Από τον Μαξ φον Σίντοφ μέχρι τον Τζόνι Κας και τον Γουίλεμ Νταφόε, αυτοί είναι δέκα ηθοποιοί που αναμετρήθηκαν με το ρόλο του Χριστού, αφήνοντας στο πέρασμά τους πιστούς και φανατικούς εχθρούς
Αφήνοντας έξω τον Ρόμπερτ Πάουελ του «Ιησού από τη Ναζαρέτ», αν και η κινηματογραφική αξία της τηλεοπτικής σειράς του Φράνκο Τζεφιρέλι μοιάζει ανώτερη από πολλές ταινίες που θα βρείτε στην παρακάτω λίστα, επιλέξαμε δέκα Χριστούς που περπάτησαν στα βαθιά νερά της ιστορίας του σινεμά, αφήνοντας ο καθένας το δικό του σημάδι.
Ο Γουίλεμ Νταφόε στον «Τελευταίο Πειρασμό» του Μάρτιν Σκορσέζε (1988)
Πίσω από το «σκανδαλοθηρικό» παρασκήνιο μιας ταινίας που δεν εκτιμήθηκε ποτέ όσο της αξίζει, η ερμηνεία του Γουίλεμ Νταφόε στο ρόλο του Χριστού ανήκει μέσα στην πρώτη πεντάδα των σκορσεζικών ηρώων, εδώ σε μια αντίστροφη πορεία της κλασικής σε όλο το έργο του ανόδου και πτώσης.
Κατεβαίνοντας από την ασφάλεια της θεϊκής του υπόστασης, ο ήρωας του «Τελευταίου Πειρασμού» ξεκινάει την ανοδική του πορεία προς το καθ” ομοίωσιν παλεύοντας με κυριολεκτική σάρκα και αίμα με την ίδια τη θνητότητα του ανθρώπινου είδους, αναπόφευκτα διασχίζοντας την σεξουαλικότητα και την καύλα. Βλάσφημος τελικά μόνο επειδή υπήρξε άνθρωπος. Και πληρώνοντας με τη ζωή του ακριβώς γι” αυτό.
Ο Γκρέιαμ Τσάπμαν στο «Life of Brian» του Τέρι Τζόουνς (1979)
Ο κατά λάθος Ιησούς του Γκρέιαμ Τσάπμαν ήταν τελικά πιο Χριστός από πολλούς, όχι μόνο γιατί ήταν στην πραγματικότητα ένα φτωχό αγόρι που ανακάλυψε μεγαλώνοντας πως το να κάνεις θαύματα δεν οφείλεται μόνο στην «υψηλή» καταγωγή αλλά σε κάτι πιο έμφυτο που μπορεί απλά να λέγεται «είμαι ο πρωταγωνιστής σε ταινία των Μόντι Πάιθον και μπορώ να κάνω τα πάντα». Ακόμη και το να αφήσει στην ιστορία ένα μουσικό νούμερο (το «Always Look on the Bright Side of LIfe») ενώ βρίσκεται στο σταυρό λίγο πριν ξεψυχήσει.
Ακριβώς δηλαδή ότι προσπαθούν να πουν εδώ και αιώνες αιώνων όλα τα ευαγγέλια, τα κυρήγματα, οι ταινίες και τα βιβλία για τη λυτρωτική και ελπιδοφόρα τελευταία ανάσα του Χριστού. Αφήστε που γαμιέσαι (ουπς, συγνώμη Θεέ μου) από τα γέλια.
Ο Ενρίκε Ιραζόκι στο «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» του Πιερ Πάολο Παζολίνι (1964)
Υπήρξε ο πιο down to earth κινηματογραφικός Χριστός, όχι μόνο γιατί ήταν απλά ένας 19χρονος φοιτητής οικονομικών από την Ισπανία και από αριστοκρατική οικογένεια που μεταμορφώθηκε στον «παζολινικό» θεάνθρωπο, ένα πλάσμα πιο ταπεινό και από την ίδια του την «ευαγγελική» ύπαρξη, αλλά κυρίως ένας ερασιτέχνης που, χαμένος μέσα στα άγονα τοπία της Νότιας Ιταλίας, έκανε το «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» να ακουστεί ίσως για πρώτη φορά με την κινηματογραφική υφή που φέρει από τη φύση του.
