠ) και της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ). Οι αξιωματικοί που αποτελούσαν το μηχανισμό αυτό αξιοποίησαν αργότερα την εμπειρία τους επιβάλλοντας τη δικτατορία.
Μέσα στο στρατό υπήρχε παράνομη οργάνωση αξιωματικών, με το όνομα ΙΔΕΑ, που είχε πρόγραμμα πραξικοπήματος. Μέσα στον ΙΔΕΑ, δρούσε ο αξιωματικόςΓεώργιος Παπαδόπουλος, ως υφιστάμενος του στρατηγού Νάτσινα. Οι μηχανισμοί αυτοί, ενεργοποιήθηκαν, ή μάλλον πήραν την εντολή να ενεργοποιηθούν, από τον Τζον Μόρι, πράκτορα της CIA στην Αθήνα, κατ΄ αρχήν για την ανατροπή της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου, στη συνέχεια όμως με κύριο στόχο την επιβολή πραξικοπηματικής κυβέρνησης, αποτελούμενης μόνο από στρατιωτικούς.
Τον Ιούλιο του 1965 σημειώθηκε σοβαρό ρήγμα στις τάξεις του κυβερνώντος κόμματος Ένωση Κέντρου, γνωστό στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας με τον όρο Αποστασία του 1965 ή Ιουλιανά. Αφορμή υπήρξε η απόφαση του Γεωργίου Παπανδρέου να αντικαταστήσει τον Πέτρο Γαρουφαλιά από το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης και η άρνηση του τότε Βασιλιά Κωνσταντίνου Β΄ να υπογράψει το σχετικό διάταγμα, αν ο διάδοχος του Γαρουφαλιά δεν απολάμβανε της απόλυτης εμπιστοσύνης του.
Ο Γ. Παπανδρέου αναγκάστηκε από τον Κωνσταντίνο να παραιτηθεί στις 15 Ιουλίου 1965. Από εκείνη την ημέρα και μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου του 1966, ο Κωνσταντίνος προσπάθησε να σχηματίσει κυβερνήσεις με τη συμμετοχή κατά διαστήματα 48 βουλευτών της παράταξης Ένωση Κέντρου (αποστατών) που εγκατέλειψαν τον Γεώργιο Παπανδρέου. Ο όρος "Αποστασία" προήλθε από τον χαρακτηρισμό αποστάτες που αποδόθηκε στους βουλευτές της Ένωσης Κέντρου που, υπό την προτροπή του επίσης βουλευτή της Ένωσης Κέντρου Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, πήραν μέρος ή έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στις κυβερνήσεις της περιόδου αυτής. Ο Κωνσταντίνος αρχικά διόρισε πρωθυπουργό τον Γεώργιο Αθανασιάδη-Νόβα με υπουργούς αποστάτες βουλευτές την Ένωσης Κέντρου. Η νέα κυβέρνηση όμως δεν είχε πλειοψηφία στην Βουλή, οπότε σχηματίστηκε άλλη κυβέρνηση υπό τον Ηλία Τσιριμώκο. Όλη η περίοδος που ακολούθησε την αποπομπή της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου χαρακτηρίζεται γενικότερα ως περίοδος πολιτικής ανωμαλίας.
Η σύγκρουση είχε και οικονομικά αίτια: Όταν η Ένωση Κέντρου ανήλθε στην εξουσία, ο Παπανδρέου είχε επιβάλει στον εκατομμυριούχο μεγαλοεπενδυτή Τομ Πάπαςτην επαναδιαπραγμάτευση των συμβάσεων για τα διυλιστήρια της ESSO (της σημερινής ΕΚΟ). "Ο Πάπας αντέδρασε και πίεζε την ελληνική κυβέρνηση, μέσω των διασυνδέσεων που είχε με την κυβέρνηση των ΗΠΑ, να σταματήσει τις "σοσιαλιστικές μεταρρυθμίσεις"... Τελικά το φθινόπωρο του 1964, η κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου υποχρέωσε τον Τομ Πάπας να υπογράψει νέα σύμβαση με την ESSO PAPAS, καταργώντας τα περισσότερα από τα μονοπώλια που είχε». Η CIA, η πολυεθνική Esso και το αφεντικό της δεν υποχώρησαν αλλά υπονόμευαν την κυβέρνηση Παπανδρέου, ενώ «... τη σχέση του με τη CIA παραδέχθηκε ο ίδιος ο Πάπας, σε συνέντευξη που έδωσε στο Φρέντυ Γερμανό».
Στο βιβλίο που έγραψε ο Μακάριος Δρουσιώτης, 1974, Το άγνωστο παρασκήνιο της τουρκικής εισβολής, Αλφάδι, Λευκωσία, 2002, σσ. 14-18 αναφέρει: «... ο Τομ Πάπας ήταν αυτός που συνέδραμε οικονομικά για την εξαγορά των βουλευτών που είχαν αποστατήσει από την Ένωση Κέντρου. Ο Λευτέρης Βόδενας συνεργάτης του τότε εκδότη των εφημερίδων "Μακεδονία"και "Θεσσαλονίκη"ο οποίος είχε ενεργό συμμετοχή στην ανατροπή του Παπανδρέου, αφηγείται στο βιβλίο του Χρίστου Χριστοδούλου "Ο εκδότης Ιωάννης Βελλίδης":
"... μια μέρα ανέβηκα στον 7ο όροφο της οδού Φιλελλήνων 1 και πήρα κάτι δέματα.... Τα πήρα από τα γραφεία της ESSΟ Πάπας που ήταν εκεί και τα κατέβασα στα γραφεία της "Μακεδονίας"που ήταν στο δεύτερο όροφο. Από κει πέρασαν κάποιοι βουλευτές και τα πήραν».

το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου

Στις 21 Απριλίου του 1967 και ενώ είχαν προκηρυχθεί εκλογές για τις 28 Μαΐου, αξιωματικοί του στρατού, υπό την ηγεσία του συνταγματάρχη Γεωργίου Παπαδόπουλου, και συμμετοχή του ταξίαρχου Στυλιανού Παττακού και του συνταγματάρχη Νικολάου Μακαρέζου κατέλαβαν την εξουσία με πραξικόπημα.
Έχοντας εξασφαλίσει περίπου 100 τεθωρακισμένα στην περιοχή της πρωτεύουσας, οι πραξικοπηματίες κινήθηκαν τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου και κατέλαβαν αρχικά το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Στη συνέχεια έβαλαν σε εφαρμογή το σχέδιο έκτακτης ανάγκης του ΝΑΤΟ με κωδικό Σχέδιο Προμηθεύς, με αποτέλεσμα να κινητοποιηθούν όλες οι στρατιωτικές μονάδες της Αττικής. Το συγκεκριμένο σχέδιο προορίζονταν για την αναγκαστική ανάληψη εξουσίας από το στρατό με σκοπό την εξουδετέρωση κομμουνιστικής εξέγερσης, σε περίπτωση που εισέβαλαν στην Ελλάδα δυνάμεις του Σοβιετικού Στρατού. Ο έμπιστος του βασιλιά αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού στρατηγός Γρηγόριος Σπαντιδάκης αντικαταστάθηκε από τον Οδυσσέα Αγγελή. Ο Αγγελής κάνοντας χρήση του νέου του αξιώματος έδωσε εντολή στο Γ΄ Σώμα Στρατού στη Θεσσαλονίκη να εφαρμόσει το Σχέδιο Προμηθεύς σε όλη τη χώρα.
Η μοναδική προσπάθεια για να αντιμετωπιστεί εγκαίρως το πραξικόπημα ήταν από την πλευρά κυρίως του υπουργού Δημόσιας Τάξης Γεωργίου Ράλλη ο οποίος προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον ταξίαρχο Ορέστη Βιδάλη για να κινητοποιήσει το Γ'Σώμα Στρατού (Θεσσαλονίκη). Δεν πρόλαβε, αφού το σχέδιο Προμηθεύς είχε ήδη τεθεί σε εφαρμογή με αποτέλεσμα ο ταξίαρχος Βιδάλης να αγνοήσει το σήμα του Ράλλη.

Σχέσεις Χούντας-ΗΠΑ

Οι Η.Π.Α. εφάρμοσαν την τακτική της realpolitik ως προς τις σχέσεις τους με το νέο καθεστώς. Έτειναν να αποδέχονται ως τετελεσμένο γεγονός τη δικτατορία επικαλούμενοι διάφορα εκλογικευτικά επιχειρήματα: ο απλός κόσμος της ελληνικής υπαίθρου και των αστικών κέντρων δεν έρχόταν σε ευθεία ρήξη με το καθεστώς. Γενικά η απουσία κάποιου ισχυρού αντιπολιτευτικού κινήματος στο εσωτερικό, η εκ μέρους της οικονομικής ολιγαρχίας του τόπου, υποστήριξης του καθεστώτος και οι διακηρύξεις της Χούντας για την πρόωθηση μέτρων εκδημοκρατισμού λειτουργούσαν αποτρεπτικά για την Αμερικανική πλευρά. Το κλειδί για την κατανόηση της αμερικανικής στάσης «βρίσκεται στο γεγονός της φιλοατλαντικής στάσης της ηγεσίας της χούντας». Απαιτούσε λεπτό χειρισμό η δημόσια στάση που θα εκδήλωναν οι Η.Π.Α. με δεδομένη την αντίδραση της φιλελεύθερης πτέρυγας των Δημοκρατικών. Αρχικά ο Ντιν Ράσκ απέτρεψε την έκφραση λύπης της Ουάσινγκτον για το πραξικόπημα. Στη συνέχεια άσκησε διακριτική πίεση για την ασφάλεια του Ανδρέα Παπανδρέου, δια μέσου του Αμερικανού πρεσβευτή στην Αθήνα ασκήθηκε πίεση για την προώθηση όχι άμεσα μα το ταχύτερο δυνατόν ελευθεριών και, τέλος υιoθέτησε την πρόταση του Τάλμποτ να ανασταλεί η αποστολή βαρέων όπλων στο πλαίσιο του Military Assistance Program. Τον Ιούλιο του 1967 η Αμερικανική πλευρά και συγκεκριμένα ο Ντιν Ράσκ,ο Υπουργός των Εξωτερικών των Η.Π.Α., εισηγήθηκε την μερική άρση του αποκλεισμού αποστολής βαρέων όπλων, χωρίς να αρθεί πλήρως. Είχε προηγηθεί η συνεργασία του καθεστώτος στον Πόλεμο των Έξι Ημερών με το να επιτρέψει τη χρήση των αμερικανικών βάσεων στην Ελλάδα. Όταν εκδηλώθηκε το κίνημα του βασιλιά Κωνσταντίνου οι Αμερικανοί κράτησαν ουδέτερη στάση, αν και σε επίπεδο κορυφής προσδοκούσαν στην επικράτηση του βασιλιά, με τις δικές του όμως δυνάμεις, και χωρίς τη δική τους βοήθεια. Η αποχώρησή του στο εξωτερικό δημιουργούσε στις Η.Π.Α. ένα ζήτημα: στερούνταν ένα βασικό επιχείρημα, λόγω της παρουσίας του για μη αναγνώριση του καθεστώτος. Τελικά, στις 23 Ιανουαρίου 1968 ο πρόεδρος Λίντον Τζόνσον έστειλε επιστολή στο καθεστώς της Αθήνας αποκαθιστώντας πλήρως τις μεταξύ τους σχέσεις.

Το εκπαιδευτικό σύστημα

Η δικτατορία θα ακυρώσει την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964. Για τους Απριλιανούς η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που είχε προωθήσει η Ένωση Κέντρου ήταν μία από τις αιτίες της κακής κατάστασης της παιδείας και μια από τις πολλές αιτίες επιβολής της Δικτατορίας. Εκτός από τις αναμενόμενες παρεμβάσεις στις οργανώσεις των εκπαιδευτικών και των φοιτητών και τις διώξεις τους, τα μέτρα «εξυγιάνσεως και αποκαταστάσεως ευρυθμίας» στα πανεπιστήμια, και τις τροποποιήσεις σε βιβλία και προγράμματα, η δικτατορία ανέτρεψε σχεδόν στο σύνολό τους όσα συνέθεταν την μεταρρύθμιση. Το μόνο που δεν ακυρώθηκε πλήρως ήταν η «δωρεάν παιδεία» και οι προσπάθειες για την ίδρυση νέων πανεπιστημίων. Εδώ μάλιστα η δωρεάν διανομή διδακτικών συγγραμμάτων επεκτάθηκε και στην τρίτη βαθμίδα. Όπως σχολιάζει ο ιστορικός της εκπαίδευσης Αλέξης Δημαράς, «πέρα από το λαϊκίστικο χαρακτήρα του μέτρου, η κυβέρνηση εξασφάλιζε έτσι ουσιαστικότερο έλεγχο του περιεχομένου των πανεπιστημιακών συγγραμμάτων από εκείνον που ήδη πραγματοποιούσε με τη γενική λογοκρισία»Ο Α.Ν.129/67 περί οργάνωσης και διοίκησης της γενικής εκπαίδευσης που προωθήθηκε το καλοκαίρι του 1967 , αποσκοπούσε στην άσκηση των μαθητών στα ελληνοχριστιανικά ιδεώδη και τον φρονηματισμό των μαθητών όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης. Καταργούνταν όλα τα αιρετά μέλη όλων των εκπαιδευτικών συμβουλίων, ενώ συστήθηκε ως ανώτατο γνωμοδοτικό συμβούλιο το Ανώτατο Εκπαιδευτικό Συμβούλιο. Ρυθμιζόταν η ζωή διδασκόντων και διδασκομένων με την επαναφορά της καθαρεύουσας, των Παιδαγωγικών Ακαδημιών, πραγματοποιήθηκε η κατάργηση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και καθιερώθηκε η μετεκπαίδευση των εκπαιδευτικών από τα Διδασκαλεία της Δημοτικής και Μέσης Εκπαίδευσης.
Στα μέσα του 1971 η κυβέρνηση προχώρησε στην επαναφορά παλαιότερων προσανατολισμών αναφορικά με την επαγγελματική εκπαίδευση, η οποία εκδηλώνεται με την ίδρυση των Κέντρων Ανωτέρας Τεχνικής Εκπαιδεύσεως (ΚΑΤΕ) και την επέκταση του τεχνικο-επαγγελματικού κλάδου του συστήματος. Η συγκρότηση, το 1971, δύο συμβουλευτικών επιτροπών για τα εκπαιδευτικά θέματα, με προφανή τεχνοκρατική διάθεση, «εκφράζει την ίδια τάση αποκλεισμού των ιδεολογικών προβληματισμών».

Σχέσεις Πολιτείας-Εκκλησίας κατά τη διάρκεια της δικτατορίας

Το πραξικόπημα βρήκε την Εκκλησία σε κατάσταση κρίσης: ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β΄ ήταν ασθενής και υπέργηρος, η ιεραρχία ήταν διασπασμένη, υπήρχαν εκκρεμή ζητήματα όπως το μεταθετό των μητροπολιτών, οι κενές μητροπολιτικές θέσεις και η κάλυψή τους, το ζήτημα σύνταξης νέου Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας που θα αντικαθιστούσε εκείνον του 1943. Η πρόφαση για επέμβαση υπήρχε κι έτσι εκδόθηκε ο Α.Ν. 3/1967 στις 10 Μαΐου 1967 που συγκρότησε με συγκεκριμένη θητεία ‘’Ιερά Σύνοδο αριστίνδην’’. Επρόκειτο για μια αντικανονική επέμβαση στα εσωτερικά της εκκλησίας διότι εθίγετο το επισκοποσυνοδικό πολίτευμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στη συνέχεια ο τότε αρχιεπίσκοπος απομακρύνθηκε αναγκαστικώς με την κατάργηση της διάταξης του Ν.Δ.4589/1966 η οποία εξαιρούσε από την αυτοδίκαιη αποχώρηση των μητροπολιτών, από τα καθήκοντά τους μετά τη συμπλήρωση του ογδοηκοστού έτους της ηλικίας τους τον εκάστοτε αρχιεπίσκοπο. Τον διαδέχθηκε ο Αρχιμανδρίτης Ιερώνυμος Κοτσώνης μετά τη συγκρότηση τριπρόσωπου δελτίου και την επιλογή ενός από τα τρία από την Κυβέρνηση με το Β.Δ. 296/1967. Στην πρώτη φάση της δικτατορίας άλλες παρεμβάσεις της Πολιτείας ήταν η με συντακτική πράξη απαγόρευση στους εκκλησιαστικούς λειτουργούς παντός ιερατικού βαθμού, της προσφυγής στο Συμβούλιο της Επικρατείας για διοικητικές πράξεις της δικτατορίας, η επιβολή «αντικανονικού και ανελεύθερου συστήματος απονομής εκκλησιαστικής δικαιοσύνης» κι ενός ιδιώνυμου εκκλησιαστικού αδικήματος: η απώλεια της έξωθεν καλής μαρτυρίας και η εξαιτίας αυτής αποχώρηση των κληρικών. Με το Ν.Δ. 126/1969 θεσπίζεται νέος Καταστατικός Χάρτης. Κι ενώ διατηρείτο η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας και η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, θεσπιζόταν κάτι καινούργιο ως προς τη συγκρότησή τους: καταργούνταν τα προβλεπόμενα από τον Πατριαρχικό τόμο του 1850 και την Πατριαρχική Πράξη του 1928 ‘’πρεσβεία’’ χειροτονίας και ίσου αριθμού μελών από τις «παλαιές» και «νέες χώρες». Με τα συντάγματα του 1968 και 1973 δεν παρέκκλιναν από τη συνήθη μορφή των συνταγματικών διατάξεων. Η αλλαγή της ηγεσίας της δικτατορίας και η άνοδος του Ιωαννίδη δεν αφήνει ανεπηρέαστη και την Εκκλησία. Τους Φαίδωνα Γκιζίκη και Αδαμάντιο Ανδρουτσόπουλο ορκίζει ο μητροπολίτης Ιωαννίνων Σεραφείμ Τίκας , κάτι που έδειχνε πως «de facto έθετε σε αμφισβήτηση» τον Αρχιεπίσκοπο η νέα ηγεσία του καθεστώτος. Μετά την παραίτηση του Ιερώνυμου, εκδίδεται η συντακτική πράξη 3 /1974, η οποία χαρακτήριζε αντικανονική την εκλογή του προηγούμενου αρχιεπισκόπου, και οριζόταν ο τρόπος εκλογής του νέου αρχιεπισκόπου. Από την εκλογική διαδικασία αποκλείονταν όσοι συνέπραξαν στην αντικανονική εκλογή του Ιερωνύμου και όσοι είχαν εκλεγεί την ίδια περίοδο. Κάθε πράξη που θα εκδιδόταν κατ’ εφαρμογή της προηγούμενης πράξης δεν μπορούσε να ακυρωθεί στο Συμβούλιο Επικρατείας. Από τριπρόσωπο δελτίο που εξέλεξαν εικοσιοκτώ μητροπολίτες, εξελέγη ο Σεραφείμ. Την ανάγκη αποκατάστασης της κανονικής τάξης που επεδίωκε η Συντακτική Πράξη 3 /1974, κλόνισε το Ν.Δ. 411/1974 με την ίδρυση οκτώ νέων μητροπόλεων που αποσπάσθηκαν από την Αρχιεπισκοπή Αθηνών και τις μητροπόλεις Αττικής και Θεσσαλονίκης , ενώ επετράπη η πλήρωση προνομιούχων Μητροπόλεων με μετάθεση. Τέλος η καθιέρωση ενός νέου αδικήματος, της ‘’διατάραξης της ειρήνης και της ενότητας της Εκκλησίας’’ έπληξε καίρια την όλη προσπάθεια αποκαταστάσεως της κανονικής τάξης εντός της Εκκλησίας.

Το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών και η Ελλαδική Εκκλησία κατά την Δικτατορία

Μετά από επίσημα και ανεπίσημα διαβήματα, δημοσιεύματα του ξένου Τύπου στηλιτευτικά των μέτρων της Δικτατορίας, στις 17 Νοεμβρίου του 1967 ο διευθυντής της Commission of the Churches on International Affairs, Dr. Frederick Nolde έστειλε επιστολή στον τότε Έλληνα πρωθυπουργό, με την οποία του ανέφερε πως Έλληνες μετανάστες εργάτες είχαν απειληθεί από όργανα του καθεστώτος, σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες της Διεθνούς Αμνηστίας. Στις αρχές του 1968 η Εκτελεστική Επιτροπή του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών, αφού έλαβε το παραπάνω υπόμνημα του Nolde, ζήτησε να επισκεφθεί και να συναντήσει στην Ελλάδα εκπροσώπους της Ελληνικής Κυβέρνησης και της Αρχιεπισκοπής. Ο τότε αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος όμως δεν έδωσε συνέχεια, και δεν διευκόλυνε την επίσκεψη του Γενικού Γραμματέα του Π.Σ.Ε, μια επίσκεψη με ιδιαίτερο συμβολισμό και διεθνή αντίκτυπο. Ο καθηγητής Νικόλαος Ζαχαρόπουλος αναφέρει ότι μετά από αρκετό χρονικό διάστημα ο Γ.Γ του Π.Σ.Ε. ήλθε στην Ελλάδα αεροπορικώς, αλλά οι Ελληνικές αρχές δεν του επέτρεψαν αρχικά την είσοδο στην χώρα. Μετά δύο ώρες του επετράπη. Στις 4 με 20 Ιουλίου 1968 θα πραγματοποιείτο στην Ουψάλα της Σουηδίας η Δ΄ Γενική Συνέλευση του Π.Σ.Ε, η Ελλαδική Εκκλησία όμως αρνήθηκε να αποστείλει αντιπροσώπους λόγω των τεταμένων σχέσεων Ελλάδας και Σουηδίας την περίοδο εκείνη. Επίσης ο Ιερώνυμος επικαλέστηκε την ανάμιξη του ΠΣΕ στη σχεδίαση του νέου Συντάγματος της χώρας. Έτσι όμως, ο Ιερώνυμος γινόταν «φερέφωνο της Δικτατορίας». Ο Ζαχαρόπουλος επισημαίνει πως η αποχή της Ελλαδικής Εκκλησίας από τις εργασίες της Συνέλευσης συνδεόταν και με τη θεματολογία της, που μεταξύ άλλων αφορούσε και την «κοινωνική και πολιτική δικαιοσύνη», κάτι που θα δυσχέραινε την Ελληνική αντιπροσωπεία. Επίσης ο Ιερώνυμος αρνήθηκε να παραλάβει οικονομική βοήθεια που το Π.Σ.Ε. έστελνε για τους σεισμόπληκτους των Ιονίων νήσων, γιατί θα υποχρεωνόταν να ευχαριστήσει έναν οργανισμό που ασκούσε κριτική στη Δικτατορία. Στα τέλη του 1968 ο Γ.Γ. του Π.Σ.Ε., μετά από έκκληση της «οικουμενικής ομάδας» της πόλης Κρίφτελ της Δυτ. Γερμανίας, έστειλε προσωπικό και ανεπίσημο διάβημα προς τον Ιερώνυμο, με το οποίο τον καλούσε να παρέμβει με σκοπό την αποτροπή των θανατικών εκτελέσεων των Βερυβάκη και Παναγούλη. Ο Ιερώνυμος απάντησε χαρακτηρίζοντας την επιστολή αυτή, «παρέμβαση στα πολιτικά πράγματα της χώρας» και «επέμβαση υπέρ δολοφόνων».

