Τριήμερο καρναβαλικών εκδηλώσεων στην πόλη της Καστοριάς, από τις 6 έως τις 8 Ιανουαρίου. Πρόκειται για ένα έθιμο που χάνεται στα βάθη των αιώνων και αποτελεί αναβίωση των αρχαίων διονυσιακών τελετών.
Τα Καρναβάλια της Καστοριάς (Ραγκουτσάρια), αποτελούν αναβίωση των αρχαίων Διονυσιακών οργιαστικών τελετών, που γίνονταν από Αρχαιοτάτων χρόνων, στην μέση του Χειμώνα και αμέσως μετά την γιορτή της γέννησης του ήλιου στις 25 Δεκεμβρίου, (που πέρασε και στην Χριστιανική λατρεία με την καθιέρωση της γιορτής των Χριστουγέννων), προς τιμή της φύσης που θα αναγεννηθεί την Άνοιξη. Με τα Ραγκουτσάρια κλείνει το γιορταστικό δωδεκαήμερο, με χαρακτηριστικά Καστοριανά έθιμα που οι ρίζες τους φτάνουν στους πρώ'ι'μους κάτοικους της περιοχής, τους Δωριείς και τους Ορεστειες και αποτελούν σπάνιο δείγμα της ιστορικής συνέχειας του τόπου μας δια μέσου των αιώνων. Είναι απομεινάρι του γνήσιου Ελληνικού Καρναβαλιού και όχι έθιμο ξενόφερτο όπως το καθιερωμένο καρναβάλι της Αποκριάς και γιορτάζεται στις 6,7,και 8 Γενάρη.
Στα Ραγκουτσάρια παίρνουν μέρος όλοι οι Καστοριανοί, άνδρες και γυναίκες, σε "μπουλούκια", από διάφορες γειτονιές, το καθένα με τα "όργανα"του που γλεντούν, μέσα σ'ένα πανζουρλισμό, χωρίς κοινωνικές διακρίσεις. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ποικιλία των μουσικών οργάνων, που εκτός από τα παραδοσιακά (ζουρνάδες, γκά'ι'ντες κ.α.), από τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας προστέθηκαν τα λα'ι'κά "τακούμια", κρουστά και κυρίως πνευστά, χάλκινα όργανα, κατάλοιπα των μεγάλων στρατιωτικών μπάντων που κατά καιρούς περνούσαν από την πόλη. Η αναλογία με τις μεγάλες μπάντες πνευστών της Νέας Ορλεάνης στις Η.Π.Α., που δημιούργησαν την ορολογία και το παγκόσμια καθιερωμένο μουσικό είδος της τζαζ, είναι εμφανής.
Η φωτογράφηση αυτών των στιγμών αποτελεί πρόκληση για τον κάθε φωτογράφο. Η ένταση του κάδρου αποτυπώνεται με το ντοκουμενταρίστικο ύφος της ασπρόμαυρης φωτογραφίας. Ο τονισμός, στις αποχρώσεις της σέπιας επιβάλλει την οπτική ιστορικότητα του εθίμου και την διαχρονική του καταγωγή. Τέλος ο επιλεκτικός επιχρωματισμός των πνευστών οργάνων (χάλκινα), -σε αντιπαράθεση με την ουδέτερη πολυχρωμία της έγχρωμης εικόνας-, υπερτονίζει την σημασία και την ιδιαιτερότητα αυτών των μέσων, για την ολοκληρωμένη επίτευξη του γνήσιου γλεντιού και της έκστασης (Διονυσιακή μανία), που θες δε θες, σε κυριεύει εκείνες τις ώρες, είτε με το να φωτογραφίζεις είτε με το να φωτογραφίζεσαι.