Αν το Βατικανό υποκλίθηκε στον αφορισμένο από τους ίδιους σκηνοθέτη και οι Μαρξιστές σύντροφοί του εναντιώθηκαν στην ευλαβική του μεταφορά, ήταν γιατί και οι δύο πλευρές δεν κατάλαβαν ποτέ πως ο Παζολίνι γύρισε με αυτήν την ταινία μια ακόμη ιστορία για την ποιητική διάσταση μιας τραγικής καθημερινότητας, γεμάτης μικρά ή μεγαλύτερα θαύματα και απέλπιδες προσπάθειες για μια μάταιη (κοσμική) επιβίωση.
O Λοτέρ Μπλιτό στο «Jesus of Montreal» του Ντενι Αρκάν (1989)
Σε μια σύγχρονη παραβολή του θείου δράματος, ο Ντενί Αρκάν έδωσε στον Λοτέρ Μπλιτό το ρόλο της ζωής του, έναν ηθοποιό που η ζωή του συναντά τα βήματα του Χριστού με φόντο μια παράσταση των Παθών που κάνει άνω κάτω το Μόντρεαλ του Καναδά.
Σε μια διαδρομή που περιλαμβάνει σχεδόν τα πάντα: από θαύματα, μαθητές, Γραμματείς και Φαρισαίους, Πόντιους Πιλάτους, Ιούδες και σταυρώσεις, και τον βρίσκει τραγικό ήρωα ενός θεάτρου του παραλόγου, υπενθυμίζοντας απλά πως η ζωή δεν είναι παρά ένα καθημερινό θείο δράμα, ιδανικό σκηνικό για μια ταινία που δεν σατιρίζει παρά το προφανές της ανθρώπινης κατάστασης. Αυτής που για λίγο έζησε θεωρητικά και ο Χριστός.
O Tζόνι Κας στο «Gospel Road» του Ρόμπερτ Ελφστρομ (1973)
Όχι ακριβώς ταινία, αλλά περισσότερο ένα όχημα για τον Τζόνι Κας και τον ομώνυμο διπλό δίσκο που τελικά κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά ως επίσημο soundtrack και που αφηγείται την ιστορία του Χριστού μέσα από ένα gospel ορυμαγδό όπως μόνο αυτός θα μπορούσε να τραγουδήσει σαν να επρόκειτο πραγματικά για ένα «κλασικό» δράμα.
Διάσημο για τα γυρίσματα στο Ισραήλ, το «Gospel Road» διαθέτει τον Κας σε ρόλο αφηγητή (με τα χαρακτηριστικά του μαύρα ρούχα) σε μια τύπου μετενσάρκωση του Χριστού, ενώ στο ρόλο της Μαγδαληνής βρίσκουμε τη σύζυγό του, Τζουν Κάρτερ.
Πριν πείτε τι έκαναν οι άνθρωποι για τα λεφτά, σημειώστε πως υπάρχει και ένας ξανθός Ιησούς, μοναδικός σχεδόν στην κινηματογραφική ιστορία. Ακούγοντας το δίσκο ωστόσο βρίσκεις την ψυχή σου και αυτό ίσως έχει περισσότερη σημασία.
O Βίκτορ Γκάρμπερ στο «Godspell» του Ντέιβιντ Γκριν (1973)
Δεν μπορούμε να φανταστούμε πως θα είχαν δεχθεί οι πιστοί των 70s το γεγονός πως ο κεντρικός πρωταγωνιστής στην κινηματογραφική εκδοχή του μιούζικαλ «Godspell» ήταν γκέι, αν ο Βίκτορ Γκάρμπερ είχε κάνει το outing του τέσσερις δεκαετίες πίσω την εποχή που υποδύθηκε έναν Χριστό στα όρια του κλόουν, ηγέτη μιας ομάδας χίπηδων στη Νέα Υόρκη των λουλουδιών.
Σίγουρα, όμως, η εικόνα του στην κορυφή των Δίδυμων Πύργων, αλλά και τα μουσικοχορευτικά του ταλέντα υπήρξαν ικανά για να σταθούν στα ίσα απέναντι στον «Jesus Christ Superstar» του Τεντ Νίλι, που την ίδια ακριβώς χρονιά που εκείνος τραγουδούσε τη δική του εκδοχή των ευαγγελίων.
O Τζέφρι Χάντερ στο «King of Kings» του Νίκολας Ρέι (1961)
H πρώτη ταινία του Χόλιγουντ που έδειξε το πρόσωπο του Χριστού θα το έφερνε στα μέτρα ενός εφήβου, αν και ο Τζέφρι Χάντερ ήταν 33 ετών (όχι τυχαία) όταν κέρδισε το ρόλο για τον οποίο θα έμενε διάσημος μέχρι το τέλος της σύντομης ζωής και καριέρας του.