Η αποπομπή από την Ευρώπη

Η εσωστρέφεια της πολιτικής ζωής τα χρόνια που προηγήθηκαν της δικτατορίας είχε ωθήσει στο περιθώριο όλα τα ζητήματα που σχετίζονταν με τη Συμφωνία Σύνδεσης Ελλάδος-ΕΟΚ, η οποία προέβλεπε τη μεθοδευμένη και σταδιακή ενσωμάτωση της ελληνικής οικονομίας στην ευρωπαϊκή και απαιτούσε δραστικές προσαρμογές σε διοικητικούς μηχανισμούς, οικονομικούς θεσμούς και δομές της χώρας. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας μόνο οι υποχρεώσεις που είχαν σχέση με το μέρος της Συμφωνίας που αφορούσε την τελωνειακή ένωση εφαρμόστηκαν. Η Ελλάδα και η Κοινότητα προσκολλήθηκαν στα συμφωνημένα χρονοδιαγράμματα για την εξάλειψη των δασμών. Όλοι οι άλλοι όροι, όπως αγροτική εναρμόνιση, και οικονομική βοήθεια, είχαν «παγώσει». Αυτή η επιλεκτική εφαρμογή της Συμφωνίας Σύνδεσης άλλαξε κατά έναν τρόπο την ισορροπία των μειονεκτημάτων και πλεονεκτημάτων υπέρ της Κοινότητας. Με τη δικτατορία, οι σχέσεις της Ελλάδος και της Ευρώπης περιήλθαν σε μια κατάσταση, όπως την αποκαλεί ο καθηγητής Πάνος Καζάκος, ελεγχόμενης κρίσης.
Υπό την πίεση κυρίως των σκανδιναβικών κυβερνήσεων -η πρωτοβουλία είχε δρομολογηθεί από τις αρχές του 1969 από τον Ολλανδό αντιπρόσωπο Μαξ Βαν Ντερ Στουλ - η Ελλάδα (μετά από προτροπή της Βρετανίας) αποχώρησε από το Συμβούλιο της Ευρώπης τον Δεκέμβριο του 1969 για να προλάβει καταδίκη της για καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Το κίνημα του Ναυτικού

Η αλλαγή του καθεστώτος έφερε ανησυχία στο Πολεμικό Ναυτικό, στις τάξεις του οποίου δεν υπήρχαν οργανωμένοι πυρήνες των πραξικοπηματιών. Η πρώτη αντίδραση του Ναυτικού ήταν να στηρίξουν το Αντικίνημα του Βασιλιά, δηλαδή τον φυσικό τους αρχηγό, στις 13 Δεκεμβρίου του 1967. Ακολούθησαν και άλλες δύο απόπειρες απαγωγής του Παπαδόπουλου, οι οποίες όμως απέτυχαν εξαιτίας εξωγενών παραγόντων.
Από το 1969 άρχισε η προετοιμασία και η οργάνωση του κινήματος με κύριο πυρήνα την τάξη του 1948. Η οργάνωση εκτός από αξιωματικούς του Ναυτικού μύησε και μερικούς αξιωματικούς της Αεροπορίας αλλά και του Στρατού. Σκοπός του κινήματος ήταν η εξέγερση του λαού η οποία θα οδηγούσε στην απαλλαγή από τη Χούντα.
Την άνοιξη του 1973 όλα ήταν έτοιμα. Το κίνημα θα εκδηλωνόταν στις πρώτες ώρες της 23ης Μαΐου. Τις βραδινές ώρες της 21ης Μαΐου υπήρξαν οι πρώτες ενδείξεις ότι το κίνημα είχε προδοθεί. Οι κυβερνήτες των πλοίων δίσταζαν να αποπλεύσουν, ακολουθώντας το σχέδιο (το οποίο ήταν περίπου γνωστό στη Χούντα). Στις 23 Μαΐου οι αξιωματικοί τίθενται υπό περιορισμό, ενώ οι πρώτες συλλήψεις δεν αργούν να γίνουν. Στις 25 Μαΐου το πολεμικό πλοίο "Βέλος"πήρε την απόφαση να αποχωρήσει από την άσκηση του Ν.Α.Τ.Ο. και να καταπλεύσει στο Φιουμιτσίνο της Ιταλίας, όπου ζήτησε και πολιτικό άσυλο.
Το Κίνημα του Ναυτικού, η σημαντικότερη ίσως αντίσταση μέχρι τότε, οργανώθηκε με σκοπό μόνο την απελευθέρωση του κράτους και όχι μιας απλής αντικατάστασης των δικτατόρων. Ουσιαστικά εξέφραζε τον λαό, αφού ήταν μια επανάσταση του στόλου και δεν ήταν καθοδηγούμενη από κανένα πολιτικό πρόσωπο ή συμφέρον.
Το σημαντικότερο αποτέλεσμα ήταν η ανανέωση της αντίστασης, αφού από το 1971 η Χούντα είχε δώσει την αίσθηση ότι είχε εδραιωθεί και ότι όλες οι ένοπλες δυνάμεις ήταν με το μέρος της. Αυτός όμως ο μύθος καταρρίφθηκε με την εκδήλωση του κινήματος.

Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου

Την χρονική περίοδο 1967-1972 η Χούντα με συντονισμένα χτυπήματα είχε καταφέρει να καταστήσει ανίκανους τους φοιτητές να αντιδράσουν μπροστά στις αυθαιρεσίες του κράτους.
Στις αρχές όμως του 1973, το χάσμα μεταξύ κράτους και φοιτητών μεγάλωνε. Η Χούντα των Συνταγματαρχών, στην προσπάθειά της να περιορίσει τους φοιτητές, έβαλε σε εφαρμογή το διάταγμα 1347 για τις επιστρατεύσεις. Η φοιτητική ανησυχία άρχισε να μεγαλώνει με αποτέλεσμα το Φεβρουάριο του 1973 να γίνει η πρώτη κατάληψη της Νομικής ενώ στις 14 Μαρτίου ακολούθησε και δεύτερη. Σημαντικό ρόλο στην κλιμάκωση της κατάστασης είχε και το μνημόσυνο του "Γέρου της Δημοκρατίας", Γεωργίου Παπανδρέου. Όλα έδειχναν ότι κάτι θα συνέβαινε.

Φθινόπωρο 1973

Γίνεται δημοψήφισμα το οποίο μεταξύ άλλων ζητούσε να εγκριθεί η εκλογή προέδρου (Γεώργιου Παπαδόπουλου) και αντιπροέδρου της Δημοκρατίας και (Οδυσσέα Αγγελή) για θητεία 8 ετών. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ήταν τελικά θετικό και ο Γεώργιος Παπαδόπουλος ορκίστηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

8 Οκτωβρίου 1973

Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας διόρισε πολιτική κυβέρνηση τη νέα μεταβατική κυβέρνηση του Σπύρου Μαρκεζίνη η οποία ως κύρια αποστολή της ήταν να προπαρασκευάσει και να διεξάγει βουλευτικές εκλογές για την 10η Φεβρουαρίου 1974 ενώ την ίδια μέρα παραιτήθηκαν όλοι οι στρατιωτικοί από τις καίριες θέσεις που κατείχαν.

14 Νοεμβρίου 1973

Εκατοντάδες φοιτητές είχαν συγκεντρωθεί από το πρωί στο κτήριο της Νομικής Σχολής και ετοιμάζονταν να κάνουν συνέλευση. Στο τέλος της συνέλευσης πραγματοποίησαν πορεία στην οδό Σόλωνος και Πατησίων. Το απόγευμα και ενώ οι φοιτητές είχαν παραμείνει στο Πολυτεχνείο, ο αστυνομικός διευθυντής Δασκαλόπουλος και ο εισαγγελέας Σαμήτας διέταξαν τους φοιτητές να διαλυθούν. Οι φοιτητές βρέθηκαν σε δίλημμα. Δημιουργήθηκε συντονιστική επιτροπή η οποία και αποφάσισε, στις 8:30 μ.μ., την κατάληψη του Πολυτεχνείου.

15 Νοεμβρίου 1973

Από τις πρώτες πρωινές ώρες φάνηκε η στήριξη των πολιτών προς τους φοιτητές, με τρόφιμα, γραφική ύλη και φάρμακα.. Το βράδυ μπήκε σε λειτουργία για πρώτη φορά ο σταθμός των "Ελεύθερων Πολιορκημένων".

16 Νοεμβρίου 1973

Ο κόσμος παρέμεινε στο πλευρό των φοιτητών ενώ οδοφράγματα άρχισαν να στήνονται στους δρόμους. Οι αστυνομικοί και τα τανκ (τεθωρακισμένα) άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους. Οι πρώτες συγκρούσεις με την αστυνομία δεν άργησαν να γίνουν ενώ στις 7 μ.μ. ανακοινώθηκε και ο πρώτος νεκρός των συγκρούσεων (πόρισμα του εισαγγελέα Δ. Τσεβά).

17 Νοεμβρίου 1973

Τα μεσάνυχτα και ενώ οι φοιτητές επέμεναν στην κατάληψη του Πολυτεχνείου, έκαναν την εμφάνιση τους τα πρώτα τανκ. Ο κόσμος είχε διαλυθεί βίαια ενώ ο καπνός από τα δακρυγόνα έκανε την ατμόσφαιρα αποπνικτική. Στη 1:30 μ.μ. ο επικεφαλής του τάγματος του στρατού έδωσε διορία να εγκαταλείψουν το κτήριο. Οι φοιτητές αρνήθηκαν και παρέμειναν φωνάζοντας συνθήματα όπως "Κάτω η Χούντα και οι Αμερικάνοι". Στις 2:50 π.μ. ο επικεφαλής διέταξε το τανκ να γκρεμίσει την πύλη του Πολυτεχνείου. Ο στρατός υποσχέθηκε ελεύθερη δίοδο και άφησε πραγματικά τον κόσμο να φύγει τουλάχιστον από την πύλη της Στουρνάρη με κατεύθυνση πλατεία Εξαρχείων, αν και η αστυνομία περίμενε πιο πάνω στα στενά για να δείρει ή/και να συλλάβει όσους μπορούσε. Μέσα σε λίγη ώρα το κτήριο είχε αδειάσει. Παρόλαυτα μέσα στο χώρο του Πολυτεχνείου δεν υπήρξε κανένας θάνατος σύμφωνα και με το πόρισμα του εισαγγελέα Δ. Τσεβά αλλά και με το 33437/11.10.74 έγγραφον της Συγκλήτου του Πολυτεχνείου προς την Εισαγγελία το οποίο επιβεβαίωνεται από τον εισαγγελέα Δ. Τσεβά. Εξάλου αυτό παραδέχεται και στην συνέντευξή του ο έφεδρος στρατιώτης οδηγός του τεθωρακισμένου άρματος A. Σκευοφύλαξ.

Το τέλος της Χούντας

Η περίοδος της δικτατορίας δημοσιογραφικά φέρεται να τελείωσε όταν η Χούντα του Ιωαννίδη "κατέρρευσε"στις 24 Ιουλίου του 1974 κάτω από το βάρος της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, παρόλο που η στρατιωτική ηγεσία παρέμεινε στη θέση της σχεδόν μέχρι το τέλος του έτους. Η εισβολή στην Κύπρο ξεκίνησε τέσσερις ημέρες νωρίτερα (στις 20 Ιουλίου 1974) και αποτέλεσε παράβαση του καταστατικού χάρτη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και της Συνθήκης Εγγυήσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας. Είναι γνωστή με την ονομασία Αττίλας Ι που όμως είχε επέλθει κατάπαυση πυρός. Η Χούντα, που είχε την ευθύνη για την προάσπιση του νησιού, δεν αντέδρασε όπως θα έπρεπε, παραπλανημένη από τις διαβεβαιώσεις των Αμερικανών με αποτέλεσμα στην κατάληψη του 4% των εδαφών του νησιού.
Την 24η Ιουλίου έφθασε στην Αθήνα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με το προεδρικό αεροπλάνο της γαλλικής Προεδρίας, το οποίο έθεσε στη διάθεση του ο Γάλλος πρόεδρος Βαλερί Ζισκάρ ντ'Εσταίν. Το βόρειο τμήμα της Κύπρου (36,4% του εδάφους της) που μέχρι σήμερα βρίσκεται υπό τουρκική κατοχή, καταλήφθηκε με τον Αττίλα ΙΙ ο οποίος ξεκίνησε στις 14 Αυγούστου του 1974, δηλαδή 20 ημέρες μετά, αφότου είχε αναλάβει η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας και που ολοκληρώθηκε πέντε ημέρες αργότερα. Οι πραξικοπηματίες αφού τιμήθηκαν προαχθέντες όπως π.χ. ο Δ. Ιωαννίδης που προήχθη σε υποστράτηγο, από τον υπουργό Ε. Αβέρωφ, αργότερα συνελήφθησαν και παραπέμφθηκαν σε δίκη για τη δράση τους στην Εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Σημειώνεται ότι η ένοπλη κατάληψη της εξουσίας στις 21 Απριλίου και η περίοδος μέχρι και τις 24 Ιουλίου 1973 χαρακτηρίστηκε "στιγμιαίο αδίκημα". Επίσης δεν ασκήθηκε δίωξη για την απόπειρα κατά της ζωής του Μακαρίου και το πραξικόπημα που ακολούθησε στην Κύπρο, με συμμετοχή Ελλήνων αξιωματικών που οδήγησαν τη Χώρα σε κίνδυνο πολέμου, αλλά ούτε και ανοίχθηκε μέχρι σήμερα (2013) ο περιβόητος "Φάκελλος της Κύπρου", παρά τις πολιτικές βαρύγδουπες και πομπώδεις υποσχέσεις που δόθηκαν στον ελληνικό "κυρίαρχο λαό".

Σκάνδαλα και διαφθορά

Η επταετία της Χούντας σημαδεύτηκε από σκάνδαλα και πολλές περιπτώσεις χρηματισμού και ευνοιοκρατίας. Τα πιο γνωστά είναι το σκάνδαλο με τα λεγόμενα θαλασσοδάνεια του συνταγματάρχη Ιωάννη Λαδά που έμεινε κοροϊδευτικά στην ιστορία ως ο κύριος καθαρά χέρια, το σκάνδαλο με τα σάπια κρέατα του συνταγματάρχη Μπαλόπουλου και οι τεράστιες χρηματικές δαπάνες για τους κοσμικούς εορτασμούς και την πολυτελή ζωή του αντισυνταγματάρχη (ο Παπαδόπουλος τον έκανε υποστράτηγο) Μιχάλη Ρουφογάλη, που του είχε ανατεθεί η διεύθυνση της ΚΥΠ, δηλαδή του εθνικά κρίσιμου τομέα των μυστικών υπηρεσιών, ο οποίος επίσης εξασφάλιζε τη χορήγηση δανείων σε υποστηρικτές της χούντας, επιβαρύνοντας τις ελληνικές δημόσιες τράπεζες. Η ευνοιοκρατία και το ρουσφέτι επί χούντας γιγαντώθηκαν: ο Μακαρέζος διόρισε τον κουνιάδο του Αλέξανδρο Ματθαίου Υπουργό Γεωργίας, ο Λαδάς έκανε τον ένα ξάδερφό του στρατηγό και διοικητή της ΑΣΔΕΝ και έναν άλλο ξάδερφό του Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, και ο γαμπρός του Παττακού Ανδρέας Μεϊντάσης έγινε βαθύπλουτος παίρνοντας χαριστικά δουλειές από το Δήμο Αθηναίων. Ο στρατηγός Βασίλης Καρδαμάκης διορίστηκε διοικητής της ΔΕΗ και ο στρατηγός Αλέξανδρος Νάτσινας (πρώην αρχηγός ΚΥΠ με τεράστιες ευθύνες για το σχέδιο ΠΕΡΙΚΛΗΣ και το παρακράτος) διορίστηκε Πρόεδρος στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών.

Χρονολόγιο

1967

  • 21 Απριλίου: Με 100 τεθωρακισμένα οι αξιωματικοί Γεώργιος Παπαδόπουλος, Στυλιανός Παττακός και Νικόλαος Μακαρέζος καταλαμβάνουν την εξουσία.
  • 13 Δεκεμβρίου: Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος Β΄ επιχειρεί αποτυχημένο αντικίνημα κατά της Χούντας

1968

  • 23 Ιανουαρίου: Οι ΗΠΑ δια του πρέσβη τους στην Αθήνα Φίλιπ Τάλμποτ, κάνοντας δημόσια δήλωση "...νόμιμο το στρατιωτικό καθεστώς στην Ελλάδα", ουσιαστικά είναι η πρώτη χώρα που αναγνωρίζει το καθεστώς μετά την αποτυχία του βασιλικού πραξικοπήματος.
  • 27 Ιανουαρίου: Τέσσερις ημέρες μετά τη δήλωση του Τάλμποτ, ο Άγγλος πρέσβης στην Αθήνα Μάικλ Στιούαρτ δήλωσε: "...Ναι, είναι αναγνώρισις, δεδομένου ότι η παρούσα ελληνική κυβέρνησις πληροί όλες τις προϋποθέσεις τις οποίες απαιτεί η κυβέρνησίς μου προκειμένου να αναγνωρίσει ξένες κυβερνήσεις. Δηλαδή ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο στην χώρα.". Καθιστάμενη έτσι η Αγγλία η 2η χώρα που αναγνώρισε το καθεστώς της Αθήνας όπως αυτό είχε διαμορφωθεί. Των δηλώσεων αυτών ακολούθησαν στη συνέχεια παρόμοιες αναγνωρίσεις και από άλλες χώρες όπως από Αυστραλία, Νότια Αφρική, Πορτογαλία, Εθνικιστική Κίνα, Ιταλία και Καναδά μέχρι και τη "λαϊκή δημοκρατία της Σοβιετικής Ένωσης".
  • 2 Μαΐου: Η Ακαδημία Αθηνών τιμά με πανηγυρική συνεδρία και ορίζει την "21 Απριλίου 1967"εθνική επέτειο της Ελλάδος. Ο πρόεδρος της Ακαδημίας Ερρίκος Σκάσσης τόνιζε στον πανηγυρικό του λόγο για την 21η Απριλίου: «Η ημέρα αύτη αποτελεί ασφαλώς ορόσημον εις την ιστορίαν της Νεωτέρας Ελλάδος. Αι προσπάθειαι της Εθνικής Κυβερνήσεως εις πλείστους τομείς έσχον αξιόλογα και εν πολλοίς σωτήρια αποτελέσματα, ώς της Παιδείας με την αποσόβησιν του κινδύνου ανεπανορθώτου εξανδραποδισμού της Ελληνικής νεότητος. Η Ακαδημία Αθηνών εύχεται εις τάς αόκνους προσπαθείας της επαναστάσεως της 21ης Απριλίου και της ενσαρκούσης το πνεύμα ταύτης Κυβερνήσεως καλήν μέχρι τέλους επιτυχίαν εις τους σκοπούς αυτής επ’ αγαθώ του Έθνους και του λαού».
  • 13 Αυγούστου: Ο Αλέκος Παναγούλης αποπειράται να δολοφονήσει τον δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλο στη παραλιακή λεωφόρο Βάρκιζας - Λαγονήσι. Ακολούθησε η σύλληψή του και της ομάδας του.

1969

  • 24 Απριλίου: Η Ακαδημία Αθηνών τιμά με πανηγυρική συνεδρία για δεύτερη χρονιά την "21 Απριλίου 1967"

1970

  • 29 Ιανουαρίου: Δίκη μελών της παράνομης οργάνωσης "Λαϊκή Πάλη". Καταδικάζονται τέσσερις σε ισόβια και πέντε σε φυλάκιση μέχρι 18 χρόνια.
  • 3 Φεβρουαρίου: Η ΕΟΚ διακόπτει τις διαπραγματεύσεις για την ένταξη της Ελλάδας μέχρι ν΄ αποκατασταθεί η Δημοκρατία στη χώρα.
  • 8 Μαρτίου: Σημειώνεται αποτυχημένη δολοφονική απόπειρα κατά του Κύπριου Προέδρου αρχιεπισκόπου Μακαρίου, καθώς απογειώνεται με ελικόπτερο από το Μέγαρο της Αρχιεπισκοπής για να μεταβεί στη Μονή Μαχαιρά, για το ετήσιο μνημόσυνο του ήρωα Γρηγόρη Αυξεντίου. Οργανωτές της απόπειρας φέρονται ο Κύπριος Πολύκαρπος Γεωρκάτζης και ο εξ Ελλάδος απεσταλμένος της Χούντας συνταγματάρχης Δ. Παπαποστόλου.
  • 15 Μαρτίου: Δολοφονείται ο Π. Γεωρκάτζης από Έλληνα Διοικητή Καταδρομών σε ερημική περιοχή έξω από τη Λευκωσία.
  • 12 Απριλίου: Μεγάλη δίκη της "Δημοκρατικής Άμυνας". Ο Καθηγητής Σάκης Καράγιωργας καταδικάζεται σε ισόβια ενώ 17 ακόμα άτομα καταδικάζονται σε ποινές φυλάκισης από 5 μέχρι 20 χρόνια.
  • 3 Μαΐου: Η Ακαδημία Αθηνών τιμά με πανηγυρική συνεδρία για τρίτη χρονιά την "21 Απριλίου 1967".
  • 6 Ιουλίου: Μεγάλη δίκη 35 μελών του ΚΚΕ. Καταδικάζονται 3 σε ισόβια και πολλοί άλλοι σε ποινές φυλάκισης από 5 μέχρι 20 χρόνια.
  • 10 Ιουλίου: Δίκη μελών της οργάνωσης "Ρήγας Φεραίος". Καταδικάζονται 4 μέλη με ποινές φυλάκισης από 4 μέχρι 12 χρόνια.
  • 11 Ιουλίου: Καταδικάζονται 5 μέλη του "ΠΑΜ"σε ποινές φυλάκισης από 5 μέχρι 20 χρόνια.
  • 2 Σεπτεμβρίου: Απόπειρα επίθεσης στην Αμερικανική Πρεσβεία. Ο Κύπριος Γ. Τσικουρής και η Ιταλίδα Ελ-Μ Ατζελόνι βρίσκουν τον θάνατο κατά την επιχείρησή τους να πλήξουν την Πεσβεία όταν το αυτοκίνητο βόμβα που επέβαιναν εξερράγη.
  • 18 Σεπτεμβρίου: Γένοβα: Ο Έλληνας φοιτητής Κώστας Γεωργάκης αυτοπυρπολείται στην κεντρική πλατεία της πόλης διαμαρτυρόμενος για τη Δικτατορία στην Ελλάδα.
  • 19 Σεπτεμβρίου: Πεθαίνει σε νοσοκομείο της Γένοβα ο Έλληνας φοιτητής Κώστας Γεωργάκης.

