Η Ακρόποληδιαχρονικά, αποτέλεσε πάντοτε μαγνήτη για όλους τους επισκέπτες της Αθήνας, πολλοί από τους οποίους την ζωγράφισαν ή έκαναν σχέδια για σπουδαίες γκραβούρες, ενώ άλλοι μας έδωσαν λεπτομερείς περιγραφές του σπουδαιότερου μνημείου της κλασσικής Αρχαιότητας.
Ο Thomas Abbet- Graccetυπήρξε σημαντικός Γάλλος λόγιος και περιηγητής του 19ου αιώνα. Περί το έτος 1900, βρέθηκαν επιστολές που είχε στείλει στον κόμη Durcis,με σημαντικές πληροφορίες για γεγονότα της εποχής του και για περιοχές με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Επρόκειτο μάλλον για αντίγραφα επιστολών του, αλλά αυτό δεν μειώνει καθόλου τη σημασία τους. Σε μία από τις επιστολές αυτές, περιγράφει την επίσκεψή του στην Ακρόπολη στις 11 Δεκεμβρίου του 1834.
Η εικόνα που δίνει, έχει την αξία της, για να κατανοήσουμε σήμερα, με τόσα σημαντικά έργα που έγιναν, την κατάσταση του σημαντικού αυτού βράχου για τον παγκόσμιο πολιτισμό, λίγα χρόνια μετά την διεξαγωγή του απελευθερωτικού αγώνα του 1821 και δημιουργία του νέου Ελληνικού κράτους. Η επιστολή του αυτή δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Αρμονία» το 1901.
Αξίζει να αναφέρουμε πως κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα ο Thomas Abbet- Graccet είχε την ευκαιρία να συναντηθεί δύο φορές με τον ίδιο τον βασιλέα Όθωνα, με τον οποίο μάλιστα και την ακολουθία του ανέβηκαν και στην Ακρόπολη. Η εντύπωση πάντως που του προκάλεσε ο νεαρός τότε βασιλεύς, δεν ήταν καλή. Γράφει μεταξύ άλλων ο Γάλλος περιηγητής:
«Λυπούμαι, διότι άλλως είχον φαντασθεί τον πρώτον βασιλέα της Ελλάδος και έσχον την πικρίαν της διαψεύσεως ή τω όντι ο νεανίας ούτος δεν είναι κατάλληλος δια τον αρτιπαγή Eλληνικόν θρόνον και η έμφυτος εις πάντα άνθρωπον αίσθησις της ικανότητος του άλλου με προειδοποιεί περί τούτου».Πάντως παραδεχόταν ότι ο Όθωνας κατέβαλε φιλότιμες προσπάθειες για την εκμάθηση της γλώσσας των υπηκόων του. Οι δε παλαιοί οπλαρχηγοί εξέφραζαν τη χαρά τους όταν έβλεπαν τον νεαρό βασιλέα να φοράει φουστανέλα. «Παρετήρησα δε πολλούς Ελληνικούς οφθαλμούς δακρύοντας επί τη θέα του βασιλέως φέροντος την λευκήν φουστανέλλαν…».
Το απόγευμα της ίδια μέρας συνάντησε το Γάλλο πρεσβευτή στην Αθήνα, ο οποίος συμφώνησε μαζί του και πρόσθεσε: «Πολύ φοβάμαι μη η ζωηρά νεανική φαντασία του βασιλέως κακόν μάλλον προξενήση εις την μικράν χώραν».
Αναφερόμενος στην άνοδο στην Ακρόπολη, έγραφε ότι σ’ αυτήν οδηγεί «οδός τραχεία» αλλά γραφικότατη. Στις δύο πλευρές της υπήρχαν ακόμα το 1834 τουρκικά πρατήρια. «Η Ακρόπολις δε, φαίνεται εισέτι κεκαλυμμένη υπό σωρών αθλίων οικίσκων,οίτινες εχρησίμευον εις τους τούρκους φύλακας και υπό σωρούς χωμάτων, άτινα εκάλυψαν τον απορρώγα βράχον».
Ο
Γάλλος περιηγητής είχε παρατηρήσει ακόμα, ότι υπήρχαν στα Προπύλαια αποθήκες των Τούρκων «δια την κατασκευήν των οποίων εγένετο ασυνείδητος χρήσις πολυτίμων λειψάνων»!!!