Δεν ήταν μόνο ότι ο Νίκολας Ρέι είδε στο θείο δράμα την ιστορία ακόμη ένα οργισμένου νέου – αυτή τη φορά «επαναστάτη με αιτία» που ήθελε να τα βάλει με όλους και με όλα, αλλά και η αφοπλιστική αθωότητα στο πρόσωπο του Χάντερ, καθώς πείθει για το πόσο αμέτοχος επιθυμεί να παραμείνει σε όσα παράλογα συμβαίνουν γύρω του. Ποτέ μετά το «ου γαρ οίδασι τι ποιούσιν» δεν ακούστηκε τόσο αληθινό.
Ο Τεντ Νίλι στο «Jesus Christ Superstar» του Νόρμαν Τζούισον (1973)
Όσο κιτς και να μοιάζει (και ακούγεται) σήμερα το «Jesus Christ Superstar», στην εποχή του υπήρξε μια πραγματικά απελευθερωτική εκδοχή του θείου δράματος και ένας ογκόλιθος στο spirituality των 70s, μια ανοιχτή πρόσκληση για το «Αγαπάτε Αλλήλους» ή τουλάχιστον μια απάντηση στο «I Don’t Know How to Love Him» για να αναφέρουμε μόνο ένα από τα κλασικά θέματα του Αντριου Λόιντ Γουέμπερ, Ο Τεντ Νίλι (ήδη ηθοποιός στο Μπρόντγουεϊ) δεν χρειάστηκε να κάνει πολλά, ίσως μόνο να τραγουδήσει σωστά και να παίξει χειρότερα απ” όσο θα χρειαζόταν, με όση αθωότητα και αφέλεια μπορούσε να χωρέσει ακόμη μέσα σε ένα ψυχεδελικό ροκ διάβασμα της ζωής του Χριστού όπου οι καμπάνες στα παντελόνια ηχούσαν πιο δυνατά από όλες τις φωνές ηθοποιών και κομπάρσων μαζί.
Ο Τζιμ Καβίζελ στα «Πάθη του Χριστού» του Μελ Γκίμπσον (2004)
Όσο κι αν προσπαθείς να θυμηθείς την ερμηνεία ή έστω το πρόσωπο του Τζιμ Καβίζελ στο «απερίγραπτο» από κάθε άποψη φιλμ του Μελ Γκίμπσον είναι αδύνατον.
Καλυμμένος στο μεγαλύτερο μέρος του με αίμα, ο Χριστός του Τζιμ Καβίζελ μοιάζει να είναι η πιο ουδέτερη ερμηνεία του θεανθρώπου στη μεγάλη οθόνη, αφού στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ένα σακί πάνω στο οποίο ο Γκίμπσον (εντάξει και οι υπόλοιποι κακοί των ευαγγελίων) εκτονώνουν τις εμμονές τους.
Ακόμη και η φυσική ομορφιά του Καβίζελ – τουλάχιστον για όση ώρα δεν πνίγεται σε λουτρά αίματος – μοιάζει αναπάντεχα λίγη για ένα ρόλο – σύμβολο, έτσι όπως τον θέλησε η ιστορία και ο δημιουργός του. Και, μην μπερδεύεστε, δεν εννοεί κανείς πως ο Μελ Γκίμπσον είναι Θεός!
O Μαξ φον Σίντοφ στο «The Greatest Story Ever Told» του Τζορτζ Στίβενς (1965)
Όταν έπαιζε τον Πατέρα Μέριν στον «Εξορκιστή», ο μαξ φον Σίντοφ διαμαρτυρήθηκε στον Γουίλιαμ Φρίντκιν πως δεν πίστευε στους δαίμονες. «Μα Μαξ», του είπε ο Φρίντκιν, «έπαιξες τον Χριστό στο «The Greatest Story Ever Told»». «Ναι», θα απαντούσε ο φον Σίντοφ, «αλλά τον έπαιξα σαν άνθρωπο». Και είναι αλήθεια.
Σε μια υπερσυντηρητική εκδοχή της ζωής και του έργου του Ιησού, ο Μαξ φον Σίντοφ μεταφέρει με το κύρος ενός σπουδαίου ηθοποιού την ανθρώπινη υπόσταση ενός Μεσσία κομμένου και ραμμένου για να είναι ο πρωταγωνιστής στην «ωραιότερη ιστορία που ειπώθηκε ποτέ». Κινηματογραφικά, δεν ήταν σίγουρα αυτή.
Περισσότερα θέματα για το Πάσχα εδώ.