1971

  • 28 Ιανουαρίου: Η Ελλάδα διαγράφεται από την Ευρωπαϊκή Βουλή της ΕΟΚ.
  • 15 Μαρτίου: Δίκη μελών της οργάνωσης "Ελληνικός Απελευθερωτικός Στρατός". Καταδικάζονται 4 μέλη σε ποινές φυλάκισης από 5 μέχρι 20 χρόνια.
  • 5 Απριλίου: Αθήνα: Ο στρατηγός Γ. Γρίβας, ο δημιουργός της ΕΟΚΑ, σε μεγάλη συγκέντρωση που πραγματοποιεί ενόψει της αποστολής - επανόδου του στην Κύπρο προδιαγράφει τους στόχους του καταγγέλοντας τις συνθήκες Ζυρίχης - Λονδίνου και τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο ως ανθενωτικό, κηρύσσοντας νέο αγώνα για την Ένωση.
  • 28 Απριλίου: Η Ακαδημία Αθηνών σε πανηγυρική συνεδρίαση τιμά για τέταρτη χρονιά την "21η Απριλίου 1967".
  • 19 Ιουνίου: Ο δικτάτορας Γ. Παπαδόπουλος με επιστολή του προς τον Μακάριο απαιτεί την αποδοχή δικό του σχεδίου ειρήνευσης απειλώντας ενάντια μέτρα σε μη συμμόρφωσή.
  • 24 Ιουνίου: Ο Πρόεδρος Μακάριος απαντά στον Γ. Παπαδόπουλο: "Απαράδεκτες απειλές, καταλήγοντας, δεν πρόκειται να δεχθώ "νόθες λύσεις"επί του Κυπριακού.
  • 20 Ιουλίου: Το υπουργείο Εξωτερικών αφαιρεί την ελληνική ιθαγένεια από την εκδότρια της "Καθημερινής" Ελένη Βλάχου.
  • 29 Αυγούστου: Ο στρατηγός Γ. Διγενής, "διαφεύγοντας της φρουράς του", αναχωρεί για Κύπρο στην οποία και αποβιβάζεται δύο ημέρες αργότερα στη δυτική παραλία της Λεμεσού, όπου και ιδρύεται η ΕΟΚΑ Β'.
  • 22 Σεπτεμβρίου: Η πάνδημη κηδεία του ποιητή Γ. Σεφέρη μετατρέπεται σε διαδήλωση κατά της Χούντας.
  • 15 Οκτωβρίου: Η εφημερίδα "Νew Υork Τimes"δημοσιεύει άρθρο της αυτοεξόριστης Ελένης Βλάχου με τίτλο "Σε καθεστώς αναμονής παραμένει η μούσα της τραγωδίας Μελπομένη". Το άρθρο αυτό έλαβε εκρηκτική διάσταση συνδυαζόμενο με τη δωρεά μικρού μπρούτζινου αγάλματος της Μούσας Μελπομένης που είχε γίνει από τον Έλληνα διπλωμάτη Αλέξανδρο Μάτσα το 1865 εκ μέρους του Βασιλείου της Ελλάδος προς το αμερικανικό έθνος και που βρισκόταν στην είσοδο του αμερικανικού Κογκρέσου.
  • 16 Οκτωβρίου: Τριήμερη επίσημη επίσκεψη πραγματοποιεί στην Ελλάδα ο ελληνικής καταγωγής αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, επί προεδρίας Νίξον, Σπύρος Άγκνιου, συνοδευόμενος από τη σύζυγό του και τις δύο κόρες του, κατά την επιστροφή του από Περσία μέσω Άγκυρας. Πέρα του επίσημου πρωτοκόλλου ο αντιπρόεδρος επισκέφθηκε την Ακρόπολη, το Σούνιο, τη Ρόδο καθώς και την πατρίδα του πατέρα του τους Γαργαλιάνους όπου και του επιφυλάχθηκε παλλαϊκή υποδοχή. Την επίσκεψη αυτή χαρακτήρισε ο Αμερικανός δημοσιογράφος Σάιρους Σουλτσμπέργκερ ως την "ποιο άχρηστη επίσκεψη του αντιπροέδρου". Παράλληλα των παραπάνω συνελήφθη ο απόστρατος αντισμήναρχος Τάσος Μήνης κατηγορούμενος για την τοποθέτηση βομβών που εξερράγησαν γύρω από την περιοχή του Ελληνικού σε οχήματα Αμερικανών αξιωματούχων της αμερικανικής βάσης, όπου αφού κρατήθηκε 111 ημέρες σε απομόνωση καταδικάστηκε σε πολυετή φυλάκιση.
  • 18 Οκτωβρίου: Ο Μακάριος καταγγέλλει τα σχέδια του Γρίβα, για παράνομη είσοδο στην Κύπρο και ίδρυση παράνομης οργάνωσης (ΕΟΚΑ Β').
  • 8 Νοεμβρίου: Καταδικάζεται από το καθεστώς σε φυλάκιση 7 μηνών ο Γιάννης Χορν, εκδότης της αγγλόφωνης εφημερίδας "Athens News".
  • 19 Δεκεμβρίου: Το καθεστώς ανακοινώνει την άρση του στρατιωτικού νόμου σε όλη την επικράτεια από την 1η Ιανουαρίου του 1972 εκτός από Αθήνα, Πειραιά και Θεσσαλονίκη.

1972

  • 1 Ιανουαρίου: Άρση του στρατιωτικού νόμου σε όλη την επικράτεια εκτός από Αθήνα, Πειραιά και Θεσσαλονίκη.
  • 21 Ιανουαρίου: Ξεκινά η πρώτη δίκη μελών της παράνομης οργάνωσης "ΠΑΚ"που συνεχίζεται και την επομένη.
  • 22 Ιανουαρίου: Ολοκληρώνεται η πρώτη δίκη μελών ΠΑΚ όπου και καταδικάζονται επτά μέλη σε ποινή φυλάκισης μέχρι 9 χρόνια.
  • 27 Ιανουαρίου: Την Ελλάδα της χούντας, αναγνωρίζοντας η Γαλλία, επισκέπτεται επίσημα ο Γάλλος υφυπουργός Εξωτερικών Ζαν ντε Λιποφσκί κάνοντας την ακόλουθη δήλωση: "Η Γαλλία και η Ελλάδα έχουν διαφορετικές αντιλήψεις ως προς την Δημοκρατία. Τούτο όμως δεν έχει καμία σημασία, διότι κάθε κράτος είναι ελεύθερο να έχει οιανδήποτε προτίμηση ως προς τη μορφή της διακυβέρνησής του. Η γαλλική κυβέρνηση έχει υιοθετήσει την αρχή της μη ανάμιξης εις τα εσωτερικά των άλλων χωρών". Ακολούθησαν πολλές επίσημες επαφές για έργα και προμήθειες.
  • 27 Μαρτίου: Υπό την πίεση του τότε απότακτου ταγματάρχη Γ. Καρούσου συναντώνται ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος με τον στρατηγό Γ. Γρίβα και συμφωνούν για κοινή δράση. Παρά ταύτα λίγο μετά ο Μακάριος εξαπολύει διώξεις, φυλακίσεις και βασανισμούς κατά μελών ΕΟΚΑ Β'που θα οδηγήσουν τελικά στον όλεθρο.
  • 21 Απριλίου: Κατά την επέτειο του πραξικοπήματος εκδηλώνεται καθιστική διαδήλωση από 100 φοιτητές, όπου και ακολούθησαν συλλήψεις.
  • 28 Απριλίου: Η Ακαδημία Αθηνών σε πανηγυρική συνεδρίαση τιμά για πέμπτη χρονιά την "21η Απριλίου 1967".
  • 4 Μαΐου: Καταδικάζεται ο Μήτσος Παρτσαλίδης, (πρώην γραμματέας του ΚΚΕ), σε ισόβια για τη δράση του στον εμφύλιο, πριν 25ετία.
  • 11 Μαΐου: Η "εν Αθήναις"οργάνωση Κυπρίων φοιτητών ΟΕΦΕΚ (Ομοσπονδία Εθνικών Φοιτητικών Ενώσεων Κύπρου) καταγγέλλοντας το καθεστώς για παραβίαση ακαδημαϊκών ελευθεριών προβαίνει στην ακόλουθη ανακοίνωση: "Ημείς οι Κύπριοι φοιτηταί αξιούμεν την άμεσον διεξαγωγήν εκλογών. Αναλαμβάνομεν τον ανένδοτον αγώνα για την αποκατάστασιν των ακαδημαϊκών ελευθεριών. Εις τον δημοκρατικόν και φιλελεύθερον τούτον αγώνα μας έχομεν συμπαραστάτες τόσον τον φοιτητικόν κόσμον της Ελλάδος, όσο και του εξωτερικού". Η ανακοίνωση αυτή θεωρείται η απαρχή του αντιδικτατορικού φοιτητικού αγώνα.
  • 13 Μαΐου: Το καθεστώς της Αθήνας απελαύνει 6 Κυπρίους φοιτητές κεντρικά μέλη της ΟΕΦΕΚ.
  • 22 Μαΐου: Με απόφαση Πρωτοδικείου Αθηνών διαλύεται η "Εταιρεία Μελετών Ελληνικών Προβλημάτων"καθώς και η "Ελληνοευρωπαϊκή Κίνηση Νέων".
  • 4 Ιουλίου: Ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Ουΐλιαμ Ρότζερ επισκέπτεται την Αθήνα και συναντάται με τον δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο. Η συνάντηση αυτή προβλήθηκε ιδιαίτερα. Ο τέως πρωθυπουργός Π. Κανελλόπουλος επικρίνοντας την επίσκεψη αυτή δηλώνει: "Ζητούμε να παύση η Ουάσιγκτον να παρεμβαίνη εις τας εσωτερικάς υποθέσεις της Ελλάδος, υποστηρίζουσα και ενισχύουσα ένα καθεστώς που επεβλήθη και διατηρείται εις την εξουσίαν με την παραβίασιν των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (...). Εξ αιτίας της πολιτικής της Ουάσιγκτον των τελευταίων ετών αποξενώνονται αι νέαι γενεαί γενικώτερον από το αμερικανικό έθνος, με επικινδύνους συνεπείας εξίσου δια την Ελλάδα και δια τας ΗΠΑ".
  • 3 Αυγούστου: Αρχίζει η δίκη μελών της παράνομης οργάνωσης "20 Οχτώβρη"όπου και καταδικάζονται 2 μέλη με ποινές φυλάκισης 1,5 και 3,5 χρόνια.
  • 25 Σεπτεμβρίου: Την Ελλάδα της χούντας, αναγνωρίζοντας η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας επισκέπτεται επίσημα ο υφυπουργός Εξωτερικών Πάουλ Φρανκ γενόμενος δεκτός από τον Γ. Παπαδόπουλο, τους αντιπροέδρους της κυβέρνησης και τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών.
  • 29 Σεπτεμβρίου: Ο Πρόεδρος της Κύπρου Μακάριος καταγγέλλει δημόσια τον στρατηγό Γρίβα ότι οργανώνει και εξοπλίζει παράνομες ομάδες που στοχεύουν την ανατροπή του.
  • 18 Οκτωβρίου: Καταδικάζονται 4 μέλη της οργάνωσης "20 Οχτώβρη"σε φυλάκιση από 6 μέχρι 17 χρόνια. Στην ίδια δίκη καταδικάστηκαν και 4 Γερμανοί πολίτες ως συστασιώτες σε φυλάκιση από 6 μέχρι 18 μήνες. Την ίδια ημέρα φθάνει στην Αθήνα ο Πατριάρχης Μόσχας και πάσης Ρωσίας Ποιμήν για διήμερη επίσημη επίσκεψη γενόμενος δεκτός από τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, όπου και τον παρασημοφόρησε σε πανηγυρική τελετή της Ιεράς Συνόδου καθώς και από τον Γ. Παπαδόπουλο.
  • 31 Οκτωβρίου: Επίσημη τριήμερη επίσκεψη στην Ελλάδα πραγματοποίησε ο υφυπουργός Εμπορίου της Μεγάλης Βρετανίας Λόρδος Λίμερικ γενόμενος δεκτός από τον υπουργό οικονομικών Ν. Εφέσιο, υφυπουργό Εξωτερικών Κ. Μιχαλόπουλο καθώς και από τον αντιπρόεδρο Ν. Μακαρέζο.
  • 17 Νοεμβρίου: Αναγνωρίζοντας η Κίνα το καθεστώς στην Ελλάδα φθάνει στην Αθήνα η πρώτη κινεζική αντιπροσωπεία για ανάπτυξη εμπορικών σχέσεων.
  • 18 Νοεμβρίου: Ρωσική αντιπροσωπεία που βρίσκεται στην Ελλάδα υπογράφει συμφωνία με τη ΔΕΗ για εγκατάσταση ατμοηλεκτρικού σταθμού στους Φιλίππους της Καβάλας.

1973

  • 22 Ιανουαρίου: Αρχίζει μακρά δίκη κομουνιστών που θα ολοκληρωθεί μετά από μια εβδομάδα στις 29 Ιανουαρίου.
  • 29 Ιανουαρίου: Στη μακρά δίκη κομουνιστών ο Μπ. Δρακόπουλος (ηγέτης του ΚΚΕ-Εσωτερικού) καταδικάζεται σε φυλάκιση 12,5 χρόνια καθώς και ο Μ. Παρτσαλίδης σε 12 χρόνια, ενώ με μικρότερες ποινές καταδικάζονται 4 ακόμα άτομα.
  • 21 Φεβρουαρίου: Αρχίζει η διήμερη κατάληψη της Νομικής Σχολής Αθηνών από φοιτητές που διαμαρτύρονται ενάντια σε διάταγμα για διακοπή αναβολής λόγω σπουδών.
  • 8 Μαρτίου: Η Χούντα στην Ελλάδα και ο στρατηγός Γρίβας υποκινούν τρεις μητροπολίτες της Κύπρου να καθαιρέσουν τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο ως ασυμβίβαστη την ταυτόχρονη εκ μέρους του άσκηση πολιτικών και θρησκευτικών καθηκόντων. Οι μητροπολίτες απαιτούν τελεσιγραφικά την παραίτηση του Μακαρίου. Ο Μακάριος έναντι αυτού του επιχειρούμενου εκκλησιαστικού πραξικοπήματος καλώντας τον κυπριακό λαό σε ενότητα απάντησε: «Ως προδοσία θα κατελογίζετο ημίν η τοιαύτη του λαού εγκατάλειψις και φυγή. Tων λύκων επερχομένων ο ποιμήν ουκ αφίησι τα πρόβατα και φεύγει». Τέσσερις μήνες μετά ακολούθησε η καθαίρεση των μητροπολιτών.
  • 20 Μαρτίου: Νέα κατάληψη της Νομικής Σχολής Αθηνών από φοιτητές, είχε προηγηθεί η διήμερη στις 21-22 Φεβρουαρίου. Στη κατάληψη αυτή ύστερα από αίτηση της Συγκλήτου ακολούθησε επέμβαση της Αστυνομίας με τραυματίες και περισσότερες από 100 συλλήψεις.
  • 30 Μαρτίου: Σε μνημόνιο του Κίσινγκερ, βοηθού επί θεμάτων ασφαλείας του Προέδρου των ΗΠΑ, παρά τις γενικές περικοπές εκ μέρους του Κογκρέσου, πιστώνεται η Ελλάδα, για το οικον. έτος 1974 (FY-1974) με το ποσό των 65 εκατομμυρίων δολαρίων σε στρατιωτική βοήθεια, στα πλαίσια του δόγματος GTI.
  • 23 Απριλίου: Το καθεστώς διατάζει την κατάσχεση όλων των φύλλων των εφημερίδων "Βραδυνή"και "Θεσσαλονίκη"που δημοσίευαν δήλωση του Κ. Καραμανλή, από το Παρίσι, όπου σχολίαζε την κατάσταση στην Ελλάδα.
  • 3 Μαΐου: Η Ακαδημία Αθηνών τιμά για έκτη χρονιά την 21 Απριλίου 1967 (αυτή φέρεται και τελευταία επέτειος).
  • 22 Μαΐου: Συλλαμβάνεται ο αξιωματικός Σπύρος Μουστακλής όπου και θα υποστεί άγριους βασανισμούς στο ΕΑΤ/ΕΣΑ.
  • 23 Μαΐου: Εκδηλώνεται το κίνημα του Ναυτικού (1973).
  • 1 Ιουνίου: Η Χούντα των Συνταγματαρχών προχωρεί στην κατάργηση της μοναρχίας στην Ελλάδα. Ο Γ. Παπαδόπουλος σε διάγγελμά του προαναγγέλλει την εγκαθίδρυση "Κοινοβουλευτικής Προοδευτικής Δημοκρατίας"μετά από πολιτειακό δημοψήφισμα καταλήγοντας με τη φράση "Ζήτω η Δημοκρατία".
  • 4 Ιουλίου: Συλλαμβάνεται ο Ε. Αβέρωφ ως υποκινητής και πολιτικός σύμβουλος του "Κινήματος του Ναυτικού 1973".
  • 14 Ιουλίου: Η Μείζων σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου καθαιρεί τους τρεις στασιαστές μητροπολίτες.
  • 29 Ιουλίου: Το καθεστώς διενεργεί δημοψήφισμα μεταβολής πολιτεύματος σε προεδρευομένη δημοκρατία με χαλκευμένο αποτέλεσμα "ΝΑΙ" 78,4% και "ΟΧΙ" 21,6%.
  • 9 Αυγούστου: Συλλαμβάνεται στην Κύπρο ο Έλληνας χουντικός ταγματάρχης και υπαρχηγός του Γρίβα, Σταύρος Σταύρου, στη κατοχή του οποίου βρέθηκε σχέδιο δολοφονίας του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.
  • 10 Αυγούστου: Δίκη βομβιστών της ΕΑΝ που ξεκίνησε την προηγουμένη, καταδικάζονται 6 μέλη σε ποινές φυλάκισης μέχρι 18 χρόνια.
  • 19 Αυγούστου: Ο δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος ορκίζεται «πρόεδρος» της Δημοκρατίας μετά το φαινομενικό και παράτυπο δημοψήφισμα της 29ης Ιουλίου νομιμοποιώντας πολιτειακή αυθαιρεσία και διορίζοντας 20 ημέρες αργότερα κυβέρνηση πολιτικού προσωπείου υπό τον Σπ. Μαρκεζίνη. Την ορκομωσία τέλεσε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος.
  • 20 Αυγούστου: Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος χορηγεί γενική αμνηστία, δίνοντας χάρη και στον Α. Παναγούλη και ταυτόχρονα αίρεται ο στρατιωτικός νόμος στην Αθήνα και Πειραιά. Παράλληλα παραγράφονται όλα τα αδικήματα που είχαν τελεστεί παρασύροντας και εκείνα που είχαν διαπραχθεί από ανακριτικές Αρχές και όργανα. Ο ταξίαρχος Δ. Ιωαννίδης μετατίθεται στη Μακεδονία.
  • 19 Σεπτεμβρίου: Τίθεται σε ισχύ δια νόμου το Συνταγματικό δικαστήριο που προβλεπόταν από το 1970 όπου και διορίζονται τα πρώτα μέλη του.
  • 25 Σεπτεμβρίου: Φοιτητική διαδήλωση κατά της στράτευσης που εκδηλώνεται στην Αθήνα καταλήγει σε σύγκρουση με την Αστυνομία και πολλές συλλήψεις.
  • 28 Σεπτεμβρίου: Στη προσπάθεια πολιτικής φιλελευθεροποίησης παραιτείται και αποστρατεύεται ο δεύτερος της επαναστατικής τριανδρίας Νικόλαος Μακαρέζος. Αντίθετα ο Δ. Ιωαννίδης που διατηρεί διασυνδέσεις με Αμερικανούς πράκτορες, επανέρχεται στην Αθήνα, Διοικητής ΕΑΤ/ΕΣΑ.
  • 4 Οκτωβρίου: Ο "Πρόεδρος της Δημοκρατίας"προσκαλεί και δίνει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον πολιτικό Σπύρο Μαρκεζίνη, παρά την αντίθετη εισήγηση του Στ. Παττακού για διενέργεια κανονικών εκλογών ένα μήνα αργότερα. Σε αναβρασμό η ανατολική Μεσόγειος.
  • 6 Οκτωβρίου: Ημέρα Σάββατο. Ξεσπά ο Πόλεμος του Γιομ Κιπούρ που θα κρατήσει περίπου 20 ημέρες.
  • 7 Οκτωβρίου: Κύπρος - Εκδηλώνεται νέα απόπειρα δολοφονίας του Μακαρίου από μέλη της ΕΟΚΑ Β'με παγίδευση του δρόμου απ'όπου θα πέρναγε το προεδρικό αυτοκίνητο. Σώθηκε λόγω πρόωρης έκρηξης. Η πράξη καταδικάζεται επίσημα από τις εγγυήτριες χώρες.
  • 8 Οκτωβρίου: Ορκίζεται η Κυβέρνηση Σπύρου Μαρκεζίνη 1973. Την ορκωμοσία τελεί ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος. Την ίδια ημέρα παραιτείται και αποστρατεύεται ο τρίτος της τριανδρίας Στυλιανός Παττακός ενώ παραιτούνται όλοι οι στρατιωτικοί που κατείχαν πολιτικές θέσεις.
  • 10 Οκτωβρίου: Σε "μυστική σύσκεψη"Προέδρου Παπαδόπουλου, Πρωθυπουργού Μαρκεζίνη και υπουργού Εξωτερικών Χ. Ξανθόπουλου Παλαμά, ανταποκρινόμενοι σε σχετικό αίτημα του Προέδρου της Αιγύπτου Ανουάρ Σαντάτ, αποφασίζεται η απαγόρευση ελεύθερης διέλευσης αμερικανικών πολεμικών αεροσκαφών υπέρ Ισραήλ από FIR Αθηνών. Ενδοιασμούς στην απόφαση αυτή εξέφρασε ο τότε Α/ΓΕΕΘΑ αντιστράτηγος Δ. Ζαγοριανάκος. Παραιτείται ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Σπύρος Άγκνιου, εμπλεκόμενος σε σκάνδαλο.
  • 16 Οκτωβρίου: Σε έκτακτη σύσκεψη του προεδρείου της Επιτροπής Συντονισμού Ενωτικού Αγώνος (ΕΣΕΑ) που αποτελούσε το πολιτικό σκέλος της ΕΟΚΑ-Β΄ στην Κύπρο, ο Παντελής Δημητρίου, επιστήθιος φίλος του Δ. Ιωαννίδη, δηλώνει δημόσια μεταξύ άλλων "ο ελληνικός στρατός θα δώσει σύντομα λύση στο Κυπριακό υψώνοντας την ελληνική σημαία σε ολόκληρο το νησί και ως εκ τούτου η Ένωση θα είναι πραγματικότητα στο προσεχές μέλλον, αρκεί να έχουν όλοι πίστη στο στρατό και να συμμορφώνονται με τις εντολές «της Ηγεσίας»".
  • 17 Οκτωβρίου: Ξεσπά η διεθνής πετρελαϊκή κρίση 1973 όπου ο ΟΠΕΚ περιορίζει προοδευτικά την πετρελαϊκή παραγωγή. Σ΄ ένα μήνα η τιμή του πετρελαίου διπλασιάζεται.
  • 4 Νοεμβρίου: Αθήνα - Συγκρούσεις Αστυνομίας και διαδηλωτών μετά το μνημόσυνο του Γ. Παπανδρέου. Ξένοι "δημοσιογράφοι"και Έλληνες προσεγγίζουν κάποιους εκ των διαδηλωτών.
  • 6 Νοεμβρίου: Αρχίζει διήμερη σύνοδος υπουργών του ΝΑΤΟ στη Χάγη με κύριο θέμα τον πυρηνικό σχεδιασμό και θέματα κρίσης Μέσης Ανατολής. (πόλεμος του Γιομ Κιπούρ). Την Ελλάδα εκπροσωπεί ο τότε υπουργός Εθνικής Αμύνης Νικόλαος Εφέσιος, ενώ παρευρίσκεται και ο υπουργός Εξωτερικών Χ. Ξανθόπουλος Παλαμάς.
  • 7 Νοεμβρίου: Με τη λήξη της παραπάνω Συνόδου οι Έλληνες εκπρόσωποι δέχονται φραστική απειλή από τον Χένρυ Κίσινγκερ για την αρνητική στάση της Ελλάδας σε αίτημα των ΗΠΑ. Την αυτή ημέρα στην Αθήνα, ο τότε διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος "Βασιλεύς Παύλος", απόστρατος υποστράτηγος Μιχαήλ Ξένος, παλαιότερα καθηγητής πυροβολικής του Γ. Παπαδόπουλου, επικαλούμενος διασυνδέσεις του με το εξωτερικό δηλώνει ευρύτατα σε στρατιωτικούς κύκλους και χωρίς καμία προφύλαξη ότι "επίκειται η πτώση του Γ. Παπαδόπουλου". Αν και οι δηλώσεις του αυτές έγιναν αμέσως γνωστές δεν συνελήφθη.
  • 14 Νοεμβρίου: Από ώρα 20:30 ξεκινά η κατάληψη του Πολυτεχνείου και η καλούμενη Εξέγερση του Πολυτεχνείου. Δεν επιχειρήθηκε αστυνομικός αποκλεισμός.
  • 17 Νοεμβρίου: Πρώτες πρωινές ώρες (03:20), μετά από ολιγόλεπτη προθεσμία εκκένωσης της εισόδου του κτιρίου σε επιτροπή φοιτητών (από περίπου 02:50), άρμα μάχης κατά διαταγή ιλάρχου, εισέρχεται αναίμακτα στο Πολυτεχνείο θραύοντας την καγκελόπορτα της κυρίας εισόδου, χωρίς να υπάρξει θύμα εντός του Πολυτεχνείου από της εξέγερσης, σύμφωνα με μεταγενέστερη έκθεση της Συγκλήτου. Στη συνέχεια εισήλθαν λοκατζήδες που ολοκλήρωσαν την εκκένωση. Ακολούθησαν πυροβολισμοί πέριξ των οδών. Κηρύσσεται στρατιωτικός νόμος σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
  • 25 Νοεμβρίου: Με αφορμή τα γεγονότα του Πολυτεχνείου εκδηλώνεται νέο πραξικόπημα και νέα Χούντα υπό τον ταξίαρχο Δημήτρη Ιωαννίδη.
  • 28 Νοεμβρίου: Οι απελαθέντες Κύπριοι φοιτητές της ΟΕΦΕΚ συγχαίρουν τηλεγραφικά την νέα χουντική ηγεσία του Δ. Ιωαννίδη δηλώνοντας μεταξύ άλλων: "Ημείς οι απελαθέντες Κύπριοι φοιτηταί, μέλη των Δ.Σ. της ΕΦΕΚ και ΟΕΦΕΚ σας συγχαίρομεν ολοψύχως διά την υπό την ηγεσίαν σας επιτυχίαν της νέας επαναστάσεως. {...] Ταξίαρχε, (νοείται ο Ιωαννίδης), Είμεθα παρά το πλευρόν σας. Οι απανταχού της γης Έλληνες Κύπριοι φοιτηταί τους οποίους εμείς εκπροσωπούμεν σας συμπαρίστανται ολόψυχως. Ζήτω το Έθνος, Ζήτω η Ένωσις."Παρόμοια τηλεγραφήματα στάλθηκαν στον Πρόεδρο Φ. Γκιζίκη, τον πρωθυπουργό Ανδρουτσόπουλο και στον στρατηγό Μπονάνο.
  • 17 Δεκεμβρίου: Ανακοινώνεται η ανακάλυψη πετρελαίου στο Αιγαίο στην περιοχή Πρίνος 1.

