- Πλάτων Αθηνών (387-347 π.Χ.)
- Σπεύσιππος Αθηνών (347 π.Χ.-339 π.Χ.)
- Ξενοκράτης Χαλκηδόνας (339 π.Χ. -314 π.Χ.)
- Πολέμων (σχολάρχης) (314 π.Χ.-270 π.Χ.)
- Κράτης (φιλόσοφος) Αθηνών (270 π.Χ.-268 π.Χ.)
- Αρκεσίλαος (264 π.Χ.-241 π.Χ.)
- Μέση Ακαδημία[Σκεπτική]
- Λακύδης (241 π.Χ.-224 π.Χ)
- Τηλεκλής και Εύανδρος (224 π.Χ.-215 π.Χ.)
- Υγησίνος της Περγάμου
- Καρνεάδης ο Κυρηναίος (136 π.Χ.-129 π.Χ.)
- Νέα Ακαδημία
- Κράτης ο Αθηναίος (129 π.Χ.-127 π.Χ.)
- Κλειτόμαχος Καρχηδόνιος (127 π.Χ.-109 π.Χ.)
- Φίλων ο Λαρισαίος (110-88 π.Χ.)
- Αντίοχος ο Ασκαλωνίτης (84 π.Χ.-68 π.Χ.)
- Άριστος ο Ασκαλωνίτης (68 π.Χ.-51 π.Χ.)
- Θεόμνηστος της Ναυκράτου (51 π.Χ.-44 π.Χ.)
- Αμμώνιος (Ακαδημαϊκός) (55 μ.Χ. - 65 μ.Χ.)
- Πρόδρομος του Νεοπλατωνισμού
- Καλοζείδωρος; Ταύριος (120-135)
- Αττικός ο Πλατωνικός (160-180)
- Θεόδοτος 230
- Κάσσιος Λογγίνος(250 - 267)
- Εύβουλος ο Εφέσιος 265
- Πρίσκος 350
- Πλούταρχος (Αθηνών) 431
- Συριανός Αλεξάνδρειας (432-450)
- Πρόκλος (450-485)
- Μαρίνος (Νεαπόλεως) - από 485
- Ισίδωρος (Αλεξάνδρειας) - έως 490
- Ηγίας – ? Hegias -;
- Ζηνόδοτος – ? Zenodot -;
- Δαμάσκιος- έως 529
Νεοπλατωνικοί στην Αλεξάνδρεια
- Αμμώνιος Σακκάς 210
- Πλωτίνος 224-270
- Πορφύριος
- Εύβουλος ο Αλεξανδρεύς
- Ιεροκλής
- Ολυμπιόδωρος
- Ερμίας ο Αλεξανδρινός
- Αμμώνιος ο Αλεξανδρινός
Η Ακαδημία συνέχισε τη λειτουργία της σε όλην την περίοδο της ελληνιστικής περιόδου για να διακοπεί η λειτουργία της για τέσσερα χρόνια κατά τον Πρώτο Μιθριδατικό Πόλεμο και την φυγή του Φίλωνα της Λάρισας στο 88 π.Χ. στη Ρώμη. Καθ'όλη τη διάρκειά της των εννιακοσίων δέκα έξι ετών ακμάζει, υπολειτουργεί, παρακμάζει αλλά και αναγεννάται.
Περίοδοι της Ακαδημίας
Ο Διογένης Λαέρτιος διαιρεί την ιστορία της Ακαδημίας σε τρεις περιόδους την Παλιά, τη Μέση επικεφαλής της οποίας ορίζει τον Αρκεσίλαο (Μέσης Ακαδημείας κατάρξας) και τη Νέα με πρώτο τον Λακύδη. Μέχρι σήμερα δεν σημειώνονται από μελετητές και ερευνητές αναφορές, ούτε σε σχολάρχες της Ακαδημίας, για τις χρονικές περιόδους(66-119), (136-159), (181-230), (266-359) και μετά το θάνατο του Πρίσκου από το 396 μέχρι το 430.Η καταστροφή της Ακαδημίας το 86 π.Χ.