Στον πρώτο τοίχο,που συνάντησε επάνω στο βράχο, είδε ενσωματωμένη ενεπίγραφη πλάκα με θαυμάσια γλυπτά σχέδιο. Όπως μάλιστα τον διαβεβαίωσε ο γραμματέας της Γαλλικής πρεσβείας Σαβινύ, ολόκληρα φορτία λίθων είχαν μεταφερθεί κάτω από τον βράχο της Ακρόπολης, τεμαχίσθηκαν και χρησίμευσαν σαν οικοδομικό υλικό για τα σπίτια των Τούρκων.
Ανάμεσα από τις τουρκικές αποθήκες, οι οποίες τότε είχαν αρχίσει να κατακρημνίζονται,έβλεπε ο επισκέπτης στο δρόμο που οδηγούσε στον Παρθενώνα, τεμάχια τηλεβόλων και ογκώδη βλήματα.
Το αριστούργημα του Ικτίνου -έγραφε ο Thomas Abbet Graccet- εσυλήθη υπό των Τούρκων, οίτινες μετέβαλον αυτό αναλόγως των περιστάσεων· άλλοτε μεν εις πυριτιδαποθήκην, άλλοτε δε εις τζαμίον. Εκ της τελευταίας ταύτης χρήσεως διεσώθη ήδη, υψών την αιχμήν του υπεράνω του αετώματος, μιναρές φέρων καταφανώς τα ίχνη προηγηθείσης πυρκαϊάς. Τα εσωτερικά τοιχώματα του Παρθενώνος φέρουσιν εισέτι εικόνας χριστιανικάς της εποχής, καθ ήν ο Παρθενών είχε μεταποιηθεί εις ναόν της Παναγίας.
Μίαν των εικόνων τούτων καλύτερον των άλλων διατηρηθείσαν αποκατέστρεψαν οι τούρκοι παραδίδοντες την Ακρόπολιν». Στη συνέχεια της αφήγησής του, ρίχνει και μια «σπόντα» στον Έλγιν, χωρίς να τον κατονομάζει. Υπογραμμίζει συγκεκριμένα ότι είναι ανυπολόγιστη η καταστροφή του μνημείου, από τον χρόνο, τις διάφορες περιπέτειες και την σύληση, στις θαυμάσιες μετώπες του ναού (πρόκειται για τα μάρμαρα που βρίσκονται έκτοτε στο Βρετανικό Μουσείο). Παρά τα όσα πήρε ο Έλγιν, το 1834 υπήρχαν ακόμα πεταμένα στο χώμα τεμάχια γλυπτών.
Παρατήρησε μάλιστα ο Γάλλος,στον κορμό ενός αγάλματος άριστης τέχνης, περίπου 20 σημάδια από σφαίρες, γιατί οι Τούρκοι το χρησιμοποιούσαν για άσκηση σκοποβολής!!! Σωρούς πλακών και τεμάχια μαρμάρων, είδε εξάλλου μπροστά στο ναό της Απτέρου Νίκης.
Και ενώ παρακολουθούσε τις εργασίες της αποκάθαρσης του μνημείου από χώματα και πέτρες, δύο εργάτες του έφεραν και του έδειξαν ένα μικρό ακέφαλο αγαλματίδιο ωραίας τέχνης.
Το Ερεχθείοναριστερά του Παρθενώνα, μόλις που φαινόταν κάτω από τους σωρούς χωμάτων,που τους συγκέντρωσαν οι Τούρκοι για καλύτερη άμυνα. Μέσα στο ναό είχε αποθηκευθεί κατά καιρούς μπαρούτι και άλλα πολεμοφόδια.
Και κατέληγε ο Thomas Abbet- Graccet:
«Επί των ερειπίων εκείνων,ησθανόμην ήδη επιστρέφοντας τους φυγαδευθέντας θεούς και μεθ’ όλην την πενιχρότητα και την ερημίαν, ήτις ηπλούτο περί εμέ, ενόμισα προς στιγμήν ότι εβλεπον ανερχομένην προς την Ακρόπολιν την πομπήν των Παναθηναίων και ότι ήκουον τα μάρμαρα πληττόμενα υπό των ποδών των ταύρων των αγομένων προς σφαγήν…».