1974

  • 2 Ιουλίου: Στρατοδικείο των Ιωαννίνων καταδικάζει 27 μέλη της οργάνωσης "Άρης Βελουχιώτης"σε ποινές φυλάκισης μέχρι 10 χρόνια.
  • 8 Ιουλίου: Παραιτείται ο υπουργός Εξωτερικών Σπυρίδων Τετενές.
  • 20 Ιουλίου: Πρωινές ώρες αρχίζει η αποβατική Επιχείρηση Αττίλας Ι, που θα αποτελέσει το προγεφύρωμα της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο και που θα ολοκληρωθεί ένα μήνα μετά με τη φάση Αττίλας ΙΙ.
  • 24 Σεπτεμβρίου: Με νομοθετικό διάταγμα της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας νομιμοποιείται το ΚΚΕ μετά από 27 χρόνια παρανομίας.


Η προπαγάνδα των αμόρφωτων και των χουντικών

$
0
0
Η προπαγάνδα των αμόρφωτων και των χουντικών
«Με τον Γεώργιο Παπαδόπουλο η Ελλάδα γνώρισε προκοπή», είπε ο Νίκος Μιχαλολιάκος στον Ασπρόπυργο. «Τότε δεν υπήρχε καθόλου ανεργία, ούτε πληθωρισμός», διατείνονται άλλα στελέχη της «Χρυσής Αυγής». Είναι όμως έτσι;
Εάν οι ισχυρισμοί αυτοί εκπορεύονταν μόνο από χείλη δεδηλωμένων χουντικών, το κακό θα ήταν μικρό. Τέτοια κλισέ όμως αναπαράγονται και στις τάξεις ανθρώπων που κατά τα άλλα δεν έχουν ιδεολογικές – πολιτικές «συγγένειες» με την «Εθνοσωτήριο».
Η άγνοια, σε συνδυασμό με τη δικαιολογημένη οργή για το σημερινό οικονομικό - κοινωνικό status της ανέχειας και της ανεργίας, ευνοεί την προσφυγή σε τέτοια κλισέ.
«Νοσταλγικά» κλισέ, τα οποία καταντούν απλουστευτικά σε αφόρητο βαθμό, συν τοις άλλοις επειδή η υιοθέτησή τους προϋποθέτει την αποδοχή μιας αλλόκοτης ιδέας: Ότι η ιστορική εξέλιξη επιφύλαξε στη χούντα των συνταγματαρχών, γενικώς και αορίστως, το ρόλο του «αντίπαλου δέους» στα προδικτατορικά και μεταδικτατορικά καθεστώτα. Λες και ήταν ίδιες, με πανομοιότυπα χαρακτηριστικά όλες οι εποχές πχ από το 1950 μέχρι το 1967 κι από το ... κατηγορούμενο για όλα 1974, έως σήμερα!
Από το 1974 η ανεργία έπεσε περισσότερο
«Στη χούντα δεν υπήρχε ανεργία και πληθωρισμός»... Η αλήθεια είναι ότι κατά τα έτη 1967- 1973 η επισήμως καταγεγραμμένη ανεργία κυμαινόταν από το 2% μέχρι το 5,4%, με πτωτική τάση κατά τα τελευταία έτη της περιόδου. Αναλυτικά: το 1967 ήταν στο 5,4%, το 1968 στο 5,6%, το 1969 στο 5,2%, το 1970 στο 4,2% , το 1971 στο 3,1%, το 1972 στο 2,1%, το 1973 στο 2%.
Πολύ χαμηλά ποσοστά, βεβαίως, εάν τα συγκρίνει κανείς με τα αντίστοιχα, τα τραγικά των τελευταίων δεκαετιών. Μόνο που θα είναι αφελής ή υποκριτής όποιος επιχειρήσει τέτοια άλματα στο χρόνο! Διότι στα μεταπολιτευτικά χρόνια και μέχρι να εκδηλωθεί η δεύτερη «ζόρικη» διεθνής κρίση, εκείνη του 1979, η ανεργία στην Ελλάδα ήταν ακόμη μικρότερη εκείνης που καταγραφόταν επί χούντας.
Το 1976, έτος κατά το οποίο οι βιομήχανοι κατηγορούσαν για «σοσιαλμανία» (!) τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, η ανεργία έπεσε για πρώτη φορά κάτω από 2% και παρέμεινε έτσι, καθηλωμένη, έως το 1980. Αναλυτικά: Το 1977 βρισκόταν στο 1,7%, το 1978 στο 1,9%, το 1979 στο 1,9%. Το 1980 ανήλθε στο 2,7%. Είχαν πλέον αρχίσει να γίνονται αισθητές και εδώ οι συνέπειες της διεθνούς κρίσης του 1979.
Ας ληφθούν υπόψη τρεις ακόμη παράμετροι...
Πρώτη παράμετρος: Η μεγάλη, διεθνής κρίση του 1973 προκάλεσε τον πρώτο σοβαρό οικονομικό κλονισμό στον μεταπολεμικό (τον Δεύτερο Παγκόσμιο, εννοούμε) κόσμο. Μέχρι τότε εκδηλώνονταν μόνο μικρές, «περιοδικές» κρίσεις. Βιαιότερη αποδεικνύεται, βεβαίως,η σημερινή, την οποία βιώνει ο πλανήτης από το 2008, αλλά αυτή είναι άλλη ιστορία.
Προτού φθάσει το «ωστικό κύμα» του 1973 στην Ελλάδα, η χούντα έπνεε τα λοίσθια ή είχε καταρρεύσει. Αντιθέτως, η Ελλάδα της πρώιμης μεταπολιτευτικής περιόδου, όποιες απόψεις κι αν έχει κανείς για την τότε διακυβέρνηση, υποχρεώθηκε να αντιμετωπίσει ... για τα καλά αυτό το «ωστικό κύμα».
Η «γενική ευμάρεια» την εποχή της ...μετανάστευσης;
Δεύτερη παράμετρος: Στην Ελλάδα της λεγόμενης «χρυσής οικονομικής περιόδου», δηλαδή των ετών 1960- 1973, η ανεργία κυμαινόταν σε χαμηλά επίπεδα, συν τοις άλλοις επειδή τεράστιο τμήμα του οικονομικώς ενεργού πληθυσμού εργαζόταν – για να θυμηθούμε τον Καζαντζίδη- «στις «φάμπρικες της η Γερμανίας και του Βελγίου τις στοές». Κι ακόμη, στη Γαλλία, την Αυστραλία, την Αμερική και τον Καναδά.
Κάποια στιγμή, μάλιστα, στη δεκαετία του '60, ο οι μισοί σχεδόν άντρες ηλικίας 20-40 ετών δούλευαν ως μετανάστες στο εξωτερικό!
Η μετανάστευση διατηρήθηκε σε δυσθεώρητα ύψη μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '70. Υποχώρησε με γρήγορους ρυθμούς στην μεταπολιτευτική Ελλάδα διότι, είτε αρέσει είτε όχι στους πάσης φύσεως υμνητές της χούντας, τότε άρχισε να γίνεται περισσότερο ανεκτή -εδώ- η ζωή των εργαζομένων, των μικρομεσαίων – εν πάση περιπτώσει, του φάσματος της κοινωνίας που κάποτε ο Ανδρέας Παπανδρέου προσδιόρισε ως «μη προνομιούχους».
Τρίτη παράμετρος: Εξυπακούεται πως δεν ευημερούν πάντοτε οι άνθρωποι, όταν ευημερούν οι αριθμοί. Υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και χαμηλό πληθωρισμό εμφάνιζε η Ελλάδα από τις αρχές της δεκαετίας του '60. Ενίοτε μάλιστα τα ποσοστά πληθωρισμού ήταν πολύ μικρότερα από το αντίστοιχα μεγάλων, ανεπτυγμένων χωρών, στις οποίες οι θείοι, γονείς ή παππούδες μας εργάζονταν ως μετανάστες. Ε, και;
Οι μισθοί ανέβηκαν ουσιαστικά στα χρόνια της ... «αναρχίας»
Κατά τη διάρκεια της «χρυσής» περιόδου 1960 -1973, οι μισθοί παρουσίασαν άνοδο αντίστοιχη των αναπτυξιακών ρυθμών και των παραγωγικών δεδομένων μόνο στα έτη 1964- 1967. «Σύμπτωση»: Ήταν εποχή των δυναμικών κοινωνικών διεκδικήσεων. Της ...«αναρχίας», σύμφωνα με τους χουντικούς.
Στη «χρυσή» περίοδο το μέσο εισόδημα των εργαζομένων κάλυπτε μόλις το 64% των αναγκαίων δαπανών συντήρησης μιας οικογένειας. Η κοινωνική μέριμνα ήταν πολύ ισχνή. Παράδειγμα: Κατά το 1961 το 17,7% του πληθυσμού ήταν αναλφάβητο, ενώ υπήρχαν τραγικές αναλογίες δασκάλων - μαθητών.
Κι όμως, κατά τα ίδια έτη η Ελλάδα γνώριζε την ανάπτυξη και του βιομηχανικού τομέα, ιδίως από το 1964. Ιδού η αλλαγή: Το 1950 το μερίδιο της Γεωργίας στο ΑΕΠ ήταν 34%, της Βιομηχανίας 25% και των Υπηρεσιών 41%. Το 1967 τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν πλέον 23,6%, 25,1% και 50,3%.
Η ανάπτυξη ήταν υψηλή – και καταλυτικός ο ρόλος του κράτους σε αυτήν. Από το 1959, άλλωστε, το 34% των παγίων κεφαλαίων των βιομηχανικών μονάδων ανήκε στο Δημόσιο. Είπαμε: Ανάπτυξη υψηλή, αλλά πολύ μικρή η «διάχυση» των οφελημάτων στην κοινωνία...
Μα έτσι ήταν σε αδρές γραμμές και τα προηγούμενα «χρυσά» έτη...
Θα αναρωτηθεί, ίσως κανείς: «Μα καλά, γιατί να θεωρούμε τα χρόνια της χούντας τμήμα μιας ευρύτερης περιόδου, εκείνης των ετών 1960- 73;». Διότι, απλούστατα, τα οικονομικά χαρακτηριστικά της όλης περιόδου ήταν σε αδρές γραμμές ενιαία, όσο κι αυτό δεν αρέσει στους οπαδούς της ιδέας πως το ... φωτεινό 1967 -74 αποτελούσε μια όαση, ανάμεσα τε προηγούμενους και επόμενους αμμόλοφους φαυλοκρατίας!
Η αλήθεια είναι ότι η ελληνική οικονομία της «χρυσής περιόδου» 1960- 73 ακολουθούσε το παγκόσμιο «κύμα» της εποχής: Ανάπτυξη κεϊνσιανικού τύπου, με πολλές δημόσιες επενδύσεις, με μπόλικα κρατικά ... χατίρια προς υψηλά «διαζώματα» του ιδιωτικού επιχειρηματικού κόσμου, με τη λογική της «μικτής οικονομίας» και με ανεργία που σπανίως υπερέβαινε το 2%, σε όλη την Ευρώπη.
Η δυναμική ανάπτυξη, με τα στοιχεία που προαναφέρθηκαν, στην Ελλάδα χαρακτήρισε ολόκληρο το χρονικό διάστημα 1960-73, όχι μόνο την περίοδο της χούντας. Το 1961- 1966 οι ετήσιοι ρυθμοί ανάπτυξης κυμάνθηκαν από το 6,5% έως το 13,2%, ο πληθωρισμός από 0% μέχρι 4,8% και η ανεργία από 5% έως 5,9%. Το 1967 -73 οι ρυθμοί ανάπτυξης «έτρεχαν» με ετήσιους ρυθμούς από 5,7% μέχρι 11,6%. Ο πληθωρισμός με 0,3% έως 15,55% (το 1973) και η ανεργία με 2% έως 5,4%.
Ευνοϊκό παρέμενε το διεθνές οικονομικό τοπίο
Αν θελήσει κανείς να «διυλίσει τον κώνωπα», θα διαπιστώσει ότι στην περίοδο της χούντας, σε σχέση με τα έτη 1961- 1966, η ανεργία ήταν ελαφρώς μικρότερη, η ανάπτυξη ελαφρώς μικρότερη, ο πληθωρισμός ελαφρώς μεγαλύτερος. Όλα προς το «ελαφρώς» κλίνουν. Μεγάλες διαφορές, δεν θαανιχνεύσει κανείς.
Στην περίοδο της χούντας, όπως ήδη τονίσαμε, το διεθνές οικονομικό περιβάλλον παρέμενε ευνοϊκό. «Μοχλοί» της ανάπτυξης ήταν η οικοδομή και ο τουρισμός. Την εισροή τουριστών φυσικά ευνοούσε το καλό -εν γένει- οικονομικό επίπεδο που χαρακτήριζε την Ευρώπη.
Με εξαίρεση το 1968, κατά την περίοδο της δικτατορίας η αύξηση των μισθών υστερούσε κατά πολύ της αύξησης που εμφάνιζε η παραγωγικότητα της εργασίας.
«Λησμονώντας» την κρίση του 1973
Τι είναι λοιπόν εκείνο που ωθεί προς το κλισέ «επί Παπαδόποτλου ήμασταν καλά» πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι – αναλόγως της ηλικίας τους- στηρίζονται σε όσα θυμούνται ή σε όσα έχουν ακούσει;
Είναι κάτι σημαντικό: Στα 60ς, όπως και στα πρώιμα 70ς, δεν συντελέστηκαν ξαφνικές, απότομες καταβαραθρώσεις του επιπέδου ζωής τεράστιων τμημάτων του πληθυσμού, όπως συμβαίνει σήμερα. Ο κόσμος, ακόμη κι όταν ζούσε υπό συνθήκες δύσκολες ή και συνθήκες ανέχειας, ήλπιζε πως το μέλλον θα ήταν καλύτερο. Η προσδοκία «τα παιδιά μας θα ζήσουν καλύτερα από εμάς» ήταν βασίμως ακλόνητη.
Αυτό όμως δεν αφορούσε μόνο την Ελλάδα, ούτε περιοριζόταν στα χρόνια της χούντας. Πώς θα είχαν συντελεστεί απότομες «καθιζήσεις» του βιοτικού επιπέδου εκατομμυρίων ανθρώπων, πώς θα έχει πληγεί τόσο η μεσαία τάξη, υπό συνθήκες μικρών, «κυκλικών» διεθνών κρίσεων;
Από πού κι ως πού θα «πιστωθεί» η δικτατορία των συνταγματαρχών τα «στάνταρ σιγουριάς» που χαρακτήριζαν όλη την Ευρώπη, προτού ξεσπάσει η μεγάλη κρίση του 1973; Θα ήταν τόσο ανόητο, σαν να μακαρίζεις κάποιον ... πρόγονο ότι δεν έπεσε ποτέ θύμα τροχαίου ατυχήματος και να αγνοείς πως εκείνος δεν πρόλαβε την εποχή του αυτοκινήτου!
Κι από σκάνδαλα; Στο «φουλ»...
Εξυπακούεται ότι η ανάπτυξη της προδικτατορικής Ελλάδας, όπως και της χουντικής περιόδου, ήταν βουτηγμένη στα σκάνδαλα και στις μίζες...
Υπενθυμίσεις επιγραμματικές, για τα προδικτατορικά: Σκάνδαλο «Ζίμενς» που προκάλεσε και τη ρήξη στις σχέσεις του Παπάγου με τον Μαρκεζίνη, το 1954. Άφθονα... κλέη της οκταετίας (1955- 63) Καραμανλή, από τα «βραχώδη οικόπεδα της Φιλοθέης» και τα φουσκωμένα κέρδη εργολάβων, μέχρι την ηλεκτροδότηση της «Πεσινέ» με όρους σκανδαλωδώς ευνοϊκούς.
Απόφαση της Βουλής, τον Φεβρουάριο του 1965, να παραπέμψει σε ειδικό δικαστήριο τους Κ. Καραμανλή, Π. Παπαληγούρα και Ν. Μάρτη για την «Πεσινέ». Επτά εν συνόλω υπουργοί και δυο υφυπουργοί του «εθνάρχη» που αντιμετώπισαν - σε κοινοβουλευτικό επίπεδο- κατηγορίες περί βλάβης του δημοσίου συμφέροντος και περί παράνομης διάθεσης μυστικών κονδυλίων. (Προτείνει κανείς να εκλάβουμε ως απόδειξη αθωότητας το «κουκούλωμα» που - κατά τα ειωθότα- ακολούθησε; ). Εξαγορές βουλευτών στην περίοδο της αποστασίας, το 1965.
Ακόμη κι ο ελληνικός κινηματογράφος των middle 60ς κατοχύρωσε ως σήμα κατατεθέν της εποχής τα αρπακτικά του Μαυρογιαλούρου. Τυχαίο; Δεν νομίζουμε...
Πολλοί αδαείς ή υποκριτές θεωρούν πως όλα αυτά τα «κατέστειλε» η ... χρηστή, έντιμη φασιστική δικτατορία. Κούνια πού τους κούναγε...
Απλοϊκότητα, στα όρια του παραλογισμού
Τι αντιπαραθέτει σε όλα αυτά η φιλο- χουντική απλοϊκότητα; Την άγνοια: (;) των δεδομένων και τα εξωφρενικά άλματα στο χρόνο.
Η απλοϊκότητα αυτή ποντάρει ασφαλώς στην 100% δικαιολογημένη κοινωνική οργή, που στρέφεται εναντίον των σημερινών και χθεσινών καθεστωτικών δυνάμεων και κομμάτων. Η ιδέα όμως πως ως «αντίπαλο δέος» στις κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, στην τρόικα και το ΔΝΤ, προσφέρεται η οικονομική πολιτική του Παπαδόπουλου και του Μακαρέζου προσεγγίζει τα όρια του παραλογισμού.

