Ο άνθρωπος που ψάχνει στα παζάρια της Ασίας και ξετρυπώνει ανεκτίμητους θησαυρούς, ο ίδιος που έχει ανακαλύψει εδώ και χρόνια το μοναδικό χρυσό νόμισμα που φέρει την προτομή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο δρ Οσμουντ Μποπεράτσι (Osmund Bopearachchi), καθηγητής των Πανεπιστημίων Σορβόνης και Μπέρκλεϊ, διευθυντής του Τμήματος Αρχαιολογίας «Ελληνισμός και Πολιτισμοί της Ανατολής» του Γαλλικού Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (CNRS-ENS), ήρθε στην Αθήνα για να εγκαινιάσει την έκθεση «Τα ελληνικά βασίλεια της Βακτρίας και της Ινδίας» στο Νομισματικό Μουσείο (μέχρι τις 16 Ιουνίου 2014).
Το χρυσό νόμισμα του Αλεξάνδρου «είναι αναμνηστικό μετάλλιο που κόπηκε μετά τη Μάχη του Υδάσπη Ποταμού και την ήττα του Ινδού βασιλιά Πώρου», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Εκτιμά μάλιστα πως «θα πρέπει να υπήρχαν κι άλλα τέτοια μετάλλια με το ίδιο πορτρέτο, που διανεμήθηκαν μεταξύ των στρατηγών του». Και επαναλαμβάνει ότι πρόκειται για «το πρώτο πορτρέτο του Μεγάλου Αλεξάνδρου». Τον απεικονίζει φέροντα στην κεφαλή τη δορά ενός ελέφαντα (σύμβολο της Ινδίας), ενώ διακρίνονται η αιγίδα της Γοργόνας και το κέρατο του Διός Αμμωνος.
Μέχρι την εμφάνιση αυτού του ευρήματος, η γνησιότητα του οποίου έχει αμφισβητηθεί με όχι και τόσο πειστικά επιχειρήματα, όπως μας είπε γνωστός Ελληνας νομισματολόγος, γνωρίζαμε μόνο τα αργυρά τετράδραχμα με την κεφαλή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ουδείς στην Ελλάδα πάντως έχει κάποια πληροφόρηση για τα αποτελέσματα αναλύσεων στο χρυσό, έτσι ώστε να διαπιστωθεί η σύστασή του και συνακόλουθα η γνησιότητά του, μας είπε ο ίδιος, ο οποίος δεν αποκλείει να είναι αληθινό και ως εκ τούτου πολύ σημαντικό, γιατί κυκλοφόρησε ζώντος του Μακεδόνα στρατηλάτη.
Σύμμαχο στην πεποίθησή του ότι είναι αυθεντικό έχει ο δρ Οσμουντ Μποπεράτσι δύο σημαντικούς ιστορικούς, τον Αντριου Στιούαρτ και τον Φρανκ Χολτ, που είχαν στη διάθεσή τους τα αποτελέσματα όλων των αναλύσεων του μετάλλου. Συνηγορεί και το ιστορικό πλαίσιο κοπής αυτού του νομίσματος: «Στη Μάχη του Υδάσπη το 326 π.Χ., ο Αλέξανδρος είχε να αντιμετωπίσει έναν στρατό από 250.000 ελέφαντες, οι οποίοι έρχονταν κατά μέτωπο. Ο ίδιος δεν είχε ελέφαντες, παρά μόνο ιππικό. Εκανε λοιπόν κάτι πολύ ευφυές: Ενα τμήμα του ιππικού επιτέθηκε στη μέση και άλλα δύο από τα πλάγια. Οι ελέφαντες μέσα στη σύγχυσή τους άρχισαν να κάνουν σαν τρελοί, πετώντας και ποδοπατώντας τους Ινδούς στρατιώτες. Δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις ελέφαντες αν δεν είσαι ιδιοφυΐα και ο Αλέξανδρος ήταν» σύμφωνα με τον Ο. Μποπεράτσι.