Όταν άρχισε το 88 π.Χ. ο Πρώτος Μιθριδατικός Πόλεμος ο Φίλων ο Λαρισαίος εγκατέλειψε την Αθήνα και κατέφυγε στη Ρώμη, όπου φαίνεται να παρέμεινε μέχρι τον θάνατό του. Το 86 π.Χ., ο Λεύκιος Κορνήλιος Σύλλας πολιόρκησε την Αθήνα προκαλώντας μεγάλη καταστροφή. [3]Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας «έβαλε τα χέρια του πάνω στα ιερά άλση, και λεηλάτησε την Ακαδημία που ήταν τοποθετημένη στα πιο δασώδη προάστια της πόλης, καθώς και το Λύκειο». Η καταστροφή της Ακαδημίας φαίνεται να ήταν τόσο σοβαρή ώστε η ανακατασκευή και επαναλειτουργία της ήταν σχεδόν αδύνατη. Όταν ο Αντίοχος ο Ασκαλωνίτης επέστρεψε στην Αθήνα από την Αλεξάνδρεια το 84 π.Χ. άρχισε πάλι τη λειτουργία της, αλλά όχι στην Ακαδημία αλλά στο Λύκειο. Ο Κικέρων, που υπήρξε και μαθητής του Φίλωνα, περιγράφει μια επίσκεψη στο χώρο της Ακαδημίας ένα απόγευμα, που ήταν «ήσυχη και έρημη εκείνη την ώρα της ημέρας».[4]Το κλείσιμο της Ακαδημίας
Είπατε τω βασιλεί χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά. Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην, ου μάντιδα δάφνιν, ου παγάν λαλέουσαν, απέσβετο και λάλον ύδωρ.
Πείτε στον Βασιλιά πως κατάχαμα έπεσε ο έντεχνος αυλός, ο Φοίβος δεν έχει πια κατοικία, ούτε δάφνη μαντική, ούτε πηγή ομιλούσα. Γιατί χάθηκε και το νερό που μιλούσε. Οριβάσιος
Ο τελευταίος «χρησμός» τον οποίο έδωσε το Μαντείο των Δελφών είναι πασίγνωστος. Είναι η απάντηση προς τον Ιουλιανό τον αποκληθέντα Παραβάτη που είχε στείλει τον γιατρό Οριβάσιο ν΄ αναζωογονήσει το Μαντείο. Τον «χρησμό» δεν τον δίνει πια ο Φοίβος αλλά το ιερατείο. Λίγα είναι τα κείμενα, στην παγκόσμια φιλολογία, που ηχούν τόσο σπαρακτικά και σαν πένθιμο σήμαντρο σημαίνουν το τέλος ενός κόσμου. O δε Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός (Κατά Ιουλιανού ΙΙ,32) γράφει: «Ουκ έτι φθέγγεται δρυς, ούκ έτι λέβης μαντεύεται, ουκ έτι Πυθία πληρούται. Πάλιν η Κασταλία σεσίγασται και σιγά και ύδωρ εστίν ου μαντεύομενον αλλά γελώμενον. Πάλιν ανδριάς άφωνος ο Απόλλων. Πάλιν δάφνη φυτό, εστί μύθω θρηνούμενον».
Οι πρώτοι αιώνες του Βυζαντίου είναι ανθελληνικοί.
Σύμφωνα με τον Άγγελο Βλάχο, η στιγμή είναι ιστορική. Το «πας μη Έλλην βάρβαρος» αντιστρέφεται. «Πας Έλλην απεχθής ειδωλολάτρης».[5]Το κύριο όνομα Έλλην γίνεται επίθετο κακόηχο και η νέα αυτή έννοια της λέξης θα εξαφανισθεί εντελώς μόνο μετά τον 8ο αι. μ.Χ., όταν εκχριστιανισθούν και οι τελευταίοι ειδωλολάτρες της περιοχής της Μάνης. Μόνο τότε το εθνικό Έλλην παίρνει πάλι τη θέση κυρίου ονόματος.[6]
Στα χρόνια της βασιλείας του Ιουστινιανού βρίσκεται σε έξαρση η θεολογική σκέψη, ενώ ο Προκόπιος γράφει τη πραγματεία του Περί κτισμάτωνκαι ο Aγαθίας στην πεντάτομη Ιστορία κάνει κάποια μνεία για την φυγή επτά ελληνιστών διανοουμένων το 532, μεταξύ των οποίων και ο Σιμπλίκιος, στην αυλή του Χοσρόη Α΄ στην Περσία.
Παραπομπές
- Βίοι Παράλληλοι: Θησέας
- Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου/Η_#pΒιβλίο H΄ Θουκυδίδης
- Βίοι Παράλληλοι/Σύλλας_#p13 Πλούταρχος Σύλλας
- Κικέρων Περί ορίων (De finibus -Terminus= φυσικών ορίων-)
- Άγγελος Βλάχος (1915-2003), Πυθίας Παραληρήματα, σ. 219, εκδόσεις Εστία, 1983
- Άγγελος Βλάχος (1915-2003), Πυθίας Παραληρήματα, ό.π. σ. 219
Βιβλιογραφία
- Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, Μαθήματα Ζ΄ περιόδου, εκδ. Εστία, 1981