«Λαμόγια» ...στο χακί - Τα απίστευτα σκάνδαλα της χούντας

$
0
0
Μια εξωφρενική «μόδα» των τελευταίων ετών τείνει να περιβάλλει με ιδιότυπο φωτοστέφανο τους πραξικοπηματίες της 21ης Απριλίου 1967! Απόρροια του αναπόφευκτου θυμού, αναμεμειγμένου όμως με άγνοια ή και σκοπιμότητα, η πολιτική (;) αυτή «μόδα» παράγει τη θεωρία ότι κατά την επταετή δικτατορία τέθηκε σε γύψο και... η διαφθορά. Ότι η χούντα φρουρούσε, σαν κέρβερος, το δημόσιο χρήμα και τις αρχές της «χριστής διοίκησης»...

«Λαμόγια» ...στο χακί - Τα απίστευτα σκάνδαλα της χούντας
Οι ίδιοι οι συνταγματάρχες δεν θα μπορούσαν να φανταστούν ότι στον 21ο αιώνα έμελλε να μνημονεύονται με ... επαίνους. «Εκείνοι τουλάχιστον δεν έκλεψαν», «δεν έκαναν περιουσίες», «ε, ρε Παπαδόπουλο που χρειάζονται τα σημερινά λαμόγια»... Από το 2010 κι εντεύθεν οι έπαινοι επεκτάθηκαν και στα της οικονομίας: «Επί χούντας ο κόσμος έτρωγε ψωμάκι», «αν δεν μιλούσες ζούσες καλά», «τότε δεν υπήρχε οικονομική κρίση στην Ελλάδα, όπως σήμερα». Λες και γνώρισε η μεταπολεμική Ευρώπη γενική κρίση ανάλογη της σημερινής, μέχρι το 1973...
Θα ασχοληθούμε με τον πρώτο μύθο, αυτόν που σχετίζεται με τη διαφθορά. Για το δεύτερο επιφυλασσόμαστε – όλο και κάποια επέτειος θα μας δώσει αφορμή.
Εν αρχή μια παρατήρηση: Οι ισχυρισμοί περί «λιτού» βίου των δικτατόρων και περί «αδιάφθορης» χούντας βασίζονται αποκλειστικά και μόνο στην εικόνα παρακμής που εξέπεμπαν αυτοί οι άνθρωποι έπειτα από την αποκαθήλωσή τους. Δεν είναι αυτό επιτομή των εννοιών «αφέλεια» ή «υποκρισία» - κατά περίπτωση;
Παρατήρηση δεύτερη: Όντως, «τα λαμόγια χρειάζονται έναν Παπαδόπουλο»- τουλάχιστον τα εκκολαπτόμενα. Χρειάζονται, για να πάρουν ... μαθήματα ταχύτητας, τόσο στη λήψη αποφάσεων, όσο και στη σύναψη καλών«κοινωνικών σχέσεων»...
Προτού καλά- καλά προλάβουν να ... ζεστάνουν τις καρέκλες των πολιτικών αξιωμάτων που κατέλαβαν, οι συνταγματάρχες νομοθέτησαν την αύξηση των αποδοχών τους. Σχεδόν διπλασίασαν τον πρωθυπουργικό μισθό: Από τις 23.600 τον ανέβασαν στις 45.000 δρχ, προς μεγάλη χαρά του πρώτου χουντικού πρωθυπουργού, του Κωνσταντίνου Κόλλια. Ο ίδιος ο Γιώργος Παπαδόπουλος ανέλαβε πρωθυπουργικά καθήκοντα αργότερα, το Δεκέμβριο του 1967.
Με την ίδια ρύθμιση αυξήθηκαν οι αποδοχές των υπουργών και υφυπουργών, από τις 22.400 στις 35.000 δρχ. Θεσπίστηκαν επίσης και ημερήσια «εκτός έδρας»- χίλιες δρχ για τον πρωθυπουργό και 850 για υπουργούς και υφυπουργούς.
Ομολογίες δια στόματος Σάββα Κωσταντόπουλου...
Είναι γνωστό ότι ο Παπαδόπουλος είχε στη διάθεσή του βίλα στο Λαγονήσι, στην οποία διέμενε αντί αστείου ενοικίου. Η βίλα ανήκε στον Αριστοτέλη Ωνάση. «Σύμπτωση»: Ο Παπαδόπουλος στήριζε τον Ωνάση στη διαμάχη που είχε με άλλους «Κροίσους» της εποχής, με «μήλο της έριδος» το περιβόητο τρίτο διυλιστήριο της χώρας. Επειδή όμως σε θέματα διαπλοκής είναι αναγκαίος κάποιος ... πλουραλισμός, το άλλο «πρωτοπαλίκαρο» του καθεστώτος, ο Νίκος Μακαρέζος, τάχθηκε στο πλευρό του Νιάρχου.
Τσάμπα οι – ενίοτε άγριες – διαμάχες που μαίνονταν επί χρόνια, για το θέμα αυτό, στο εσωτερικό της «αδιάφθορης» χούντας: Τελικά, το 1972, ο Ωνάσης αποσύρθηκε και το τρίτο διυλιστήριο ανέλαβαν οι Ανδρεάδης – Λάτσης. Ένα ακόμη δόθηκε στο Βαρδινογιάννη.
Προτού «μιλήσουν» τα αποδεδειγμένα στοιχεία, ας δοθεί ο λόγος στον ίδιο τον προπαγανδιστικό ... στυλοβάτη της χούντας: Τον εκδότη της εφημερίδας «Ελεύθερος Κόσμος», Σάββα Κωσταντόπουλο. Η δικτατορία είχε συμπληρώσει μισό έτος ζωής, όταν ο Κωσταντόπουλος γνωστοποίησε - με επιστολή- στον Κωνσταντίνο Καραμανλή ορισμένες διαπιστώσεις του:
«Λυπούμαι, διότι είμαι υποχρεωμένος να μνημονεύσω και ένα άλλο εκτάκτως λυπηρόν φαινόμενον. Ενεφανίσθη και αναπτύσσεται μία νέο-φαυλοκρατία. Ατομικά ρουσφέτια, προσωπικαί εξυπηρετήσεις, τακτοποιήσεις συγγενών, ατομική προβολή και ούτω κάθε εξής)» («Αρχείο Καραμανλή», τ.7ος).
Τα ίδια και χειρότερα τόνιζε στον Κ. Καραμανλή ο ακραιφνής χουντικός Κωσταντόπουλος, το Δεκέμβριο του '73. Αναφερόταν στην περίοδο Παπαδόπουλου, τον οποίο είχε ήδη ανατρέψει (25 Νοεμβρίου '73) ο λεγόμενος «αόρατος δικτάτορας», Δημήτρης Ιωαννίδης. Τόνιζε λοιπόν:
«Εδημιουργήθη μία αποπνικτική ατμόσφαιρα σκανδάλων δια την οποίαν δεν δυνάμεθα ακόμη να γνωρίζωμεν μέχρι ποίου σημείου ανταπεκρίνετο εις την πραγματικότητα. Πάντως, αντιστοιχία υπήρχε οπωσδήποτε» («Αρχείο Καραμανλή», τ.7ος)
Η αλήθεια είναι ότι για πολλά από αυτά τα σκάνδαλα ... δυνάμεθα μια χαρά να «γνωρίζωμεν» λεπτομέρειες, όπως θα δούμε στη συνέχεια. Ας προτάξουμε όμως τα πιο «light» κρούσματα, προτού παραδοθούμε στον ίλιγγο τον οποίο «εγγυώνται» τα οικονομικά μεγέθη ορισμένων ιστορικών ...ξαφρισμάτων.
«Ατομικά ρουσφέτια, προσωπικαί εξυπηρετήσεις, τακτοποιήσεις συγγενών». Πολλά μπορεί να εννοούσε ο Κωσταντόπουλος, αλλά ας περιοριστούμε στην οικογενειοκρατία, όπως την τίμησε η κορυφαία «τριανδρία» της χούντας. Παπαδόπουλος, Παττακός, Μακαρέζος.
Ο βολέψας, του βολέψαντος- αδέλφια, γαμπροί, κουνιάδοι...
Ο αρχηγός Παπαδόπουλος έκανε τον έναν αδελφό του, τον Κωνσταντίνο, στρατιωτικό ακόλουθο, Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Προεδρίας, Περιφερειακό Διοικητή Αττικής και «υπουργό παρά τω πρωθυπουργώ». Ο άλλος αδελφός, ο Χαράλαμπος, προφανώς ανεχόταν λιγότερες σκοτούρες. Αρκέστηκε στη Γενική Γραμματεία του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, στην οποία αναρριχήθηκε σε χρόνο ρεκόρ. Τέτοια άλματα στην υπαλληλική ιεραρχία, θα τα ζήλευε και ο φημισμένος αθλητής του επί κοντώ, ο Χρήστος Παπανικολάου, o οποίος – ειρήσθω εν παρόδω- το 1967 κέρδισε χρυσό μετάλλιο στους Μεσογειακούς Αγώνες, στην Τύνιδα.
Το Στέλιο Παττακό, πάλι, τον ενθουσίαζαν οι κατασκευές- όπως δείχνει και η ψύχωσή του με ... το μυστρί. Αποφάσισε λοιπόν να αναθέσει στο γαμπρό του, τον Αντρέα Μεϊντάση, διάφορες επικερδείς δουλειές με το Δήμο Αθηναίων. Κατασκευή υπόγειου γκαράζ στην πλατεία Κλαυθμώνος, τεχνικές μελέτες, κλπ. Πρακτικά πράγματα, πολλά χρήματα...
Ο Μακαρέζος διόρισε τον κουνιάδο του, Αλέξανδρο Ματθαίου, υπουργό Γεωργίας και – αργότερα- Βόρειας Ελλάδας. «Αι βέβαιοι μικρολοβιτούραι του Ματθαίου» συμπεριλαμβάνονταν στα πολλά συμπτώματα διαφθοράς του καθεστώτος, που διέγνωσε και κοινοποίησε με επιστολή του στον Κ. Καραμανλή ο γνωστός «γεφυροποιός», Ευάγγελος Αβέρωφ (Οκτώβριος 1968). Κατά τα φαινόμενα, όμως, ο Ματθαίου ήταν ... περιστεράκι εν συγκρίσει προς δυο άλλους «εθνοσωτήρες». Τον Ιωάννη Λαδά και το Μιχάλη Ρουφογάλη.
Ο Λαδάς απέκτησε το σκωπτικό προσωνύμιο «κύριος καθαρά χέρια», χάρη στη ροπή του προς τα ... θαλασσοδάνεια. Ο Ρουφογάλης, αρχηγός της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, έγινε διάσημος για δυο βασικές συνήθειές του. Η πρώτη: Με τη γυναίκα του Ντέλλα, φωτομοντέλο που νυμφεύθηκε το '73, επιδόθηκαν σε «θορυβώδεις δεξιώσεις, δημοσίας εμφανίσεις με μεγαλοπλουσίους, επίδειξιν πλούτου» (εκφράσεις του Σάββα Κωσταντόπουλου). Η άλλη συνήθεια: Η εξασφάλιση δανειοδοτήσεων σε «ημετέρους», φυσικά με επιβάρυνση των κρατικών τραπεζών. Στην πρώιμη μεταπολιτευτική περίοδο, τον Αύγουστο και το Σεπτέμβριο του 1974, το περιοδικό «Ταχυδρόμος» αποκάλυψε δυο σχετικά έγγραφα του Ρουφογάλη. Μια κατηγορία δανείων αναφερόταν ως «χαριστικά και επισφαλή». Στα «χορηγηθέντα» δάνεια καταγραφόταν ποσό άνω του 1,5 δισεκατομμυρίου και στα «υπό έγκρισιν» πάνω του 1,6 δισεκατομμυρίου δρχ.
Προτού καν κλείσουν ένα μήνα στην εξουσία...
Ας δούμε όμως, με κάποια χρονική σειρά, μερικά από τα χουντικά ... κατορθώματα. Προτάσσουμε επτά κινήσεις τους- όλες, σκέτα ...ορόσημα.
Πρώτο «ορόσημο»: Σαν ...έτοιμοι από καιρό, οι «εθνοσωτήρες» υπέγραψαν την πρώτη τους τερατώδη σύμβαση, προτού καν συμπληρωθεί μήνας από το πραξικόπημα – ναι, τέτοια αδημονία είχαν! Τη Δευτέρα, 15 Μαΐου 1967 ανέθεσαν στην αμερικανική εταιρεία Litton το ακαθόριστο έργο της παροχής«υπηρεσιών οργανώσεως και διεκπεραιώσεως της οικονομικής αναπτύξεως», κάπου στην Κρήτη και τη Δυτική Πελοπόννησο.
Υποτίθεται ότι η εταιρεία θα φρόντιζε να γίνουν επενδύσεις ύψους 840 εκατομμυρίων δολαρίων για 12 χρόνια. Το ελληνικό δημόσιο της έδωσε ως προκαταβολή 1,2 εκ. δολάρια και ανέλαβε τις εξής υποχρεώσεις: Να καλύψει όσα έξοδα θα έκανε η Litton για να «αναπτυξιακό της έργο» συν 11% ως ποσοστό κέρδους, αλλά να εξασφαλίσει και προμήθεια 2% επί της αξίας κάθε επένδυσης, από αυτές που θα «έφερνε» η εταιρεία.
Ίδια, περίπου, ρύθμιση για τη Litton είχε προωθήσει στη Βουλή το 1966 μια από τις «κυβερνήσεις των αποστατών» – εκείνη του Στεφανόπουλου. Οι αντιδράσεις των άλλων πολιτικών δυνάμεων, όμως, ακύρωσαν το εγχείρημα, το Σεπτέμβριο του έτους εκείνου. Για την ακρίβεια, το ανέβαλαν για οκτώ μήνες.
Τι έκανε στην ουσία η Litton, αξιοποιώντας την προσφορά της χούντας προς αυτήν; Δεν προσέλκυε επενδυτές, δήλωνε όμως έξοδα και πληρωνόταν από το ελληνικό κράτος! Εμπράκτως η ίδια η χούντα αναγνώρισε το φιάσκο της ανάθεσης, τερματίζοντας την ισχύ της σύμβασης, την Τετάρτη, 15 Οκτωβρίου 1969 (ΦΕΚ 1969/Α/268). Όμως – όλα κι όλα- η Litton πήρε και το επιπρόσθετο 11% επί των δηλωθέντων εξόδων της!
Η επίσημη εξήγηση του καθεστώτος για λύση της σύμβασης; «Αι ελληνικαί υπηρεσίαι είναι εις θέσιν να συνεχίσουν άνευ ειδικής βοηθείας τας προσπαθείας δια την ανάπτυξιν»...
Αυτό που η χούντα ομολόγησε εμπράκτως, νωρίτερα το είχε δηλώσει ευθαρσώς στο περιοδικό «Ramparts» ο Ρόμπερτ Αλαν, υπεύθυνος του γραφείου της εταιρείας στην Αθήνα: «Τα κέρδη μας είναι ασφαλώς μεγάλα, διότι ουσιαστικά δεν κάνουμε εμείς επενδύσεις».
Ο Αλαν είχε κάθε λόγο να συμπαθεί το δικτατορικό καθεστώς και ουδέποτε έκρυψε αυτή του την ...αγάπη. Όταν κάποτε κλήθηκε να σχολιάσει τα βασανιστήρια και τις διώξεις σε βάρος των αντιφρονούντων, είπε: «Οι περισσότεροι εξόριστοι και φυλακισμένοι ζουν σε νησιά, όπως είναι η Καταλίνα (σ.σ. θέρετρο στην Καλιφόρνιας). Είναι ελεύθεροι να πηγαίνουν και να έρχονται. Αναπνέουν καθαρό αέρα, βρίσκονται κάθε μέρα σε ωραίο ηλιόλουστο περιβάλλον και απλώς δεν έχουν επικοινωνία με τον έξω κόσμο».
Αυτό δεν ήταν «Τάμα», ήταν ... θάμα
Δεύτερο «ορόσημο»: Το Σάββατο, 14 Δεκεμβρίου 1968, ο Παπαδόπουλος ανακοίνωσε ότι κατέφθασε η ώρα να εκπληρώσει η «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» μια υπόσχεση, την οποία είχε δώσει προς τον Θεό η ...Δ΄ Εθνοσυνέλευση που πραγματοποιήθηκε στο Άργος το 1829: Την ανέγερση ενός μεγαλοπρεπούς ναού του Σωτήρος. Ως τόπος ορίστηκαν τα Τουρκοβούνια. Το «Τάμα», όπως καθιερώθηκε να λέγεται, αντιπροσώπευε στο έπακρο τη μεγαλομανία του καθεστώτος. «Θα αποτελέσει, μετά την οικοδόμησίν του, το τρίτο αρχιτεκτονικό οικοδόμημα των Αθηνών, μετά τον κλασσικό Παρθενώνα και τον Βυζαντινό Λυκαβηττό», έγραφε η «Ηχώ των Ενόπλων Δυνάμεων» τον Ιούνιο του 1973. Μέχρι τότε, δεν είχαν γίνει καν τα οριστικά σχέδια του έργου. Κι ούτε θα γίνονταν ποτέ...
Τι ακριβώς συνέβαινε με το «Τάμα»; Γιατί ... δεν χτιζόταν τίποτα, επί χρόνια; Από τη δύση του '68 η χουντική προπαγάνδα είχε αρχίσει να διαφημίζει περιπτώσεις ανθρώπων, οι οποίοι κατέθεταν για αυτόν τον «ιερό σκοπό» τον οβολό τους. Τον Μάιο του '69 συγκροτήθηκε και μια «Ανώτατη Επιτροπή», με πρόεδρο τον πρωθυπουργό Παπαδόπουλο και μέλη τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο και πέντε υπουργούς. Ανάμεσά τους, ο Παττακός (Εσωτερικών) και ο Μακαρέζος (Συντονισμού). Εν ολίγοις, ολόκληρη η κορυφαία χουντική «τριανδρία» επέβλεπε τα του έργου, έχοντας την αρωγή – πέραν των άλλων υπουργών- και ενός «Γνωμοδοτικού Συμβουλίου», που το απάρτιζαν πρυτάνεις, ακαδημαϊκοί, ο δήμαρχος Δημ. Ρίτσος και άλλοι παράγοντες. Από τον Ιούνιο του '69 επέβλεπαν και το «Ειδικό Ταμείο» που συστάθηκε τότε, για την οικονομική διαχείριση του έργου.
Μυστήριο κάλυπτε τα του «Τάματος», μέχρι τον Ιανουάριο του '74. Τότε δημοσιεύθηκε ο απολογισμός του «Ειδικού Ταμείου». Αυτό δεν ήταν «Τάμα», ήταν ...θάμα. Στο «Ταμείο» είχαν εισρεύσει 453,3 εκατομμύρια δρχ, εκ των οποίων είχαν εξαφανιστεί τα 406 εκατομμύρια! Όλα αυτά δαπανήθηκαν – υποτίθεται- για απαλλοτριώσεις, «προπαρασκευαστικά έργα», «μελέτες», εργασίες «διοικήσεως και λειτουργίας»...
Από τη συνολική «αποταμίευση» των 453,3 εκατομμυρίων, τα 230 ήταν δάνεια. Τα 180 προήλθαν από εισφορές και δωρεές, τμήμα των οποίων κάλυψαν φορείς του Δημοσίου – πχ η Αγροτική Τράπεζα έδωσε 10 εκατομμύρια. Τα υπόλοιπα 43,3 εκατομμύρια ήταν «επιχορήγηση» από τον τακτικό προϋπολογισμό.
Την αχαλίνωτη διασπάθιση δημοσίου χρήματος την υπογραμμίζει ένα ακόμη στοιχείο: Στην τριετία 1970 -73 έγιναν τρεις διαγωνισμοί για «προσχέδια» του «Τάματος». Απέτυχαν παταγωδώς και κηρύχθηκαν άγονοι.
Ελάχιστοι αρχιτέκτονες ενδιαφέρθηκαν και κατέθεσαν προτάσεις, μολονότι τα αντίστοιχα χρηματικά βραβεία ήταν άκρως χορταστικά. Συνολικά, στην τριετία υποβλήθηκαν 73 προτάσεις, καμία όμως δεν κρίθηκε ικανοποιητική. Κι όμως, μοιράστηκε – μαζί με τους επαίνους για τις σχετικές προσπάθειες- το ποσό των 3.650.000 δρχ. Ποσό που υπερέβαινε ... 900 φορές το μέσο μισθό ενός εργαζόμενου στον ιδιωτικό τομέα.
Η μεγάλη ευεργεσία προς τον κύριο Μακντόναλντ
Ήταν αδύνατον φυσικά να υπολογιστεί πόσοι ... αστέρες του καθεστώτος έλαβαν μέρος – με τους ευνοούμενούς τους- σε αυτό το τρομακτικών διαστάσεων φαγοπότι. Την «επίβλεψη» πάντως την είχε - όπως προείπαμε- σύσσωμη η ... αφρόκρεμα του καθεστώτος. Εάν υποτεθεί ότι το «Τάμα» κλήθηκε να άρει ... μια εκκρεμότητα 139 ετών (1829 – 1968), τότε το ποσό που εξαφάνισαν τα αρπαχτικά της χούντας αντιστοιχεί σχεδόν σε τρία εκατομμύρια δρχ για κάθε χαμένο χρόνο! Καθόλου άσχημα...
Κάποιοι ενδεχομένως διερωτώνται πώς «βγήκαν στη φόρα» τα οικονομικά στοιχεία του «Τάματος», προτού καταρρεύσει η χούντα. Η απάντηση είναι απλή: Είχε ήδη αποκαθηλωθεί - προ δυο μηνών- ο Παπαδόπουλος κι ο Ιωαννίδης δεν είχε κανένα λόγο να κρύβει τη «φαυλοκρατία» των «άλλων».