Ενδιαφέρον έχει και το ιστορικό εύρεσης του νομίσματος. Ηταν σε έναν σωρό 550.000 νομισμάτων βάρους 4 τόνων, που χρονολογούνται από τον 5ο αι. π.Χ. ώς και το 2ο αι. μ.Χ. Ο θησαυρός αυτός, που περιείχε επίσης κι άλλα αντικείμενα, χρυσά, επίχρυσα, ασημένια, αναδύθηκε μέσα από ένα μεγάλο πηγάδι στο χωριό Mir Zakah του ανατολικού Αφγανιστάν. Και δεν ήταν η πρώτη φορά που το συγκεκριμένο πηγάδι «έβγαζε» θησαυρό. Το 1947 είχαν βρεθεί μέσα εκεί γύρω στα 30.000 νομίσματα, τα οποία κατέληξαν στο Εθνικό Μουσείο της Καμπούλ, από όπου εκλάπησαν το 1993. Το χρυσό του Μεγάλου Αλεξάνδρου βρέθηκε το 1992 με όλα τα υπόλοιπα χρυσά και ασημένια ευρήματα. Και το «απόθεμα» του πηγαδιού δεν έχει τελειώσει, σύμφωνα με τον Ο. Μποπεράτσι, αλλά δεν μπορεί κανείς να το προσεγγίσει με ασφάλεια, καθώς βρίσκεται σε μια από τις πιο ταραγμένες περιοχές του πλανήτη. Οσο για το λόγο που τόσα πολλά πολύτιμα αντικείμενα βρέθηκαν στο βυθό ενός πηγαδιού, που έχει το μέγεθος μικρής λίμνης, μόνον εικασίες μπορούν να διατυπωθούν. Η πιο διαδεδομένη εικασία αναφέρεται σε αρχαίους που λεηλάτησαν μέγαρα και παλάτια και έκρυψαν τα κλοπιμαία στη λίμνη, χωρίς ποτέ για άγνωστους λόγους να τα πάρουν από εκεί.
«Μου δόθηκε η ευκαιρία να πάω στο παζάρι του Πεσαβάρ (Πακιστάν) το 1994, όταν οι πρώτοι σάκοι με τα νομίσματα και τα άλλα αντικείμενα του θησαυρού θα κατέφθαναν. Βρέθηκα μπροστά σε μια “βροχή” από νομίσματα, ίσως τη μεγαλύτερη ποσότητα που έχει δει ποτέ του νομισματολόγος σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Είχα συγκλονιστεί.
Το πρώτο και πιο άμεσο που μπορούσα να κάνω ήταν να καταλάβω τη σύνθεση του θησαυρού. Υπό κατάσταση εξαιρετικής πίεσης, άρχισα να τα ταξινομώ σε ομάδες, ανάλογα με τις κοπές τους: ινδικά, ελληνικά, ινδοελληνικά, ινδοσκυθικά, της δυναστείας των Κουσάν. Μελετώ τα νομίσματα των δύο θησαυρών του Mir Zakah από το 1983. Το γεγονός αυτό με έχει σημαδέψει.
»Είναι ανείπωτη χαρά για μένα να μπορώ να δημοσιεύω νέους τύπους νομισμάτων και να συζητώ θέματα σχετικά με τη σημασία της νομισματικής κυκλοφορίας στην Ινδία και στην Κεντρική Ασία. Ταυτόχρονα όμως είναι και κατάρα να ξέρω ότι τα περισσότερα από αυτά τα νομίσματα είτε χάθηκαν για πάντα είτε κατέληξαν σε ιδιωτικές συλλογές στις οποίες δεν υπάρχει πρόσβαση. Το ενδιαφέρον πάντως είναι ότι το χρυσό μετάλλιο βρέθηκε σε αυτόν το θησαυρό και το δημοσίευσα. Σήμερα ανήκει σε συλλέκτη, ο οποίος σκοπεύει κάποια στιγμή να το δωρίσει σε μουσείο».
Ν.Κ.Ρ.
enet.gr