Τρίτο «ορόσημο»: Το 1969 φαίνεται πως οι ... μίζες της Litton είχαν ξεκοκαλιστεί. Ήταν λοιπόν ώρα για μία ακόμη μεγάλη, αποικιοκρατική σύμβαση, απ'αυτές που όταν υπογράφονται τρία τινά μπορεί να «μαρτυρούν» για τους διαχειριστές δημόσιου χρήματος: Αν δεν είναι ηλίθιοι, αν δεν νιώθουν - για κάποιο λόγο- εξαναγκασμένοι, τότε σίγουρα κάτι άλλο περιμένουν. Οι δυο τελευταίες εκδοχές φυσικά μπορούν να συνυπάρξουν...
Ο Μακαρέζος υπέγραψε με τον εργολάβο Ρόμπερτ Μακντόναλντ, από τις ΗΠΑ, σύμβαση για την κατασκευή της Εγναντίας Οδού (ΦΕΚ 1969/Α/15). Ποια ήταν η κατάληξη; Ο Αμερικανός πήρε τα μπογαλάκια του κι έφυγε, ενώ το Δημόσιο είχε επιβαρυνθεί σε βαθμό απίστευτο.
Μοιραίο ήταν να συμβεί αυτό. Το έργο υπολογίστηκε στα 150 εκ. δολάρια, εκ των οποίων σχεδόν το 1/3 θα το κάλυπτε το ελληνικό κράτος. Οι ... χακί φύλαρχοι της στρατοκρατούμενης ελληνικής Μπανανίας, όμως, δεν χαλιναγώγησαν τη γαλαντομία τους. Εγγυήθηκαν τα δάνεια του Μακντόναλντ, τον «διευκόλυναν» με αμέτρητα ομόλογα, του έδωσαν 4,5 εκ. δολάρια ως προκαταβολή και όρισαν την αμοιβή του επί των εξόδων, συνυπολογίζοντας σε αυτά τη χρηματοδότηση του ... Δημοσίου!
Το φοβερό ήταν ότι θα διεκπεραίωναν το έργο γηγενείς υπερεργολάβοι – ο Αμερικανός απλώς θα μεριμνούσε για μελέτες και δάνεια.Εάν ο Μακντόλαντ διαπίστωνε πως δεν επαρκούσαν τα 150 εκ. δολάρια, είχε δυο επιλογές. Να ψάξει για περισσότερα ή «να θεωρηθή εκτελέσας την σύμβασιν άμα τη συμπληρώσει της κατασκευής τμήματος της οδού, ούτινος η αξία ανέρχεται εις 150 εκ. δολάρια».
Ο Μακντόναλντ δεν εξασφάλισε καμία χρηματοδότηση – ίσως να μην είχε και λόγους να το κάνει. Αποχαιρέτησε, λέγοντας ίσως νοερά κάποιο «thanks folks» για τα 4,8 εκ. δολάρια συν τα 33,4 εκ. σε ομόλογα ελληνικού δημοσίου που πρόλαβε να τσεπώσει.
«Στεγαστική αποκατάστασις» και θεσμοθέτηση ατιμωρησίας
Τέταρτο «ορόσημο»: Το 1970 οι δικτάτορες θεσμοθέτησαν τη στεγαστική αποκατάσταση «αξιωματικών διαδραματισάντων εξέχοντα ρόλον» στο πραξικόπημα. Διότι, καλοί οι μισθοί, καλά τα αξιώματα και τα ρουσφέτια, αλλά αν δεν είχες – βρε αδελφέ- ένα εγγυημένο, καλό κεραμίδι πάνω από το κεφάλι σου, κινδύνευες. Θα σε πετύχαινε ο αναρχο- κομμουνισμός «ασκεπή» και θα σου άνοιγε το κεφάλι...
Πέμπτο «ορόσημο»: Περίοδος εορτών ήταν, οι «εθνοσωτήρες» αποφάσισαν – ίσως εν όψει πρωτοχρονιάς - να κάνουν άλλο ένα καλό δώρο στον εαυτό τους. Καλό και ωφέλιμο στο ... διηνεκές – έτσι τουλάχιστον ήλπιζαν.
Την Τετάρτη, 30 Δεκεμβρίου 1970, νομοθέτησαν τα «περί ευθύνης υπουργών». Μεταβατική διάταξη (παρ. 48) του ΝΔ 802 όριζε ότι δεν μπορούσε να ασκηθεί δίωξη εναντίον υπουργού ή υφυπουργού της δικτατορίας, παρά μόνο εάν το αποφάσιζαν οι ... συνάδελφοί του.
Για να έχουν απολύτως ήσυχο το κεφάλι τους, οι συνταγματάρχες συμπεριέλαβαν κάτι ακόμη στη ρύθμιση: «Παρέγραψαν» όλα τα εγκλήματα, «δια τα οποία δεν ησκήθη ποινική δίωξις μέχρι της ημέρας συγκλήσεως» κάποιας Βουλής, μελλοντικής.
Εάν επιτύγχανε το κατοπινό εγχείρημα της λεγόμενης «φιλελευθεροποίησης», με τον Μαρκεζίνη και τις ελεγχόμενες εκλογές, κατά πάσα βεβαιότητα θα επιβίωνε αυτή η ασυλία που πρόσφεραν στην αφεντιά τους οι συνταγματάρχες. Δυστυχώς για αυτούς, έπειτα από την εξέγερση του Πολυτεχνείου κατέστη ανέφικτη η «μετάσταση» τέτοιων χουντικών θεσμών στο κοινοβουλευτικό τοπίο.
Έκτο «ορόσημο»: Ήταν Μάιος του 1972, όταν η χούντα απάλλαξε τον ελληνοαμερικανό επιχειρηματία Τομ Πάππας από τις αντισταθμιστικές υποχρεώσεις, για έξι αγροτοβιομηχανικές μονάδες σε διάφορες περιοχές της χώρας (ΦΕΚ 1972/Α/72).
Αυτό ήταν το δεύτερο χατίρι των συνταγματαρχών προς τον Πάππας. Το πρώτο – πιθανότατα και το μεγαλύτερο – είχε γίνει τέσσερα χρόνια νωρίτερα (ΦΕΚ 1968/Α/201). Ήταν το «πράσινο φως» για τα εργοστάσια εμφιάλωσης της Coca- Cola, το οποίο είχαν αρνηθεί να «ανάψουν» οι προδικτατορικές κυβερνήσεις, θεωρώντας το συγκεκριμένο σχέδιο του επιχειρηματία άκρως ανταγωνιστικό προς την εγχώριο παραγωγή αναψυκτικών.
Ο Πάππας είχε απασχολήσει και για άλλο λόγο, εντονότατα, το ελληνικό πολιτικό σύστημα πριν από το πραξικόπημα: Η Ένωση Κέντρου και η ΕΔΑ είχαν καταγγείλει ως προνομιακούς ... μέχρι αηδίας τους όρους της επένδυσης που είχε κάνει στη Θεσσαλονίκη, με το διυλιστήριο της ESSO, το '62. Το φθινόπωρο του '64, μάλιστα, η κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου επέβαλλε στον Πάππας τροποποίηση της συγκεκριμένης σύμβασης.
Χρηματοδότησαν και την εκστρατεία του ... Νίξον!
Ο Τομ Πάππας ήταν διαπρύσιος υποστηρικτής της χούντας. Τόσο γρήγορα συντελέστηκε η μεταξύ τους οικονομική – πολιτική διαπλοκή, ώστε το 1967, στην κυβέρνηση Κόλλια , διορίστηκε υπουργός Δημόσιας Τάξης ένας προσωπάρχης του επιχειρηματία, ο Παύλος Τοτόμης. Στη συνέχεια ο Τοτόμης ανέλαβε καθήκοντα προέδρου της ΕΤΒΑ. Ο Τομ Πάππας ήταν παράλληλα υποστηρικτής και βασικός χρηματοδότης της προεκλογικής εκστρατείας του Νίξον, για τις αμερικανικές εκλογές του 1968.
«Παράλληλα»; ....Όχι ακριβώς. Κατά τα φαινόμενα ο Πάππας βρήκε τρόπο να ενώσει τις δυο μεγάλες ... συμπάθειές του, την ελληνική χούντα και το Νίξον. Με δεσμούς ... χρήματος. Κάτι πολύ ενδιαφέρον κατέθεσε στο αμερικανικό Κογκρέσο ο Έλληνας δημοσιογράφος Ηλίας Δημητρακόπουλος, που ζούσε στην Ουάσιγκτον: Ότι η χούντα ενίσχυσε το ταμείο της προεκλογικής εκστρατείας του Νίξον με 549.000 δολάρια. Μετρητά, ζεστά- ζεστά... Είχαν «ζεσταθεί» από τη συνεχή κίνηση!
Τα χρήματα αυτά τα είχε διοχετεύσει η CIA στην ΚΥΠ, με σκοπό να «αναβαθμιστεί» η δράση της ελληνικής Υπηρεσίας, να γίνει πιο αποτελεσματικό το αντικομουνιστικό της έργο, κλπ. Στη συνέχεια, κατ'εντολή Παπαδόπουλου και με μοχλό το Ρουφογάλη, γινόταν η «ανακύκλωση» και τα χρήματα όδευαν προς το Νίξον.
Έβδομο «ορόσημο»: Πέμπτη, 21 Σεπτεμβρίου 1972. Ο Παττακός έδωσε εντολή να «διατεθούν το ταχύτερον εις την κατανάλωσιν» τα κρέατα. Ποια κρέατα; Της Αργεντινής. Αυτά που «μαύριζαν», αυτά που θα «ξέμεναν». Τα γνωστά και ως «κρέατα Μπαλόπουλου». Μαζί με το «Τάμα», ίσως το πιο ... εμβληματικό σκάνδαλο της χούντας!
Ο Μιχάλης Μπαλόπουλος ήταν υφυπουργός Εμπορίου. Αυτός κι ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου, ο Ζαφείρης Παπαμιχαλόπουλος, κάθισαν στο εδώλιο για το σκάνδαλο των κρεάτων. Σκάνδαλο ... πολυεπίπεδο, με κατηγορητήριο πλούσιο!
Η σοβαρότερη κατηγορία σε βάρος των δυο, ήταν πως χρηματίζονταν «κατά συρροήν» από μεγαλέμπορους της Ροδεσίας που επεδίωκαν να αποκτήσουν μονοπωλιακά προνόμια στην εισαγωγή κρέατος. Αποτέλεσμα της συγκέντρωσης αδειών εισαγωγής σε χέρια λίγων ήταν οι ανατιμήσεις στις τιμές του κρέατος – ίσως, ακόμη, οι ευνοημένοι έμποροι να ήθελαν έτσι να καλύπτουν και τα έξοδα των δωροδοκιών...
Απαγορεύτηκε, επίσης, για κάποιο διάστημα η διάθεση ντόπιου κρέατος, ώστε να προωθηθούν στην αγορά τα προβληματικά, εκείνα της Αργεντινής. Η προαναφερθείσα εντολή του Παττακού ήταν γραπτή και αναγνώστηκε στο δικαστήριο.
Ο Μπαλόπουλος έγινε σλόγκαν και ... στα γήπεδα
Ο Μπαλόπουλος καταδικάστηκε τον Ιούνιο του '74 σε ποινή φυλάκισης 3,5 ετών, η οποία μειώθηκε σε 14 μήνες το 1976. Το σκάνδαλο των κρεάτων ήταν το μοναδικό που «έστειλε» στο εδώλιο αξιωματούχους της χούντας, προτού καταρρεύσει η χούντα. Η εξήγηση είναι η ίδια με εκείνη, για τη δημοσιοποίηση των ατασθαλιών του «Τάματος»: Ο Ιωαννίδης επιθυμούσε να καταδείξει ότι ήταν αναγκαία, από ηθικής πλευράς, η ανατροπή του Παπαδόπουλου.
Κάπως έτσι έμεινε στην ... Ιστορία το όνομα του Μπαλόπουλου, τον οποίον περιέβαλαν επίσης επίμονες φήμες για ατασθαλίες στον ΕΟΤ, όταν ήταν γραμματέας του οργανισμού.
Το σκάνδαλο των κρεάτων ενέπνευσε και τους ... φιλάθλους. Εάν κάποιος ποδοσφαιριστής δεν απέδιδε καλά, η κερκίδα τον αποκαλούσε με ευκολία«βόδι Αργεντινής» ή «κρέας του Μπαλόπουλου».
Μέσα σε αυτή τη ... θύελλα των σκανδάλων, φάνταζαν «παρωνυχίδες» ήσσονος σημασίας οι απ'ευθείας αναθέσεις – χωρίς διαγωνισμούς- έργων σε διάφορες εταιρείες. Όσο για τη «λιτή» ζωή που έκαναν οι συνταγματάρχες και οι δικοί τους άνθρωποι, θα άξιζε τον κόπο να διαβάσει κανείς τις εξιστορήσεις της Ντέλλας Ρουφογάλη, τόσο για τη δική της ντόλτσε βίτα, όσο και για τη χλιδή της διαμονής της ίδιας και της Δέσποινας Παπαδοπούλου στο Παρίσι, όταν – κάποια στιγμή- το επισκέφθηκαν οι δύο τους.
Για την συνηθισμένη εν Ελλάδι ζωή της, η Ντέλλα Ρουφογάλη έχει πει:
«Αρχίζω να ράβω την καινούρια μου γκαρνταρόμπα στους μετρ της ραπτικής για τους οποίους μέχρι τώρα έκανα επιδείξεις. Η ζωή μου έχει αλλάξει τελείως, το ίδιο και η συμπεριφορά όλων απέναντί μου. Μου φέρονται με έκδηλο σεβασμό και τα κομπλιμέντα τους είναι υπερβολικά. Αλλά μου αρέσει. Εγώ εξακολουθώ να φέρομαι φιλικά προς τους παλιούς γνωστούς και τους καινούριους, πλούσιους φιλοχουντικούς επιχειρηματίες που πληθαίνουν μέρα με τη μέρα μαζί με τα ραβασάκια για ρουσφέτια. Αισθάνομαι πως έχω υποχρέωση να εξυπηρετήσω τους πάντες. Ο Μιχάλης συνήθως δεν αρνείται. Γεύομαι τη δύναμη της εξουσίας, και με μαγεύει» (Λεωνίδας Παπάγος, «Σημειώσεις 1967-1977»).
«Χαβιάρι Περσίας και παγωμένα καβούρια Αλάσκας»
Υπήρχαν όμως και τα .. έκτακτα περιστατικά, όπως οι αρραβώνες της με το Ρουφογάλη. «Την επόμενη βδομάδα καινούρια δώρα, καινούριες ανθοδέσμες, φρέσκα ψάρια απ'όλα τα νησιά της Ελλάδας, κούτες με το καλύτερο χαβιάρι της Περσίας και παγωμένα καβούρια της Αλάσκας καταφθάνουν στο σπίτι. Δεν ξέρω τι να τα κάνω».
Για την Ιστορία: Τους αρραβώνες του ζεύγους τίμησαν προβεβλημένοι επιχειρηματίες, όπως οι Λάτσης και Κιοσέογλου. Στο γάμο τους; Το ... αδιαχώρητο. Θυμάται η Ντέλλα: «Ο Παύλος Βαρδινογιάννης, ο εφοπλιστής Θεοδωρακόπουλος με το γιο του τον Τάκη, ο Κώστας Δρακόπουλος των διυλιστηρίων, ο Νίκος Ταβουλάρης των ναυπηγείων, το ζεύγος Μποδοσάκη, ο Αγγελος Κανελλόπουλος των τσιμέντων 'Τιτάν'με τη γυναίκα του, ο Τομ Πάππας, ο Γ. Λύρας, ο Γιώργος Ταβλάριος, εφοπλιστής από τη Νέα Υόρκη με τη γυναίκα του και ο Γιάννης Λάτσης με τη μεγάλη του κόρη, αφού η γυναίκα του την ίδια μέρα πάντρευε την ανηψιά της σε άλλη εκκλησία».
Αυτή ήταν λοιπόν η ... αδιάφθορη δικτατορία! Αναμφιβόλως, η χούντα μετέφερε ... πολύ μακριά τη σκυτάλη της διαφθοράς, την οποία – για να είμαστε ακριβείς- παρέλαβε από τα προγενέστερα χρόνια.
Υπενθυμίσεις επιγραμματικές: Σκάνδαλο «Siemens» που προκάλεσε και τη ρήξη στις σχέσεις του Παπάγου με τον Μαρκεζίνη, το 1954. Άφθονα... κλέη της οκταετίας (1955- 63) Καραμανλή, από τα «βραχώδη οικόπεδα της Φιλοθέης» και τα φουσκωμένα κέρδη εργολάβων, μέχρι την ηλεκτροδότηση της «Πεσινέ» με όρους σκανδαλωδώς ευνοϊκούς. Απόφαση της Βουλής, τον Φεβρουάριο του 1965, να παραπέμψει σε ειδικό δικαστήριο τους Κ. Καραμανλή, Π. Παπαληγούρα και Ν. Μάρτη για την «Πεσινέ». Επτά εν συνόλω υπουργοί και δυο υφυπουργοί του «εθνάρχη» που αντιμετώπισαν – σε κοινοβουλευτικό επίπεδο- κατηγορίες περί βλάβης του δημοσίου συμφέροντος και περί παράνομης διάθεσης μυστικών κονδυλίων. (Προτείνει κανείς να εκλάβουμε ως απόδειξη αθωότητας το «κουκούλωμα» που – κατά τα ειωθότα- ακολούθησε; ). Εξαγορές βουλευτών στην περίοδο της αποστασίας, το 1965.
Ακόμη κι ο ελληνικός κινηματογράφος των middle 60ς κατοχύρωσε ως σήμα κατατεθέν της εποχής τα ... αρπακτικά του Μαυρογιαλούρου. Τυχαίο; Δεν νομίζουμε...
Εάν λοιπόν όλα αυτά στιγμάτισαν την εικοσαετία 1954- 1974, γιατί σήμερα τόσα στόματα πιπιλίζουν μονότονα την «καραμέλα» πως η διαφθορά και το ρουσφέτι γεννήθηκαν το ...'74 και είχαν μαμά τη Μεταπολίτευση; Ας δώσει ο καθένας την απάντηση που θεωρεί σωστή...
Πηγή: alfavita.gr

Η πτώση της Χούντας, 23 Ιουλίου 1974

$
0
0

Στις 23 Ιουλίου 1974 πνιγμένη στο αίμα του εγκλήματος στην Κύπρο, η Χούντα της Αθήνας καταρρέει.
Η περίοδος της δικτατορίας δημοσιογραφικά φέρεται να τελείωσε όταν η Χούντα του Ιωαννίδη "κατέρρευσε"στις 23 Ιουλίου του 1974 κάτω από το βάρος της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, παρόλο που η στρατιωτική ηγεσία παρέμεινε στη θέση της σχεδόν μέχρι το τέλος του έτους. Η εισβολή στην Κύπρο ξεκίνησε τρεις ημέρες νωρίτερα (στις 20 Ιουλίου 1974) και αποτέλεσε παράβαση του καταστατικού χάρτη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και της Συνθήκης Εγγυήσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας. Είναι γνωστή με την ονομασία Αττίλας Ι που όμως είχε επέλθει κατάπαυση πυρός. Η Χούντα, που είχε την ευθύνη για την προάσπιση του νησιού, δεν αντέδρασε όπως θα έπρεπε, παραπλανημένη από τις διαβεβαιώσεις των Αμερικανών με αποτέλεσμα στην κατάληψη του 4% των εδαφών του νησιού.
Την 24η Ιουλίου έφθασε στην Αθήνα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με το προεδρικό αεροπλάνο της γαλλικής Προεδρίας, το οποίο έθεσε στη διάθεση του ο Γάλλος πρόεδρος Βαλερί Ζισκάρ ντ'Εσταίν. Το βόρειο τμήμα της Κύπρου (36,4% του εδάφους της) που μέχρι σήμερα βρίσκεται υπό τουρκική κατοχή, καταλήφθηκε με τον Αττίλα ΙΙ ο οποίος ξεκίνησε στις 14 Αυγούστου του 1974, δηλαδή 20 ημέρες μετά, αφότου είχε αναλάβει η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας και που ολοκληρώθηκε πέντε ημέρες αργότερα. Οι πραξικοπηματίες αφού τιμήθηκαν προαχθέντες όπως π.χ. ο Δ. Ιωαννίδης που προήχθη σε υποστράτηγο, από τον υπουργό Ε. Αβέρωφ, αργότερα συνελήφθησαν και παραπέμφθηκαν σε δίκη για τη δράση τους στην Εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Σημειώνεται ότι η ένοπλη κατάληψη της εξουσίας στις 21 Απριλίου και η περίοδος μέχρι και τις 24 Ιουλίου 1973 χαρακτηρίστηκε "στιγμιαίο αδίκημα. Επίσης δεν ασκήθηκε δίωξη για την απόπειρα κατά της ζωής του Μακαρίου και το πραξικόπημα που ακολούθησε στην Κύπρο, με συμμετοχή Ελλήνων αξιωματικών που οδήγησαν τη Χώρα σε κίνδυνο πολέμου, αλλά ούτε και ανοίχθηκε μέχρι σήμερα ο περιβόητος "Φάκελλος της Κύπρου", παρά τις πολιτικές βαρύγδουπες και πομπώδεις υποσχέσεις που δόθηκαν στον ελληνικό "κυρίαρχο λαό".

 23 ΙΟΥΛΙΟΥ 1974

Οι ηγέτες της χούντας πανικόβλητοι από τις συνέπειες των εθνικών εγκλημάτων τους και την απόβαση του «Αττίλα» στην Kύπρο, απομονωμένοι στο εσωτερικό και διεθνώς καλούν σε σύσκεψη την προδικτατορική πολιτική ηγεσία. Στη σύσκεψη με τη συμμετοχή στρατιωτικών και πολιτικών εν μέσω παλινωδιών αποφασίζεται καταρχήν η ανάθεση σχηματισμού κυβέρνησης στον Π. Κανελλόπουλο. Τελικά, όμως, θα προτιμηθεί από τη χουντική στρατιωτική ηγεσία η «λύση Αβέρωφ» για πρόσκληση του K. Καραμανλή από το Παρίσι.

Στην Κύπρο, παραιτείται από την προεδρία ο διορισμένος από την αθηναϊκή Χούντα Νίκος Σαμψών και τη θέση του παίρνει ο Γλαύκος Κληρίδης.

Το ιστορικό

Η πολιτική μεταβολή στην Ελλάδα - σύμφωνα με όλες τις, γνωστές, ιστορικές πηγές - είχε αποφασιστεί στις 21 Ιούλη του 1974 από τη στρατιωτική ηγεσία της χούντας, όταν ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγός Γρ. Μπονάνος και οι αρχηγοί των τριών κλάδων (Στρατός, Αεροπορία, Ναυτικό) Γαλατσάνος, Παπανικολάου και Αραπάκης, αποφάσισαν να αυτονομηθούν από τον Ιωαννίδη, που μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν ο αρχηγός της χούντας, και να κινηθούν προς την κατεύθυνση πολιτικοποίησης του καθεστώτος. Πολύ λίγη σημασία βεβαίως έχει πώς επιβλήθηκε αυτή η απόφαση. Το σίγουρο είναι πως η καθεστηκυία τάξη πραγμάτων και οι Αμερικανοί δεν ήθελαν σε καμία περίπτωση να χάσουν τον έλεγχο. «Αν το καθεστώς κατέρρεε - γράφει ένας από τους κορυφαίους πρωταγωνιστές της αλλαγής του '74, ο αρχηγός του Ναυτικού Π. Αραπάκης-, ο λαός δε θα έμενε απαθής και η αιματοχυσία θα ήταν αναπόφευκτη». Το σύνολο των διεργασιών, συνεπώς, συνέκλινε σ'ένα στόχο: Να μην εμφανιστεί στο προσκήνιο ο λαϊκός παράγοντας.
Πώς, όμως, φτάσανε σ'αυτό το σημείο, εκείνοι που επέβαλαν και στήριξαν το δικτατορικό καθεστώς, να θέλουν, δηλαδή, να το πετάξουν από πάνω τους μιαν ώρα αρχύτερα; Η τραγωδία της Κύπρου, την οποία οργάνωσε η χούντα, ήταν ο τελευταίος κρίκος στην αλυσίδα των εξελίξεων που έφεραν το τέλος.
H αντίστροφη όμως μέτρηση για την κατάρρευση της στρατιωτικής δικτατορίας άρχισε στην ουσία με το πραξικόπημα στην Kύπρο στις 15 Ιουλίου 1974 . Πέντε μέρες αργότερα, με την εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων στο νησί, τίποτα δεν μπορούσε να την αποτρέψει.

O πρώτος βασικός λόγος ήταν η ανικανότητα του στρατού ν’ ανταποκριθεί στο μοναδικό ρόλο του: την προάσπιση του εθνικού χώρου. Το στρατιωτικό καθεστώς αποδείχτηκε ανίκανο ακριβώς εκεί, όπου εξ ορισμού θα περίμενε κάποιος να δικαιολογήσει κάπως την ύπαρξή του. Κατόπιν τούτου η όποια αξιοπιστία του, μετά και τα εθνικά εγκλήματα που είχε διαπράξει (επιβολή της δικτατορίας, πραξικόπημα και εσχάτη προδοσία στην Kύπρο) κείτονταν συντρίμμια.

O δεύτερος καθοριστικός παράγοντας ήταν η πλήρης αδυναμία της χούντας να καταπνίγει πια τ’ αντιδικτατορικά αισθήματα της συντριπτικής πλειονότητας του λαού. H επιστράτευση άλλαξε ριζικά το τοπίο. M’ ένα μέρος των λαϊκών δυνάμεων οπλισμένο στους στρατώνες, χάθηκε κάθε έλεγχος «τάξεως και ασφαλείας». O παραδοσιακός φόβος της χούντας από τον «εχθρό λαό», έπαιρνε εφιαλτικές διαστάσεις.

Από τη στιγμή εκείνη η πολιτική αλλαγή στη χώρα ήταν πια ζήτημα ωρών.

Τότε ξεκίνησε η διαδικασία για την αναζήτηση λύσης, που θα επέτρεπε στη χούντα τις συντηρητικές δυνάμεις, την άρχουσα τάξη και την αμερικανοκρατία για μια μεταβολή «από τα πάνω», που να εγγυάται τον έλεγχο της κατάστασης. Δηλαδή μια «συνέχεια» κι όχι μια ριζική τομή στο ισχύον σύστημα εξουσίας ή μια αλλαγή «από τα κάτω».
Οι εξελίξεις
H χουντική στρατιωτική ηγεσία αποφάσισε να αυτονομηθεί από τον «αόρατο δικτάτορα» Ιωαννίδη και να δράσει για την πολιτικοποίηση του καθεστώτος, σε συνεννόηση με τον «εμφανή δικτάτορα-πρόεδρο» Γκιζίκη.

Στο μεταξύ οργίαζαν οι φήμες περί επικείμενης ανατροπής του στρατιωτικού καθεστώτος. Mία απ’ αυτές έφερε το διοικητή του Γ΄ Σώματος Στρατού στρατηγό Nτάβο, με θωρακισμένες δυνάμεις να κατεβαίνει από τη Θεσσαλονίκη προς την πρωτεύουσα. H φημολογία επεκτάθηκε όταν ξένοι ραδιοσταθμοί μετέδιδαν διακήρυξη - τελεσίγραφο 250 αξιωματικών . Mε αυτή ζητούνταν σχηματισμό κυβέρνησης υπό την προεδρία του K. Καραμανλή .

Το ερώτημα, όμως, «μετά τη δικτατορία τι;» εξακολουθούσε να παραμένει αναπάντητο. Όπως προκύπτει από παντού αναπτύχθηκαν έντονοι προβληματισμοί ως την τελευταία στιγμή. Εξετάστηκαν διάφορες λύσεις, με κοινό παρονομαστή, τη μετάβαση σε άλλη μορφή διακυβέρνησης, χωρίς ουσιαστική αμφισβήτηση της πρωτοκαθεδρίας του στρατιωτικού μηχανισμού και των δομών εξουσίας. Όλες στάθηκε αδύνατον να υλοποιηθούν. O λόγος, όπως σημειώνουν χαρακτηριστικά και συμφωνούν, σε γενικές γραμμές, διάφοροι αναλυτές της περιόδου «δεν ήταν άλλος από την -έστω και έμμεση- καθοριστική παρουσία του λαϊκού παράγοντα. H πρωτοφανής αίσθηση του κενού εξουσίας και η δίνη μιας εμπόλεμης κατάστασης μπροστά στην οποία η χώρα εμφανιζόταν ανέτοιμη και ακυβέρνητη, καθιστούσαν την εξεύρεση πολιτικής λύσης κατεπείγουσα. Όχι όμως μιας οποιασδήποτε λύσης. H κυβέρνηση θα έπρεπε να δίνει την αίσθηση της διαφοράς από το προηγούμενο καθεστώς, να πείθει για τη δημοκρατικότητά της. Σε αντίθετη περίπτωση οι εξελίξεις, όπως πολλοί πρωταγωνιστές των ημερών ομολογούν, θα ήταν απρόβλεπτες και ανεξέλεγκτες». Τελικά, την τελευταία στιγμή εμφανίζεται σαν «από μηχανής θεός» ο K. Καραμανλής. Το πρόσωπο, που ενσάρκωσε το συμβιβασμό όλων των κέντρων δύναμης και εξουσίας, που είχαν λόγο στην πολιτική αλλαγή της 24ης Ιουλίου.
Πρόσωπα - κλειδιά
Κίσινγκερ : O υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών το βράδυ της 22 προς 23 Ιουλίου 1974, πριν από την στρατιωτικο-πολιτική σύσκεψη στην Αθήνα δηλώνει στην Ουάσιγκτον: «Ενδεχομένως αυτή τη στιγμή πραγματοποιείται στην Αθήνα πολιτική μεταβολή»


Οσυγγραφέας Αλ. Ζαούσης γράφει για την συγκεκριμένη φράση:«Δε διευκρινίζεται αν ήταν βράδυ στην Ουάσιγκτον ή βράδυ στην Αθήνα. Δεδομένης όμως της διαφοράς περίπου 7 ωρών μεταξύ των δύο πόλεων, ακόμα και αν εννοείται το βράδυ της Ουάσιγκτον, πάλι θα ήταν στην Αθήνα νύκτα προς 23 Ιουλίου ή το πολύ ξημερώματα. Πώς γνώριζε ο Κίσινγκερ, τόσες ώρες πριν, αυτά που θα συνέβαιναν στην Αθήνα; Ητανη πρεσβεία ενήμερη από πριν; Ο Κίσινγκερ ήταν δαιμόνιος. Δε βρέθηκαν ποτέ γραπτές αποδείξεις των ενεργειών του στη δραματική κρίση του Κυπριακού. Ολα γίνονταν τηλεφωνικώς». Ο Κίσινγκερ γνώριζε, γιατί δεν μπορούσε να μη γνωρίζει ότι η δικτατορική μορφή διακυβέρνησης δεν είχε άλλα περιθώρια ζωής.


Ευ. Αβέρωφ :γνωστός τότε και ως «γεφυροποιός» μεταξύ χούντας και συντηρητικών πολιτικών O ρόλος του στη λύση Καραμανλή ήταν καθοριστικός.
Γεννήθηκε στα Τρίκαλατης Θεσσαλίας το 1910 και πέθανε στην Αθήνα στις 2 Ιανουαρίου 1990. Ηκαταγωγή του είναι από την οικογένεια Αβέρωφ του Μετσόβου. Στην Ελβετία σπούδασε πολιτικές και οικονομικές επιστήμες.Το 1940 έγινε νομάρχης στην Κέρκυρα. Το 1946 εκλέχτηκε για πρώτη φορά βουλευτής Ιωαννίνων. Διατέλεσε υπουργός Εφοδιασμού, Εθνικής Οικονομίας, Εμπορίου, Γεωργίας και Εξωτερικών. Το 1974 έγινε υπουργός Εθνικής Άμυνας ως το 1981. Το 1981 εκλέχτηκε αρχηγός του κόμματος "Νέα Δημοκρατία"και από το 1984 επίτιμος πρόεδρος της. Πέθανε στις 2 Ιανουαρίου 1990. Η οικουμενική κυβέρνηση του Ξ. Ζολώτα για να τον τιμήσει πρότεινε να κηδευτεί με δημόσια δαπάνη και με τιμές εν ενεργεία Πρωθυπουργού. Όμως η οικογένειά του αφού ευχαρίστησε την κυβέρνηση, ανακοίνωσε πως επιθυμία του πολιτικού αυτού άνδρα ήταν η λιτή και απέριττη ταφή, όπως ακριβώς ήταν και η ζωή του. Επιπλέον παρακάλεσε αντί για στεφάνια, να κατατεθούν δωρεές για αγαθοεργούς σκοπούς. Η κηδεία του Έλληνα πολιτικού έγινε την Πέμπτη 4 Ιανουαρίου 1990 στο Α'Νεκροταφείο Αθηνών.
H καθοριστική στρατιωτικο-πολιτική σύσκεψη της 23 Ιουλίου 1974

H πρώτη μεταπολιτευτική κυβέρνηση ήταν καρπός της στρατιωτικο-πολιτικής σύσκεψης της 23ης Ιουλίου. Ήταν 2 μ.μ., όταν, στα παλαιά ανάκτορα, άρχισαν να συσκέπτονται οι πολιτικοί με τους χουντικούς στρατιωτικούς.

Από τους πρώτους συμμετείχαν ο Π. Κανελλόπουλος, ο Γ. Mαύρος, ο Σπ. Μαρκεζίνης, ο Γ. A. Nόβας, ο Στ. Στεφανόπουλος, ο Π. Γαρουφαλιάς, ο Ξεν. Zολώτας και ο E. Αβέρωφ. Από τους άλλους, παρόντες ήταν ο πρόεδρος της χουντικής Δημοκρατίας στρατηγός Φ. Γκιζίκης, ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγός Γρ. Mπονάνος, ο αρχηγός ΓEΣ αντιστράτηγος Aνδρ. Γαλατσάνος, ο αρχηγός ΓEN αντιναύαρχος Πέτρος Aραπάκης και ο αρχηγός ΓEA Aλ. Παπανικολάου.

Στη σύσκεψη, όπως προκύπτει από διάφορες μαρτυρίες (επισήμως πρακτικά δεν κρατήθηκαν) απορρίφθηκε ο σχηματισμός κυβέρνησης με τη συμμετοχή πολιτικών και στρατιωτικών. Υιοθετήθηκε η λύση μιας αμιγώς πολιτικής κυβέρνησης.

Αρχικά αποφασίστηκε να σχηματίσει κυβέρνηση ο Π. Κανελλόπουλος σε συνεργασία με τον Γ. Mαύρο. Σε συνέχεια όμως, αφού μεσολάβησε διάλειμμα (από τις 5 ως τις 8 το βράδυ) για να καταρτιστεί ο κατάλογος των υπουργών, στο παρασκήνιο οι πέντε στρατιωτικοί και ο Αβέρωφ αποφάσισαν τη λύση Καραμανλή. Όσοι από τους παρόντες έχουν μιλήσει περιγράφουν με παραλλαγές το κεντρικό γεγονός της μεταπολίτευσης.

Οι κρίσιμες μέρες και νύχτεςΤριάντα πέντε χρόνια από την κατάρρευση της δικτατορίας στις 23 Ιουλίου 1974 η Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία αποδεικνύεται το πιο σταθερό κοινοβουλευτικό πολίτευμα, που γνώρισε η χώρα μας. Έστω κι αν το πολιτικό σύστημα και τα κόμματα εξουσίας προβάλλουν σήμερα αναξιόπιστα όσο ουδέποτε τη μεταπολιτευτική περίοδο.

H τελευταία βδομάδα του Ιουλίου είναι οι καθαυτό μέρες της μεταπολίτευσης.

24 Ιουλίου 1974

O Kωνσταντίνος Kαραμανλής στο αεροδρόμιο του Eλληνικού. Aποδέχεται να ορκιστεί πρωθυπουργός με όρους «να επανέλθει ο στρατός στο έργο του» και να έχει τη συμπαράσταση των πολιτικών δυνάμεων. Σχηματίζεται πολιτική κυβέρνηση ύστερα από 7 χρόνια, 3 μήνες και 3 μέρες τυραννίας (πρώτο σχήμα της ονομαζόμενης κυβέρνησης «Eθνικής Eνότητας»). O λαός πανηγυρίζει έξαλλα στους δρόμους στην Aθήνα και παντού.
24 -25Ιουλίου 1974
Πρώτη πολιτική απόφαση της κυβέρνησης η αποφυλάκιση των πολιτικών κρατουμένων και η χορήγηση αμνηστίας στα πολιτικά αδικήματα Aρχίζουν να δρουν τα πολιτικά κόμματα. Tηλεοπτικό διάγγελμα Kαραμανλή (πρώτα «αντιμετώπιση του εθνικού θέματος που συνταράσσει», δηλαδή το Kυπριακό, κι έπειτα απασχόληση «με τα πιεστικά προβλήματα του τόπου»).
26Ιουλίου 1974
Διάγγελμα Kαραμανλή προς το έθνος.
27Ιουλίου 1974
Συμπληρώνεται η κυβέρνηση «Eθνικής Eνότητας», όπου κυριαρχεί η συντηρητική Δεξιά (μετέχουν και στελέχη του προδικτατορικού Kέντρου και της αντιστασιακής «Δημοκρατικής Άμυνας», ενώ η Aριστερά πάλι εξαιρείται).

Περισσότερα θέματα για την Χούντα εδώ.
Περισσότερα ιστορικά αφιερώματα εδώ.

Τα βασανιστήρια της Χούντας

$
0
0


Πολλά έχουν γραφτεί και ειπωθεί για τα βασανιστήριαεπί Χούντας ενώ δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι που έχουν μιλήσει για όσα υπέστησαν. Τα περισσότερα βασανιστήρια γινόντουσαν στο κολαστήριο της ΕΑΤ-ΕΣΑ.


Το ΕΑΤ-ΕΣΑ (αρχικά από: Ειδικό Ανακριτικό Τμήμα της Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας) ήταν η μυστική αστυνομία και το κύριο σώμα ασφαλείας κατά τη διάρκεια της δικτατορίας (1967-1974). Η ΕΣΑ δεν ήταν δημιούργημα της Δικτατορίας. Συστάθηκε το 1951, λίγο μετά το τέλος του Εμφυλίου και ενώ επίκειτο η είσοδος της χώρας στο ΝΑΤΟ. Ως τότε, ο Στρατός Ξηράς δεν είχε ξεχωριστό σώμα στρατιωτικής αστυνομίας, και στρατονομικά καθήκοντα ασκούσε η Χωροφυλακή. Οι άνδρες της ΕΣΑ φορούσαν χαρακτηριστική στολή με γαλάζιο πηλήκιο και λευκά περιβραχιόνια ενώ έφεραν μεγάλα ξύλινα κλομπς (ρόπαλα).
Τον Απρίλιο του 1967, λίγο μετά την κατάληψη της εξουσίας μετά από πραξικόπημα, ο ηγέτης της χούντας, Γεώργιος Παπαδόπουλος διόρισε τον Δημήτριο Ιωαννίδη επικεφαλής της EΣA, η οποία μετατράπηκε στο πιο πιστό στη Χούντα σώμα ασφαλείας της Ελλάδας. Όταν ο Παπαδόπουλος κήρυξε στρατιωτικό νόμο μετά το πραξικόπημα του 1967, αυξήθηκε η δύναμη της ΕΣΑ ακόμη περισσότερο, καθιστώντας τη χούντα επικεφαλής του βραχίονα του νόμου και της τάξης, καθώς και (κυρίως) της καταστολής. Επί Ιωαννίδη, έφτασε να έχει δύναμη 20,000 ανδρών και έγινε μια πανίσχυρη παραστρατιωτική οργάνωση, που θα χρησιμοποιούσε ο επικεφαλής της το 1973 για να ανατρέψει τον Παπαδόπουλο.
Χιλιάδες πολιτικοί αντίπαλοι της χούντας συνελήφθησαν από την EΣA και στάλθηκαν σε ορισμένα από τα πιο έρημα νησιά του Αιγαίου. Σε πολλές από τις καταγγελίες για βασανιστήρια κρατουμένων στο πλαίσιο του καθεστώτος Παπαδόπουλου συμμετέχει η ΕΥΔ, και ιδίως στην ανάκριση το Ειδικόν Ανακριτικόν Τμήμα (ΕΑΤ).
Χρήση βασανιστηρίων από την ΕΣΑ κατά τη διάρκεια ανακρίσεων αναφέρθηκαν κατά τη διάρκεια της επταετίας. Ο Αλέξανδρος Παναγούλης ήταν ένα παράδειγμα ενός ατόμου σε βασανιστήρια από το ΕΑΤ-EΣA, ενώ ο πολιτικός Νίκος Κωνσταντόπουλος είναι ένα άλλο παράδειγμα. Χαρακτηριστική για την βιαιότητα τον βασανιστηρίων είναι η ιστορία του Σπύρου Μουστακλή, αξιωματικού του ελληνικού στρατού με αντιδικτατορική δράση, ο οποίος συνεπεία των βασανιστηρίων του ΕΑΤ-ΕΣΑ έμεινε για δύο χρόνια παράλυτος και δεν κατάφερε ποτέ να ξαναμιλήσει.

Μετά το 1974

Η ΕΣΑ το 1975 μετονομάστηκε σε Στρατονομία με απόφαση του Ευάγγελου Αβέρωφ. Τα ηγετικά μέλη της ΕΣΑ που συμμετείχαν σε βασανιστήρια δικάστηκαν από στρατοδικείο και καταδικάστηκαν, αν και πολλοί δεν εξέτισαν το σύνολο της ποινής τους (Χατζηζήσης, Θεοφιλογιαννάκος, Πέτρου).

Μέλη

Έρευνα βασισμένη σε συνεντεύξεις 21 πρώην μελών της ΕΣΑ έδειξε ότι όλοι είχαν επιστρατευτεί αρχικά σε κανονική στρατιωτική θητεία κι έπειτα στην ΕΣΑ. Περνούσαν σειρά μεθοδικών εκπαιδεύσεων για μια περίοδο μηνών, ώστε να προετοιμαστούν ψυχολογικά για τα βασανιστήρια συλληφθέντων. 

Το "δόγμα"και η βάση των επιχειρήσεων

Σύμφωνα με μαρτυρίες από τις στρατιωτικές δίκες, το δόγμα της ΕΣΑ ήταν "Φίλος ή σακάτης βγαίνει όποιος έρχεται εδώ μέσα".
Στην Αθήνα η βάση της ΕΑΤ-ΕΣΑ ήταν στο δυτικό (υψηλότερο) τμήμα του σημερινού Πάρκου Ελευθερίας επί της Λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας, όπου διατηρούνται σήμερα τέσσερα πέτρινα χαρακτηριστικά κτίρια στρατιωτικής αρχιτεκτονικής του τέλους του 19ου αιώνα, που έχουν κηρυχθεί διατηρητέα από το πρώην ΥΠΕΧΩΔΕ (Φ.Ε.Κ. 229Δ'/26-3-1997) και σήμερα φιλοξενούν 1. Μουσείο Αντιδικτατορικής και Εθνικής Αντίστασης - 2. Μουσείο Γενικού Ενδιαφέροντος, υπό την ευθύνη του Συλλόγου Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών (Σ.Φ.Ε.Α.) και 3. Κέντρο Τεχνών - 4. Μουσείο Ελευθέριου Βενιζέλου, υπό την ευθύνη του Δήμου Αθηναίων. 

Ας δούμε τη μαρτυρία του βασανιστή Μιχαήλ Πέτρου που υπηρετούσε σαν έφεδρος λοχίας στο ΕΑΤ-ΕΣΑ:

«... Ζητώ δημόσια τη συγγνώμη των θυμάτων μου και εύχομαι στο μέλλον να μην υπάρξει ποτέ άνθρωπος που να υποστή τα όσα υπέστησαν».

Τα βασανιστήρια
Στην κατάθεσή του ο Μιχαήλ Πέτρου τόνισε: «... Η διαδικασία από την στιγμή της συλλήψεως του κρατουμένου ήταν η εξής: Πρώτα τον πηγαίναμε στο Διοικητήριο, μετά στο Πειθαρχείο, όπου του έπαιρναν όλα τα προσωπικά του αντικείμενα, γιατί φοβόμαστε μήπως αυτοκτονήσει.

Μετά τον οδηγούσαν ο αξιωματικός που τον είχε αναλάβει ή δύο δεσμοφύλακες σ’ ένα κελλί. Αν τον πήγαινε ο αξιωματικός, έδινε επί τόπου τις διαταγές για την μεταχείρισή του.

Διαφορετικά πήγαιναν οι δεσμοφύλακες και ρωτούσαν τον Διοικητή. Η συνηθισμένη διαταγή ήταν: «Δώστε του ένα μπερντάχι ξύλο, για να νοιώσει ότι είναι στο ΕΑΤ».

Ή «Αφαιρέστε του το κρεβάτι, την καρέκλα και το τραπέζι, για να ωριμάσει».

Ή «Στήστε τον όρθιο σ’ έναν κύκλο για να σιτέψει».

Μετά από αρκετές ώρες ημέρες ερχόταν ο ανακριτής αξιωματικός, για να πιστοποιήση αν οι διαταγές που είχε δώσει είχαν εκτελεσθή καλά. Ο στρατονόμος δεν μπορούσε να μην εκτελέση τις διαταγές του αξιωματικού. Όπως όταν μια φορά ο Τσάλας μου είπε για κάποιον κρατούμενο:

«Τον θέλω μπλε». Έπρεπε να γίνει μπλε.

Ο αξιωματικός διέτασσε: «Δώστε του το κρεβάτι, την καρέκλα και το τραπέζι». Αν ο κρατούμενος δεν έλεγε αυτό που ήθελαν, εφαρμοζόταν το «σχέδιο Νούμερο 2».

Το «Νούμερο2» ήταν ο ξυλοδαρμός. Αυτά τα σχέδια ήταν μάλλον πρωτοβουλία του Σπανού. Γιατί μόνο από τον Σπανό και τον Αντωνόπουλο τα είχε ακούσει.

Το «Νούμερο 3» ήταν ορθοστασία με ξυλοδαρμό συνεχή. Τώρα το «τσάι πάρτυ». Είχε δύο είδη «με φρυγανιές» ή «χωρίς φρυγανιές». Στην πρώτη περίπτωση, ο κρατούμενος στηνόταν στη μέση του κελιού του και γύρω του στέκονταν 4-5 ΕΣΑτζήδες. Δεν ήταν τόσο ο ξυλοδαρμός στην περίπτωση αυτή, αλλά η τρομοκράτηση.

Με αγιοφωνές χειρονομίες, αγριοφωνές και ουρλιαχτά τον τρομοκρατούσαν. Το «Τσάι πάρτυ με φρυγανιές» ήταν μια επανάληψη του προηγούμενου, αλλά συνοδευόταν και με πολύ ξύλο.

Κάτι ανάλογο με το νούμερο 3, αν αφαιρέσουμε την οθροστασία. Αν, μετά απ’ όλα αυτά τα σχέδια, ο αξιωματικός δεν έμενε ικανοποιημένος, άφηναν τον κρατούμενο 3-4 μέρες να ξεκουρασθεί, και μετά ξανάρχιζαν από την αρχή.

Τον έβαζαν 4-5 μέρες ορθοστασιά του, αν δεν έβγαζαν τίποτε, τον έστελναν σε άλλη μονάδα.

Τον έφερναν μετά πάλι πίσω, για να δουν αν είχε “ωριμάσει”. Αν όχι, άρχιζαν όλα πάλι από την αρχή».

Πώς γίνεσαι βασανιστής
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι η μαρτυρία του έως ΕΣΑτζή Ιωάννη Κοντού, ο οποίος παρουσιάστηκε ως μάρτυρας κατηγορίας. Η μαρτυρία του προσφέρει μια «εκ των έσω» οπτική γωνία στη δίκη:

«Από τον Σεπτέμβριο 1971 μέχρι τον Αύγουστο του 1973 υπηρέτησα στην ΕΣΑ.

Παρουσιάστηκα στην Καλαμάτα και από κει μετά από εκπαίδευση δύο μηνών, κατετάγην στο ΚΕΣΑ, όπου η πρώτη επαφή με το ΚΕΣΑ ήταν πάρα πολύ άσχημη.

Μας παρέλαβαν οι υπαξιωματικοί εκπαιδευτές και γονατιστοί - κατόπιν βεβαίως ξυλοδαρμού - μας πήγαν στο άγαλμα της 21ης Απριλίου.

Εκεί ορκιστήκαμε στο άγαλμα και στον διευθυντή μας. Αργότερα με ξυλοδαρμούς πάντοτε άρχισε η βασική εκπαίδευση η οποία ήταν:

Ξύλο -πρωινό φαγητό, ξύλο- μεσημεριανό φαγητό, ξύλο -βραδινό φαγητό, ξύλο και ύπνος. Αυτή ήταν η εκπαίδευσή μας επί 90 ημέρες. Υποβληθήκαμε σε πολλά βασανιστήρια. Θα μπορούσα να πω ότι περάσαμε πολύ περισσότερα από όσα πέρα-σαν αρκετοί κρατούμενοι.

Προσπαθούσαν να διαστρεβλώσουν τον χαρακτήρα μας. Αυτά που η πολιτεία αγωνιζόταν να μας μάθει, με τους γονείς μας, με το σχολείο, με την εκκλησία, αυτοί τα ανέτρεψαν όλα μέσα σε τρεις μήνες. Προσπαθούσαν να ξυπνήσουν τον εγκληματία μέσα μας, μας υπέβαλαν σε πολλά βασανιστήρια και ανάμεσά τους ο κ. Μαραγκός, ο οποίος μας έβαζε μετά γόνατα να κάνουμε τον γύρο του διοικητηρίου.

Μας κρεμούσαν από τα δένδρα. Προσωπικά με έβαλαν να βοσκήσω χορτάρι σαν πρόβατο. Δεν υπήρχε καμία δηλαδή αξιοπρέπεια για τον στρατιώτη. Σηκώναμε τζιπ στην ανάταση και τρέχαμε». Σε άλλο σημείο της κατάθεσής του ο Κοντός αναφέρει:

«Επί τρεις μήνες γινόταν αυτή η εκπαίδευση και προσπαθούσαν να μας μυήσουν στις ιδέες τους. Εκλήθην να υπηρετήσω την πατρίδα μου και ήμουν περήφανος για αυτό το πράγμα. Αλλά αργότερα κατάλαβα, ότι δεν υπηρέτησα την πατρίδα μου αλλά τις διεστραμμένες ιδέες ορισμένων αξιωματικών».

Ο Κοντός ήταν αυτόπτης μάρτυρας πολλών βασανιστηρίων. «Μας έβαζαν στο διάδρομο των κελιών σκοπούς. Εκεί είδα τον Στ. Παναγούλη, ο οποίος ήταν σε κακά χάλια. Είδα στρατονόμους να χτυπούν άγρια τον κ. Παναγούλη.

Έδερναν πάντα με εντολές. Δεν υπήρχαν υπερβάσεις και παρανομίες από κατώτατα όργανα». (...).

Στη συνέχεια ο Κοντός απευθύνθηκε στο προεδρείο του Στρατοδικείου και είπε: «Μας είχαν κάνει κύριε Πρόεδρε πλύση εγκεφάλου με την κομμουνιστοφοβία.

Τους αμόρφωτους “σημάδευαν” κυρίως. Έκαναν κατηχήσεις ότι οι κομμουνιστές θα μας σφάξουν με κονσερβοκούτια αι όταν αναλάβουν την εξουσία θα μας βγάλουν τα μάτια.

Και όταν ερχόταν κάποιον κρατούμενος το γενικός σύνθημα ήταν: «Κομμουνιστής. Πρέπει να πεθάνει!», «Τσακίστε τους», μας έλεγαν:

«Θα σφάξουν όλη την Ελλάδα». Μας αφήρεσαν ό,τι καλό μας έδωσαν οι γονείς μας και η εκκλησία, να αγαπάμε τον πλησίον, μέχρι σημείου, μάλιστα, που να βλέπουμε άνθρωπο να σφαδάζει και να μη μας κάνει αίσθηση».

Ας δούμε τώρα και μια μαρτυρία, ενός βασανισμένου. Η Νάντια Βαλαβάνη υπήρξε θύμα βασανιστηρίων και περιγράφει την εμπειρία της:

«Οι κατηγορούμενοι έμπαιναν στη δικαστική αίθουσα, μέσα από μια καταπακτή, έτσι ώστε να μην εκτίθενται στους συγγενείς μας, ή σε όποιον κόσμο περίμενε έξω από το δικαστήριο… έγινε σύσκεψη στο αρχηγείο της αστυνομίας από όπου κατάληξαν ότι θα πρέπει να ενισχυθούν υλικά και ηθικά οι κατηγορούμενοι αξιωματικοί. Μάθαμε ,ότι μαζεύτηκε ένα τεράστιο για την εποχή ποσό, υποχρέωσαν κάθε αστυνομικό ένστολο ή μη, να δώσει 425 δρχ. 425 δρχ. αν θυμάμαι καλά ήταν το κόστος της χειμερινής ή της θερινής τους στολής, δηλαδή κανονικός έρανος υποχρεωτικού χαρακτήρα». 





Η δίκη των αρχιβασανιστών της Χούντας και η εκτέλεση του Μάλλιου από την 17 Νοέμβρη

Στις 11 Νοεμβρίου του 1975, ξεκινούσε στη Χαλκίδα η δίκη των αρχιβασανιστών της χούντας Μάλλιου, Μπάμπαλη, Καραπαναγιώτη και Κραβαρίτη.

Η απόφαση ήταν αθωωτική, κάτι που προκαλεί την οργή της κοινής γνώμης. Μεταξύ άλλων, ακούγεται πως «οι αστυνομικοί Μάλλιος, Μπάμπαλης, Καραπαναγιώτης και Κραβαρίτης ήταν ικανότατοι και εκτελούσαν υποδειγματικά τα καθήκοντά τους». Κατά τη διάρκεια της δίκης η συμπεριφορά των κατηγορουμένων είναι προκλητική, παίρνουν το ρόλο του ανακριτή, υποβάλλοντας προκλητικές ερωτήσεις στους μάρτυρες, ενώ διατείνονται πως οι κακώσεις που φέρουν τα θύματά τους είναι αποτέλεσμα αυτοτραυματισμού.

Τα «Νέα» κυκλοφορούν με τίτλο «Προκλητικοί οι βασανιστές στη Χαλκίδα»: «Οι κατηγορούμενοι είναι προκλητικοί. Γελάνε την ώρα που τα θύματά τους καταθέτουν για τα απάνθρωπα βασανιστήρια που υπέστησαν στην Ασφάλεια. Συνεχίζουν τον πόλεμο λάσπης κατά των μαρτύρων κατηγορίας, υποστηρίζοντας για μερικούς απ’ αυτούς ότι συνεργάστηκαν με την Ασφάλεια».

Η κοινωνική οργή για την ατιμωρησία των βασανιστών εκφράζεται με μια σειρά συνθημάτων, όπως «Οι φασίστες στο Γουδί», «Δίκες λαϊκές για τους βασανιστές», «Φόλα στο σκύλο της ΕΣΑ», «Ο λαός δεν ξεχνά, τους φασίστες τους κρεμά» κ.λπ.

Η δολοφονία του Μάλλιου ένα χρόνο αργότερα από την 17 Νοέμβρη έρχεται μέσα σ’ αυτό το κλίμα. Λίγες μέρες μετά την εκτέλεση, η ομάδα «Προλεταριακή Αριστερά» εκδίδει προκήρυξη συμπαράστασης στη 17Ν.

Παράλληλα, στην κηδεία του Μάλλιου σημειώνονται έντονα επεισόδια από ακροδεξιούς, υποστηρικτές της δικτατορίας, μεταξύ των οποίων και οι Γεωργαλάς, Αγαθαγγέλου και Μιχαλολιάκος της Χρυσής ΑυγήςΟι παριστάμενοι φωνάζουν αντικομμουνιστικά συνθήματα και, σύμφωνα με πληροφορίες, ξυλοκοπούν 5 δημοσιογράφους υπό την ανοχή της Αστυνομίας.

Μέσα σε αυτή την εκρηκτική κατάσταση, δεν λείπουν και οι φωνές που μιλούν για «προβοκάτσια» εκ μέρους των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών ή άλλων «σκοτεινών κύκλων» και συμφερόντων που επιζητούν την πολιτική αναστάτωση της χώρας. Ειδικά τις πρώτες μέρες, το ενδεχόμενο αυτό αναδεικνύεται αρκετά από την αστυνομική διεύθυνση, τον πολιτικό κόσμο, αλλά και μέρος των ΜΜΕ.

Σε δημοσίευμα των «Νέων» (22.10.1977) αναφέρεται πως «παράγοντες των αρχών ασφαλείας πιστεύουν πως πίσω από την επωνυμία αυτή (σ.σ. 17Ν) κρύβεται κάποια άλλη οργάνωση που έχει αντικειμενικό σκοπό τη δημιουργία ανώμαλων καταστάσεων».

Ήταν τέτοιο το κλίμα που ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επιστρέφει εσπευσμένα από το Πακιστάν και ενημερώνεται για το τεταμένο κοινωνικό κλίμα, ενώ το βάρος της κατάστασης πέφτει στον τότε υπουργό Άμυνας, Ευάγγελο Αβέρωφ, που υποστηρίζει πως ο Μάλλιος στάθηκε άτυχος επειδή ήταν υπεύθυνος του τομέα της Ασφάλειας που ανέκρινε τους κομμουνιστές. «Ο Μάλλιος δεν ήταν βασανιστής, μολονότι, όπως πολλοί άλλοι στη θέση του, είχε μάλλον χαστουκίσει κρατούμενους στη διάρκεια των ανακρίσεων», ισχυρίζεται ο Αβέρωφ!

Η εκτίμηση που κάνει ο Βρετανός πρέσβης, σε επιστολή του προς το Φόρεϊν Όφις, για τη στάση του υπουργού είναι πως «βεβαίως ανήκει στη δεξιά πτέρυγα της κυβέρνησης και τα καθήκοντά του αυτή την περίοδο, αλλά και οι πολιτικές του φιλοδοξίες μακροπρόθεσμα τον κάνουν να αντιμετωπίζει με μεγαλύτερη ανεκτικότητα τις απρεπείς πράξεις του προηγούμενου καθεστώτος. Αλλά γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η προειδοποίησή του για τις ενδεχόμενες επιπτώσεις που μπορεί να έχει η δολοφονία του Μάλλιου στους κύκλους της Δεξιάς θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη».


Η προκήρυξη πριν από την εκτέλεση
Στην προκήρυξή της για τη δολοφονία Μάλλιου, η 17Ν αναφέρει μεταξύ άλλων. Είχε γραφτεί από το Σεπτέμβριο του ’76, τρεις μήνες δηλαδή πριν δολοφονηθεί ο Ε. Μάλλιος.
 
ΟΡΓΑΝΩΣΗ 17 ΝΟΕΜΒΡΗ

Δύο ολόκληρα χρόνια ο Ελλ. Λαός περιμένει να δει την τιμωρία των βασανιστών της ασφάλειας, των εγκληματιών του λαού που επί 7,5 χρόνια βασάνιζαν με μεσαιωνικά και βάρβαρα βασανιστήρια χιλιάδες αντιφασίστες αγωνιστές. Κι αντί για τιμωρία βλέπει την αποκατάσταση των βασανιστών. Όλοι οι βασανιστές της ασφάλειας κυκλοφορούν λεύτεροι. Οι περισσότεροι ξαναγύρισαν στις θέσεις τους. Κι αυτοί που αποστρατεύτηκαν για τα μάτια παραμένουν οι μυστικοσύμβουλοι της ασφάλειας ενώ παράλληλα ξεκουράζονται στα πολυτελή διαμερίσματα και τις βίλες τους που έκτισαν βασανίζοντας τον Ελλ. Λαό.

Το κράτος δεν άσκησε καμία δίωξη. Η Δικαιοσύνη τους αθώωσε στη Χαλκίδα και σε άλλες δίκες, δείχνοντας χειροπιαστά ότι δεν υπάρχει Δικαιοσύνη, κράτος δικαίου, κι ο λαός δεν έχει να περιμένει τίποτε απ’ αυτή. Κι ενώ οι βασανιστές και οι άλλοι φασίστες του Κράτους και του παρακράτους αφήνονται ανενόχλητοι, ταυτόχρονα συνεχίζεται το χτύπημα του λαϊκού κινήματος. Άλλοι όπως ο αγωνιστής Ψαρουδάκης κλείνονται στις φυλακές επειδή κριτίκαραν το περίφημο “στιγμιαίο” του Αρείου Πάγου που αθώωσε τους 104 ψευτοϋπουργούς. Στη μαζική διαδήλωση στις 25 του Μάη ενάντια στον αντεργατικό νόμο 300, εκατοντάδες αγωνιστές τρομοκρατούνται απ’ τις αύρες, ξυλοκοπούνται, τραυματίζονται, τέλος σκοτώνονται -όπως η γυναίκα στα Χαυτεία. Άλλοι πέφτουν θύματα της αστυνομικής τρομοκρατίας όπως ο αγωνιστής Σιδέρης.

Τέλος, για άλλους, όπως ο ηρωικός αγωνιστής Παναγούλης, οι φασίστες δεν δίστασαν να επιστρατεύσουν τα τελειότερα κι επιστημονικότερα μέσα τους: την καμουφλαρισμένη σε “τροχαίο ατύχημα” δολοφονία.Ο Παναγούλης είχε την αφέλεια να πιστέψη ότι, σαν βουλευτής, μπορούσε να χώνη τη μύτη του σε μέρη απλησίαστα, να κάνει ατομικές έρευνες για τα αρχεία της ΕΣΑ, την πολιτεία του φασίστα Αβέρωφ, την Κύπρο κ.τ.λ. Είχε το θράσος να συλλαμβάνει τους φασίστες που τον παρακολουθούσαν χωρίς να τους παραδίνει στην Αστυνομία. Μέθοδες απαράδεκτες για σοβαρούς κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους. Οι φασίστες λοιπόν αποφάσισαν να του κόψουν τον “τσαμπουκά” όπως είπαν.

Έτσι αποφασίσαμε να εκτελέσουμε παραδειγματικά έναν από τους κυριώτερους αρχιβασανιστές, τον πασίγνωστο Ευάγγελο Μάλλιο. Ο αστυνόμος Μάλλιος δεν ήταν κανένα τσιράκι που εκτελούσε διαταγές ανωτέρων. Μαζί με τους ομοίους του Λάμπρου, Μπάμπαλη, Καραπαναγιώτη, ήσαν τα αφεντικά στα μπουντρούμια της Μπουμπουλίνας και της Μεσογείων. Αυτοί αποφάσιζαν για τα βασανιστήρια, κι έπαιρναν μέρος σ’ αυτά. Χιλιάδες αγωνιστές υπέφεραν στα χέρια τους. Σήμερα τα καθάρματα αυτά κυκλοφορούν ελεύθερα και κοροϊδεύουν τα θύματά τους και τον Ελλ. Λαό. Κανένας θεσμός δεν μπόρεσε να τους τιμωρήση. Ούτε η Βουλή, ούτε η Κυβέρνηση, ούτε η Δικαιοσύνη. Ο Ελλ. Λαός θα τους αναλάβη πια μόνος του. Το προηγούμενο της ατιμωρησίας του δοσιλογισμού δεν θα επαναληφθεί.

Σήμερα τα πράγματα ξεκαθάρισαν. Οι ψευδαισθήσεις ορισμένων γκρεμίστηκαν. Ο Καραμανλής με βήματα αργά αλλά σταθερά εκπλήρωσε την αποστολή που του είχαν αναθέσει αυτοί που τον έφεραν: Ο Κίσσιγκερ κι η χούντα κι όχι ο Ελλ. Λαός. Το συστηματικό κτίσιμο ενός καθεστώτος καλυμμένου φασισμού με κοινοβουλευτική βιτρίνα. Απαγορεύονται οι διαδηλώσεις, απαγορεύονται οι απεργίες, διώκονται οι συνδικαλιστές, απαγορεύεται η αφισσοκόληση, η διανομή τρακτ, προστατεύονται με το “ιδιώνυμο” οι φασίστες της ασφάλειας ενώ διώκονται οι πολίτες κ.τ.λ.…


Δείτε ένα απόσπασμα για τα βασανιστήρια και τη δίκη των βασανιστών της Χούντας:



Περισσότερα θέματα για τη Χούντα εδώ.

Περισσότερα ιστορικά θέματα εδώ.

Viewing all 51844 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>